«Μην φοβηθείς το χαλασμό. Φωτιά! Τσεκούρι! Τράβα!… για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα.… Φτάνει μια Ιδέα να στο πει, μια Ιδέα να στο προστάξει, κορώνα Ιδέα, Ιδέα σπαθί που θα ‘ναι πάνω απ’ όλα!» Κωστής Παλαμάς.
Αυτήν την «πάνω από όλα» Ιδέα, την κορωνίδα Ιδέα, σαν τη μέγιστη αξία της ζωής σαν την γλαυκή ελευθερία που κανοναρχούσε τον επικό αγώνα, αυτήν τιμά τούτες τις μέρες το γένος των Ελλήνων απανταχού της γης. Αυτοί οι στίχοι του Εθνικού ποιητή, διαποτίζονται από τη μυστική ιερή μέθη της Ελληνικής Ελευθερίας και βαθυστόχαστα ερμηνεύουν το εσώτατο βίωμα και όραμα του Ελληνικού πνεύματος που είναι η ουσία και περιουσία της ψυχής των Ελλήνων.
Γι’ αυτό με ιερή συγκίνηση στρέφουμε τον λογισμό στα περασμένα και αναλογιζόμαστε την αυγή της 28ης Οκτωβρίου 1940 για να εκδηλώσουμε την ευγνωμοσύνη μας προς τους αγωνιστές, να εμπνευστούμε από τις αρετές τους και να εδραιώσουμε την πίστη και την ελπίδα μας, ιδιαίτερα σήμερα, «ότι ταχ’ αύριο έσεται άμεινον». Χαλυβδωμένη η Ελλάς πάνω στο ασάλευτο βάθρο της πίστης προς την ιδέα της ελευθερίας, βάδισε αλύγιστη, άφοβη και αγέρωχη προς τον ακάνθινο δρόμο της θυσίας και εξασφάλισε με τα λύτρα τρομακτικών συμφορών και αίματος την ευγενέστερη κληρονομιά διακηρύσσοντας μπροστά στην κατάπληκτη ανθρωπότητα, τότε, αλλά και σήμερα, ότι ουδέποτε θα πάψει να υπάρχει σαν ενιαίο έθνος με απαράλλακτη ψυχική ενότητα και κρυστάλλινη συναίσθηση των δικαιωμάτων της και της ιστορικής αποστολής της. Γι’ αυτό και η απάντηση ενός ολόκληρου Λαού, στο ιταμό τελεσίγραφο του ανιστόρητου εκείνου δικτάτορα της Ρώμης, θύμα επηρμένης αισιοδοξίας και της ψυχολογίας του καθεστώτος που αντιπροσώπευε, ήταν άμεση, ελληνική, λακωνική «Όχι» δείγμα της μεγάλης Εθνικής φρόνησης και σύννοιας, ομοψυχίας και ομογνωμοσύνης, ακατανίκητης δύναμης που δημιούργησε την εποποιία της Εθνικής Αντίστασης του Γοργοποτάμου και της μάχης της Κρήτης.
Η απάντηση του «Όχι» έδειξε ότι την ημέρα αυτή της 28ης Οκτωβρίου, έγινε έντονα συνειδητά σε όλους η έννοια Παρτίδα, σαν έκφραση μια κοινής συλλογικής συνείδησης και μιας περίλαμπρης ομοψυχίας, γιατί είχαμε μια έξαρση αδελφοσύνης, μιας απαράμιλλης ομοψυχίας, που ξεπηδούσαν από τα στήθη του καθενός ορμητικά, πηγαία και έδεναν γαϊτάνι και αλυσίδα τις ψυχές όλων ανεξαιρέτως. Μέσα σε τέτοια ατμόσφαιρα ζούσαμε, την αυγή της 28ης Οκτωβρίου. Κάτι το ανεξήγητο. Ήταν το θαύμα, ήταν μια ρωμαλέα απάντηση αρετής και ήθους που φώτισε τον αγώνα με αληθινό ουράνιο φως, μια αποκοτιά που την μύρωνε η λεβεντιά που προέρχονταν από μια αυτογνωσία και μια συνείδηση της θέσης, της αξίας και του ρόλου του Έλληνα μέσα στην παγκόσμια Ιστορία. Ξύπνησε μέσα του μια επίγνωση πως τρεις χιλιάδες χρόνια τον καλούσαν με το όνομά του, το άσημο μέχρι χθες να τα δικαιώσει και να τα υπερασπίσει. Η ιστορία γινόταν πράξη ζωής. Η εκλογή της Μοίρας ήταν βαριά, αλλά γι’ αυτό και η τιμή πολύ μεγάλη. Εκεί πέρα στα σύνορα, βροντούσε το κανόνι. Σε περισυλλογή βαθειά, με κλεισμένα μάτια το άκουγε μέσα της κάθε ελληνική ψυχή.
Το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν του γενικού Στρατηγείου, έδωσε με λιτή αξιοπρέπεια τον τόνο στην όλη υπόθεση. Σαν κείμενο επέζησε, μπήκε στην ιστορία: «Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από τις 5.30 σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαταλύψεως της Ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους». Η Ελλάδα αντιστέκονταν, πολεμούσε με πείσμα σε μια στιγμή που οι δυνάμεις του άξονα ήταν ακαταμάχητες και παντού νικηφόρες. Και ενώ δέος συνείχε ηττημένους και ουδέτερους, ένα κράτος μικρό, εδώ στην άκρη της Βαλκανικής, ορθώθηκε αποφασισμένο να υπερασπίσει τα όσια και τα ιερά. Η παράτολμη απόφαση, ξάφνιαζε και η ψυχική του δύναμη συγκινούσε. Ο κόσμος μάθαινε για μια ακόμη φορά πως άξιοι να ζουν είναι μόνον αυτοί που ξέρουν να πεθαίνουν. Ένας μικρός λαός, συχνά προδομένος από τους μεγάλους, είχε πάρει για άλλη μια φορά πάνω του την μεγάλη υπόθεση να εξασφαλίσει την αξιοπρέπεια της ζωής για όλους τους λαούς ή να χαθεί. Ανεξάντλητοι οι έπαινοι αρχηγών κρατών και του τύπου των ελεύθερων χωρών. Καλή η αναγνώριση στην ώρα του κινδύνου, χρειάζεται όμως και κάποια μνήμη αργότερα, που δυστυχώς όμως δεν υπήρξε εμπράκτως ποτέ. Και ήρθε η ιστορική αναγνώριση από τα χείλη του Χίτλερ: «Η ιστορική δικαιοσύνη όμως με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι από όλους τους αντιπάλους που αντιμετωπίσαμε, ο Έλλην στρατιώτης πολέμησε με ύψιστο ηρωισμό και αυτοθυσία».
Γι’ αυτό τη μνημόσυνη αυτή ημέρα να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας το ιστορικό μας παρελθόν και να αντλήσουμε διδάγματα για την εθνική, πολιτική, κοινωνική, οικονομική, ηθική, θρησκευτική συμπεριφορά μας, γιατί όπως λέει ο ιστορικό Πολύβιος που έζησε το 202 – 120π.Χ., σε μια εποχή όμοια περίπου με τη δική μας σε ότι αφορά τον εσωτερικό κλονισμό των αξιών, την διάχυτη διαφθορά που δημιουργεί έναν ανεπίγνωτο φόβο ανασφάλειας που κατέχει την κοινωνία μας, γιατί σήμερα και η προσοχή μας και το ενδιαφέρον μας στρέφεται και συγκεντρώνεται στα πράγματα, στο χρήμα και την κατάκτηση της εξουσίας και όχι στους ανθρώπους, λέει:
«Πως ένας λαός μπορεί να αφανισθεί από δική του υπαιτιότητα, από εσωτερικές κρίσεις, αυτές που φθείρουν και διαφθείρουν τις κοινωνίες. Και αυτό συμβαίνει όταν η φιλοδοξία για την κατάκτηση εκείνων των αξιωμάτων και θώκων που φέρνουν χρήμα και διακρίσεις, τότε ο ανταγωνισμός αυτός απλώνει το φθόνο, θεριεύει την κολακεία, την ψευτιά και αναπτύσσει στο έπακρο τη δημαγωγία, αυτό το δηλητήριο που θανατώνει την κοινωνία, τη δημοκρατία. Οι νόμοι παραμερίζονται, οι έννοιες δημοκρατία, ελευθερία βεβηλώνονται, οι θεσμοί, ατονούν και η αναρχία αποκτά δύναμη».
Την ημέρα αυτή της 28ης Οκτωβρίου μας δίδεται η ευκαιρία όχι μόνο να εορτάζουμε τυπικά, αλλά να ανοίξουμε προσεκτικά το βιβλίο της ιστορικής μνήμης, όχι μόνο να ιχνεύσουμε τα πάθη και τα λάθη μας, αλλά και να κάνουμε κινητήρια δύναμη της νεοελληνικής μας προκοπής τις αξίες του αγώνα του 1940 και της Εθνικής Αντίστασης, και να μην στρεβλώνουμε και νοθεύουμε, μόνοι μας, την ιστορική αλήθεια, αλλά και να μη επιτρέπουμε στους άλλους την παραχάραξη και νόθευση της ιστορίας μας, της ορθόδοξης παράδοσης μας και να στρέφουμε περίφροντι και άγρυπνη τη ματιά μας στον κόσμο των νέων «αξιών» που θέλουν να μας επιβάλλουν με τη «νέα τάξη πραγμάτων» και τη λεγόμενη οικονομική και πολιτιστική παγκοσμιοποίηση.
Πρακτικά δηλαδή, πολλά πράγματα μπορεί και πρέπει να κάνουμε και εμείς σήμερα της πολλαπλής κρίσης που διέρχεται η χώρα μας, να μη σταυρώνουμε τα χέρια μας και παραδοθούμε στην ειρκτή που μας έχουν ετοιμάσει οι άλλοι, ξένοι και ντόπιοι χωρίς να μας ρωτήσουν. Γιατί γύρω μας πλανιέται ένα αίσθημα ασφυξίας που δεν είναι μόνο η ασφυξία που μεταγγίζει η σημερινή τέχνη της ηθικής αμηχανίας, αλλά και η ασφυξία που μας ταλαιπωρεί ευθύς ως αποφασίσουμε ή αναγκαστούμε από τα πράγματα, να αντικρύσουμε τη ζωή μας με τα προβλήματά της κατάματα. Γιατί είμαστε παγιδευμένοι σε τέτοια καταθλιπτικά αδιέξοδα, ώστε τι άλλο μπορούμε να κάνουμε από το να αγωνιστούμε αφού όλοι οι διέξοδοι τριγύρω μας είναι κλειστές, σφραγισμένες, ώστε να ξαναβρούμε την ψυχική μας ισορροπία και αξιοπρέπεια για να συνεχίσουμε τη ζωή μας και να διατηρήσουμε ανόθευτη τη φυσιογνωμία μας και την ελληνικότητά μας.
Τελειώνοντας το σύντομο αυτό αφιέρωμα στο «Όχι» του 1940, θα ήθελα να τονίσω το ιερό χρέος που έχουμε να αποτίσουμε φόρο τιμής, και ευγνωμοσύνης στους ήρωες μαχητές, γιατί όπως λέει η Πινδαρική ρήση: «έστι τις λόγος ανθρώπων τελετεσμένων εσθλόν μη χαμαί σιγά καλύψαι. Θεσπεσία δε επεών καύχας αοιδά πρόσφορος». Δηλαδή σε ελεύθερη μετάφραση: «Δεν αρμόζει να σκεπάσει η σιωπή της λησμονιάς αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι διέπραξαν πολλά και ένδοξα. Εκείνο που αρμόζει είναι η θεία μελωδία στίχων που υμνούν και επαινούν τα ανδραγαθήματα αυτών των ανθρώπων».