O πρώτος που ασχολήθηκε με τη γυναίκα φαινόμενο Στέλλα Ροζίτα Κωνσταντίνου, ήταν ο Κωστής Πετρίδης. Και μετά ο Δημήτρης Τζανακάκης. Μιλούσαν για μια διακεκριμένη λογοτέχνιδα. Ο Μάρκος Πολιουδάκης, λίγο αργότερα, μου έλεγε πως ήταν μια γενναία αγωνίστρια.
Με όσα διάβαζα και άκουγα είχα την απορία: Μα ποια ήταν αυτή η γυναίκα που διαπρέπει στα Ελληνικά Γράμματα αλλά μένει μακριά από τη δημοσιότητα;
Εντυπωσιακή παρουσία
Ήταν Μάιος του 1987 και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (στα Περιβόλια ήταν τότε) γινόταν μια εκδήλωση στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Μάχης της Κρήτης.
Ο Μπάμπης Πραματευτάκης, με τη Μικτή τότε χορωδία του Ωδείου στην οποία συμμετείχα, τη Φέφη Βαλαρή και το Βαγγέλη Αραμπατζόγλου θα παρουσίαζαν έργα Ρεθεμνιωτών ποιητών, που μελοποίησε ο μεγάλος μας συνθέτης.
Από τη θέση που βρισκόμουν και κοιτούσα αδιάφορα τον κόσμο, που έπαιρνε τη θέση του, διακρίνω ξάφνου μια γυναίκα που μπαίνοντας στην αίθουσα τράβηξε πάνω της όλα τα βλέμματα. Ήταν ψηλή, κομψή με τα ξανθά της μαλλιά μαζεμένα σ’ ένα σεμνό κότσο. Θύμιζε καλλονή της Αναγέννησης κι ας ήταν στη χρυσή της ωριμότητα. Ενώ εκείνη έπαιρνε διακριτικά τη θέση της στην προτελευταία σειρά, είχαν κι άλλοι δίπλα μου την περιέργεια να μάθουν ποια είναι. Και μάθαμε τελικά από μια χορωδό που τη γνώριζε από παλιά. Ήταν η Στέλλα Ροζίτα Κωνσταντίνου.
Ένα ποίημά της ήταν μέσα στο πρόγραμμα και από τα πιο εμπνευσμένα τραγούδια. Με αυτή την αφορμή πήγα να τη γνωρίσω. Έτσι δέθηκα με στενή φιλία μαζί της.
Λίγους μήνες μετά, μια οικογενειακή περιπέτεια με καθήλωσε για αρκετό διάστημα στο Νοσοκομείο Παίδων Αγία Σοφία. Από τις πιο τακτικές μου επισκέπτριες ήταν η Στέλλα.
«Μένω δίπλα σχεδόν, μου έλεγε. Θέλω να κάνουμε συντροφιά».
Κι εγώ δεν χόρταινα την παρέα της, καθώς μαγευόμουν με όσα μου έλεγε. Μιλούσε για τους ανθρώπους, για τον έρωτα, για τον ήλιο της αγάπης. Και ποτέ για την ίδια.
Αναμνήσεις από περιοδείες
Μια μέρα, κατάφερα να την επισκεφθώ στο σπίτι της στην Αθήνα. Από την είσοδο μέχρι την τελευταία γωνιά η καλαισθησία και το λεπτό γούστο έδιναν ρεσιτάλ. Πίνακες, μπιμπελό, έπιπλα, σου έδιναν την αίσθηση ότι βρισκόσουν σε μουσείο τέχνης.
«Αναμνήσεις από περιοδείες…» μου είπε απλά.
Σε μια εταζέρα μια φωτογραφία σου έκοβε την ανάσα.
Η Στέλλα στα 20 χρόνια της.
Από τη συζήτηση μόλις που κατάφερα να πληροφορηθώ πως η Ντόρα Στράτου, που καυχιόταν για την πρώτη της χορεύτρια, την είχε πάντα στις πιο επίσημες αποστολές που αναλάμβανε η χώρα μας στο εξωτερικό.
Στα ταξίδια αυτά η πανέμορφη Ρεθεμνιωτοπούλα έκαψε καρδιές. Όμως εκείνη δεν είχε μάτια παρά για την υψηλή τέχνη. Και αφόρητη δίψα για γνώση.
Εκτός από χορό σπούδασε ακόμα δημοσιογραφία, δημοσιολογία και δημόσιες σχέσεις, φοίτησε στην Ακαδημία Κινηματογράφου και παράλληλα ασχολείτο με όλα τα είδη του έντεχνου λόγου.
Μια σημαντική λογοτέχνις
Η γραφή της ξεχώρισε από τα πρώτα της βήματα και τα μεγαλύτερα ονόματα στους λογοτεχνικούς κύκλους έσπευδαν να της εκδηλώσουν το θαυμασμό τους. Την είπαν «Ο θηλυκός Παπαδιαμάντης» και δεν είχαν άδικο. Τα διηγήματά της αποπνέουν άρωμα ζωής και ανθρώπινου πόνου. Ο Νίκος Στασινόπουλος, την αποκαλούσε «μαστόρισσα του διηγήματος». Και κανένας ομότεχνός του δεν του χρέωσε υπερβολή.
Μιλούσαμε ώρες με τη Στέλλα, αλλά για θέματα οικουμενικά. Σχολίαζε με ένα μοναδικό τρόπο τους ανθρώπους, χωρίς προκαταλήψεις. Πέρασε καιρός για να καταλάβω ποια γεγονότα την έκαναν τόσο ανθρώπινη, ενώ οι περιστάσεις ευνοούσαν να κοιτάζει τους πάντες αφ’ υψηλού.
Η Στέλλα στην αντίσταση
Η Στέλλα Ροζίτα Κωνσταντίνου γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1920. Από την οικογένειά της έμαθε τις παραδόσεις και οι βιωματικές εμπειρίες της πάντα την έκαναν περήφανη που είναι Κρητικιά.
Είχε μια έμφυτη αξιοπρέπεια και μια αρχοντιά που την έκαναν να ξεχωρίζει ακόμα κι όταν οι ανάγκες της εποχής δεν της επέτρεπαν το κομψό ντύσιμο. Η ομορφιά της ξεχείλιζε από τα εφηβικά της ακόμα χρόνια.
Στα χρόνια της Κατοχής ήταν από τις πρώτες κοπέλες που μπήκαν στην Αντίσταση. Ήταν από τους πιο πολύτιμους συνδέσμους, γιατί η εξυπνάδα και το πάθος της για τη λευτεριά της έδιναν λύση σε κάθε δύσκολη περίπτωση. Και πετύχαινε σε όλες τις αποστολές.
Αναφέρεται μάλιστα και σε ένα γεγονός που έμεινε στα χρονικά του τόπου για την τόλμη και τον ηρωισμό της νεολαίας μας.
Γράφει σχετικά ο Μάρκος Πολιουδάκης στο βιβλίο του «Αντίσταση».
«Κατά τη σχολική περίοδο του 1944, μαθεύτηκε ότι ο Ερυθρός Σταυρός είχε στείλει σιτηρά για οικογένειες και αλεύρι για ένα μικρό αρτίδιο για κάθε μαθητή. Επειδή δεν διαφαινόταν καμιά διάθεση από τις διορισμένες αρχές να διαθέσουν στους μαθητές τη βοήθεια αυτή αποφασίστηκε από την ΕΠΟΝ οι μαθητές να διεκδικήσουν το αρτίδιό τους με συλλαλητήριο διαμαρτυρίας στο γερμανοδιορισμένο νομάρχη Ρεθύμνου. Η απόφαση (κατά μαρτυρία του Γιώργη Αγγελιδάκη) είχε παρθεί από την Επιτροπή πόλης, προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός με τη δυναμική αντιστασιακή παρουσία της Νεολαίας του Ρεθύμνου.
Ο Νομάρχης βέβαια που τρόμαξε με τη νεανική ορμή που σαν λάβα ξεχύθηκε μέσα στην πλατεία, είχε ζητήσει την βοήθεια της Κράις Κομμαντάντ και της Ελληνικής Αστυνομίας για να επιβάλει την τάξη.
Η Στέλλα Ροζίτα Κωνσταντίνου ήταν στην επιτροπή που μπήκαν στο γραφείο του Νομάρχη, ο οποίος όταν ζήτησε να του δώσουν τα ονόματά τους και αρνήθηκαν κάλεσε την Γερμανική αστυνομία…».
Κοντά στο θάνατο
Αυτή ήταν πάντα η Στέλλα Ροζίτα. Ήθελε να έχει για το κάθε τι μερίδιο ευθύνης. Ποτέ δεν ήθελε να πασχίζουν οι άλλοι για τη δική της τη βολή. Μέσα στη φωτιά έμπαινε πρώτη όταν οι συνθήκες το απαιτούσαν.
Καμιά φορά όμως δεν θέλει πολύ να συμβεί το κακό. Αρκεί μια τυχαία κίνηση, ένα παράξενο βλέμμα.
Ένας Γερμανός πρόσεξε μια μέρα τη Στέλλα και πλησιάζοντάς την εισέπραξε ένα «δολοφονικό» βλέμμα. Αγριεμένος την στρίμωξε σε μια γωνιά και της έσκισε την μπλούζα. Η κίνησή του αυτή έκανε έξαλλη την κοπέλα που χωρίς να σκεφτεί κάρφωσε τα νύχια της στο πρόσωπο του στρατιώτη.
Τυφλωμένος από τον πόνο ο Γερμανός έβγαλε το πιστόλι να τη σκοτώσει και τότε την έσωσε σαν από μηχανής θεός ένας …σκύλος.
Το ζώο ανήκε σε έναν άλλο Γερμανό. Η Στέλλα το τάιζε συχνά από το υστέρημά της κι είχαν φιλευτεί. Το σκυλί βλέποντας τη φίλη του να κινδυνεύει όρμησε στον Γερμανό και τον δάγκωσε. Έτρεξε το αφεντικό του να τον μαζέψει αλλά ήταν ήδη νεκρός από τη σφαίρα του άλλου, που μόλις το σκυλί τον άρπαξε με τα δόντια του από το χέρι αντέδρασε σκοτώνοντας το ζώο.
Η Στέλλα συνέχιζε τον αγώνα της αλλά δεν στάθηκε πάντα τυχερή.
Κάποτε τη συνέλαβαν και για τρία μερόνυχτα ζούσε ένα απίστευτο μαρτύριο, όπως αναφέρει αργότερα στην αυτοβιογραφία της. Κανένα βασανιστήριο όμως δεν κατάφερε να τη λυγίσει. Κράτησε το στόμα της ερμητικά κλειστό.
Το επόμενο βήμα ήταν η Αγιά και η εκτέλεση.
Ένας Αυστριακός στρατιώτης τη βοήθησε να δραπετεύσει. Και τον αναφέρει επίσης με ευγνωμοσύνη γιατί θα πρέπει να πλήρωσε ακριβά τη γενναιοδωρία του αυτή.
Πολλές διακρίσεις
Η Στέλλα Ροζίτα Κωνσταντίνου ήπιε πολλά πικρά ποτήρια χάνοντας αγαπημένα συγγενικά της πρόσωπα αλλά η Τέχνη της έδινε πάντα μια εξαιρετική διέξοδο.
Εκτός από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών ήταν και μέλος της Academie Internationale de Lutece των Παρισίων που της είχε δώσει συνολικά 14 πρώτα βραβεία και εννέα πρώτους επαίνους στο διήγημα και στην ποίηση.
Κι όμως από τις υψηλές θέσεις που κατακτούσε, με την αξία της, φρόντιζε να βοηθήσει τους ανθρώπους που είχαν έφεση στον έντεχνο λόγο.
Αγάπη για τους νέους
Είχε μια αγάπη για τους νέους λογοτέχνες, στους οποίους ίσως να έβλεπε τα παιδιά που δεν απέκτησε. Από τα πρόσωπα που λάτρευε ήταν ο Κωστής Καλλέργης, δικηγόρος και γνωστός λογοτέχνης. Έλεγε από τότε πως έβλεπε στο νέο αυτό, ένα ανερχόμενο λογοτέχνη. Και ο Κωστής τη δικαίωσε.
Έδειξε επίσης μια ιδιαίτερη εύνοια στη Χρυσούλα Δημητρακάκη, που στα τελευταία της χρόνια της γλύκαινε τη μοναξιά της με την υπέροχη συντροφιά της.
Αλλά και η Χρυσούλα είχε εντυπωσιαστεί από τη Ροζίτα αν κρίνουμε από γράμμα της στον Κωστή Καλλέργη, που ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Αυτή η λεπτή και αγέρωχη γυναίκα που κυνηγούσε τα χρώματα, αναγνωρίζεται σαν ένα σπάνιο και πολύχρωμο που γνώρισε πόνο και μόνο πόνο. Και η περηφάνια της δεν της επέτρεπε να γίνει μίζερη, αλλ’ αντιθέτως απαιτητική.
Δεν αρνήθηκε καμιά πλευρά της ζωής της και δεν κουράστηκε ν’ αλλάζει παπούτσια μπαίνοντας στο σπίτι της για να είναι πάντα πεντακάθαρο. Όπως ήταν η ψυχή της και το βλέμμα της».
Κιβωτός μνήμης
Τελευταία φορά είχαμε βρεθεί με τη Ροζίτα, σε γεύμα, όταν καλεσμένη του Κωστή Καλλέργη και του Στέλιου Κιαγιαδάκη είχε κατέβει στο Ρέθυμνο. Γιατί τα τελευταία χρόνια της ζωής της, που είχαν αρχίσει και τα προβλήματα υγείας, μοίραζε το χρόνο της πότε στα Χανιά, πότε στο Αστέρι που είχε ρίζες καταγωγής.
Ένοιωθε πάντα νέα κι ήθελε να της το αναγνωρίζουν αυτό.
Έκανε σαν παιδί όταν ο Κωστής Καλλέργης την ανέβαζε στη μηχανή. Έμενε πάντα ένα μεγάλο παιδί η αξέχαστη Στέλλα.
Εκείνη τη μέρα που βρεθήκαμε κοιτούσε τη θάλασσα με θλίψη.
«Αυτή φταίει κι έχασα την καλύτερή μου παιδική φίλη μου εξήγησε. Προσπάθησα να τη σώσω μα δεν τα κατάφερα».
Πάντα είχε κάτι να πει για τους αναχωρητές που σημάδεψαν τη ζωή της. Κιβωτός μνήμης οι αναφορές της. Και το βιβλίο της «Συμπορευόμενοι» μια αυτοβιογραφία συγκλονιστική.
Η Στέλλα Ροζίτα Κωνσταντίνου έφυγε στις 16 Σεπτεμβρίου 2012. Και από τότε κανένας φορέας δεν ασχολήθηκε με αυτή και το έργο της. Η μοίρα κάθε δημιουργού θα πείτε. Ευτυχώς για τη μεγάλη αυτή λογοτέχνιδα και αγωνίστρια, αρκετοί από μας έχουν και κάτι να θυμηθούν. Κι αν η Πολιτεία την αγνόησε εκείνη εξακολουθεί να ζει στις καρδιές μας και να μας δείχνει δρόμους, που οδηγούν στην τελείωση, μέσα από τις αξίες που η σπουδαία αυτή γυναίκα δεν πρόδωσε ποτέ.