Της ΕΥΑΣ ΛΑΔΙΑ
Όπως αναφέραμε στο χθεσινό μας αφιέρωμα, διαχρονικός πρωτοχρονιάτικος «εφιάλτης» των διωκτικών αρχών, ήταν ο «τζόγος».Οι Ρεθεμνιώτες δεν αποτελούσαν εξαίρεση ενός πάθους που δεν έχει πατρίδα, ούτε θρήσκευμα, αλλά από αιώνων αποτελεί κοινωνική πληγή. Κι όπως μαρτυρούν δημοσιεύματα όπως αυτό στην εφημερίδα «Αστραπή», με την είσοδο του 1926, η επικίνδυνη αυτή επίδοση, δεν είχε ούτε και ηλικία. Με τίτλο λοιπόν «Υπέρμετρος Ζήλος» διαβάζουμε στην «Αστραπή»:
«Συνελήφθησαν υπό του ανθυπομοιράρχου της υποδιοικήσεως Σπηλίου, Ν.Σ εις χωρίον ……τέσσαρες έφηβοι χαρτοπαίζοντες και οδηγήθησαν ενταύθα, αφού προηγουμένως φορτώθηκαν το σώμα του εγκλήματος, όπως έπιπλα και σκεύη του καφενείου καρέκλες και τραπέζια υπό το βάρος των οποίων διέτρεξαν ολόκληρον σχεδόν την επαρχία παραπεμπόμενοι έτσι φορτωμένοι, ως υποζύγια, από χωρίου εις χωρίον και από σταθμού εις σταθμόν.
Υπέρμετρος ζήλος των οργάνων της εξουσίας εν τη εκτελέσει των καθηκόντων αυτών διαφεύγων τα όρια και εξικνούμενος εις ύψος της βαρβαρότητας.
Δεν γνωρίζομεν εάν οι συλληφθέντες έχουσι το όριον της ηλικίας, το οποίον ο Νόμος δύναται να εφαρμοσθεί κατ’ αυτών ως επίσης εάν αυτός ο Νόμος ο επιβάλλων την φόρτωσιν των τραπεζών και των καρεκλών δεν προβλέπει την περίπτωση της μακρινής αποστάσεως και κατά το σημείον τούτο εξεταστέον το ζήτημα…».
Δικαία οπωσδήποτε η απορία του ρεπόρτερ, καθώς ήταν πάνω και από την ισχύουσα νομοθεσία η συμπεριφορά της χωροφυλακής Υπέρμετρος ζήλος στην κυριολεξία.
Από τη μέγγενη των διωκτικών αρχών δεν έξαιρούντο μήτε οι του σώματος. Ιδιαίτερα αυτοί πλήρωναν πιο ακριβά τη νύφη για παραδειγματισμό υποτίθεται. Αυτό προκύπτει από δημοσίευμα της εφημερίδα «Αναγέννηση» στη δύση του 1888.
Απόσπασμα χωροφυλακής, που κατέλαβε επ’ αυτοφώρω μια παρέα να επιδίδεται εις άγραν τύχης βρέθηκε προ εκπλήξεως αντικρίζοντας κι έναν βαθμοφόρο! Φυσικά αφού συνήλθαν από το σοκ, δεν του χαρίστηκαν κι έτσι πλήρωσε ακριβά ο ένστολος την επιθυμία του να προκαλέσει την τυφλή θεά Δέσμιος κι αυτός οδηγήθηκε αρμοδίως για τα περαιτέρω.
Σύμφωνα με τον αείμνηστο Θεμιστοκλή Βαλαρή, στο βιβλίο του «Μια πόλη αναμνήσεις» οι πέριξ της πράσινης τσόχας καθήμενοι ήταν ομότιμοι κι ας προέρχονταν από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις.
Αρκεί να άντεχε το κεμέρι τους.
Μια λέσχη, αρχές του περασμένου αιώνα, λειτουργούσε πάνω από του Κόκκινου το καφενείο, εκεί που βρίσκεται σήμερα το Τελωνείο Ρεθύμνου.
Εκεί έστηναν καρέ οι έχοντες και κατέχοντες και παίζονταν τεράστια ποσά. Ακόμα και σπίτια!
Χαρακτηριστική η ιστορία που μας αφηγείται ο πρύτανης της Ρεθεμνιώτικης Αρχοντιάς, αποφεύγοντας να αναφέρει ονόματα αν και όπως διευκρινίζει γνώριζε καλά τα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται.
Κοντά στην παραμονή πρωτοχρονιάς λοιπόν, αρχές του περασμένου αιώνα, περασμένα μεσάνυκτα κι ενώ λυσσομανούσε ο βοριάς ένας Τούρκος κι ένας Ρεθεμνιώτης είχαν ξεχαστεί παίζοντας ζάρια. Κοντά τους και κάνα δυο που ήθελαν να δουν πως θα τελειώσει αυτή η αναμέτρηση.
Μέχρι και τη λάμπα είχαν κατεβάσει μισό μέτρο από το τραπέζι για να βλέπουν καλύτερα.
Μια στιγμή ρωτά ο Τούρκος τον Χριστιανό πόσα λεφτά είχε μαζέψει.
– Εκατόν πενήντα ναπολεόνια απαντά ο άλλος (σ.σ. Μεγάλο ποσόν για την εποχή).
Και τότε τον προκαλεί ο Τούρκος να παίξουν, εκείνος το σπίτι του κοντά στο Δεσποτικό κι ο άλλος τα ναπολεόνια του.
Δέχεται ο Χριστιανός κι παίζει πρώτος ο Τούρκος φέρνοντας έξι-πέντε.
Έρχεται η σειρά του Ρεθεμνιώτη, αλλά στην τσόχα πέφτει μόνο το ένα ζάρι που έδειχνε άσσο.
Το άλλο ήταν άφαντο. Άρχισαν όλοι να το ψάχνουν πεισματικά, ενώ ο Τούρκος τους έλεγε να σταματήσουν, αφού από τον άσσο και μόνο κρινόταν το αποτέλεσμα. Κανένας όμως δεν τον άκουσε και συνέχισαν να ψάχνουν. Κάποια στιγμή όπως στο βαρύ πάτημα κάποιου στο ξύλινο δάπεδο πετάχτηκε το ζάρι που είχε μπερδευτεί στην άκρη του αμπαζούρ. Πέφτει πάνω στο άλλο ζάρι που γυρίζει και δείχνει εξάρι και όπως κυλιέται λίγο παρακάτω στέκεται επίσης στο έξι !!!
Έμειναν όλοι με ανοικτό το στόμα.
Ο Τούρκος δεν μπορούσε να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα. Πέταξε μαζί με ένα «Αφερημ εφέντη μου» και τα κλειδιά του σπιτιού στα χέρια του Ρεθεμνιώτη. Και τράβηξε προς την έξοδο χωρίς άλλη κουβέντα.
Αν έχεις τύχη διάβαινε που λένε….
O Νικόλαος Ανδρέας Δάνδολος
Κι ενώ δεν αποτελεί τίτλο τιμής η διάκριση στο τζόγο, το Ρέθυμνο θα μπορούσε να καυχηθεί πως είναι ο τόπος καταγωγής του μεγαλύτερου τζογαδόρου όλων των εποχών που παραμένει φαινόμενο.Ήταν ο Nick the Greek.
O Νικόλαος Ανδρέας Δάνδολος, ο άνθρωπος που είχε κερδίσει τη φιλία και το θαυμασμό προσωπικοτήτων διεθνούς φήμης και είχε ταπεινώσει έναν αρχιμαφιόζο προκαλώντας αίσθηση στον κόσμο της νύχτας, γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1893.
Εκτιμάται πως από τα χέρια του πέρασαν σχεδόν 500 εκατ. δολάρια (ποσό που στα σημερινά δεδομένα θα αντιστοιχούσε σε περίπου δύο δισ. δολάρια). Είδε την περιουσία του να εκτοξεύεται και να εξαϋλώνεται περίπου εβδομήντα φορές, δώρισε σχεδόν 20 εκατ. δολάρια σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και εκπαιδευτικά προγράμματα, 2 εκατ. σε «φίλους» που το είχαν ανάγκη, και τελικά πέθανε απένταρος ανήμερα των Χριστουγέννων, 25 Δεκεμβρίου του 1966.
Η οικογένειά του με ρίζες και στη Μικρά Ασία ήταν από τις πιο εύπορες. Ο πατέρας του ήταν ένας έμπορος χαλιών με μεγάλο κύρος στην αγορά. Ο Νικόλας μεγάλωνε στα «πούπουλα» κι είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει ό,τι ήθελε.
Σαν παιδί είχε τη ζωηράδα της ηλικίας του, υπερβολική κάποιες φορές, αλλά και μια εξαιρετική ευφυΐα.
Η εξυπνάδα του έκανε περήφανους γονείς, αλλά και τον επίσης εύπορο νονό του. Κι όλοι πίστευαν ότι το καμάρι τους θα γινόταν ένας μεγάλος επιστήμονας.
Η μητέρα του βέβαια είχε προσέξει κάποιες περίεργες συνήθειες του γιου της που έδειχνε μεγάλη αδυναμία στα …στοιχήματα, αλλά δεν έδινε σημασία. Μόνον όταν στα δέκα του χρόνια απέβαλαν τον κανακάρη της από το σχολείο επειδή τζόγαρε με το στρίψιμο νομισμάτων άκουσε να σημαίνουν καμπανάκια κινδύνου. Τότε μόνο συνειδητοποίησε την περίεργη συμπεριφορά του γιου της και σε κατάσταση υστερίας τον προειδοποίησε «Αν δεν προσέξεις όταν μεγαλώσεις θα γίνεις τζογαδόρος».
Λες και ήταν ανοικτοί οι ουρανοί όταν έκανε αυτή την προειδοποίηση.
Μόλις τέλειωσε τις εγκύκλιες σπουδές τον έστειλαν στη Σμύρνη όπου σπούδασε Φιλοσοφία στην Ελληνική Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Σαν φοιτητής ήταν άριστος. Διάβαζε με πάθος ιδιαίτερα τους μεγάλους κλασικούς. Η λατρεία που έτρεφε στην επιστήμη του δεν τον εγκατέλειψε μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν είναι τυχαίο ότι διάβαζε Πλάτωνα και Αριστοτέλη όταν δεν τζόγαρε. Κι όπως συνήθιζε να λέει «Στην αρχαία φιλοσοφία, βρίσκεις γνώση, γαλήνη της ψυχής, διεξόδους και ισορροπία».
Όνειρο της ζωής του ήταν να ταξιδέψει στην Αμερική και οι γονείς του δεν του στέρησαν τη χαρά αυτή. Περισσότερο βέβαια συνετέλεσε στην απόφασή τους αυτή η επιμονή του εφοπλιστή νονού, άλλες πηγές τον αναφέρουν ναυπηγό, ότι ο μικρός στο Νέο Κόσμο θα μπορούσε να μάθει από πρώτο χέρι τον κόσμο των επιχειρήσεων, ώστε να αναλάβει αργότερα την πατρική επιχείρηση.
Ο Νικ στην Αμερική που έγινε γνωστός ως «Nick The Greek»
Έτσι καλοκαίρι του 1902 ο 19χρονος τότε Νικόλας σάλπαρε με το ατμόπλοιο «Georgia», από τον Πειραιά για τη Νέα Υόρκη με τις ευλογίες της οικογενείας του και με το ζηλευτό επίδομα των 150 δολαρίων την εβδομάδα από τον παππού, ποσό σημαντικό για την εποχή, που του επέτρεπε να ζει άνετα. Από τη Νέα Υόρκη βρέθηκε στο Σικάγο και αργότερα στο Μόντρεαλ. Εκεί γνώρισε τον Φιλ Μασγκρέιβ, αναβάτη στον Ιππόδρομο που θα τον έβαζε στον «κόσμο των αλόγων» και όχι μόνο.
Ο Φιλ αποδείχτηκε καλός δάσκαλος, αφού κατάφερε ο μαθητής του να κερδίσει μέσα σε ένα χρόνο μισό εκατομμύριο δολάρια. Ο Νικ έχοντας πια για καλά εθιστεί στο τζόγο πίστευε πως είναι ο κατάλληλος καιρός για να επιστρέψει στο Σικάγο και να διαπρέψει στις χαρτοπαιχτικές λέσχες. Το μόνο που κατάφερε όμως ήταν να μείνει απένταρος, γεγονός βέβαια που δεν τον αποθάρρυνε. Αντίθετα τον έκανε μανιώδη παίκτη με τη μεγαλύτερη έφεση στο πόκερ. Η εμπειρία που αποκτούσε χρόνο με το χρόνο ανέβαζε και το αποθεματικό του στην τράπεζα. Μυθώδη ποσά πέρασαν από το λογαριασμό του για να μηδενίζεται όμως σε χρόνο ρεκόρ «Ψιλά γράμματα» όμως για τον ριψοκίνδυνο τζογαδόρο που είχε αποκτήσει ήδη κλαμπ φανατικών θαυμαστών.
Το προσωνύμιο όμως «Nick The Greek» και τη φήμη του εξαιρετικού χαρτοπαίχτη απέκτησε όταν η Νεβάδα από το 1931 και μετά νομιμοποίησε τα τυχερά παιχνίδια.
Γίνεται τακτικός θαμώνας χαρτοπαικτικών λεσχών και καζίνο, υπό την κηδεμονία ενός θρυλικού τζογαδόρου, του Νέστορα που έλεγε: «αν ο Θεός θέλει να μάθει να παίζει, θα έρθει σε μένα». Ο Νικ με τη σειρά του υποστήριζε ότι παίζει ζάρια και χαρτιά για τη συγκίνηση του παιχνιδιού κι όχι για το χρήμα. Γνώριζε να κερδίζει και να χάνει. Νίκη και ήττα ήταν στη σκέψη του σιαμαίες έννοιες.
Πως ταπείνωσε τον αρχιμαφιόζο
Σε μια ιστορική παρτίδα πόκερ στο κέντρο «Ελ Μορόκο» της Νέας Υόρκης, ο Νικ, με διάσημους θεατές, όπως ο Αιγύπτιος βασιλιάς Φαρούκ, έπαιζε κόντρα στον νονό της Μαφία, Κοστέλο. Στο τέλος ο Νικ κέρδισε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια και ο χαμένος της βραδιάς, Κοστέλο, του είπε: «Έλληνα, φεύγεις και δεν συνεχίζεις, γιατί είσαι δειλός!». Τότε ο Νικ παρακάλεσε τον Φαρούκ να ανακατέψει την τράπουλα. «Και τώρα αμίγκο, είπε στον Κοστέλο, έλα να τραβήξουμε από ένα χαρτί. Το μεγαλύτερο θα κερδίσει 500.000 δολάρια!». Ο Κοστέλο τον κοίταξε αυστηρά, άναψε ένα πούρο, έριξε το παλτό στον ώμο κι έφυγε με τους συνοδούς του… Την άλλη μέρα οι «Νιούγιορκ Τάιμς» εξυμνούσαν τον Νικ ως τον αδιαφιλονίκητο βασιλιά του πόκερ που ταπείνωσε τον Κοστέλο.
Με τα χρόνια, τον ειλικρινή και συμπαθή χαρακτήρα, το εντυπωσιακό παίξιμό του, με τις μεγάλες νίκες του (σημ.: είχε κερδίσει όλους τους μεγάλους παίκτες της εποχής), αλλά και με την αξιοπρεπή στάση στις ήττες του, απέκτησε κύρος και φανατικούς φίλους, που παρακολουθούσαν τις παρτίδες του.
Μεταξύ των μεγάλων θαυμαστών του και ο Φρανκ Σινάτρα, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Τέλης Σαβάλας ακόμα και ο βασιλιάς Φαρούκ.
Θρυλική στέκει η συνάντησή του με τον Άλμπερτ Αϊνστάιν, τον οποίο ξενάγησε στον θαυμαστό κόσμο του Βέγκας συστήνοντάς τον στην παρέα του ως «μικρό Αλ από το Πρίνστον».
Είναι αμέτρητα τα περιστατικά που αλιεύουμε από αναφορές για το Νικ στο διαδίκτυο για τις συμπεριφορές του κυνηγώντας την τύχη που έκοβαν την ανάσα. Διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
Κάποτε, παραμονή πρωτοχρονιάς, ο Νικ έχασε 300.000 δολάρια. Σηκώθηκε ατάραχος, ένα λεπτό πριν σημάνει ο νέος χρόνος κι έδωσε το σύνθημα να αναβοσβήσουν τα φώτα και ν’ ανοίξουν σαμπάνιες. «Ελπίζω», είπε, «η αλλαγή του χρόνου ν’ αλλάξει την τύχη μου». Το ξημέρωμα τον βρήκε να κερδίζει 1.250.000 δολάρια, ποσό που έχασε μετά στη ρουλέτα και στα άλογα… Το 1949 ο Νικ συμμετείχε σ’ ένα παιχνίδι πόκερ που χαρακτηρίστηκε «Μαραθώνιος». Παίχτηκε δημοσίως, με αντίπαλο τον Johnny Moss, τον καλύτερο παίκτη του πόκερ. Το παιχνίδι κράτησε 5 μήνες, με διαλείμματα μόνο για ύπνο και φαγητό. Στο τέλος ο Δάνδολος έχασε πάνω από 2.000.000 δολάρια και φεύγοντας είπε: «Κύριε Μος, θα πρέπει να σας αφήσω να φύγετε…». Έπειτα κατευθύνθηκε στον επάνω όροφο για να κοιμηθεί… Στη ζωή του o Nick the Greek εκτιμάται ότι κέρδισε και έχασε πάνω από 2 δισ. δολάρια και δώρισε πάνω από 20 εκ. για φιλανθρωπικούς σκοπούς, ενώ ο θρύλος τον θέλει να έχει κερδίσει (και να χάνει φυσικά) ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα στο Λας Βέγκας!
Η τελευταία παρτίδα
Αν και λάτρης της κλασικής παιδείας ο Νικ απέφευγε να τονίζει την καταγωγή του. Σαν να ντρεπόταν που ήταν Έλληνας. Άλλαξε άρδην στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο διαβάζοντας από την Αμερική για την ηρωική αντίσταση των Ελλήνων ενάντια στους φασίστες. Ο ίδιος είχε πει πως αισθάνθηκε την ανάγκη να δηλώσει την καταγωγή του όταν ένας μικρός μπήκε μέσα στο εστιατόριο που σύχναζε θέλοντας να του δώσει ένα μήνυμα. «Ψάχνω τον κ. Δάνδολο», είπε το παιδί. Τότε του ζήτησε να πάει πάλι πίσω και να επιστρέψει ζητώντας τον «Νίκο τον Έλληνα».
Η τελευταία παρτίδα της ζωής του παίχτηκε με το χάρο στο νοσοκομείο «Όρος Σινά» του Λος Άντζελες το 1966 που τον μετέφεραν με καρδιακή προσβολή. Κι ο Νίκ έχασε τη μάχη. Πέθανε στα 83 του χρόνια πάμπτωχος.
Όπως είπε χαρακτηριστικά κάποιος φίλος του «όλα τα προσωπικά του αντικείμενα τα φορούσε».
Ο «βασιλιάς των τζογαδόρων», όπως τον αποκάλεσε ο εκδότης του «Las Vegas Sun Newspaper», Hank Greenspun, την ώρα που ο Δάνδολος κειτόταν στο νεκροκρέβατο του νοσοκομείου, θεωρούσε πως «η τύχη είναι μια κυρία και αυτός είναι ο έρωτας της ζωής μου».
Ίσως γι’ αυτό δεν παντρεύτηκε ποτέ.
Στην κηδεία του έκλαιγε ο Σαβάλας σαν παιδί και ο Φρανκ Σινάτρα αποχαιρετώντας τον δακρυσμένος, είπε: «Νικ, υπήρξες τόσο αγνός κι έντιμος, ώστε η μόνη περιουσία που είχες ήταν οι αγαθοεργίες σου».
Αν και πέθανε κυριολεκτικά στην ψάθα τον έθαψαν οι φίλοι του πολυτελέστατα… Μαικήνες του Χόλιγουντ, σταρ και μαφιόζοι, ήρθαν με τις λιμουζίνες και εναπόθεσαν λουλούδια στο φέρετρο με συμβολικά τραπουλόχαρτα τον Ρήγα σπαθί!
Ήταν ό,τι θα ταίριαζε σ’ έναν παίχτη του κύρους του που πίστευε ακράδαντα πως «Το αμέσως καλύτερο πράγμα από το να παίζεις και να κερδίζεις είναι το να παίζεις και να χάνεις. Το βασικό είναι να παίζεις»…
Η ερμηνεία του φαινομένου
Το φαινόμενο Nick the Greek έγινε θέμα σε αμέτρητα δημοσιογραφικά κείμενα και εκπομπές διεθνώς, ενώ απασχόλησε και την επιστημονική κοινότητα.
Ο νομπελίστας φυσικός Richard Feynman που γνώρισε κάποτε τον Δάνδολο έκατσε και υπολόγισε τι έκανε τον Έλληνα τόσο φοβερό παίκτη. Βρήκε έτσι ότι ο Nick the Greek ήξερε λεπτομερώς τις πιθανότητες και τα ποσοστά επιτυχίας όλων των παιχνιδιών που έπαιζε. Ταυτοχρόνως, φρόντιζε να μάθει τις προκαταλήψεις των αντιπάλων του και τα σημάδια που φανέρωναν τι κρατούσαν στο χέρι τους, ενώ όταν έπαιζε με πεπειραμένους αντιπάλους χρησιμοποιούσε τη φήμη του μπλοφατζή που προηγούνταν εξάλλου του ιδίου…
Αυτός ήταν ο Νικόλαος Ανδρέας Δάνδολος. Καλώς ή κακώς έδωσε ακόμα μια πρωτιά στο Ρέθυμνο που εκτός από κορυφές του πνεύματος και της τέχνης, εκτός από πρωτεργάτες του συνδικαλισμού διεθνούς εμβέλειας, έτυχε να βγάλει και τον μεγαλύτερο τζογαδόρο των αιώνων. Συμβαίνουν αυτά και στις καλύτερες οικογένειες. Γιατί όχι και στη δική μας. Στον τόπο μας δηλαδή…
Πηγές:
Εφημερίδες «Αναγέννησις» και «Αστραπή».
Θεμιστοκλή Βαλαρή: «Μια πόλη αναμνήσεις».
Νικ ο Έλληνας από διάφορες πηγές.