Στην Κρητική γη και στον χώρο που ο ίδιος είχε επιλέξει, στο μικρό Κοιμητήριο του Αργουλιδέ σ’ ένα τάφο λιτό, αναπαύεται από χθες το απόγευμα ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Η κηδεία και η ταφή του έγινε από την οικογένεια του σύμφωνα με τα έθιμα της Κρήτης τα οποία και ο ίδιος τηρούσε πάντα.
Η σορός του πρώην πρωθυπουργού είχε τεθεί από το απόγευμα της Τετάρτης έως χθες το μεσημέρι σε λαϊκό προσκύνημα, στον ναό της Αγίας Μαγδαληνής, στη Χαλέπα, με ολονύχτια αγρυπνία, απ’ όπου -στη συνέχεια- μεταφέρθηκε στον Αργουλιδέ.
Στις 15:00 ξεκίνησε η πομπή από τον Ιερό Ναό της Αγίας Μαγδαληνής Χανίων. Στους ώμους ανδρών του Ομίλου Βρακοφόρων Κρήτης, με χειροκροτήματα και συνθήματα, η σορός του Κωνσταντίνου Μητσοτσάκη βγήκε από την εκκλησία. Τυλιγμένο με την ελληνική σημαία και τον κόσμο να πετάει ροδοπέταλα και να φωνάζει «αθάνατος», το φέρετρο τοποθετήθηκε στον κιλλίβαντα και μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο του Αργουλιδέ, όπου ο πρώην πρωθυπουργός ετάφη δίπλα στην αγαπημένη του σύζυγο, Μαρίκα.
Με το ριζίτικο «Σε ψηλό βουνό» από μαυροντυμένους Κρητικούς, με μαντινάδες από τους Μανώλη Κονταρό και Νίκο Ζωιδάκη και με παρατεταμένα χειροκροτήματα πλήθος κόσμου αποχαιρέτησε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Ο εγγονός του, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, γιος του Κυριάκου Μητσοτάκη, άφησε επάνω στο φέρετρο την κρητική κατσούνα του παππού του.
Στον γιο του, πρόεδρο της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη, παραδόθηκε η ελληνική σημαία με την οποία ήταν καλυμμένο το φέρετρο, ενώ στην κόρη του Ντόρα Μπακογιάννη παραδόθηκαν τα μετάλλια του.
Να σημειωθεί ότι τη στιγμή της ταφής, άνδρες της 1ης Μοίρας Αλεξιπτωτιστών έριξαν ριπές.
Νωρίτερα πριν την «αναχώρηση» της σορού για το Κοιμητήριο Αργουλιδέ, η Ντόρα Μπακογιάννη αποχαιρέτησε τον πατέρα της με επικήδειο λόγο λέγοντας:
«Είχαμε συμφωνήσει και η Αλεξάνδρα και η Κατερίνα και ο Κυριάκος και εγώ να έρθουμε του Αγίου Πνεύματος. Eσύ το ήθελες τόσο πολύ. Δεν ξέρω αν βλέπεις, αλλά τα Λευκά Όρη κρατούν ακόμα χιόνι στις κορφές τους. Τα λουλούδια στο Ακρωτήρι είναι ανθισμένα. Φέτος, είχαμε νερό πολύ. Μην ανησυχείς, η σοδειά προβλέπεται μεγάλη.
Είμαστε όλοι εδώ. Όλη η οικογένεια, μα πάνω απ’ όλα οι φίλοι σου, που σταθήκανε δίπλα σου σε όλες τις μάχες της ζωής σου. Τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Όλοι αυτοί, που μια ζωή ακουμπούσες και ακουμπούσαν πάνω σου.
Μίλησαν πολλοί για σένα αυτές τις μέρες, καλά και τιμητικά. Σήμερα, όμως, εδώ δεν είμαστε για να μιλήσουμε για την πολιτική, για όλα εκείνα τα σωστά που είπες και έκανες. Είμαστε εδώ για να σου πούμε το μεγάλο ευχαριστώ και το πικρό αντίο.
Σ’ ευχαριστούμε, για την ανθρωπιά σου, για τη λεβεντιά σου, για την καλοσύνη σου, για το περίσσευμα καρδίας που μας δίδαξες με το παράδειγμά σου. Σ’ ευχαριστούμε που μας έμαθες ν’ αγαπάμε την Κρήτη. Σ’ ευχαριστούμε που μας δίδαξες να τιμάμε τις φιλίες μας, τον λόγο μας, το χρέος και την ευθύνη μας. Σ’ ευχαριστούμε για την αστείρευτη, πηγαία αισιοδοξία σου. Για την πίστη σου, ότι τελικά όλα θα πάνε καλά. Για τον τόπο, πέρα και πάνω απ’ όλα.
Όταν σου είπα πριν λίγες ημέρες ότι η χώρα δεν πάει καλά, μου είπες να έχω πίστη στους Έλληνες, πως εσύ τους ξέρεις. Ότι η Ελλάδα θα ξανασηκωθεί.
Σ’ ευχαριστούμε που μας δίδαξες να λυγίζουμε, αλλά να μη σπάμε. Να πέφτουμε, αλλά να ξανασηκωνόμαστε. Σ’ ευχαριστούμε γιατί μας μπόλιασες δύναμη. Πού, όμως, τώρα να βρω τη δύναμη να σε αποχαιρετίσω; Λέξεις δένουν κόμπο στον λαιμό και με πνίγουν. Ίσως είμαι η πιο ακατάλληλη να μιλάω αυτήν την ώρα. Στέκω, όμως, όρθια στη γη που τόσο αγάπησες και προσπαθώ στην περηφάνια μου για σένα να βρω την αντοχή. Δεν ζύγιαζες, δεν μετρούσες, δεν βολεύτηκες δεν χώρεσες ποτέ σε όλα εκείνα που είπαν πως δεν ακούγονται καλά. Σε όλες τις μικρότητες και στους μικρούς, στους λίγους. Στα κρυφά. Δεν χώρεσες. Ήσουν ψηλός βλέπεις. Και το βλέμμα σου δεν ήξερε παρά να απλώνεται.
Δεν χώρεσε και η αγάπη σου για τη γη τούτη που σε γέννησε, για έναν ολόκληρο τόπο που τον πόνεσες, για τον λαό που πίστεψες, για έναν-έναν τους ανθρώπους του, για τη μάνα μας κυρίως. Για μας.
Δεν χωράς πιο πολύ τώρα, εδώ, ψηλέ περήφανε πατέρα μου, σήκω πάνω. Σήκω πάνω γιατί χρειαζόμαστε λίγο ακόμα. Ίσα να μας βγάλεις πάλι στο ξέφωτο. Σήκω πάνω γιατί άδειασε ο τόπος και θα μείνουν τα βουνά απερπάτητα. Σήκω πάνω, γιατί έχουν έρθει φίλοι πολλοί και δεν πάει να τους πω πως απόθανες. Σήκω πάνω γιατί θα χαράξει και δεν θα ‘σαι…».
Σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας παρευρέθηκε στην επιμνημόσυνη δέηση στον Ιερό Ναό Αγίας Μαγδαληνής Χαλέπας και στην συνέχεια στην ταφή του στο Κοιμητήριο του Αργουλιδέ Ακρωτηρίου.
Δεν ήταν όμως μόνο ο πολιτικός κόσμος, οι θεσμικοί παράγοντες, ο επιχειρηματικός κόσμος και οι φίλοι του. Εκεί ήταν και χιλιάδες πολίτες όχι μόνο ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας αλλά απλός κόσμος, απ’ όλη την Κρήτη ανεξάρτητα κομματικής καταβολής, για να αποχαιρετήσουν τον Κρητικό πολιτικό, τον τελευταίο από τους μεγάλους ηγέτες της χώρας και να συλλυπηθούν τα παιδιά του, Ντόρα, Αλεξάνδρα, Κατερίνα και Κυριάκο, τα εγγόνια του, τα δισέγγονα του αλλά και τους πιστούς για δεκαετίες συνεργάτες του, μεταξύ των οποίων ο Μανούσος Γρυλλάκης και ο Στέλιος Νικηφοράκης.