Σταθερές παραμένουν οι τιμές του κρητικού ελαιολάδου που κυμαίνονται στα 3 ευρώ σε όλους τους νομούς του νησιού. Δεδομένης και της οικονομικής συγκυρίας η τιμή χαρακτηρίζεται καλή, ενώ σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες, δηλαδή την Ισπανία και την Ιταλία η διαφοροποίηση δεν είναι μεγάλη, αφού αυτές πωλούν στην Ισπανία στα 3,20 και στην Ιταλία στα 3,60€/κιλό.
Στην Κρήτη, σύμφωνα με το δελτίο τιμών του ΣΕΔΗΚ 12 Απριλίου, οι υψηλότερες τιμές που προσφέρονται, στη συνήθη μορφή εμπορίας στα ελαιοτριβεία, είναι 3,30€/κιλό (Αεράκης Σητεία) και 3,15 (Α.Σ. Πλατάνου) ενώ οι προς τα κάτω φαίνεται να έχουν φραγμό 3,0€.
Το ζητούμενο ωστόσο για τους παραγωγούς είναι αφενός να διατηρηθεί αλλά και να αυξηθεί η τιμή του έτσι ώστε το τοπικό προϊόν να αποκτήσει την προστιθέμενη αξία που του αναλογεί, με δεδομένη την ποιότητά του, που έχει αναγνωριστεί διεθνώς. Ωστόσο προκειμένου ο στόχος αυτός να επιτευχτεί απαραίτητη είναι η τυποποίησή του, αφού είναι γεγονός ότι οι απώλειες στην τοπική οικονομία από την εξαγωγή χύμα ελαιολάδου είναι τεράστιες και τις οποίες απώλειες επωφελούνται γείτονες χώρες, που τυποποιούν το ντόπιο προϊόν με δικό τους brand name.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης η ελαιοκομική αποκομιδή στο νησί φέτος κυμαίνεται στις 100.000 τόνους, νούμερο που κυμαίνεται στα περσινά επίπεδα.
Σύμφωνα με τον επιστημονικό σύμβουλο του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης Νίκο Μιχελάκη κρίσιμος παράγοντας για τις εξελίξεις των τιμών φαίνεται να είναι η τελική κατάληξη της ανθοφορίας και καρπόδεσης της νέας σοδειάς που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.
Ωστόσο οι καιρικές συνθήκες φαίνεται να αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για την πορεία της ελαιοκομικής περιόδου στο νησί με δεδομένη την ανομβρία και τα ελάχιστα ποσοστά βροχοπτώσεων που καταγράφηκαν σε όλους τους νομούς του νησιού.
Όπως επισημαίνει ο κ. Μιχελάκης σε σχετικό κείμενο του είναι επιτακτική η ανάγκη λήψης μέτρων και από την πλευρά των παραγωγών ώστε υπάρξουν οι λιγότερες δυνατές απώλειες την ερχόμενη ελαιοκομική περίοδο.
«Οι καιρικές συνθήκες και βασικά η ανομβρία των πρώτων μηνών του έτους που παρατηρήθηκε σε περιοχές της Ισπανίας αλλά και στην Κρήτη δεν μπορούν να θεωρηθούν ευνοϊκές για να δικαιολογήσουν ελπίδες για μια μεγάλη γενική σοδειά. Οι αρκετά υψηλές θερμοκρασίες που επεκράτησαν κατά τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο στην Κρήτη αλλά και οι πολύ χαμηλές βροχοπτώσεις της ίδιας περιόδου που είναι μειωμένες κατά 70% περίπου σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι (Πιν. 1), οπωσδήποτε δεν ευνοούν την ομαλή εξέλιξη της ανθοφορίας. Αν δε η ανομβρία συνεχιστεί και τους επομένους μήνες της άνοιξης, τότε και η καρπόδεση και η παραπέρα εξέλιξη της καρποφορίας προμηνύεται προβληματική.
Οπωσδήποτε, οι υψηλές θερμοκρασίες εκτός από τη μεταφορά σκόνης από την Αφρική, είχαν σαν αποτέλεσμα την εξώθηση μερικών, παραλιακών, κυρίως, ελαιώνων, σε κάπως πρόωρη άνθηση, η οποία θορύβησε τους παραγωγούς. Το φαινόμενο, αν οι βροχοπτώσεις ήταν αρκετές, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί κατά ανάγκη, ζημιογόνο. Ωστόσο, η ασυνήθιστη ανομβρία που ακολούθησε φαίνεται να θέτει σε δοκιμασία όχι μόνο αυτούς τους ελαιώνες αλλά και τους άλλους που βρίσκονται σε ορεινότερες περιοχές.
Κάτω από τις συνθήκες αυτές οι ελαιοπαραγωγοί οφείλουν να λάβουν κάποια μέτρα ώστε να αποτρέψουν ή τουλάχιστον να μετριάσουν τις δυσμενείς επιπτώσεις» αναφέρει στο κείμενο του ο επιστημονικός σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ Νίκος Μιχελάκης.