-Α’ Μέρος
Είναι γεγονός ότι για πρώτη φορά από την ίδρυση των Υπηρεσιών και των Σχολών του Πανεπιστημίου Κρήτης (ΠΚ) στην πόλη μας, έγινε ένας τόσο ανοικτός, ευρύς και σε βάθος δημόσιος διάλογος ανάμεσα στους θεσμικούς εκπροσώπους της πόλης (δήμαρχο, βουλευτές, αντιπεριφερειάρχη) και τους εκπροσώπους του ΠΚ (τον πρύτανη και τους δύο αντιπρυτάνεις, που εκπροσωπούν τα Τμήματα του ΠΚ στο Ρέθυμνο).
Για την επιτυχία αυτής της τόσο σημαντικής για τον τόπο μας συνάντησης αρμόζουν θερμά συγχαρητήρια και ευχαριστίες στα «Ρ.Ν.» και στον διευθυντή τους, κ. Μανόλη Χαλκιαδάκη. Δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση να καταφέρεις να συγκεντρώσεις επτά ανθρώπους επωμισμένους με τόσες φροντίδες και έγνοιες και να συζητήσουν πάνω σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα, που σχετίζεται άμεσα με το παρόν και το μέλλον αυτής της πόλης και των Τμημάτων του ΠΚ, που λειτουργούν σ’ αυτήν. Ο γράφων αυτές τις γραμμές είναι, μεταξύ των επιζώντων, το αρχαιότερο στέλεχος του ΠΚ στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο, που έζησε από κοντά τη δημιουργία, την εποποιία, θα λέγαμε, του ΠΚ από την εποχή του αείμνηστου Γ. Κουρμούλη, του πρώτου προέδρου της Διοικούσης Επιτροπής του ΠΚ, ως τη συνταξιοδότησή του το 2002, χωρίς να παύσει να παρακολουθεί και να αγωνιά για την ως τώρα εξέλιξη και πορεία του. Με βάση τις πλούσιες και έντονες εμπειρίες και βιώματά του στο συγκεκριμένο χώρο θα ήθελε ο γράφων να διατυπώσει τα συμπεράσματα και τους προβληματισμούς του σε σχέση με την εν λόγω συζήτηση.
Ας αρχίσουμε από τον δήμαρχο της πόλης, τον κ. Μαρινάκη: Έχει σωστά αντιληφθεί, συνεχίζοντας την παράδοση του κ. Δημήτρη Αρχοντάκη, τη σημασία που έχει για το παρόν και το μέλλον του Ρεθύμνου η πετυχημένη λειτουργία των Σχολών και των Τμημάτων του ΠΚ στην πόλη. Εγκρατής και έμπειρος νομικός, με πλούσια την εμπειρία του από τη μακρά και επιτυχημένη θητεία στον Δήμο, έχει θέσει σωστά και ως όφειλε το ζήτημα του ΠΚ στην πρώτη γραμμή των ενδιαφερόντων και διεκδικήσεων του Δήμου μας. Από την άποψη αυτή αποδείχτηκε ως ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές της βραδιάς. Για μια φορά ακόμα ήταν εγκύρως ενημερωμένος, σαφής, ξεκάθαρος, ανυποχώρητος, διεκδικητικός και σθεναρός μαχητής για τα ζητήματα που αφορούν την πόλη μας και σχετίζονται με το ΠΚ.
Ως δεύτερο ιδιαιτέρως σημαντικό πρωταγωνιστή από τη μεριά του Ρεθύμνου θα θέταμε τους δύο κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους του Νομού μας. Τον κ. Γιάννη Α. Κεφαλογιάννη, βουλευτή Ρεθύμνης και υφυπουργό Υποδομών και Μεταφορών και τον κ. Ανδρέα Ξανθό, βουλευτή Ρεθύμνης και πρ. Υπουργό Υγείας. Εδώ είχαμε την πιο ωραία έκπληξη της βραδιάς. Και οι δυο τους μας είχαν δώσει ως τώρα πολλά και ποικίλα δείγματα σοβαρότητας και υπευθυνότητας. Την περασμένη Κυριακή το βράδυ όμως, τους είδαμε και τους απολαύσαμε να διαλέγονται ήρεμα, πολιτισμένα, σοβαρά, χωρίς διαξιφισμούς με συναινετικό και καθόλου διχαστικό λόγο και διάθεση. Μας έκαναν περήφανους και οι δυο τους. Λίγοι νομοί στην Ελλάδα έχουν το προνόμιο να εκπροσωπούνται από τόσο σοβαρούς πολιτικούς. Αποτελούν ένα μέγιστο συγκριτικό πλεονέκτημα για το Ρέθυμνο. Πλεονέκτημα που γίνεται ακόμα σοβαρότερο αν ληφθεί υπόψη ότι και οι δυο τους κατέχουν υψηλή και υπεύθυνη θέση στην ιεραρχία τόσο στο χώρο της συμπολίτευσης, όσο και σ’ αυτόν, τον επίσης κρίσιμο χώρο, της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στο πρόσωπό τους η πόλη βρίσκεται ενώπιον μιας πολύ μεγάλης και πρωτόγνωρης πρόκλησης. Να αξιοποιήσει δημιουργικά αυτή τη σπάνια ευκαιρία και τις δυνατότητες που οι εκπρόσωποι της διαθέτουν, για την προκοπή και ανόρθωση αυτού του τόπου.
Το ίδιο ισχύει και για την αντιπεριφερειάρχη, την κ. Μαίρη Λιονή. Είναι στενή συνεργάτις του περιφερειάρχη κ. Σταύρου Αρναουτάκη, στο πρόσωπο του οποίου η Κρήτη βρήκε τον πιο επιτυχημένο σε επίπεδο περιφέρειας ηγέτη στην Ελλάδα. Έναν άνθρωπο που κατάφερε να γίνει αποδεκτός και σεβαστός από όλες τις κομματικές παρατάξεις της χώρας και να υπηρετήσει με επιτυχία αυτό το ρόλο από το ξεκίνημά του ως σήμερα. Η θέση της κ. Μ. Λιονή μέσα στο χώρο της περιφερειακής ιεραρχίας αποτελεί ένα ακόμα θετικό συντελεστή στο δύσκολο αγώνα που έχει μπροστά της αυτή η πόλη, τόσο στα άλλα γενικότερα αναπτυξιακά θέματα, όσο και στον ακόμα δυσκολότερο αγώνα για το στερέωμα και την ενσωμάτωση των Σχολών και των Τμημάτων του Πανεπιστημίου με τα οποία το Ρέθυμνο έχει πιστωθεί ως φιλοξενούσα πόλις.
Ερχόμαστε τώρα στην εικόνα που έδωσε η συζήτηση στην περίπτωση της άλλης ομάδας των συζητητών. Της πλευράς δηλαδή που εκπροσωπεί τις αρχές, τη διοίκηση και τον επίσημο λόγο του ΠΚ. Τον πρύτανη, κ. Γιώργο Κοντάκη, και τους δύο αντιπρυτάνεις, τον κ. Κωνσταντίνο Σπανουδάκη, τον κ. Δημήτρη Μυλωνάκη. Να πούμε ότι ο κ. Πρύτανης, ξεκαθάρισε και πολύ σωστά, δύο πολύ σημαντικά ζητήματα. Πρώτο ότι βλέπει το ρόλο του ως πρύτανη ενός ενιαίου Πανεπιστημίου, που λειτουργεί σε δύο πόλεις και όχι ως πρύτανης του Ηρακλείου ή του Ρεθύμνου. Οι δύο αντιπρυτάνεις ως μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας που εδρεύει στο Ρέθυμνο αναφέρθηκαν διεξοδικά στα θέματα, στις στρατηγικές και στις προοπτικές που αφορούν ειδικότερα τις Σχολές και τα Τμήματα που λειτουργούν στην πόλη μας. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο του ενιαίου και αδιαίρετου πανεπιστημίου ακολούθησε ένας πρωτόγνωρα γόνιμος διάλογος. Ο κ. Μανόλης Χαλκιαδάκης με τον επιδέξιο και διακριτικό συντονισμό της όλης συζήτησης και τις εύστοχες παρεμβάσεις του συνέβαλε αποφασιστικά στην επιτυχία της. Τα προβλήματα δεν χώθηκαν κάτω από το χαλί, αλλά απλώθηκαν σ’ όλο το εύρος και το βάθος τους. Θεωρούμε το ίδιο πολύτιμες και τις διαφωνίες και τις διαφορετικές θέσεις, που διατυπώθηκαν εκατέρωθεν κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης και επίπονης συζήτησης. Συζήτηση η οποία θα μας απασχολήσει και στο επόμενο φύλλο των «Ρ.Ν.».