Κανένας, πλην των λίγων αστυνομικών που ασχολούντο με την υπόθεση της απαγωγής Λεμπιδάκη, δεν είχε υποψιαστεί ότι αποτελούσαν μέλη της εγκληματικής οργάνωσης που είχε συσταθεί για την αρπαγή του επιχειρηματία, κάποιοι Ρεθεμνιώτες ενώ μάλιστα συχνά πυκνά το ίδιο διάστημα βρισκόταν στην κορυφή της τοπικής επικαιρότητας για τη δράση τους ενάντια στους πλειστηριασμούς και την προάσπιση των δικαιωμάτων των φτωχών.
Ο επιχειρηματίας απελευθερώθηκε, συνελήφθησαν οκτώ άτομα ως εμπλεκόμενα στην υπόθεση του, εκκρεμότητες υπάρχουν ως προς το ενδεχόμενο εμπλοκής και άλλων, ωστόσο οι επτά από τους συλληφθέντες θα οδηγηθούν αύριο ενώπιον του ανακριτή Ηρακλείου για να απολογηθούν. Οι πέντε από τους επτά είναι Ρεθεμνιώτες. Οι τέσσερις από αυτούς έχουν ήδη ομολογήσει τη συμμετοχή τους στην υπόθεση και εξάλλου, αν και για κάποιους άλλους που μάλλον ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί και δεν άφηναν ίχνη ώστε να οδηγηθούν οι αστυνομικοί στις ταυτότητες τους, για τους τέσσερεις τα στοιχεία που είχαν ήδη συγκεντρωθεί προ της σύλληψης τους και της ομολογίας τους, ήταν και πολλά και αδιάσειστα.
Οι δυο από τους τέσσερις μπορεί να είχαν έντονη δραστηριότητα πρωτοστατώντας σε εκδηλώσεις ενάντια στους πλειστηριασμούς, αλλά φαίνεται αυτή ήταν μια δραστηριότητα παράπλευρη και μάλλον την ασκούσαν στα διαλείμματα τους από τη σοβαρή έννοια τους να πείσουν την οικογένεια Λεμπιδάκη να ανταλλάξει τον άνθρωπο της με κάποια σακιά γεμάτα εκατομμύρια ευρώ. Αυτή η ενασχόληση απαιτούσε χρόνο. Χρόνο για να κατεβάσουν ιδέες, χρόνο για μονοήμερα ακτοπλοϊκά και οδικά ταξίδια, χρόνο για συγγραφή ευφυών επιστολών ή μηνυμάτων, χρόνο για την αποστολή τους κάνοντας σούρτα-φέρτα από τον ένα νομό στον άλλο, από το Ρέθυμνο στο Ηράκλειο, από το Ηράκλειο στα Χανιά, από την Κρήτη στην Αθήνα. Γιατί έπρεπε να ζαλίσουν τους αστυνομικούς με το γύρω-γύρω όλοι και να τους παραπλανήσουν. Ήθελαν χρόνο επίσης για να βρουν κι άλλα μέλη να στρατολογήσουν στην εγκληματική οργάνωση. Κι όταν ζόρισαν λίγο τα πράγματα, που να εμπιστευτούν άτομα. Σε τέτοιες περιπτώσεις ακόμα και τα παιδιά μας είναι χρήσιμα…
Αύριο όλοι τους θα οδηγηθούν στον ανακριτή για να απολογηθούν «φορτωμένοι» στην πλάτη τέσσερις κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα.
Ο ένας ομολόγησε πως γνωρίζει δυο ακόμα κρησφύγετα αλλά φοβάται να τα αποκαλύψει
Για πολλά από τα μέλη της ομάδας που συμμετείχαν στην απαγωγή Λεμπιδάκη το πρώτο διάστημα υπάρχουν κενά. Οι επικοινωνίες που γινόταν με την οικογένεια δεν έχουν πλήρως ταυτοποιηθεί με τα πρόσωπα που τις έκαναν. Από κείνα τα πρώτα μέλη, που μέχρι τη σύλληψη τους στις 2 Οκτωβρίου παρέμεινε ενεργός στην απαγωγή και συμμετείχε σε όλη τη διαδικασία της αρπαγής του Μιχάλη Λεμπιδάκη, της προσπάθειας ηθικής εξόντωσης των μελών της οικογένειας του, αλλά και στην ψυχική αφόρητη κακοποίηση του επιχειρηματία που θα μπορούσε να επιφέρει και τη σωματική του εξόντωση, ήταν ο 45χρονος ξυλουργός και δυναμικός πολίτης ενάντια στους πλειστηριασμούς, του οποίου ο ρόλος έχει διαπιστωθεί και είναι πρωταγωνιστικός.
Το ίδιο και ο 46χρονος αγρότης από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια Ρεθύμνου. Βρέθηκε στην απαγωγή από την αρχή και μέχρι πριν από ένα μήνα οπότε αποσύρθηκε, όχι γιατί το μετάνιωσε αλλά επειδή κατάλαβε πως κάποιες «σκιές» βρισκόταν πίσω του και σε πολύ κοντινή απόσταση. Αν και ομολόγησε την εμπλοκή του στους αστυνομικούς την ημέρα της σύλληψης του, παρά το γεγονός ότι έδωσε αρκετές πληροφορίες, είναι φανερό πως έχει πει τη μισή αλήθεια. Δεν αποκάλυψε την ταυτότητα σχεδόν κανενός εμπλεκόμενου λέγοντας αόριστα πως ένας Ρώσος χωρίς όνομα τον έβαλε στην απαγωγή και αόριστα κάνει αναφορά σε έναν Κώστα που δεν γνωρίζει. Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος κάποιους φοβάται και δεν μιλάει περισσότερο. Είναι επίσης ο μόνος από τους συλληφθέντες που έχει ομολογήσει πως γνωρίζει δυο ακόμα κρησφύγετα όπου εκρατείτο Λεμπιδάκης, αρνούμενος να αποκαλύψει που βρίσκονται διότι, όπως ανέφερε, φοβάται. Ίσως να αλλάξει γνώμη και να τα αποκαλύψει τουλάχιστον αύριο στον ανακριτή.
Ο έτερος πρωταγωνιστής κατά των πλειστηριασμών, ο 60χρονος Ρεθεμνιώτης μεσίτης, μάλλον πήρε τη θέση του προηγούμενου στα τέλη Ιουλίου, αρχές Αυγούστου. Τον «στρατολόγησε» ο συνάδελφος του από το κίνημα κατά των πλειστηριασμών, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος στους αστυνομικούς. Τον ανάγκασαν τα χρέη να μπει μέσα σ’ αυτό το ειδεχθές έγκλημα, είπε.
Ποιος άνθρωπος ενάρετος, όσο φτωχός κι αν είναι μπορεί να γράφει (δεν το παραδέχεται) και να στέλνει εφιαλτικά μηνύματα σε μια μάνα που βιώνει τον μεγαλύτερο πόνο που υπάρχει, όπως είναι αυτός που νιώθει ότι χάνει το παιδί της, σε έναν ηλικιωμένο πατέρα που έχει καταρρεύσει, σε μια σύζυγο και στα παιδιά της που έχουν χάσει τον ύπνο τους βλέποντας ξύπνιοι μέρα νύχτα εφιάλτες, σε έναν αδελφό που προσπαθεί να κρατηθεί στα πόδια του και να στηρίξει και την υπόλοιπη οικογένεια; Ποιος πατέρας λόγω των χρεών του βάζει ως συνεργό του σε ένα τέτοιο έγκλημα την ίδια του την κόρη; Η δικαιολογία, το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να σταθεί.
Ο 43χρονος Ρεθεμνιώτης, ιδιοκτήτης της μάντρας αυτοκινήτων και του τελευταίου κρησφύγετου φαίνεται να μην ήταν από την αρχή στην απαγωγή αλλά να «μπήκε» όταν τον έπεισε ο 45χρονος ξυλουργός πρωταγωνιστής, στις αρχές Μαΐου. Η συμπεριφορά του απέναντι στον Μιχάλη Λεμπιδάκη, σύμφωνα και με την κατάθεση του ίδιου του επιχειρηματία, ήταν καλύτερη από όλων όσων φέρονται να ήρθαν σε επαφή μαζί του την περίοδο της κράτησης του.
Ο 44χρονος Ρεθεμνιώτης επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στη νυχτερινή διασκέδαση, φέρεται από τους αστυνομικούς να είναι επίσης από τα πρώτα μέλη της ομάδας που συγκροτήθηκε για την απαγωγή, ωστόσο τα στοιχεία εναντίον του δεν είναι τέτοια και τόσα, όπως για τους παραπάνω. Ο ίδιος αρνήθηκε να πει έστω και μια φράση στους αστυνομικούς κατά την εξέταση του. Θα μιλήσει αύριο στον ανακριτή κατά την απολογία του.
Το μήνυμα των απαγωγέων στην οικογένεια ότι ο Μιχάλης δεν ζει
Μέχρι τις 17 Μαΐου οι απαγωγείς έχουν έρθει σε επικοινωνία με την οικογένεια Λεμπιδάκη 15 φορές. Σε όλες αυτές τις επικοινωνίες επιμένουν στην απαίτηση τους για καταβολή 100 εκατομμυρίων ευρώ ως λύτρα, προκειμένου να απελευθερώσουν τον επιχειρηματία.
Η οικογένεια όσο κι αν προσπαθεί να τους πει ότι τόσα χρήματα δεν μπορούν να τα βρουν εκείνοι είναι αμετάπειστοι.
Στις 17 Μαΐου στη δέκατη πέμπτη επικοινωνία τους στέλνουν τρία γραπτά μηνύματα στα κινητά τηλέφωνα τριών ανθρώπων: στον αδελφό του Μιχάλη Λεμπιδάκη, στον πατέρα του και σε έναν υπάλληλο της εταιρείας του Μιχάλη Λεμπιδάκη.
Με τα τρία παραπάνω sms ενημερώνουν την οικογένεια Λεμπιδάκη ότι το «παιχνίδι τέλειωσε», δηλαδή η διαπραγμάτευση τελείωσε κι ότι και οι δυο πλευρές (απαγωγείς και οικογένεια), «έπαιξαν κι έχασαν» αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο Μιχάλης Λεμπιδάκης δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή. Τα μηνύματα μάλιστα φέρονται να έχουν «χαρακτήρα δηλωτικό τετελεσμένου γεγονότος».
Το sms όπως προέκυψε από την άρση τηλεφωνικού απορρήτου και τη σάρωση κεραιών κινητής τηλεφωνίας εστάλη από την περιοχή που βρίσκεται η Μονή Αρκαδίου.
Οι απαγωγείς έκτοτε «εξαφανίζονται». Τηρούν «σιγή ασυρμάτου». Κι ενώ μέχρι τότε οι επικοινωνίες τους ήταν πυκνές με την οικογένεια, πλέον αρχίζουν να την υποβάλλουν στη βάσανο της αγωνίας .
Οι μέρες κυλούν αργά και βασανιστικά για τα μέλη της οικογένειας. Οι δράστες τους έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι ο Μιχάλης δεν υπάρχει στη ζωή. Βέβαια μπλόφαραν, αλλά αυτό η οικογένεια δεν μπορεί να το γνωρίζει με βεβαιότητα.
Περνούν πολλές μέρες χωρίς να έχουν κάποιο νέο του ανθρώπου τους. Η κάθε μέρα που περνούσε από τις 30 Μαρτίου ήταν χρόνος εφιαλτικός, αλλά αυτή η περίοδος με τους απαγωγείς εξαφανισμένους και τον Μιχάλη Λεμπιδάκη αγνοούμενο, ήταν για την οικογένεια ακόμα πιο εφιαλτική.
Στις 17 Ιουνίου κι ενώ έχουν συμπληρωθεί 30 μέρες που δεν έχει έρθει σε επαφή οι απαγωγείς με τους συγγενείς του επιχειρηματία κι ενώ τελευταίο σημάδι ζωής που είχαν από τον άνθρωπο τους ήταν στις 26 Απριλίου όταν κατόπιν υπόδειξης των απαγωγέων παρέλαβαν από σημείο της εθνικής οδού στην περιοχή των Βρυσσών Αποκορώνου ένα βίντεο στο οποίο εμφανιζόταν ζωντανός ο Μιχάλης, είχαν δηλαδή συμπληρωθεί 53 μέρες χωρίς να έχουν κανένα ίχνος ζωής του αλλά αντίθετα τους είχε σταλεί μήνυμα αφαίρεσης της ζωής του, η οικογένεια δημοσιεύει στον τύπο μια επιστολή. Μια επιστολή που είχε συγκλονίσει την κοινωνία. Στην επιστολή η οικογένεια Λεμπιδάκη έγραφε:
«Ύστερα από 80 εφιαλτικές μέρες και παρ’ όλες τις ανθρωπίνως δυνατές προσπάθειες, ο Μιχάλης μας δεν επέστρεψε κοντά μας. Σήμερα, συμπληρώνονται 53 μέρες χωρίς νέα για την κατάσταση του και η οικογένεια μας βυθίζεται σε απόγνωση.
Αισθανόμαστε την ανάγκη να ευχαριστήσουμε θερμά την κοινωνία του Ηρακλείου για τη συμπαράσταση και τη διακριτικότητα που έχει επιδείξει όλο αυτό το διάστημα.
Με το πέρας των διαπραγματεύσεων ευχαριστούμε επίσης την Ελληνική Αστυνομία, η οποία κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες, προκειμένου να επιστρέψει πίσω στην οικογένεια μας ο Μιχάλης.
Στις δύσκολες αυτές στιγμές παρακαλούμε όλους να διατηρήσουν την ίδια διακριτική στάση, για να μην επιβαρύνεται περαιτέρω η ψυχολογική μας κατάσταση».
Η επιστολή δημοσιεύεται, παίρνει μεγάλη έκταση, κάνει τον γύρο των ΜΜΕ της χώρας. Θεωρώντας οι δράστες ότι έχουν επιτύχει τον σκοπό τους με την αφόρητη πίεση που άσκησαν στην οικογένεια έχοντας επί τόσο διάστημα εξαφανιστεί και σκεπτόμενοι ότι ίσως ήρθε η ώρα να πάρουν στα χέρια τους τα δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, επανεμφανίζονται και αρχίζουν εκ νέου τη διαπραγμάτευση με την οικογένεια.
Τέσσερις μέρες μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης της οικογένειας και τον ντόρο που έγινε, στις 21 Ιουνίου, οι απαγωγείς στέλνουν sms (από την πόλη του Ρεθύμνου όπως προέκυψε) στον αδελφό Λεμπιδάκη και επανεκκινούν τις διαπραγματεύσεις. Εμμένουν στα 100 εκατομμύρια ευρώ λύτρα.
«Εγώ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ»
Στις περισσότερες επαφές που είχαν οι απαγωγείς με την οικογένεια Λεμπιδάκη η πίεση που ασκούσαν ήταν αφόρητη. Μια διαρκής εκβιαστική τακτική, ώστε να καταφέρουν να αποσπάσουν τα λύτρα των εκατομμυρίων ευρώ.
Θα σας στείλουμε ένα δάκτυλο του, είναι βαριά άρρωστος, δεν είναι καθόλου καλά, έκανε απόπειρα αυτοκτονίας, θα τον κρατήσουμε πολλούς μήνες ακόμα, η υγεία του δεν είναι καλή, υφίσταται κίνδυνος για τη ζωή του, έχει συνέχεια πυρετό, βρίσκεται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, παίξαμε κι εμείς και σεις και χάσαμε όλοι, τέλειωσαν όλα. Τέτοιες φράσεις με απειλές και προσπάθεια να καμφθεί το ηθικό των μελών της οικογένειας του Μιχάλη Λεμπιδάκη εκτόξευαν οι απαγωγείς, είτε στα σύντομα τηλεφωνήματα που έκαναν, είτε μέσω των sms που έστελναν είτε με τις επιστολές που απέστελναν.
Στα χειρόγραφα κείμενα του ο Μιχάλης Λεμπιδάκης που ήταν ελεγχόμενα από τους δεσμώτες του και το περιεχόμενο τους συνήθως το υπαγόρευαν οι ίδιοι παρακαλούσε την οικογένεια του να δώσει τέλος στο μαρτύριο του.
Χαρακτηριστική είναι η επιστολή που δημοσιεύουν τα «Ρ.Ν.» (έχει η εφημερίδα στη διάθεση της όλες τις επιστολές, κάποιες εκ των οποίων είναι συγκλονιστικές, αλλά λόγω του πολύ προσωπικού χαρακτήρα που έχουν, κρίνει η εφημερίδα πως δεν είναι σωστό να δημοσιευθούν).
Η επιστολή παρελήφθη από την οικογένεια Λεμπιδάκη στις 8 Ιουλίου από σημείο του ΒΟΑΚ, όπου την είχαν αφήσει οι απαγωγείς και ο επιχειρηματίας την είχε γράψει στις 29 Ιουνίου.
«Αγαπημένοι μου,
Είναι Πέμπτη 29/6 και συμπληρώνονται 13 εβδομάδες απομόνωσης, ψυχικού και σωματικού μαρτυρίου με διάφορα που πέρασα κι ακόμα με ταλαιπωρούν.
Καταλαβαίνω τον δικό σας πόνο, την αγωνία, αλλά εγώ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ και σας θερμοπαρακαλώ να ενεργήσετε ώστε να δοθεί ένα τέλος.
Ελπίζω ότι τόσο καιρό έχετε καταφέρει να μαζέψετε στο ταμείο της εταιρείας ένα ποσόν που δεν θα μπορέσουν να αρνηθούν. Το είδος των χαρτονομισμάτων δεν τους ενδιαφέρει.
Προσοχή να γίνουν όλα σωστά για να μην κινδυνεύσει η ζωή μου στο τέλος. Ελπίζω να είστε όλοι -όσο γίνεται- καλά. Επαφίεμαι στην αγάπη και στο έλεος σας.
Σημερινός τίτλος Καθημερινής:«PLAN B για τα σκουπίδια».
Σας αγαπώ και ανυπομονώ να σας σφίξω στην αγκαλιά μου.
Μιχάλης»