Η συμβολή των γυναικών στην οικονομική δραστηριότητα του Ρεθύμνου, έχει σημειώσει σημαντική άνοδο τα τελευταία έτη. Γυναίκες της πόλης έχουν καταφέρει να αναλάβουν θέσεις ισχύος σε επιχειρήσεις και κλάδους, που τα προηγούμενα χρόνια θεωρούνταν ως κατ’ εξοχήν, ανδροκρατούμενοι, ενώ πολλές από αυτές έχουν αποφασίσει να κάνουν και το επόμενο, μεγάλο «βήμα», ανοίγοντας τις δικές τους επιχειρήσεις.
Πιο συγκεκριμένα, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν δημιουργηθεί συνολικά 147 γυναικείες επιχειρήσεις στο Ρέθυμνο, σύμφωνα με τα στοιχεία του Επιμελητηρίου Ρεθύμνου. Οι 78 επιχειρήσεις έκαναν έναρξη το 2020 και οι 69 το 2021, ξεπερνώντας ενδοιασμούς και ρίσκα που ενδεχομένως να προέκυψαν από την αβεβαιότητα που δημιούργησε η δύσκολη περίοδος της πανδημίας στον επιχειρηματικό κόσμο. Η γυναικεία επιχειρηματικότητα αναφέρεται σε επιχειρήσεις στις οποίες το 51% της περιουσίας ανήκει σε μια γυναίκα και η διεύθυνση εκτελείται από μια γυναίκα.
Γενικά, η ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας αποτελεί βασικό μέλημα για τον δήμο Ρεθύμνου, ο οποίος έχει θεσπίσει μια ειδική θέση ευθύνης αναφορικά με την επιχειρηματικότητα του τόπου, πάντα σε συνάρτηση με τον τομέα του τουρισμού.
Μιλώντας στα «Ρ.Ν.» η αντιδήμαρχος τουρισμού και επιχειρηματικότητας του δήμου Ρεθύμνου κα. Πέπη Μπιρλιράκη, εξήγησε τη στόχευση της δημοτικής αρχής, ενώ αναφέρθηκε και στις προσπάθειες στήριξης των γυναικείων επιχειρήσεων του τόπου. «Βασικό μέλημα του νέου αυτού τομέα είναι η ενημέρωση, η επικοινωνία και η μεταβίβαση των προβλημάτων και προβληματισμών του επιχειρηματικού κόσμου προς τον δήμο αλλά και το αντίθετο. Για το κομμάτι αυτό έχει θεσπιστεί μάλιστα μια ειδική ομάδα η οποία αποτελείται από επιχειρηματίες του τόπου και στην ουσία θα αποτελούν τα «μάτια» και τα «αυτιά» του δήμου αναφορικά με το επιχειρείν της πόλης. Στόχος είναι να υπάρξει η κατάλληλη ενημέρωση και να φτιαχτεί ο ιστός που θα ενώνει τους επιχειρηματίες μεταξύ τους αλλά και με τη δημοτική αρχή, ώστε να υπάρχει βιώσιμη ανάπτυξη των επιχειρήσεων».
Σύμφωνα με την ίδια μάλιστα, ο δήμος Ρεθύμνου δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στη γυναικεία επιχειρηματικότητα, κάνοντας συγκεκριμένες προσπάθειες ώστε να την προωθήσει με κάθε τρόπο. «Πολλά καταστήματα στο Ρέθυμνο, στον τομέα του τουρισμού και της εστίασης διοικούνται πλέον από γυναίκες. Μάλιστα, οι γυναίκες έχουν καταφέρει να εισέλθουν και σε χώρους κατ’ εξοχήν ανδροκρατούμενους όπως τα ταξί, τα λεωφορεία και οι μεταφορές. Η γυναίκα σήμερα έχει μπει σε όλους τους τομείς και βρίσκεται πίσω από τις πιο επιτυχημένες θέσεις στελεχών. Εμείς σαν δήμος, προσπαθούμε να προβάλλουμε τις δουλειές αυτές των γυναικών όπως μπορούμε, μέσα από την Επιτροπή Τουριστικής Ανάπτυξης και Προβολής. Έχουμε στηρίξει γυναίκες καλλιτέχνες, αλλά και επιστήμονες», πρόσθεσε η αντιδήμαρχος.
Η Μαρία Βαροτσάκη είναι μια από τις γυναίκες επιχειρηματίες του Ρεθύμνου, η οποία διαθέτει ένα τουριστικό κατάστημα στο κέντρο της πόλης. Παρά το νεαρό της ηλικίας της, έχει καταφέρει να εξασφαλίσει, τα τελευταία πέντε χρόνια, τη βιωσιμότητα της επιχείρησής της, ενώ παράλληλα, έχει αποκτήσει και μια σφαιρική εικόνα αναφορικά με την εμπορική κίνηση στο Ρέθυμνο.
Όπως περιγράφει στα «Ρ.Ν.» η απόφαση να ανοίξει τη δική της επιχείρηση ήρθε μετά από προτροπή της οικογένειάς της. «Κάναμε μια βόλτα στο Ρέθυμνο και είδαμε τι κινείται. Αποφασίσαμε να ανοίξουμε ένα κατάστημα τουριστικό μεν, αλλά λίγο πιο ξεχωριστό δε. Έχουμε επικεντρωθεί σε προϊόντα ελληνικά και χειροποίητα. Παράλληλα, τον τελευταίο ένα χρόνο φτιάχνουμε και τα δικά μας χειροποίητα κοσμήματα, τα οποία βλέπουμε ότι κινούνται στην αγορά και χαιρόμαστε πολύ, αφού τα προτιμάει ο κόσμος. Τα υλικά που χρησιμοποιούμε προέρχονται κατά βάση από τη συλλογή της μαμάς μου, αφού έκανε και αυτή χειροποίητες δημιουργίες τα προηγούμενα χρόνια, αλλά συνεχώς βρισκόμαστε σε αναζήτηση για νέα προϊόντα που μπορούμε να εντάξουμε στα κοσμήματά μας».
Σε γενικές γραμμές, όπως επισημαίνει, η κίνηση στην επιχείρησή της πηγαίνει απροσδόκητα καλά, έχοντας τόσο ντόπιους πελάτες όσο και τουρίστες. Ωστόσο, η περίοδος της πανδημίας δε θα μπορούσε να την αφήσει ανεπηρέαστη. «Τον πρώτο χρόνο της πανδημίας παρατήρησα μείωση στα έσοδα έως και 50% σε σχέση με το 2019, ενώ πέρυσι κινηθήκαμε πάρα πολύ καλά τον Αύγουστο, ώστε να καταφέρω να ξεχρεώσω και να μπορέσω να προετοιμαστώ για τη φετινή σεζόν. Έχουν υπάρξει όμως και περίοδοι που έχει χρειαστεί να καθυστερήσω την εξόφληση λογαριασμών, λόγω του ότι το κατάστημα είναι τουριστικό και το χειμώνα πέφτει η κίνηση».
Από την άλλη πλευρά, η Ελευθερία Ασουμανάκη, βρίσκεται τον τελευταίο χρόνο στη διαδικασία δημιουργίας του δικού της ιδιωτικού παιδικού σταθμού. Παρόλο που η ενασχόληση με τα παιδιά ήταν πάντα η αγαπημένη της ασχολία, τα τελευταία 10 χρόνια επέλεγε να δουλεύει σε διαφορετικούς επαγγελματικούς κλάδους, προκειμένου να είναι ανεξάρτητη.
Έχοντας σπουδάσει στο Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης στη Θεσσαλονίκη και κάνοντας μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, αποφάσισε ότι πλέον ήταν η ώρα να ξεκινήσει τη δημιουργία του δικού της παιδικού σταθμού. «Τελειώνοντας τις σπουδές μου και κάνοντας σεμινάρια πάνω στην ειδική αγωγή, ήμουν πλέον σίγουρη ότι θέλω να ασχοληθώ με τα παιδιά στη ζωή μου. Στο μεταπτυχιακό μου, κάνω διπλωματική πάνω στον μοντεσοριανό τρόπο εκπαίδευσης, γεγονός που με ενέπνευσε αρκετά και έτσι ο παιδικός σταθμός μου θα βασίζεται στην Παιδαγωγική της Μαρίας Μοντεσόρι».
Όπως περιγράφει βέβαια, αν και η ιδέα του παιδικού σταθμού ήταν καλά ζυμωμένη μέσα στο μυαλό της, ωστόσο, αντιμετώπισε αρκετές δυσκολίες μέχρι να καταφέρει να τη βάλει σε «τροχιά» υλοποίησης. «Εδώ και περίπου 2,5 χρόνια έψαχνα τον κατάλληλο χώρο για να νοικιάσω. Γενικά στο Ρέθυμνο ξέρουμε ότι είναι πολύ δύσκολη η εύρεση και ενοικίαση κάποιου χώρου, είτε για προσωπική είτε για επαγγελματική χρήση. Επιτέλους, το 2021 βρήκα τον ιδανικό χώρο και σε μια περιοχή που δεν υπάρχει άλλος ιδιωτικός παιδικός σταθμός. Παράλληλα αποφάσισα να επεκτείνω το συνηθισμένο ωράριο εργασίας, μιας και οι γονείς του Ρεθύμνου έχουν ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν. Έτσι, αποφάσισα να έχω ολοήμερο το οποίο θα λειτουργεί έως τις 21.00 το βράδυ». Η απαιτητική άδεια και το ΦΕΚ, σε συνδυασμό με τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις, ήταν μερικοί ακόμη από τους λόγους που τη δυσκόλεψαν στο ξεκίνημα.
Χρηματοδοτικά εργαλεία
Η τεράστια αυξητική τάση που παρουσιάζει ο ρυθμός ανάπτυξης του ηλεκτρονικού εμπορίου (107%) σε σχέση με το 2019 αποτελεί μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για μια εταιρεία να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί ακόμα και σε μία τόσο μεγάλη κρίση. Και αυτό, γιατί οι καταναλωτικές συνήθειες αλλάζουν ραγδαία και οι καταναλωτές υιοθετούν τις online αγορές ως βασικό πυλώνα της αγοραστικής τους συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με την κα. Βαροτσάκη ωστόσο, η «μεταφορά» της επιχείρησής της στο διαδικτυακό κόσμο ήταν πιο δύσκολη απ’ όσο φανταζόταν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε προσπαθεί καθημερινά να «εδραιωθεί» και σε αυτόν τον χώρο. Όπως επισημαίνει, ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα μέσω ΕΣΠΑ, στο οποίο εντάχθηκε, την έχει βοηθήσει να «ανανεώσει» τη διαδικτυακή της παρουσία.
«Είναι πιο εύκολο να δεις μια βιτρίνα και να αποφασίσεις να μπεις μέσα στο κατάστημα, παρά να επισκεφθείς μια ηλεκτρονική ιστοσελίδα και να πραγματοποιήσεις μια παραγγελία. Εγώ τώρα έχω μπει σε ένα πρόγραμμα μέσω ΕΣΠΑ, το οποίο χρηματοδοτεί έως 5.000 ευρώ για τη δημιουργία μιας ιστοσελίδας η οποία θα περιέχει και το πρότυπο WCAG 2.0., θα είναι δηλαδή προσβάσιμη και σε ΑμεΑ. Παράλληλα το πρόγραμμα αυτό υποστηρίζει τη διάθεση ηλεκτρονικού υπολογιστή και ειδικού barcode για την επιχείρηση. Όλα αυτά είναι πολύ βοηθητικά και πραγματικά μου έλυσαν τα χέρια, αλλά γενικά έχω επενδύσει πολλά χρήματα στην ηλεκτρονική μορφή της επιχείρησης, τα οποία ακόμη δεν τα έχω πάρει πίσω», εξηγεί.
Από την πλευρά της, η κα. Ασουμανάκη, επεσήμανε ότι βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση και «επιφυλακή», αναφορικά με χρηματοδοτικά προγράμματα τα οποία θα ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τον εξοπλισμό της και θα βελτιώσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες της.
Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να σημειώσουμε κλείνοντας ότι τα τελευταία έτη αυξάνονται συνεχώς τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία, τα οποία απευθύνονται σε γυναικείες -νεοσύστατες και μη- επιχειρήσεις, γεγονός που μειώνει την αβεβαιότητα που βιώνουν νέες επιχειρηματίες, η οποία, πολλές φορές μάλιστα, αποτελεί σημαντικό τροχοπέδη για την περαιτέρω ανάπτυξή τους, ιδιαίτερα την περίοδο που διανύουμε.