Στα περυσινά επίπεδα κινήθηκαν οι τζίροι των περισσότερων εμπορικών καταστημάτων του Ρεθύμνου στη διάρκεια των θερινών εκπτώσεων, γεγονός που ικανοποιεί τους επιχειρηματίες, με δεδομένο ότι για πρώτη φορά μετά την οκταετία της οικονομικής κρίσης οι εισπράξεις δεν κατέγραψαν περαιτέρω συρρίκνωση.
Αυτό επισημαίνει μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ρεθύμνου Γιώργος Πολιουδάκης. Όπως εξηγεί, φέτος η αυξημένη τουριστική κίνηση αλλά και οι Έλληνες που επέλεξαν την πόλη για τις διακοπές τους την περίοδο του Δεκαπενταύγουστου, έδωσαν μια ισχυρή τονωτική ένεση στην αγορά και η κίνηση αυτή επί της ουσίας συνέβαλε ώστε να διατηρηθούν οι εισπράξεις στα περυσινά επίπεδα και κυρίως στο να μην καταγραφεί πτώση του τζίρου. «Μέχρι πέρυσι τα πράγματα ήταν πάρα πολύ άσχημα για τα εμπορικά καταστήματα καθώς από το 2010 χρόνο με τον χρόνο βλέπαμε τις εισπράξεις μας να μειώνονται. Παίρνοντας αυτό ως δεδομένο λέμε ότι είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι οι τζίροι των περισσότερων καταστημάτων τη φετινή εκπτωτική περίοδο κινήθηκαν στα περυσινά επίπεδα. Σταμάτησε δηλαδή η πτώση και ευελπιστούμε από τον επόμενο χρόνο να αρχίσουμε να βλέπουμε τους τζίρους μας να ανεβαίνουν. Οι περισσότεροι τουρίστες αλλά και οι Έλληνες που επισκέφτηκαν την πόλη μας την περίοδο του Δεκαπενταύγουστου τόνωσαν την αγορά του Ρεθύμνου και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ενισχύσουν τους τζίρους των εμπορικών καταστημάτων και να περιορίσουν σημαντικά τις οικονομικές μας απώλειες» τόνισε ο κ. Πολιουδάκης
Ωστόσο, η υψηλή φορολογία εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα του εμπορικού κόσμου που αδυνατεί να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις και τα λειτουργικά έξοδα, πόσο μάλλον να μπορέσει να ανακάμψει. Οι έμποροι εμφανίζονται ανήσυχοι και προβληματισμένοι εν όψει και της χειμερινής περιόδου. Σε σχετικές δηλώσεις του ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ρεθύμνου τόνισε: «Εν όψει και του χειμώνα τα πράγματα ζορίζουν. Είμαστε αντιμέτωποι με πάρα πολλούς φόρους, ΕΝΦΙΑ, φόρο εισοδήματος, ΕΦΚΑ, ΦΠΑ και πραγματικά δεν ξέρω πως θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε σε αυτές τις υποχρεώσεις. Όλοι οι συνάδελφοι είμαστε απαισιόδοξοι γιατί η υπερφορολόγηση, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι (capital control) και η απουσία τραπεζικής δανειοδότησης δημιουργούν φόβο, ανασφάλεια και απογοήτευση σε όλο τον εμπορικό κόσμο, που ειδικά τώρα που ολοκληρώνεται η τουριστική περίοδος και συρρικνώνεται ο τζίρος των επιχειρήσεων αγωνιά για το αύριο».
Περιορισμένες πωλήσεις για την πλειοψηφία των εμπόρων
Περίπου μία στις δύο επιχειρήσεις, επέλεξε να διαμορφώσει το ποσοστό των εκπτώσεων μεταξύ 21% και 40%, ενώ μία στις πέντε επιχειρήσεις πραγματοποίησε εκπτώσεις από 41% – 50%.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις (60%) παρουσίασαν μείωση των πωλήσεων τους τη θερινή εκπτωτική περίοδο του 2018, ενώ περίπου μια στις τέσσερις σταθεροποίησε τις πωλήσεις στα περσινά επίπεδα. Σε σύγκριση με τις αντίστοιχες επιδόσεις του προηγούμενου έτους, σημειώνεται μια οριακή βελτίωση λαμβάνοντας υπόψη ότι περισσότερες επιχειρήσεις (11% το 2018 σε σύγκριση με 6% το 2017) αύξησαν τις πωλήσεις τους την θερινή εκπτωτική περίοδο. Παρ’ όλα αυτά, η αύξηση των πωλήσεων για τις επιχειρήσεις αυτές ήταν χαμηλή της τάξης του 5%.
Όπως ήταν αναμενόμενο, όσον αφορά την καλύτερη περίοδο των θερινών εκπτώσεων, οι περισσότερες επιχειρήσεις (44%) κρίνουν ως καλύτερη αγοραστικά περίοδο το πρώτο εικοσαήμερο τις εκπτωτικής περιόδου, δηλαδή από 9/7/2017 έως 31/7/2017. Σημαντικό είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων (29%) που προτιμά με όρους αγοραστικής κίνησης την επόμενη ακριβώς περίοδο (1/8 – 15/8).
Όσον αφορά τον τρόπο πληρωμής που επέλεξαν οι καταναλωτές για τις αγορές τους εντός των θερινών εκπτώσεων, το 48% των επιχειρηματιών απάντησε ότι ήταν κυρίως με πιστωτικές κάρτες, το 33% ότι χρησιμοποίησαν πιστωτικές κάρτες και μετρητά στον ίδιο βαθμό και το 18% κυρίως με μετρητά.
Έναν χρόνο μετά την έναρξη εφαρμογής της υπουργικής απόφασης (75812 – 06/07/2017) για το άνοιγμα των καταστημάτων της Κυριακές σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, το ΙΝΕΜΥ συνεχίζει να ανιχνεύει τον οικονομικό και λειτουργικό, σε επίπεδο επιχείρησης, αντίκτυπο του ανοίγματος σε όσες επιχειρήσεις επέλεξαν να ανοίξουν το κατάστημα τους την Κυριακή.
Για τα καταστήματα που άνοιξαν την Κυριακή 15 Ιουλίου, το 47% των επιχειρηματιών πιστεύει ότι το άνοιγμα του καταστήματος την Κυριακή δεν επηρέασε τον συνολικό τζίρο της θερινής εκπτωτικής περιόδου, το 49% ότι τον επηρέασε αρνητικά και μόλις το 4% δηλώνει ότι συνέτεινε θετικά. Να σημειωθεί ότι το 4% αποτελεί τη χειρότερη επίδοση για τις Κυριακές που έχει καταγραφεί ποτέ από το ΙΝΕΜΥ.
Το 77% των επιχειρήσεων που άνοιξαν την Κυριακή 15 Ιουλίου τα καταστήματά τους, έχουν επωμιστεί οι ίδιοι την κάλυψη της ανάγκης απασχόλησης προσωπικού, ενώ το 23% έχει επεκτείνει το ωράριο των υπαλλήλων που απασχολεί.
Όσον αφορά την επισκεψιμότητα του καταστήματος και αν αυτή έχει αυξηθεί, από το γεγονός ότι παραμένουν ανοιχτά τα καταστήματα τις Κυριακές, το 60% δηλώνει ότι δεν υπάρχει καμία βελτίωση. Το 34% απαντάει ότι το άνοιγμα τις Κυριακές έχει συμβάλει σε μικρό βαθμό στην αύξηση της επισκεψιμότητας και μόλις το 6% ότι έχει συμβάλει πάρα πολύ ή πολύ.
Το Ινστιτούτο ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ που πραγματοποίησε την καθιερωμένη περιοδική έρευνα για τις θερινές εκπτώσεις του 2018 τονίζει πως η θερινή περίοδος δεν ικανοποίησε τις επιχειρήσεις. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας οι επιδόσεις των εμπορικών επιχειρήσεων φαίνεται να διαφοροποιούνται ανάλογα τον τόπο εγκατάστασης και το μέγεθος της επιχείρησης. Πιο συγκεκριμένα, οι μικρές επιχειρήσεις με χαμηλό τζίρο καθώς και οι αυτoαπασχολούμενοι παρουσίασαν μείωση πωλήσεων σε σύγκριση με τον προηγούμενο έτος. Αντίθετα, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις εμφάνισαν είτε σταθερότητα, είτε αύξηση στις πωλήσεις τους. Επομένως και με δεδομένο ότι οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις α) είναι πιο ελκυστικές κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων και β) εκπροσωπούν μεγάλο μερίδιο του λιανικού εμπορίου καθίσταται σαφές ότι το εμπόριο κινείται σε δύο ταχύτητες. Ενδεικτικό αυτής της εξέλιξης αποτελεί και η πορεία του ΔΚΕ όπως δημοσιεύεται από την ΕΛΣΤΑΤ, η οποία σε όλες τις περιόδους του διμήνου παραμένει θετική. (Η ΕΛΣΤΑΤ συγκεντρώνει τον κύκλο εργασιών επιχειρήσεων άνω των 200.000 ευρώ τζίρου)
Σημαντικός παράγοντας στην εξέλιξη των πωλήσεων είναι η περιοχή εγκατάστασης όταν αυτή είναι τουριστική. Παρ’ όλα αυτά, φέτος η ένταση αυτής της διαφοροποίησης μειώθηκε αισθητά. Έτσι, τα όρια που κινήθηκε η μεταβολή του τζίρου ήταν από +7% για όσες επιχειρήσεις είχαν αύξηση και κατά μέσο όρο -15% για όσες είχαν μείωση. Μεσοσταθμικά η μείωση των πωλήσεων περιορίστηκε λαμβάνοντας υπόψη και τις προαναφερθείσες σημαντικές διαφοροποιήσεις. Η μέση μείωση των πωλήσεων ήταν περίπου -10%, λαμβάνοντας υπόψη και τις προαναφερθείσες σημαντικές διαφοροποιήσεις. Το ύψος του ποσοστού έκπτωσης στις εμπορικές αγορές κυμάνθηκε από 21% έως 40%.
Οι εμπορικοί σύλλογοι της χώρας δήλωσαν για τις περιοχές τους παρόμοια εικόνα με αυτήν της πρωτογενούς έρευνας, με πολλές περιοχές της χώρας να δηλώνουν σταθερές πωλήσεις τη φετινή θερινή εκπτωτική περίοδο.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης δήλωσε τα εξής: «Η καθιερωμένη έρευνα του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ για τις θερινές εκπτώσεις ολοκληρώθηκε, χωρίς όμως τα επιθυμητά αποτελέσματα, αφού ο τζίρος του διμήνου Ιουλίου-Αυγούστου στο λιανικό εμπόριο φαίνεται να κινήθηκε κάτω από τον πήχη των 6 δισ. ευρώ. Το συνολικό ταμείο δείχνει ότι στις περισσότερες αστικές αγορές η κίνηση ήταν υποτονική, ενώ στις τουριστικές περιοχές της χώρας η «εισαγόμενη κατανάλωση» από τον τουρισμό δεν ήταν ικανοποιητική. Το ποσό του 1,2 δισ. ευρώ της α’ δόσης του φόρου εισοδήματος στο τέλος Ιουλίου σίγουρα έλειψε από την κατανάλωση και γενικότερα είναι αντιληπτό ότι η υπερφορολόγηση «στραγγίζει» την αγορά. Οι σημαντικές αυξομειώσεις ανάλογα τα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής και οι αποκλίσεις μεταξύ κεντρικών και συνοικιακών περιοχών, αλλά και η εικόνα μεταξύ μικρών και μεγαλύτερων εμπορικών επιχειρήσεων διαμορφώνουν μία σύνθετη κατάσταση πραγμάτων. Είναι σαφές ότι η αγορά κινήθηκε μεσοσταθμικά αρνητικά και φέτος, που επιβεβαιώνει ότι τα προβλήματα των μικρομεσαίων του εμπορίου παραμένουν. Θα έλεγα ότι το λιανικό εμπόριο το μεγαλύτερο διάστημα της φετινής περιόδου των θερινών εκπτώσεων βρέθηκε σε κατάσταση «θερινής ραστώνης».