Του ΜΙΧΑΛΗ Ν. ΤΖΕΚΑΚΗ*
Γράφεται ότι το Ρέθυμνο, συγκρινόμενο με το Ηράκλειο και τα Χανιά, παρά το μικρό του μέγεθος, είχε τα χαρακτηριστικά ενός κοσμοπολίτικου ευρωπαϊκού αστικού κέντρου, από τα χρόνια της Βενετοκρατίας ως το πρώτο μισό του 20ου αι. Διατηρούσε σύνδεση και επικοινωνία απευθείας με τα μεγάλα εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα της Ευρωπαϊκής Δύσης. Τα γνωρίσματα αυτά της μικρής αλλά εκλεπτυσμένης και φιλόκαλης πόλης ιστορούνται με τέχνη, δεξιοσύνη και αγάπη στο «Χρονικό της Πολιτείας» του Παντελή Πρεβελάκη.
Όμως πέρα από τους συναισθηματικούς δεσμούς και την περηφάνια που οι σύγχρονοι Ρεθεμνιώτες συντηρούμε για την πόλη μας, απαιτούνται απτές αποδείξεις για του λόγου το αληθές. Τεκμήρια δηλαδή, που να μαρτυρούν την ύπαρξη μιας προχωρημένης αστικής κοινωνίας. Η ύπαρξη μνημείων του έντυπου λόγου, δηλαδή βιβλίων και περιοδικών στα σπίτια των κατοίκων μιας πόλης φανερώνουν το επίπεδο εγγραμματοσύνης, που είναι ένα από τα σοβαρά σημεία μιας προχωρημένης αστικής κοινωνίας.
Πρόσφατα οι σημερινοί γόνοι μιας από τις παλιές Ρεθεμνιώτικες οικογένειες, δώρισαν στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης μια αξιόλογη συλλογή, βιβλίων, παλαιών περιοδικών και χειρογράφων, ο πυρήνας της οποίας είχε αρχίσει να σχηματίζεται από τα τέλη του 19ου αι. Είναι η περίπτωση της οικογένειας Αλκιβιάδη Χ. Κούνουπα. Πιστεύομε ότι η οικογένεια αυτή, η παρουσία της οποίας ψηλαφείται στην πόλη μαρτυρημένα από τις αρχές του 19ου αι., παρέχει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας αστικής οικογένειας του παλαιού Ρεθύμνου. Ο πατέρας του Αλκιβιάδη, Χαράλαμπος ήταν επίσης έμπορος (επιτηδευματίας) και ζούσε στο Ρέθυμνο (από τις εμπορικές του δραστηριότητες σώθηκαν χρεωστικά γραμμάτια της περιόδου 1865-1869. Ο Αλκιβιάδης Χ. Κούνουπας γεννήθηκε το 1850 στο Ρέθυμνο και ήταν συγγενής με το φαρμακοποιό Ιωάννη Ανδρέου Κούνουπα (1878-1964).
Από μια νεκρολογία που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα «Αρκάδιον» και την οποία ευγενικά μας υπέδειξε ο Γιάννης Παπιομίτογλου, πληροφορούμαστε ότι η πρώτη του γυναίκα Μαρία, το γένος Δρανδάκη πέθανε το 1888 στο Ρέθυμνο, επίτοκος ούσα, μαζί με το έμβρυο που κυοφορούσε. Όπως αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, η Ρεθεμνιώτικη κοινωνία θρήνησε το θάνατό της και παραστάθηκε στον πόνο του συζύγου και πατέρα. Αργότερα ο Αλκιβιάδης πήρε ως δεύτερη σύζυγο την Ευρυδίκη, επίσης το γένος Δρανδάκη, συγγενής του Βασιλείου Δρανδάκη, του γνωστού Ρεθεμνιώτη εμπόρου που διατηρούσε τις μεγάλες αποθήκες χαρουπιού στην είσοδο του Τούρκικου Σχολείου, εκεί που βρίσκεται σήμερα η αίθουσα Παύλου Βαρδινογιάννη.
Το 1892 συναντούμε μια νέα πληροφορία για τον Αλκιβιάδη (και αυτή με τη φιλόφρονα υπόδειξη του Γιάννη Παπιομίτογλου). Από την εφημερίδα «Κρήτη», που αποτελούσε την ημιεπίσημη εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας (φ. 122/2-4-1888,) μαθαίνουμε ότι ο Αλκιβιάδης Χ. Κούνουπας: (α) ζει στο Ρέθυμνο, (β) είναι ηλικίας 41 ετών, (γ) είναι μέλος της συντεχνίας των εμπόρων, και (δ) ότι οι γνώσεις του επιτρέπουν να διεκδικήσει το αξίωμα του Ειρηνοδίκη. Ο εμπορικός του οίκος βρισκόταν στην αρχή της οδού Αρκαδίου απέναντι από το κατάστημα των αδελφών Κουτσουράκη, (εκεί ακριβώς που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν το κατάστημα της Αρσινόης Παπαδογιάννη). Είχε συναλλαγές με μεγάλους εμπορικούς οίκους του εξωτερικού και έκανε εισαγωγές υφασμάτων, ξυλείας, οικοδομικών υλικών και όπλων. Η επόμενη πληροφορία που έχομε για τον Αλκιβιάδη προέρχεται από το καταστατικό του Σκοπευτικού Ομίλου Ρεθύμνης το «Αρκάδι», που δημοσίευσε ο κ. Γιάννης Παπιομύτογλου και όπου το όνομα του Αλκιβιάδη Χ. Κούνουπα αναφέρεται ως ένα από τα ιδρυτικά του μέλη. Ο Σύλλογος δημιουργήθηκε στο Ρέθυμνο το 1910. Σύμφωνα με το εν λόγω καταστατικό: «Σκοπός του Συλλόγου έσται η ίδρυσις Σκοπευτηρίου εν τη πόλει ταύτη αποβλέποντος εις την διδασκαλίαν του χειρισμού του όπλου και εν γένει εις την πολεμικήν μόρφωσιν των εν αυτώ ασκηθησομένων, ίνα εν δεδομένη περιστάσει παρασχεθή προσωπική βοήθεια εις το Έθνος οπουδήποτε του Ελληνισμού ήθελε ζητηθή». (Γιάννη Ζ. Παπιομίτογλου. Ο Σκοπευτικός Σύλλογος Ρεθύμνης «το Αρκάδι»). Είναι βέβαια ανάγκη να σημειωθεί εδώ ότι η εμπορία και χρήση των όπλων, αντίθετα με τους καιρούς μας, εντάσσονταν στην προσπάθεια απελευθέρωσης της Κρήτης και της ένωσής της με τη μητέρα πατρίδα.
Η οικία της οικογένειας του Αλκιβιάδη βρισκόταν στην καρδιά της παλιάς πόλης. Στην αρχή της Βιτσέντζου Κορνάρου, λίγο πριν από το Πλατεάκι και δίπλα από το παλιό κομμωτήριο Σταγγουράκη-Λιονή. Το αρχοντικό αυτό καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς από τους βομβαρδισμούς που έπληξαν το Ρέθυμνο κατά την περίοδο της Μάχης της Κρήτης και της βάρβαρης Γερμανικής εισβολής το Μάιο του 1941.
Η οικογένεια διατηρούσε και εξοχικό μέσα σε ένα μεγάλο κτήμα που βρισκόταν στου Κόρακα την Καμάρα στη θέση που σήμερα βρίσκεται το ξενοδοχείο Λευκόνικο, ακριβώς πίσω από το ξενοδοχείο Theartemis Palace των αδελφών Τσουρλάκη.
Αξίζει να σχολιαστεί επίσης η παρουσία τριών αρχαιοελληνικών ονομάτων στην οικογένεια αυτή, Αλκιβιάδης, ο γεννήτωρ, Ευρυδίκη η σύζυγος και Φερενίκη η μια από τις τρεις θυγατέρες του Αλκιβιάδη φανερώνει μια τάση που εμφανίζεται στον ελληνικό αστικό χώρο, ως αποτέλεσμα της επίδρασης του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και της προσπάθειας σύνδεσης του νεοπαγούς κρατιδίου με την Ελληνική αρχαιότητα.
Είναι όμως ώρα να παρακολουθήσομε την εξέλιξη της οικογένειας και τη σχέση της με το Ρέθυμνο στα πρόσωπα της δεύτερης και τρίτης γενιάς. Αναφερόμαστε στα έξι παιδιά του Αλκιβιάδη και της Ευρυδίκης και τους απογόνους τους.
Ο Βαγγέλης (πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 1898), ήταν το πρώτο από τα παιδιά της οικογένειας. Έγινε αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού. Σύζυγός του ήταν η επίσης Ρεθεμνιώτισσα Μαρία το γένος Σωτήρχου, θυγατέρα του Εμμανουήλ Σωτήρχου (+ 4 Μαΐου 1936) που υπηρέτησε επί χρόνια καθηγητής των Γαλλικών στο Γυμνάσιο του Ρεθύμνου. Ο γιος του, ο Άλκης, πήρε το όνομα του παππού του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν για το Ρέθυμνο οι οικογένειες του 2ου και του 3ου αγοριού, των Γιώργου και Κώστα Κούνουπα, επειδή τα παιδιά τους ζουν ανάμεσά μας και είναι ενεργοί και διακεκριμένοι συμπολίτες μας.
Ο Γιώργος Γεννήθηκε (1902-……). διετέλεσε υπάλληλος αρχικά των ΤΤΤ και αργότερα των Ελληνικών Ταχυδρομείων στο Ρέθυμνο. Γυναίκα του ήταν η επίσης Ρεθεμνιώτισσα της πολυμελούς οικογένειας του Ιωάννου (Γιάγκου) Τσίχλη, Γεωργία. Το σπίτι του ήταν και είναι στην οδό Καστρινογιαννάκη, απέναντι ακριβώς από το Προσκυνητάρι των Αγίων Αποστόλων. Απέκτησε τρεις κόρες. Η μεγάλη, η Ασπασία, είναι σύζυγος του επίσης Ρεθεμνιώτη Κ . Γαλιάκη. Και οι δύο υπηρέτησαν για χρόνια στο εδώ υποκατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας, αργότερα ο Κ. Γαλλιάκης μετατέθηκε ως Διευθυντής στο Κεντρικό υποκατάστημα της Τράπεζας στο Ηράκλειο, όπου τελικά εγκαταστάθηκε μονίμως.
Η Ευρυδίκη, η δεύτερη θυγατέρα του έγινε σύζυγος του Εμμ. Τζιράκη, ο οποίος διατηρούσε κατάστημα ξυλείας στον οδό Μελισσηνού. Η κόρη της Ευρυδίκης ακολουθώντας την κλίση της οικογένειας σπούδασε Μουσική, είναι δασκάλα του πιάνου στο Ωδείο και καθηγήτρια στο Μουσικό Σχολείο. Έχει δώσει πολλές συναυλίες και πλαισιώνει μουσικά πολλές από τις εκδηλώσεις που γίνονται στην πόλη μας.
Η Ελένη, το τρίτο παιδί του Γιώργου Α. Κούνουπα, ήταν σύζυγος του Γιάννη Παπαναστασίου. Ο μοναχογιός της ο Άρης, ταλαντούχος κοσμηματοποιός πέθανε νωρίς. Η πόλη ολόκληρη, όπως το συνήθιζε από παλιά, θρήνησε το χαμό του, πριν από τρία χρόνια.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η οικογένεια του Γιώργου Κούνουπα, ο ίδιος, η γυναίκα του η Γεωργία, και οι τρεις τους θυγατέρες ήταν από τα πιο ζωντανά και ενεργά μέλη της Ρεθεμνιώτικης κοινωνίας στις δεκαετίες του ’50, του ’60, του ’70 και του ’80. Η παρουσία τους στις πανηγύρεις, στις χοροεσπερίδες, και γενικότερα στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή της πόλης έδινε ένα ιδιαίτερο τόνο ζωής, χάρης και ομορφιάς στη Ρεθεμνιώτικη κοινωνία. Ο ίδιος ο Γιώργος δεν ήταν μόνο υποδειγματικός οικογενειάρχης ήταν ένας πραγματικός μερακλής και βασικό μέλος της παρέας των Ρεθεμνιωτών στις δεκαετίες του ’30 και του ’40. Της θρυλικής παρέας που υμνεί ο ποιητής του Ρεθύμνου Γιώργος Καλομενόπουλος. Εκείνης της Ρεθεμνιώτικης συντροφιάς που εγκαινίασε το πέρασμα της κρητικής μουσικής σε ένα νέο είδος αστικού πια τραγουδιού παντρεύοντας το παραδοσιακό κρητικό μέλος με το ρεμπέτικο και τους μουσικούς τρόπους της μικρασιατικής ανατολής. Ο Γιώργης Καλομενόπουλος (1897-1963), ο Ανδρέας Ροδινός (1912 – 1934), ο Γιάννης Μπερνιδάκης (ο Μπαξεβάνης) (1910 – 1972), ο Μανόλης Λαγουδάκης (Λαγός) (1910 -1981), ο Αντώνης Παπαδάκης, (Καρεκλάς) (1893 – 1980), ο Στέλιος Φουσταλιεράκης (ο Φουσταλιέρης) (1911 –1992), ο Κοσμάς Κορωνάκης με το βιολί του είναι μερικά μόνο από τα ονόματα της γενιάς του Γιώργου Κούνουπα που δημιούργησε το αστικό Ρεθεμνιώτικο τραγούδι. Ανάμεσα στα άλλα τεκμήρια του αρχείου βρίσκομε μια ακόμα ένδειξη αστικής ζωής στο Ρέθυμνο, την άδεια κυνηγιού στο όνομα του Γιώργου Κούνουπα.
Συμμετείχε και έζησε από κοντά ως στρατιώτης τη μεγάλη τραγωδία του Ελληνισμού, τη Μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή.
Ο τρίτος γιος της οικογένειας, ο Κώστας Α. Κούνουπας (1907-1945) ήταν στη σύντομη ζωή του ζωντανό και δραστήριο μέλος της Ρεθεμνιώτικης κοινωνίας. Μερακλής και γλεντζές σαν τον αδελφό του το Γιώργο. Διατηρούσε ταβέρνα στην οδό Αρκαδίου με την προσφυή ονομασία «ΟΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗΤΙΟ».
Παιδιά του είναι η Ρένα, σύζυγος του Κώστα Παπαδάκη γνωστού και δραστήριου εμπόρου ξυλείας στο Ρέθυμνο. Όπως πολλά μέλη της οικογένειας Α. Κούνουπα, η Ρένα ήταν προικισμένη με σπάνια φωνή και ξεκίνησε σπουδές στο κλασικό τραγούδι με το Νίκο Μαμαγκάκη στο Ρέθυμνο στην αρχή της δεκαετίας του ’50, τις οποίες όμως εγκατέλειψε για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της ως συζύγου και μητέρας. Η άλλη κόρη του Κώστα Κούνουπα, η Ευρυδίκη, σύζυγος του Κώστα Τζαγκαρούλη, προικισμένη μαθήτρια, μετά την αποφοίτησή της από το Γυμνάσιο Ρεθύμνης, σπούδασε αρχιτεκτονική στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο την εποχή που πλειάδα καθηγητών της αποτελούσαν κυρίαρχες μορφές της πνευματικής ζωής του τόπου. Ενδεικτικά αναφέρονται τα θρυλικά ονόματα των Δημήτρη Πικιώνη, Άρη Κωνσταντινίδη, Παναγιώτη Μιχελή, Αναστασίου Ορλάνδου, Νίκου Εγγονόπουλου κ.α. Έγινε η πρώτη Ρεθεμνιώτισσα αρχιτεκτόνισσα. Μετά από σύντομη θητεία στον ιδιωτικό τομέα, ανέλαβε τη διεύθυνση του Τμήματος Πολεοδομίας της Τεχνικής Υπηρεσίας της Νομαρχίας Ρεθύμνης, ο άχαρος και αδιέξοδος γραφειοκρατικός χαρακτήρας της οποίας διέψευσε τις προσδοκίες της. Προς μεγάλη έκπληξη της Ρεθεμνιώτικης κοινωνίας εγκατέλειψε τον πολύφερνο τεχνικό κλάδο, μάλιστα σε μια εποχή «αντιπαροχικού» οργασμού και μεταπήδησε στην Τεχνική Εκπαίδευση, το Επαγγελματικό Λύκειο στην αρχή και μετά στο Πολυκλαδικό και το ΙΕΚ. Η Ευρυδίκη Κ. Κούνουπα σε στενή συνεργασία με τον Κώστα Τουρνάκη και μια ομάδα φωτισμένων καθηγητών έγραψαν ιστορία στα εκπαιδευτικά μας πράγματα άσχετα από το γεγονός πως η ασυνάρτητη, κομματικοκρατούμενη εκπαιδευτική πολιτική στάθηκε ανίκανη να αξιοποιήσει την προσφορά αυτών και πολλών άλλων πραγματικά φωτισμένων παιδαγωγών.
Από τις τρεις θυγατέρες του Αλκιβιάδη Χ. Κούνουπα η Ευαγγελία ήταν σύζυγος του επίσης Ρεθεμνιώτη Γεωργίου Λάριου, ενώ η Ελένη Κούνουπα (Νίτσα) (γεννήθηκε γύρω στο 1900). Φοίτησε στο φημισμένο ιδιωτικό σχολείο της κυρίας Αμαλίας (Αμαλία Ζαννιδάκη (1878 – 1947) και ήταν σύζυγος του Γεωργίου Κοτζάμπαση, ο οποίος ακολουθώντας το παράδειγμα του πεθερού του, διατηρούσε μεγάλο εμπορικό κατάστημα στο Ρέθυμνο. Στο αρχείο της οικογένειας Κούνουπα βρέθηκε υλικό από την αλληλογραφία του με εμπορικούς οίκους του εξωτερικού. Απέκτησε τέσσερα παιδιά τη Γεωργία, το Νίκο, τον Άλκη και την Άρτεμη για την οποία θα πρέπει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά. Σύζυγος της Άρτεμης ήταν ο διακεκριμένος αρχαιολόγος Πέτρος Καλλιγάς (1934-2016) με σημαντικό ανασκαφικό και επιστημονικό έργο. Σε μια από τις πολλές νεκρολογίες που του αφιέρωσαν συνεργάτες και μαθητές του αναφέρονται τα εξής ενδεικτικά: «Oι άνθρωποι που χαράσσουν μνήμες δεν φεύγουν ποτέ από κοντά μας. Δάσκαλος, ακαδημαϊκός, προϊστάμενος της παλιάς φρουράς, δίκαιος, αμερόληπτος, ζόρικος, όπου έπρεπε και όταν έπρεπε, από εκείνους που δεν επαιτούν σεβασμό, τον διαθέτουν απεριόριστο πρωτίστως οι ίδιοι αλλά και με τρομερή αίσθηση του χιούμορ, για όσους τον γνώρισαν από κοντά. Απλά, σε ευχαριστούμε πολύ για όλα αυτά που μας δίδαξες». Η τρίτη θυγατέρα του Α. Κούνουπα, Φερενίκη, υπηρέτησε ως προϊσταμένη νοσηλεύτρια στο ΚΑΤ και τον Ερυθρό Σταυρό στην Αθήνα.
Στο αυριανό φύλλο των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» θα γίνει ιδιαίτερη αναφορά στα βιβλία, τα περιοδικά και τα αρχειακά τεκμήρια που των περιοδικών που δωρίθηκαν στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης.
* Ο Μιχάλης Ν. Τζεκάκης, είναι πρ. διευθυντή της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου