Οι έντονες καιρικές συνθήκες, ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, αλλά και οι περιβαλλοντικές καταστροφές, όπως είναι οι πυρκαγιές, αποτελούν δύο από τους βασικούς λόγους που επηρεάζουν αρνητικά τη μελισσοκομία στο Ρέθυμνο, αλλά και σε ολόκληρη τη χώρα. Επιπλέον, οι μελισσοκόμοι στο Ρέθυμνο, έρχονται συχνά αντιμέτωποι με λανθασμένες πρακτικές αγροτών, οι οποίοι ψεκάζουν με φυτοφάρμακα καλλιεργήσιμες εκτάσεις γης, ως αποτέλεσμα τα μελίσσια να προσλαμβάνουν δηλητηριασμένες τροφές. Για τους λόγους αυτούς, απευθύνουν έκκληση για δενδροφυτεύσεις σε ατομικούς, αλλά και σε δημόσιους χώρους, αλλά και για βελτίωση της περιβαλλοντικής συνείδησης των πολιτών, καθώς θεωρούν επιτακτική την ανάγκη στήριξης της βιωσιμότητας του κλάδου τους.
Μπορεί η πρόσφατη κακοκαιρία «Ελπίδα», να μην έπληξε τα μελίσσια τους, όπως συνέβη σε άλλες περιοχές της Κρήτης, ωστόσο η ζημιά που προκάλεσε ο παρατεταμένος καύσωνας του καλοκαιριού, τους δημιουργεί προβλήματα έως και σήμερα. Όπως δήλωσε στα «Ρ.Ν.» η πρόεδρος του Μελισσοκομικού συλλόγου Ρεθύμνου «Μελιττεύς» Χριστίνα Κουβαρά, η ανομβρία που προκλήθηκε από τις υψηλές θερμοκρασίες του περασμένου καλοκαιριού, είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει η απαραίτητη ποσότητα γύρης για να τραφούν και να παράξουν οι μέλισσες. «Τα μελίσσια αδυνάτησαν και έτσι οι σφίγγες τους επιτίθονταν με περισσότερη ευκολία», σημείωσε η ίδια, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα εντείνεται και από τις περιβαλλοντικές καταστροφές, όπως για παράδειγμα τις πυρκαγιές που σημειώνονται συχνά στο νησί την καλοκαιρινή περίοδο.
Μάλιστα οι μελισσοκόμοι βρίσκονται σε δεινή θέση, καθώς οι αποζημιώσεις, όπως τόνισε, η κα. Κουβαρά δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που δημιουργούν τα κατά καιρούς καιρικά φαινόμενα. «Αυτή τη στιγμή, έχουμε ζητήσει από τον περιφερειάρχη Κρήτης να μεσολαβήσει με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, ώστε να υλοποιηθεί το αίτημά μας για οικονομική ενίσχυση των μελισσοκόμων για τις ζημιές που υπέστησαν φέτος από τους καύσωνες και τα επιθετικά έντομα. Βρισκόμαστε σε δύσκολη θέση, δε μπορούμε να βγάλουμε το μέλι που πρέπει να βγάζουμε, ούτε να συντηρήσουμε το κεφάλαιό μας. Επιπλέον, έχουν αυξηθεί οι τιμές στα πάντα και εμείς δεν έχουμε καμία βοήθεια. Κανονικά θα έπρεπε οι μελισσοκόμοι να επιδοτούνται ανά κυψέλη για την επικονίαση στη φύση», υποστήριξε.
Άλλο ένα πρόβλημα, σύμφωνα με την ίδια, είναι το γεγονός ότι οι αγρότες ραντίζουν με φάρμακα χόρτα και ελιές, με αποτέλεσμα η «τροφή» της μέλισσας να καταλήγει να είναι δηλητηριασμένη. «Προσπαθούμε να συνεννοηθούμε με τους αγρότες ώστε να υπάρξει μια κοινή γραμμή», σημείωσε.
Ένας τρόπος να περιοριστούν τα προβλήματα αυτά, είναι οι δενδροφυτεύσεις, τόσο σε ατομικούς χώρους, όσο και σε δημόσιους. Όπως επισημαίνει η κα. Κουβαρά, είναι σημαντικό να φυτευτούν σε διάφορες περιοχές του Ρεθύμνου μελισσοκομικά δέντρα και λουλούδια, όπως είναι οι χαρουπιές, τα δενδρολίβανα και τα θυμάρια, καθώς και να δημιουργηθούν ειδικές δεξαμενές νερού. «Έχουμε δώσει ειδική λίστα στους δήμους της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου, αλλά και στην Περιφέρεια Κρήτης, ώστε να γνωρίζουν τα μελισσοκομικά δέντρα και φυτά. Θέλουμε ένα αποτέλεσμα να είναι μεν καλλωπιστικό, αλλά να είναι και λειτουργικό», ανέφερε, εξηγώντας ότι πολλές φορές αναγκάζονται να μετακινούν τα μελίσσια τους από μια περιοχή σε μια άλλη, με κριτήριο την επάρκεια στην πρόσληψη τροφής.
Η κα. Κουβαρά αναφέρθηκε και στις ελληνοποιήσεις μελιού, τονίζοντας πως το φαινόμενο παρατηρείται και στην Κρήτη, κάνοντας λόγο για ελλιπείς ελέγχους από την μεριά της πολιτείας. «Οι ελληνοποιήσεις του μελιού αποτελούν ένα τραγικό κομμάτι για τον κλάδο μας. Παίρνουν μέλια από το εξωτερικό, τα βαφτίζουν ελληνικά και τα πουλάνε έτσι. Στην ουσία βγάζουν την γύρη από το μέλι, τα φέρνουν εδώ και τα αναμειγνύουν με τα δικά μας και έπειτα τα βαφτίζουν ελληνικά. Ανάλογα περαστικά συμβαίνουν και στην Κρήτη, γι’ αυτό πουλάνε φθηνά μέλια. Ένα καλό μέλι δε μπορείς να το πουλήσεις κάτω από 10-12 ευρώ. Ένα φθηνό προϊόν δε μπορεί να είναι καλό προϊόν. Πρέπει να γίνονται περισσότεροι έλεγχοι», διευκρίνισε.
Κλείνοντας, η ίδια τόνισε ότι όλος ο κόσμος θα πρέπει να καταλάβει την αναγκαιότητα και τη σημασία της μέλισσας, ενώ αντίστοιχα ο κρατικός μηχανισμός θα πρέπει να ενισχύσει τους μελισσοκόμους. «Η μέλισσα γονιμοποιεί το 75% των καλλιεργειών που παράγουν την τροφή μας και την ίδια ώρα αποτελούν έναν σημαντικό κρίκο της αλυσίδας στη φύση. Δεν έχει καταλάβει ο κόσμος πόσο σημαντική είναι η προστασίας της», κατέληξε.