Πολλοί ευρωπαϊκοί λαοί όχι μόνο έδειξαν, ιδίως τις τελευταίες δεκαετίες, μεγάλο ενδιαφέρον για να γνωρίσουν τα ιδιώματά τους, αλλά και βοήθησαν την πρακτική τους καλλιέργεια στο θέατρο και στην υπόλοιπη λογοτεχνία.
Μανόλης Τριανταφυλλίδης,
Γλωσσολόγος, εκπαιδευτικός, μεταρρυθμιστής,
πρωτοπόρος αγωνιστής του δημοτικιστικού κινήματος. (1883-1959)
Ως πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας και ως ο κατ’ εξοχήν λαογράφος λογίζεται ο Νικόλαος Πολίτης, ο οποίος ανέδειξε, προώθησε, προήγαγε, καταξίωσε σε επιστήμη την Ελληνική Λαογραφία και δημιούργησε τον όρο στην ελληνική γλώσσα προς απόδοση, της αγγλικής λέξης folklore (1852-1921).
Κέντρο του επιστημονικού αυτού ενδιαφέροντος απετέλεσε η έρευνα του λαϊκού βίου, τα ελληνικά ήθη και έθιμα, καθώς και οι παροιμίες, τα λαϊκά τραγούδια, τα παραμύθια, τα τοπωνύμια, τα μοιρολόγια, η λαϊκή τέχνη κ.α.
Κατά τον Πολίτη η λαογραφία καλλιεργείται δια τρεις κυρίως λόγους: 1ον Από καθαρά φιλολογικό ενδιαφέρον. 2ον Από καθαρά αρχαιολογικό, επειδή αναγνωρίζει ότι ο νεότερος λαϊκός βίος διασώζει πλείστα στοιχεία του αρχαίου και 3ον Από πατριωτικό ενδιαφέρον με σκοπό να αποδείξει την ενότητα και τη συνέχεια του Ελληνικού Έθνους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα «προς φίμωσιν των τ’ ανάντια ισχυριζομένων» αναφέρει ο Πολίτης και υπονοεί την αβάσιμη, αθεμελίωτη και εσφαλμένη θεωρία του Fallmerayer «Περί της καταγωγής των Νεοελλήνων» ότι οι σημερινοί Έλληνες είναι απόγονοι των Σλάβων, των Αλβανών και άλλων βαρβαρικών φυλών.
Μια άλλη εξέχουσα προσωπικότητα της Λαογραφίας υπήρξε η Αγγελική Χατζημιχάλη, η οποία μελέτησε, ανέδειξε την ελληνική λαϊκή τέχνη και όπως αναφέρει η ίδια «επειδή τη χαρακτηρίζει η πρωτοτυπία και ελευθερία εμπνεύσεως». Μεταξύ των εξεχόντων λαογράφων συναριθμείται και ο Ρεθύμνιος Παύλος Βλαστός.
Ο συγγραφέας, στιχουργός και λόγιος Σταύρος Φωτάκης εμφανίζεται για μια ακόμη φορά στο συγγραφικό στερέωμα, για να μας προσφέρει ένα κατ’ εξοχήν λαογραφικό πόνημα. Πρόκειται για ενδελεχή μελέτη – έρευνα, που έχει ως αντικείμενο το λαϊκό πολιτισμό της γενέτειράς του, που είναι ο Αι Γιάννης Αμαρίου και κατ’ επέκταση όλης της Κρήτης. Η συστηματική ενασχόληση, διερεύνηση και αναδίφηση αναφέρεται σε όλες τις γνωστές και άγνωστες παραμέτρους και αποκαλυπτικές εκφάνσεις, τόσο του ασκίαστου, ανέφελου βίου των συγχωριανών του, όσο και εκείνου του πολυκύμαντου και ενίοτε μαρτυρικού.
Ο Σταύρος Φωτάκης υπηρέτησε στην Ελληνική Αστυνομία και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του υποστρατήγου, έκτοτε η δραστηριότητα, η αυτοβουλία, η αυτενέργεια, την οποία αναπτύσσει στον πολιτιστικό τομέα, καταπλήσσει. Συγκινεί η παρορμητική, έντονη διάθεσή του να ερευνήσει και να αναδείξει εις το διηνεκές τον κρητικό λαϊκό πολιτισμό.
Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει εκείνες τις καλλιτεχνικές μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις στην Ηλιούπολη με τα δεκάδες κρητικά συγκροτήματα και την ενθουσιώδη, αποθεωτική υποδοχή που έτυχαν από ένα εντυπωσιασμένο κοινό;
Δημιουργός ο Σταύρος Φωτάκης την «Αμαριώτικης Παρέας του ριζίτικου» που εκφράζει κατά τον καλύτερο τρόπο τον κατ’ εξοχήν, το γνήσιο κρητικό λαϊκό πολιτισμό, καθώς μεταφέρει το μυρωμένο δροσερό αέρα, που λες και κατεβαίνει σαν αντίλαλος από τους γκρεμούς και τα φαράγγια του Ψηλορείτη και της Μαδάρας.
Αποδέκτης ο Στ. Φ. του φλογερού μηνύματος του Καζαντζάκη: «είναι μεγάλη η ευθύνη να είσαι κρητικός» θέλει να προσφέρει αφειδώλευτα, γενναιόδωρα και με παραδειγματική ανιδιοτέλεια και έχει βάλει ως και την ψυχή του, για να τον αναδείξει το λαϊκό πολιτισμό της Κρήτης, ένα πολιτισμό ανώτερο και αξεπέραστο.
Ο Σταύρος Φωτάκης έχει ενστερνιστεί σε όλο τους το βάθος τις αρχές της κρητικής λαϊκής μας παράδοσης έχει αναγνωρίσει την αξία της, και ως εκ τούτου διακατέχεται από ασίγαστο μεράκι, να προβάλλει εμφατικά το προγονικό μεγαλείο της.
Αντί για τη λέξη «απομνημονεύματα» σαν μια λέξη τετριμμένη και ακαλαίσθητη, επιλέγει ως τίτλο του βιβλίου του, που κυκλοφόρησε πρόσφατα μια μικρή παραθετική, νοηματική πρόταση: «Στη βορεινάδα μιας κορφής γράφω τα που θυμάμαι». Ιδιοφυής η έμπνευση του συγγραφέα, να διανθίζεται αυτή η πρόταση και από την υποβλητική, χαρισματική εκφραστικότητα του κρητικού ιδιώματος.
Τα διαφορετικά μέρη του βιβλίου τα οποία συναποτελούν ένα πολύμορφο και πολυμερές σύνολο, εμπερικλείουν ένα ευρύτατο φάσμα λαογραφικών στοιχείων, το οποίο εκτείνεται στις 400 σελίδες του καλαίσθητου τόμου, με το πανοραμικό τοπίο στο περιποιημένο εξώφυλλο και την πανέμορφη, κρητική φύση.
Η βράβευση με την απονομή επαίνου από την Ακαδημία Αθηνών (σελ. 4) περιποιεί ανάλογη, υψηλή τιμή στον συγγραφέα.
Πολύ πνευματώδεις οι παραδόσεις και οι θρύλοι θρησκευτικού και συνάμα θρυλικού χαρακτήρα στις σελ. 40-44.
Από το κεφάλαιο για τους Αι – γιαννιώτες Μοναχούς της Ι. Μονής Ασωμάτων συγκινεί βαθιά το συναξάρι του αθλοφόρου Μοναχού καπετάν Μητροφάνη. Σε στίχους δραματικούς, αισθαντικούς, ολοζώντανους ανιστορεί ο Σταυρός Φωτάκης τα ηρωικά ανδραγαθήματα αυτού του λεβέντη Κρητικού. Εκτός από τον καπετάν Μητροφάνη και άλλες δύο μορφές της Χριστιανοσύνης με καταγωγή τον Αι-Γιάννη προξενούν συγκίνηση όπως ο ιεροδιάκονος Γεράσιμος Ζωιδάκης και ο Ηγούμενος Ιερεμίας Λύμας. Ο αναφερόμενος μοναχός Ιλαρίων Φρατζεσκάκης ήταν από το Μέρωνα πρώτος εξάδελφος της γιαγιάς μου Ρούσσας. Τον φιλοξενούσε ο πατέρας μου συχνά στο πατρογονικό μας σπίτι στο Ρέθυμνο επί της οδού Τσαγρή, Τον θυμάμαι πολύ καλά.
Όπως αναφέρει ο Στ. Φ. σε ένα θλιβερό ιστορικό στις σελίδες 127-130 «Οι Γερμανοί γνώστες της όλης αντιστασιακής δραστηριότητας τον Μανόλη Παπαδογιάννη, άλλοτε υπουργού, επεδίωκαν με κάθε τρόπο τη σύλληψή του. Παρά τις έρευνες δεν κατάφεραν να τον συλλάβουν, αλλά συνέλαβαν ως ομήρους τις δύο εξαδέλφες του, με σκοπό να τον αναγκάσουν να παραδοθεί. Τις δύο αδελφές τις επιβίβασαν στη Σούδα σε πλοίο μαζί με άλλους Έλληνες ομήρους και χιλιάδες Ιταλούς αιχμαλώτους. Το πλοίο αυτό βυθίστηκε από αγγλικό υποβρύχιο αύτανδρο το Νοέμβριο του 1943. Θυμάμαι όταν στα παιδικά μου χρόνια συντάραξε η είδηση ότι από τον Άγιο Νικόλαο, μέχρι τον Άγιο Σπυρίδωνα η θάλασσα εξέβραζε πτώματα. Από παιδική περιέργεια τρέξαμε να δούμε το αποτρόπαιο φαινόμενο, αυτό το φρικιαστικό θέαμα που αντικρίσαμε δεν περιγράφεται. Σε απέραντη έκταση επέπλεαν μέσα στη θάλασσα χιλιάδες τυμπανιαία, εξογκωμένα πτώματα.
Εν συνεχεία στις σελίδες 135 μέχρι 2006 αναφέρονται ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά, βιογραφικά με την εθνική, είτε πολιτιστική, είτε πνευματική και οπωσδήποτε δυναμική δραστηριότητα καταξιωμένων Αϊγιαννιωτών προσωπικοτήτων σε πολυσχιδείς δραστηριότητες.
Είναι εκ των ων ουκ άνευ ο αστείρευτος, ο ένθερμος ζήλος του μεταξύ των διανοουμένων Ρεθεμνιωτών Σταύρου Φωτάκη για τη συντήρηση και διάσωση του λαϊκού πολιτισμού της γενέτειρας. Είναι διακαής του πόθος η περισυλλογή κάθε στοιχείου για να εκπονήσει μια λαογραφική συγγραφή σε όλες τις εκφάνσεις της παράδοσης από τις επουσιώδεις και δευτερεύουσες, μέχρι τις σημαντικές, και τις σπουδαίες.
Ένας άγνωστος εν πολλοίς σήμερα τομέας είναι εκείνος των άλλοτε βιοποριστικών αλλά σήμερα ξεπερασμένων επαγγελμάτων. Ο Στ. Φ. διασώζει στο έργο του εκτός των γνωστών και πολλά άγνωστα. Ενδεικτικά αναφέρω π.χ. τους φελουτζήδες που κατασκεύαζαν τσόκαρα. Ήταν ένα είδος ξύλινης παντόφλας. Οι καζανιάρηδες. Καζάνι εννοούσαν την όλη διαδικασία παραγωγής της τσικουδιάς. Θα ‘θελα να προσθέσω και μερικά άλλα ακόμα τα οποία δεν υπήρχαν στα χωριά αλλά μόνο στην πόλη, γι’ αυτό το λόγο δεν αναφέρονται. Είναι του σαμαρά, του πεταλωτή, του μπιτσαξή (στιβανά), του σκιντζή (μπαλωματή), του παπλωματά. Καθώς επίσης και τα περιφερόμενα «ανά τας αγυιάς και τα ρύμας» της πόλης, των μικροπωλητών εκείνων που διαλαλούσαν την πραμμάτεια τους στα σοκάκια και των μαστόρων με τις δουλείες του ποδαριού, όπως θυμάμαι εκείνο του καρεκλά που διόρθωνε τις καρέκλες με ψάθα, άλλο ήταν του γανωτή, που γάνωνε (κάλυπτε) τις κατσαρόλες με κασσίτερο κ.λπ.
Με αυξημένο ενδιαφέρον θα διαβάσει ο αναγνώστης για τα πραχτικά γιατροσόφια, όπως είναι τα πρακτικά, εμπειρικά φάρμακα, τα παρασκευάσματα σύμφωνα με προφορικές συνταγές για τη θεραπεία ασθενειών όπως π.χ. τα βραστάρια, η τσικουδιά, τα κρεμμύδια, το ξύδι κ.λπ. Η μητέρα μου θυμάμαι ότι μας έβαζε στα παιδικά μας χρόνια και αναπνέαμε τον καπνό από καιόμενο αντισκύαμο για τον πονόλαιμο.
Αρίστη η απόδοση και διεξοδική αναφορά του συγγραφέα την κρητική στωική θυμοσοφία που είναι η Λαϊκή Σοφία, τα γνωμικά και οι παροιμίες: «Είναι -αναφέρει- ένας νοηματικός κώδικας επικοινωνίας των κατοίκων, είναι σταράτες κουβέντες που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας. Φιλοσοφημένες κουβέντες από ανθρώπους του μόχθου και της βιοπάλης». Πρόκειται για σπάνια ιδανική συλλογή.
Εν κατακλείδι λίαν εύστοχο για την αξία του λεκτικού νοηματικού πλούτου του κρητικού ιδιώματος εκ τριακοσίων σελίδων πλούσιο, ένα πολύτιμο γλωσσάριο με τις εκφραστικές εικόνες με τον μοναδικό τρόπο που αντανακλούν τον εσωτερικό ψυχικό κόσμο παραστατικά, έντονα.
Πρόκειται για έρευνα και σπουδή η οποία αναδεικνύει εις το έπακρο το Λαϊκό μας πολιτισμό και τιμά δεόντως τόσο το ευλογημένο απ’ του Θεού τη Χάρη νησί, όσο και τον περινούστατο, καταξιωμένο, άοκνο, δημιουργικό, πνευματικό άνθρωπο και παραγωγικό συγγραφέα των κρητικών λαμπρών παραδόσεων!…