Πολλές είναι οι σκέψεις μου, καθώς πλησιάζουν πια οι εκλογές. Έχουμε μπει ήδη στην τελική ευθεία.
Ο κάθε Έλληνας πολίτης είναι ελεύθερος, χάρη στο δημοκρατικό μας πολίτευμα, να διαλέξει, με τα δικά του κριτήρια, ποιον υποψήφιο θα ψηφίσει στις δημοτικές εκλογές και ποιο κόμμα θα υποστηρίξει στις ευρωεκλογές. Τα κριτήρια αυτά άλλοτε θα ξεκινούσαν από την ιδεολογία και τον συνεπή με αυτήν τρόπο ζωής του. Στις μέρες μας, όμως, όλα σχετίζονται είτε με την ανάγκη του να βρει, με πολιτικό «μέσον», ο ίδιος δουλειά προς εξασφάλιση του «επιούσιου» ή με την επιθυμία του να κάνει τις «δουλειές» του με πολιτική «στήριξη», είτε, συχνότερο φαινόμενο, με την οργή του για όσους μας οδήγησαν, κατά τη γνώμη του, στην παρούσα σε βάρος του κατάσταση και με την απόγνωσή του για το έως πού, εξαιτίας τους, θα κατρακυλήσει ακόμα η ζωή μας…
Άλλοτε, οι κοινωνίες στις δυσκολίες εμφανίζονταν ενωμένες και δε νοιάζονταν πώς ο ένας πολίτης (ή η μια κοινωνική τάξη) να «βγάλει τα μάτια» του άλλου (ή της άλλης). Με την ομόνοια, και τα εμπόδια ξεπερνούσαν και στο δρόμο της υλικής ευημερίας και της πνευματικής προόδου όδευαν. Αντίθετα, η διχόνοια οδηγεί τις κοινωνίες σε οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες που, αργά ή γρήγορα, τις σπρώχνουν ανεπιστρεπτί στον όλεθρο.
Και γράφοντας «ομόνοια», θυμήθηκα ένα απόσπασμα από τον Ισοκράτη («Αρεοπαγιτικός»), όπου ο Αθηναίος ρήτορας του 4ου αιώνα π.Χ. υπενθυμίζει στους συμπατριώτες του πώς από τη μια οι αδύναμοι οικονομικά και κοινωνικά πολίτες φρόντιζαν και για τους πιο ευκατάστατους και από την άλλη οι εύποροι πολίτες, βοηθώντας ανιδιοτελώς τους φτωχούς, έφεραν την Αθήνα της κλασικής εποχής να γνωρίσει το γνωστό σε όλους μας μεγαλείο της. «Και οι πτωχότεροι δηλαδή εκ των πολιτών τόσον πολύ απείχον του να φθονούν τους πλουσίους, ώστε ομοίως εφρόντιζον διά τας πλουσίας οικογενείας, όπως εφρόντιζον και διά τας ιδικάς των, διότι εθεώρουν ότι η ευτυχία των πλουσίων οικογενειών είναι ιδική των ευπορία· και οι έχοντες δε μεγάλας περιουσίας όχι μόνον δεν περιφρονούσαν τους πτωχούς, αλλά θεωρούντες εντροπήν των την πτωχείαν των συμπολιτών των εβοήθουν τους πτωχούς, εις άλλους μεν παραδίδοντες αγρούς προς καλλιέργειαν με μικρόν μίσθωμα, άλλους δε στέλλοντες (με ιδικά των κεφάλαια) να εμπορευθούν, εις άλλους δίδοντες χρήματα δι’ άλλας εργασίας» (Μτφρ. Σ. Τζουμελέας, «Ισοκράτους Αρεοπαγιτικός, Περί Ειρήνης». Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα, Πάπυρος).
Η παρούσα κατάσταση για την Ελλάδα, όλοι το ξέρουμε, είναι κρίσιμη, βρίσκεται σε κομβικό σημείο. Δεν έχει ξεπεράσει ακόμα και πλήρως την οικονομική και πολιτική κρίση των τελευταίων ετών. Για να επουλωθούν οι «πληγές» της κρίσης, δεν πρέπει να «νοιαστούν» οι (ψηφοθήρες;) πολιτικοί, αλλά όλοι οι πολίτες πρέπει να ιδούμε, και ως μεμονωμένα άτομα και ως μέλη του κοινωνικού συνόλου, βαθιά μέσα μας, να «θεραπεύσουμε» όσα ξεκινούν από την ψυχή μας και οδηγούν στην ηθική κρίση που από χρόνια μας μαστίζει. Και για να πετύχει η ενδοσκόπηση, χρειάζεται όχι στρουθοκαμηλισμοί, οχαδερφισμός και νωθρότητα, μα αγώνας διαρκείας, και ο αγώνας απαιτεί ομόνοια και συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων. Και ομόνοια, ενότητα και σύμπραξη των πολιτών θαρρώ ότι δε σημαίνει καταπάτηση των διαφορετικών ιδεολογιών και απάρνησή τους, αλλά ενεργός δράση και συστράτευση όλων μας, του καθενός με τις ιδέες του και από το μετερίζι του, μπροστά στα καθημερινά κοινά για όλους τους πολίτες προβλήματα και, συνάμα, άδολη και ανιδιοτελής βοήθεια των ασθενέστερων, όπως γινόταν στα χρόνια που παραπάνω μνημονεύει ο Ισοκράτης, από τους κρατούντες και τους πιο δυνατούς (και όχι εκμετάλλευσή τους απ’ αυτούς όπως είθισται τις κατοπινές εποχές, ε;)…