Μια σεβαστή αρχόντισσα, γλυκύτατη κυρία με έκανε να νιώσω παιδί, προχθές το βράδυ, διηγώντας μου με χάρη γητευτή ένα υπέροχο παραμύθι του παλιού καιρού.
Κι όσο άκουγα την κυρία Στέλλα Ροδινού να μου αφηγείται «Τση τύχης τα γραμμένα», μέχρι να θριαμβεύσει η αγάπη και η καλοσύνη των ηρώων του παραμυθιού, σκέφτηκα πόσο τυχεροί είμαστε, που ζουν γύρω μας πρεσβύτες πρόθυμοι να μας δίνουν κουράγιο, επαναπροσδιορίζοντας την έννοια της ελπίδας.
«Μια αξέχαστη γνωριμία»
Ήμουν για διαφορετική αιτία στο Ατσιπόπουλο. Είχα πάει να γνωρίσω από κοντά ένα Κέντρο Λαογραφίας και Πολιτισμού, που δημιούργησε με μόχθο ζωής στον τόπο καταγωγής του, ο κ. Μανόλης Ροδινός.
Μια όαση ιδιωτικής πρωτοβουλίας, που αξίζει κάθε στήριξης και διεθνούς προβολής λόγω των εκθεμάτων του, σπάνιας συλλεκτικής αξίας.
Και κει πάνω στην κουβέντα είδα στο γραφείο και το βιβλίο «Αναστορήσεις μιας Ατσιπουλιανής Αρχόντισσας». Ζήτησα να το περιεργαστώ κι εντυπωσιάστηκα από το πρώτο φυλλομέτρημα.
-Εδώ, μου είπε ο κ. Ροδινός, είναι η σοφία του λαού μας. Μια μέρα με κάλεσε η μάνα μου, που είναι σήμερα 95 χρόνων και μου ζήτησε να καταγράψω χωρίς καμιά φραστική αλλοίωση ή επεξεργασία κειμένων διάφορα παραμύθια, ποιήματα, αποστάγματα λαϊκού πολιτισμού που είχε ακούσει κι εκείνη από προγονικά χείλη. Θέλησε με τον τρόπο αυτό η Καντηδόστελλα να δημιουργήσει ένα εμπόδιο λησμονιάς της κρητικής διαλέκτου που μιλούσαν οι πρόγονοί μας τον περασμένο αιώνα».
Ένα πολύτιμο βιβλίο
Έτσι αποκτήσαμε ένα θαυμάσιο βιβλίο, μια παρακαταθήκη παράδοσης, με έντονη επιθυμία όμως να συναντήσουμε τη δημιουργό για να τη γνωρίσουμε καλύτερα. Είχε στο μεταξύ επανέλθει στο νου και μια σχετική σε ανύποπτο χρόνο αναφορά της νύφης της, εκλεκτής συμπολίτισσας κ. Νίκης Ροδινού, που έλεγε και το πίστευε ότι είναι δώρο γι’ αυτή να κάθεται με τις ώρες και να ακούει από την πεθερά της τόσο όμορφα πράγματα.
Ήταν φυσικό λοιπόν να μεγαλώσει το ενδιαφέρον να τη γνωρίσουμε για ν’ ακούσουμε από τα χείλη της αυτά, που κανένας υπολογιστής και καμιά εφήμερη διαφυγή από την πραγματικότητα μπορεί να σου προσφέρει.
Σπάνιο δώρο
Στάθηκα τυχερή. Η κυρία Στέλλα μπορούσε να με δεχθεί. Κι έτσι με τη βοήθεια του γιου της Μανόλη, βρέθηκα μπροστά σε μια σεβάσμια μορφή που με κατέκτησε αμέσως. Ήταν τελικά, σπάνιο δώρο η γνωριμία μου με την κυρία που με υποδέχτηκε με τόση ζεστασιά.
Έδειξε μάλιστα χαρά για τη συνάντησή μας, γεγονός που με έκανε διπλά ευτυχισμένη.
Μετά το παραμύθι που ζήτησα και δεν με απογοήτευσε η γλυκύτατη γιαγιούλα, άρχισε η αναφορά στο παρελθόν.
Από ιστορική οικογένεια
Από την ιστορική οικογένεια του Πρινέ, τους Μπεμπήδες προέρχεται η κυρία Στέλλα.
Μεγάλωσε σαν αρχοντοπούλα, αφού ο πατέρας της Δημήτρης Μπεμπής. έκανε εμπόριο βαλανιδιών, κάρβουνου και άλλων ειδών που εκείνη την εποχή είχαν μεγάλη ζήτηση.
Άνθρωπος με ευρείς πνευματικούς ορίζοντες, διορατικός και οργανωτικός, σκέφτηκε πως οι αγρότες θα μπορούσαν να έχουν καλύτερη μοίρα ενωμένοι. Έτσι ίδρυσε την Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών, που αργότερα ο γιος του Κώστας αξέχαστος αγροτοσυνδικαλιστής της πρόσθεσε κύρος και αποτελεσματική λειτουργία.
Ο άνθρωπος αυτός που άνοιξε δρόμους προόδου για τους άλλους, στάθηκε άτυχος εξαιτίας μιας τραγικής συγκυρίας.
Όταν υπηρετούσε στο στρατό, έτυχε σε μια άδεια να παραστεί σε γάμο συγγενούς, που γινόταν σε άλλο χωριό.
Εκεί πάνω στο κέφι ένας από τους γαμηλιώτες, που είχε ανέβει σε μια ταράτσα χωρίς προστατευτικό γείσο. έχασε την ισορροπία του, έπεσε και σκοτώθηκε.
Στις ανακρίσεις για να εξακριβωθούν τα αίτια θανάτου, κάποιος, χωρίς δόλο φυσικά, μίλησε για την παρουσία αξιωματικού, (έτσι χαρακτηριζόταν κάθε στρατιώτης με υψηλό βαθμό). Πρόθεσή του ν’ ακούσουν οι αστυνομικοί κι από κάποιον άνθρωπο που «ήξερε να μιλήσει» τα γεγονότα όπως έγιναν για να μην βρει το μπελά του κάποιος αθώος.
Δυστυχώς όμως είχαν άλλη γνώμη οι ανακριτικές αρχές. Τον παρέπεμψαν σε δίκη εντελώς αβασάνιστα, χωρίς καμιά προσπάθεια να διερευνηθεί η αλήθεια. Και ο άτυχος Μπεμπής καταδικάστηκε σε εξορία επειδή …δεν απέτρεψε σαν εγγράμματος άνθρωπος τον άλλο να ανέβει στην ταράτσα επισημαίνοντας τους κινδύνους που τον απειλούσαν.
Έτσι βρέθηκε ο φιλοπρόοδος Πρινιανός στα Μουδανιά, ζώντας σε λίγο το δράμα της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Η έντονη διάθεσή του πάντα να βοηθά εκείνους που τον χρειάζονταν δεν τον εγκατέλειψε ούτε και στον τόπο της εξορίας του.
Εκατοντάδες πρόσφυγες με τη βοήθειά του βρέθηκαν ασφαλείς σε πλοία, γιατί ο Καντημανώλης, είχε δοθεί με όλη του την δύναμη ψυχής στην προσπάθεια διάσωσης γέρων και γυναικοπαίδων που ξεριζώνονταν με φωτιά και μαχαίρι.
-Αυτή η εικόνα της φρίκης και της συμφοράς, μας λέει η κ. Στέλλα τον ακολουθούσε σε όλη του τη ζωή.
Δεν μπορούσε να ξεχάσει τη σφαγή και το αίμα που κυλούσε ποτάμι μπροστά στα μάτια του. Και καταριόταν τον πόλεμο και τα επακόλουθά του.
Μια νύφη περιζήτητη
Νύφη περιζήτητη έγινε η Στέλλα όταν έφθασε σε ηλικία γάμου. Τυχερός στάθηκε ο Ευάγγελος Ροδινός, γιος του περίφημου Μανόλη του Καντή Μανόλη με το όνομα.
Δεν ήταν τυχαίο το παρανόμι. Επρόκειτο για ένα άνδρα με θαυμαστή ευθυκρισία που έλυνε τις διαφορές των ανθρώπων με σοφία και δικαιοσύνη.
Ήταν ξακουστός για την ιδιότητά του αυτή και πέρα από τα όρια του τόπου του.
Το χάρισμα είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του Γεώργιο Ροδινό που είχε πρώτος συμβάλει με τις συνετές παρεμβάσεις και τη σοφία του στην αποκατάσταση των σχέσεων ανθρώπων που αντιδικούσαν, λόγω σοβαρών ή και ασήμαντων, πολλές φορές, διαφορών.
Ο Γεώργιος Ροδινός που ήταν κι ένας βαθειά θρησκευόμενος άνθρωπος, δεν δίστασε τον Οκτώβρη του 1908, που η κάμπια είχε προκαλέσει τεράστιες ζημιές στα βελανίδια, βασικό προϊόν της εποχής, να πάει με δικά του έξοδα στο Άγιο Όρος και συγκεκριμένα στη Μονή Βατοπεδίου και με τη συνοδεία τριών μοναχών να φέρει στο σπίτι του γιού του Μανόλη την Αγία Ζώνη.
Έγινε λιτανεία και το κακό σταμάτησε αμέσως.
Ο Καντημανόλης όπως απέδειξε με τη σειρά του είχε πάρει γερές βάσεις παράδοσης από τον πατέρα του, τις οποίες κληροδότησε αργότερα στον γιο του Ευάγγελο.
Σαν γνήσιος Ατσιπουλιανός είχε δώσει στην πατρίδα βαρύ φόρο σε νιάτα και κακουχίες.
Επειδή θα του γίνει ειδικό αφιέρωμα περιοριζόμαστε να αναφέρουμε ότι δεν δίστασε να αφήσει τη γυναίκα του και πέντε ημερών βρέφος τον γιο του και να πάει στο μέτωπο όπου διακρίθηκε στις μάχες που έγιναν στο Δρίσκο, στο Μπιζάνι και στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Αυτό δείχνει τα φλογερά του αισθήματα στην πατρίδα του.
Μια φοβερή δοκιμασία
Ακόμα και στα βαθιά του γεράματα πέρασε δοκιμασία. Συνελήφθη από τους Ναζί αμέσως μετά τη Μάχη της Κρήτης σαν πρόεδρος του χωριού και με σκληρά βασανιστήρια του ζητούσαν να αποκαλύψει χωριανούς του που είχαν λάβει μέρος στη μάχη στα Περιβόλια.
Εκείνος έσφιξε τα δόντια κι έμεινε σιωπηλός μέχρι που οι δήμιοι κουράστηκαν να τον βασανίζουν.
Έξαλλος ο διοικητής, αφού δεν μπόρεσε να του πάρει λέξη τον πέταξε από τη σκάλα κάτω όταν αποφάσισε να τον ελευθερώσει, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρηθεί ο γέροντας με πολλά κατάγματα.
Μας λέει η κυρία Στέλλα:
«- Τον ρωτούσα πως άντεξε και δεν μαρτύρησε. Μου είπε τι να έκανα παιδί μου; Όποιος πάθαινε κακό πάλι θα υπέφερα. Καλύτερα λοιπόν να τα τραβούσα όλα μόνος μου και δεν βαριέσαι. Μάλιστα όταν με έριξε ο αρχηγός τους από τη σκάλα περίμενα ν’ ακούσω και τον πυροβολισμό που θα με αποτέλειωνε. Ο άγιος Ελευθέριος όμως με έσωσε και τον δοξάζω».
Αντάξια της γενιάς της
Νύφη του Καντημανόλη του Ροδινού η Στέλλα, στάθηκε αντάξια της γενιάς της. Κι ας άρχισαν και τα δικά της τα δεινά.
Πάνω στον αρραβώνα της κηρύχτηκε ο πόλεμος. Έκανε υπομονή, ενώ τα βάσανα έγιναν περισσότερα με την Κατοχή. Πείνα, ταλαιπωρία, στέρηση.
Η αρχοντοπούλα από τον Πρινέ τα υπέμεινε με θάρρος. Και, το σπουδαιότερο, φρόντιζε με κάθε τρόπο να βοηθήσει ασθενέστερους να επιβιώσουν.
Όταν γύρισε ο Ευάγγελος στον τόπο του από το μέτωπο, τη ρώτησε αν γινόταν να παντρευτούν αφού έτσι κι αλλιώς δεν φαινόταν φως στο σκοτάδι.
Γιατί να περιμένουν, καθυστερώντας από τον εαυτό τους το δικαίωμα της ευτυχίας που τους έδινε η αγάπη τους.
Εκείνη δέχτηκε. Έγινε ο γάμος κι έπειτα άρχισαν να έρχονται οι λεβέντες τους στον κόσμο. Ο Μανόλης, ο Τάκης, ο Νίκος.
Άξια σύζυγος και μητέρα
Η Στέλλα στάθηκε άξια σύζυγος και μάνα. Τόσο που βλέπεις σήμερα παιδιά και νύφες να «πίνουν νερό στ’ όνομά της». Και το αξίζει. Τα τρία της παιδιά παντρεύτηκαν εξαιρετικές κοπέλες και της χάρισαν πέντε εγγόνια και αυτά με τη σειρά τους οκτώ δισέγγονα. Ένα από αυτά μάλιστα, η Ραφαέλλα, 18 χρόνων, μια πραγματική καλλονή, έλαβε πρόσφατα τον ανώτατο τίτλο ομορφιάς.
Ο χρόνος και τα προβλήματά του δεν έχει επηρεάσει καθόλου τη σκέψη. Καθάριος ο λόγος της χειμαρρώδης, συναρπάζει τον ακροατή. Τυχερά τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου Ατσιποπούλου. Μέχρι και πέρυσι πήγαινε η γιαγιά Στέλλα και τους έλεγε παραμύθια. Μια αξιέπαινη πρωτοβουλία και των δασκάλων να φέρουν τα παιδιά κοντά στις πηγές της παράδοσης.
Έγραψαν γι’ αυτήν
Για την υπέροχη κυρία Στέλλα έγραψε ο μεγάλος μας λογοτέχνης και συγγραφέας κ. Δημήτρης Αετουδάκης, προλογίζοντας το βιβλίο των αφηγημάτων της με τίτλο «Αναστορήσεις μιας Ατσιπουλιανής αρχόντισσας»:
«Μέσα σε τούτα τα χρόνια που έζησε με το λύχνο και τη λάμπα, έμαθε παραμύθια, ιστορίες, παροιμίες και ποιήματα, που ο γιος της Εμμανουήλ της εκμαίευσε από το σοφό της το κεφάλι, εκεί που τα είχε καταγράψει στο βιβλίο της μνήμης της και τα εξιστόρησε με σαφήνεια και καθαρότητα στον γιο της που τα καταγράφει σε τούτα τα φύλλα του βιβλίου του για να μάθουν κυρίως οι νέοι πως εσκέπτοντο τότε, στα χρόνια της Στυλιανής, οι άνθρωποι του χωριού, του λύχνου και της λάμπας, όπως έγραψα και πιο πάνω.
Γιατί τούτη η προικισμένη με σοφία και ισχυρή μνήμη, αρχόντισσα, που μάζεψε σαν τη μέλισσα όλη τη σοφία του τότε κόσμου της, από τη γιαγιά της, τη μητέρα της, τις γειτόνισσές της, που τα βράδια μαζεμένοι γύρω από το πυρωμένο μαγκάλι άφηναν το παραμύθι, το τραγούδι, την ιστορία, το ανέκδοτο, να καλύπτουν τις μεγάλες ώρες της χειμωνιάτικης βραδιάς. Όλα αυτά τα θυμάται και τα ξετυλίγει από το κουβάρι της ισχυρής μνήμης της και τα μεταφέρει σε τούτο το βιβλίο με την ισχυρή γραφίδα του γιου της…»
Για τις πηγές της η κυρία Στέλλα μου είπε:
«Από τη γιαγιά του μπαμπά μου άκουσα τα περισσότερα, επειδή την άλλη γιαγιά δεν την πρόλαβα. Είχε πεθάνει νωρίς… Τα περισσότερα τα άκουσα από τη θεία Κατσαδωράκη από τα Περιβόλια, που είχε καταφύγει μετά τη Μάχη της Κρήτης εδώ στο Ατσιπόπουλο. Ήξερε τόσο ωραία παραμύθια».
Όση ώρα μιλά δεν θέλεις να τη διακόψεις. Δεν μπορείς να αντισταθείς στη γοητεία της αφήγησης που σε καθηλώνει.
Φαίνεται πως η υπέροχη αυτή γυναίκα έχει «χάρισμα». Δεν εξηγείται αλλιώς πως μπορεί να μιλά με χειμαρρώδη άνεση, για αρκετή ώρα χωρίς να σε κουράζει. Και με πόσο εκφραστικές χειρονομίες πλουτίζει την αφήγηση. Με πόσες εικόνες διανθίζει το μύθο, έτσι που να αποκτά ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Κι αυτό το χαμόγελο που σου χαρίζει τέτοια γαλήνη, δεν σβήνει μέχρι να βγεις από το οπτικό της πεδίο.
Είμαστε τυχεροί που γνωρίσαμε μια γυναίκα που ακτινοβολεί στα 95 της χρόνια τόση αγάπη και καλοσύνη.
Ας είναι πάντα καλά η αρχόντισσα Στέλλα να μας γητεύει τη μιζέρια και την καταθλιπτική μας διάθεση λόγω συγκυριών με τη γλαφυρή της αφήγηση.
Δεν θέλουμε πολυτιμότερη κληρονομιά από τον πλούτο της λαϊκής παράδοσης, που μας προσφέρει με το βιβλίο που επιμελήθηκε ο γιος της Μανόλης, και έχει τίτλο «Αναστορήσεις μιας Ατσιπουλιανής Αρχοντισσας». Το βρίσκουμε στο Κέντρο Λαογραφίας και Πολιτισμού Ατσιποπούλου και αποτελεί μία από τις ελάχιστες πηγές εσόδων για τη λειτουργία του χώρου αυτού με τα πολύτιμα εκθέματα από πλευράς συλλεκτικής αξίας.
Η ίδια το αφιερώνει στα παιδιά του χωριού της και αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Αφιερωμένο στα παιδιά των χωριών μου, στο χωριό μου που με έκανε δική του μετά το γάμο μου με τον Ευάγγελο Ροδινό του Εμμανουήλ και με έμαθε τον κόσμο ν’ αγαπώ.
Στα χωριά μου Πρινέ και Ατσιπόπουλο, που όταν βρίσκομαι μακριά τους πολλές φορές τα ονειρεύομαι και μέσα στον ύπνο μου παρακαλώ το Θεό να μην ξυπνήσω για να τα θωρώ πολλή ώρα.
Η αγάπη δεν θέλει ήλιο για να ζει, αλλά ούτε και σκοτάδι να χαθεί, την τρέφει η ίδια η ζωή…»
Λόγια σοφά από μια γυναίκα, που ξέρει με μοναδικό τρόπο να σου επιστρέφει τον χαμένο σου παράδεισο οδηγώντας σε με τη χαρισματική της αφήγηση στα άδυτα του λαϊκού μας πολιτισμού.