Απίστευτη είναι η ταλαιπωρία (και η αγωνία!) που βιώνουν άνθρωποι με σοβαρές παθήσεις! Η έλλειψη φαρμάκων παραμένει, φθείροντάς τους ψυχολογικά. Είναι ένα επιπρόσθετο βάρος στον ανήφορο που ανεβαίνουν καθημερινά με τους οικείους τους, παλεύοντας για την υγεία τους. Πολλές φορές χρειάζεται να γυρίσουν σχεδόν απ’ όλα τα φαρμακεία της πόλης για να βρουν το σκεύασμα που ψάχνουν. Οι φαρμακοποιοί βρίσκονται σε δύσκολη θέση, εκπέμποντας σήμα κινδύνου: Προσπαθούν να εξυπηρετήσουν το κοινό, μέσα στις δεδομένες και διαρκώς αυξανόμενες δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν λόγω covid. Συν τοις άλλοις, στην εξίσωση προστίθενται κι άλλα πρακτικά, διαχειριστικά εμπόδια, τα οποία ναρκοθετούν κάθε απόπειρα εξομάλυνσης διαφόρων ζητημάτων.
Οι φαρμακοποιοί του Ρεθύμνου έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους, ερχόμενοι σε επαφή με συναδέλφους τους απ’ όλη την Κρήτη. Το άτυπο συντονιστικό τους όργανο συνεδριάζει τακτικά με τηλεδιασκέψεις, ενώ διερευνώνται κι άλλοι τρόποι αποκλιμάκωσης της κατάστασης. Οι πιέσεις (θα) έχουν ως άμεσο αποδέκτη τα αρμόδια κυβερνητικά όργανα, όμως αν χρειαστεί οι φαρμακοποιοί θα χτυπήσουν κι άλλες πόρτες, ακόμα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου ν’ ανοίξει ένα παράθυρο αισιοδοξίας και ν’ ανασάνουν (επιτέλους) εν τοις πράγμασι – και εκείνοι αλλά και οι άμεσα βαλλόμενοι: άτομα που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και η ζωή τους (δεν μπορεί να) παίζεται …κορώνα – γράμματα.
«Το πρόβλημα της έλλειψης φαρμάκων παραμένει» λέει στα «Ρ.Ν» ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού συλλόγου Ρεθύμνου, Κώστας Βαρδιάμπασης. «Έχουμε το (άτυπο) συντονιστικό μας, έχουμε επαφές και θα ξανακάνουμε τηλεδιάσκεψη. Ο Φαρμακευτικός σύλλογος εξέδωσε και ανακοίνωση μετά την απαγόρευση μιας ελάχιστης μερίδας φαρμάκων. Θα διερευνήσουμε για το πώς θα μπορέσουμε να συνεργαστούμε, τι ενέργειες θα κάνουμε από εδώ και πέρα. Εμείς δεν μπορούμε να δώσουμε λύση, μπορούμε όμως να πιέσουμε με καταγγελίες προς τους αρμόδιους: ΕΟΦ, υπουργείο Υγείας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή Υγείας».
Δυσεύρετα παραμένουν αρκετά σκευάσματα. «Πραγματικά, είναι σοβαρό το πρόβλημα. Μιλάμε για σοβαρές καταστάσεις. Ασθενείς κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς φάρμακα. Υπάρχουν περιπτώσεις ασθενών που δεν έχουν λάβει το φάρμακό τους για ημέρες. Προσπαθούμε να δούμε πώς θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε το πρόβλημα» περιγράφει ο κ. Βαρδιάμπασης.
Τα «Πάρα πολλά φάρμακα» που λείπουν είναι «αναντικατάστατα» όπως θα προσθέσει. Προορίζονται για «Πολύ σοβαρές παθήσεις». Θα αναφέρει συγκεκριμένες κατηγορίες: «Αντιεπιληπτικά, ινσουλίνες για διαβητικούς, αντιψυχωσικά, αντιυπερτασικά και αντιπηκτικά. Είναι φάρμακα που είναι απαραίτητα για τη ζωή! Δεν μιλάμε για ένα απλό παυσίπονο που μπορεί να έχει έλλειψη. Υπάρχουν κι ελλείψεις στα απλά παυσίπονα, αλλά τουλάχιστον εκεί πέρα υπάρχουν εναλλακτικές. Στα υπόλοιπα δεν υπάρχουν εναλλακτικές».
Ο κ. Βαρδιάμπασης έκανε λόγο για ένα «διαχρονικό και πολυπαραγοντικό πρόβλημα», το οποίο εντάθηκε με την έλευση του 2022: «Από τις αρχές του χρόνου έχει ενταθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να είναι πολύ δύσκολη η εξυπηρέτηση ορισμένων συνταγών» είπε, διαμηνύοντας πως «θα συνεχίσουμε να πιέζουμε κι εκτός από το Δευτεροβάθμιο Όργανο. Θα εξετάσουμε τι άλλες ενέργειες μπορούμε και πρέπει να κάνουμε».
«Κρίμα και απαράδεκτο να ταλαιπωρείται ο κόσμος»
Αναλογιζόμενος την καθημερινότητα του ίδιου και των συναδέλφων του, ο πρόεδρος των φαρμακοποιών του Ρεθύμνου παρατήρησε: «Είναι πραγματικά κρίμα για τον κόσμο να ταλαιπωρείται εν μέσω πανδημίας κι ειδικά οι πιο ευάλωτες ομάδες. Είναι απαράδεκτο να ταλαιπωρούνται οι άνθρωποι που πάσχουν από αυτές τις σοβαρές παθήσεις, και να μην μπορούν να βρουν τα φάρμακά τους!».
Ο κ. Βαρδιάμπασης εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τη στάση της κυβέρνησης: «Δυστυχώς, αυτό που εισπράττουμε στην καλύτερη των περιπτώσεων είναι μία απάθεια και μία απάντηση του τύπου: «Ναι, θα δούμε πώς θα το λύσουμε και το κοιτάμε». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι εδώ και δύο ολόκληρα χρόνια έχει δημιουργηθεί μία ψηφιακή πλατφόρμα στον ΕΟΦ, στη διαδικτυακή του σελίδα, στην οποία οι φαρμακοποιοί θα μπορούσαμε απευθείας από τα φαρμακεία μας να δηλώνουμε τα φάρμακα που είναι σε έλλειψη, ώστε όταν πάει να συνταγογραφήσει ο γιατρός ένα φάρμακο να βλέπει μπροστά του κατά τη διάρκεια της συνταγογράφησης, ότι αυτό το φάρμακο δεν υπάρχει σε εύκολη διαθεσιμότητα, για να μπορέσει να ψάξει κάποια εναλλακτική».
Όπως θα τονίσει ο πρόεδρος των φαρμακοποιών, «Αυτό εδώ και δύο χρόνια δεν έχει γίνει, παρόλο που έχει εγκριθεί το κονδύλι, έχει πάρει τα λεφτά – το έχει φτιάξει ο ΕΟΦ. Στην ουσία εμείς λέμε ότι συμβαίνει κάτι ύποπτο. Διότι δεν είναι δυνατόν το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, το οποίο είναι ένα από τα υπουργεία που έχει παράξει έργο στην παρούσα κυβέρνηση – έχουν αρχίσει και ψηφιοποιούνται τα πάντα – να ακούμε δικαιολογίες του τύπου «Εντάξει, κάπου καθυστερήσαμε, δεν είχαμε προσωπικό» επί δύο χρόνια!».
Από εδώ και μπρος είναι θέμα πολιτικών αποφάσεων, υπογραμμίζει ο κ. Βαρδιάμπασης, θέτοντας ευθέως το ερώτημα: «Θέλουν οι κυβερνώντες να κάνουν κάτι για τις ελλείψεις ή θα επιλέξουν να κρύψουν – απλά – το πρόβλημα κάτω από το χαλί;».
Αγωνιώδες ψάξιμο, αντικειμενικές δυσκολίες
Εν μέσω της πανδημίας, οι άνθρωποι που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, μη βρίσκοντας τα φάρμακά τους, είναι διπλά εκτεθειμένοι στον κίνδυνο.
«Σκεφτείτε ότι υποτίθεται έχουμε απαγόρευση και περιορισμό συγχρωτισμού, μετακινήσεων κ.λπ. Σκεφτείτε λοιπόν να έχετε μία συνταγή στα χέρια σας για ένα σημαντικό φάρμακο που είναι απαραίτητο για τη ζωή σας ή κάποιου δικού σας ανθρώπου που δεν μπορεί να μετακινηθεί ο ίδιος. Και να γυρνάτε από φαρμακείο σε φαρμακείο, κι εν τέλει να αφήνετε σε κάποιο φαρμακείο – που έχετε εμπιστοσύνη – να λέτε στο φαρμακοποιό: «Σε παρακαλώ, ψάξε να δεις πού θα βρεις το φάρμακο και πότε θα το φέρεις». Αυτό συμβαίνει στην πραγματικότητα» επισημαίνει ο κ. Βαρδιάμπασης, προσθέτοντας πως «Από την άλλη, οι φαρμακοποιοί είμαστε όλη μέρα στα τηλέφωνα, στα email, για να δούμε από ποια φαρμακαποθήκη, κι από ποια μεταφορική θα καταφέρουμε να παραλάβουμε, έστω μία ελάχιστη ποσότητα από αυτά τα φάρμακα, για να εκτελέσουμε αυτές τις συνταγές. Επομένως, είναι πολύ δύσκολη η κατάσταση για εμάς στη διαχείριση. Αντιμετωπίζουμε κι εμείς από πλευράς μας διαχειριστικές δυσκολίες κι άλλου τύπου δυσκολίες – οι οποίες δεν αφορούν τον κόσμο, αλλά είναι πρακτικές δυσκολίες. Δηλαδή, για παράδειγμα, όταν είχαμε την κακοκαιρία, είχαν απαγορευτικό τα καράβια και τα αεροπλάνα. Επομένως, ακόμα κι όταν καταφεύγαμε να παραγγείλουμε τα φάρμακα αυτά από την Αθήνα, πάλι δεν μπορούσαμε να τα βρούμε. Κι αυτό είναι ένα παραπάνω πρόβλημα για την Κρήτη σε σχέση με τις ηπειρωτικές περιοχές της χώρας».