Το 2013 είναι μια σημαντική χρονιά για την ορειβατική κοινότητα αφού συμπληρώνονται 100 χρόνια από την πρώτη ανάβαση στο Μύτικα, στην ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου, στα 2918 μέτρα. Η ΕΟΟΑ διοργάνωσε διάφορες εκδηλώσεις για να τιμήσει αυτή την ιστορική ορειβατική στιγμή με έκδοση αναμνηστικής σειράς γραμματοσήμων από τα ΕΛΤΑ, συναντήσεις Βαλκανικών Ορειβατικών και αναρριχητικών Ομάδων, έκδοση βιβλίου.
Η 8μελής αποστολή του ΕΟΣ Ρεθύμνου με αρχηγό τον Νίκο Βαβουράκη και μέλη τους Ευθύμη Καραπιδάκη, Μαρία Κορωνάκη, Λίλα Παπαδουράκη, Μιχάλη Τζανουδάκη, Νίκο Σκουλούδη, Δήμητρα Σκουλούδη και Διονύση Μαρκάκη ακολούθησε τον ΕΟΣ Ηρακλείου με 45 μέλη και αρχηγό την Βολωνάκη Ζουμπουλιά και έφτασαν στην τοποθεσία Γκορτσιά (1060 μ.) στις 19/7 το απόγευμα. Ακολούθησε πορεία μέσα στο δάσος ως το καταφύγιο Πετρόστρουγκας (1980 μ.) όπου και διανυκτέρευσαν. Το καταφύγιο αυτό διαχειρίζεται η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης. Σε παράπλευρη στάνη βρέθηκαν φίλοι των Ρεθυμνιωτών και ακολούθησε γλέντι μέχρι το πρωί. Το Σάββατο 20/7 ξεκίνησε η ανάβαση για το οροπέδιο των Μουσών, μέσω Σκούρτας (2.476 μ.) «Λαιμού» και «Πέρασμα του Γιόσου». Η πορεία με την εναλλαγή της βλάστησης και του τοπίου ανάλογα με το υψόμετρο ήταν εντυπωσιακή. Πεύκα, οξιές, έλατα, υπεραιωνόβια ρόμπολα έδωσαν την θέση σε αλπική βλάστηση, χαμηλά φυτά με πολύχρωμα λουλούδια ανάμεσα στις πέτρες. Στο οροπέδιο των Μουσών (2630 μ.) καταλαβαίνει ο καθένας γιατί διάλεξαν οι αρχαίοι θεοί τον Όλυμπο για κατοικία τους. Οι κορυφές Μύτικας (2918 μ.)και Στεφάνι (2908 μ.) ορθώνονται επιβλητικές και μεγαλειώδεις πάνω από αχανή γκρεμό, ζωσμένες με το ξακουστό μονοπάτι Ζωνάρια. Το ανάγλυφο της περιοχής με τις κορφές Τούμπα (2802 μ.), Προφήτης Ηλίας (2788 μ.) και αχανείς χαράδρες τριγύρω είναι εντυπωσιακό. Στο οροπέδιο υπάρχουν το καταφύγιο Γιόσος Αποστολίδης (διαχ. ΣΕΟ Θες/νίκης) και το καταφύγιο Χρήστος Κάκκαλος (Διαχειριστής Μιχ. Στύλλας, κατέκτησε το 2004 την ψηλότερη κορφή του κόσμου, το Έβερεστ). Το οροπέδιο ήταν γεμάτο πολύχρωμες σκηνές και οι ορειβάτες έκαναν βόλτες στις γύρω κορφές και προσπαθούσαν να διακρίνουν το κεφάλι του Δια κάτω από την Κακόσκαλα. Μέλη της Ηρακλειώτικης αποστολής επιχείρησαν επιτυχώς ανάβαση στον Μύτικα όταν ξεκαθάρισε η ομίχλη στην κορυφή. Οι καιρικές συνθήκες ήταν γενικά πολύ ευνοϊκές και όλοι παρακολούθησαν τις μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις που διοργάνωσε ο ΕΟΣ Λιτοχώρου. Το βράδυ η θερμοκρασία έπεφτε στο μηδέν.
Την Κυριακή 21/7 αρκετά μέλη της αποστολής ανέβηκαν στην κορυφή Προφήτης Ηλίας (2788 μ.) για την Πανελλήνια Συνάντηση. Εκπρόσωποι της ΕΟΟΑ αναφέρθηκαν στο ιστορικό της πρώτης ανάβασης στον Μύτικα το 1913 και ακολούθησαν χαιρετισμοί από τα σωματεία που παραβρέθηκαν και ανταλλαγή αναμνηστικών. Τέθηκαν προβληματισμοί για την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των αιολικών πάρκων στα βουνά της Ελλάδας και αναφέρθηκαν προσπάθειες που γίνονται για την ανάδειξη μονοπατιών, διαδρομών κλπ. Όλοι έδωσαν ραντεβού για την επόμενη χρονιά σε ένα άλλο φιλόξενο βουνό της πατρίδας μας.
Με την λήξη της ΠΟΣ οι αρχηγοί έδωσαν το σύνθημα της αναχώρησης για την μεγάλη διαδρομή. Πόρτες, Ζωνάρια, Σκάλα, Σκολιό, Αγ. Αντώνιος. Ήταν η σειρά της Ρεθυμνιώτικης αποστολής να επιχειρήσει για τον Μύτικα ή το Στεφάνι. Το βιβλίο υπέγραψαν στην κορυφή και φωτογραφήθηκαν δίπλα στην ελληνική σημαία οι Νίκος Βαβουράκης, Ευθύμης Καραπιδάκης, Μιχάλης Τζανουδάκης, Νίκος Σκουλούδης, Διονύσης Μαρκάκης. Η ομάδα συναντήθηκε με τους υπόλοιπους στο τέλος του στενού μονοπατιού (υπήρχε και χιόνι σε κάποιο δύσβατο σημείο) και ξεκίνησε η προσέγγιση της κορυφής Σκολιό (2912 μ.). Μέσω ενός απότομου μονοπατιού η αποστολή έφτασε στην Σκάλα. Η θέα ήταν καταπληκτική με τις ψηλότερες κορυφές σε απόσταση αναπνοής.
Στο Σκολιό βγήκαν οι απαραίτητες φωτογραφίες, ακούστηκαν σχετικές μαντινάδες και όλοι υπερήφανοι υπέγραψαν στο βιβλίο. Ο Μύτικας απέναντι 5 μ. πιο ψηλός, τα Μεγάλα Καζάνια και ανάμεσα αχανείς χαράδρες έκοβαν την ανάσα. Η ομάδα ξεκίνησε για τον Αγ. Αντώνιο (2816 μ.). Ο παλιός μετεωρολογικός σταθμός του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου έχει μετατραπεί σε καταφύγιο ανάγκης, πλήρως εξοπλισμένο από τον Ελλην. Στρατό που εδρεύει σε κοντινή περιοχή. Φαγητό, κρεβάτια, θέρμανση, ασύρματος υπάρχουν για ώρα ανάγκης. Φωτογραφίζονται αγριοκάτσικα και χιονούρες και αρχίζει η κατάβαση προς το καταφύγιο Σπήλιος Αγαπητός (Διαχ. Μ. Ζολώτα). Σταδιακά επανέρχεται η βλάστηση και το μονοπάτι Ε4 διέρχεται μέσα από πυκνές συστάδες δέντρων. Το καταφύγιο είναι και αυτό πλήρως οργανωμένο σε ύψος 2.100 μ., με ελικοδρόμιο και μπορεί να εξυπηρετήσει μέχρι 90 άτομα. Έχει πολλούς επισκέπτες, τουρίστες από Χαλκιδική κυρίως Γερμανούς αλλά και πολλούς Ρώσους. Όλοι ρωτούσαν πως θα φτάσουν στην κορυφή… Δυστυχώς έβρεξε την νύχτα πολύ και κάποιοι άτυχοι που κοιμήθηκαν σε σκηνές έγιναν μούσκεμα. Η Δευτέρα 22/7συνέχισε με βροχή αλλά η αποστολή πήρε το μονοπάτι της επιστροφής μέσα από το περίφημο «Δάσος της Σιωπής», ένα πανέμορφο δάσος με οξιές, προς την τοποθεσία Πριόνια (1130 μ.), όπου περίμενε το λεωφορείο. Τακτοποιήθηκαν τα σακίδια, γιορτάστηκαν τα γενέθλια της αρχηγού και ξεκίνησε η κατάβαση του φαραγγιού Ενιπέα. Το φαράγγι είναι καταπράσινο, γεμάτο νερά και καταρράκτες με 7 γεφυράκια πάνω από το ποταμάκι και καταλήγει στο Λιτόχωρο. Έγινε στάση στο Μοναστήρι του Αγ. Διονυσίου και αρκετοί έκαναν μπάνιο στα παγωμένα νερά του ποταμού.
(Από την ιστοσελίδα της ΕΟΟΑ)
Το 2013 είναι μία πολύ σημαντική επέτειος όχι μόνο για την ελληνική ορειβασία, αλλά και για όλο τον ορειβατικό κόσμο του πλανήτη. Συγκεκριμένα στις 2 Αυγούστου 2013 συμπληρώνονται 100 χρόνια από την κατάκτηση της κορυφής του Ολύμπου που έγινε από τον Χρήστο Κάκαλο από το Λιτόχωρο και τους διάσημους τότε Ελβετούς Frederic Boissonnas, φωτογράφο και εκδότη και Daniel Boud-Bovy συγγραφέα και τεχνοκρίτη. Επειδή είχαν μεσολαβήσει 25 περίπου ανεπιτυχείς προσπάθειες ξένων ορειβατικών και επιστημονικών αποστολών από το 1780, το γεγονός της πρώτης ανάβασης προκάλεσε το ενδιαφέρον ξένων ορειβατών που μετά και την κυκλοφορία των βιβλίων των δύο εξαίρετων Ελβετών άρχισαν να επισκέπτονται κατά κύματα την Ελλάδα και τον Όλυμπο και το κυριότερο με τις δημοσιεύσεις τους εξύμνησαν τις ασύγκριτες ομορφιές της Ελλάδος και του Ολύμπου. Από τότε έχουν ανέβει στον Όλυμπο πάνω από 150.000 ορειβάτες από 115 χώρες από όλες τις ηπείρους. Όλα αυτά δε, είχαν ως αποτέλεσμα και την ανάπτυξη του ορεινού τουρισμού της ευρύτερης περιοχής των Νομών Πιερίας και Λαρίσης.
Επειδή ο Όλυμπος θεωρείται και αναφέρεται στη διεθνή βιβλιογραφία ως ένα από τα ιερά βουνά σύμβολα του κόσμου, γιατί υπήρξε «κατοικία» των αρχαίων θεών και κέντρο της ελληνικής μυθολογίας που τόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε στη διαμόρφωση της αρχαίας ελληνικής σκέψης, πιστεύουμε ότι πρέπει να τιμηθεί το γεγονός της συμπλήρωσης 100ετίας από την πρώτη ανάβαση της κορυφής του με εκδηλώσεις ανάλογες της διεθνούς φήμης του.
Ίσως σήμερα να μη φαίνονται σπουδαίες οι προσπάθειες που έκαναν τότε οι διάφοροι ξένοι περιηγητές και επιστήμονες για να ανέβουν στον Όλυμπο (μικρό σχετικά βουνό σε σύγκριση με τις Άλπεις). Για τη σωστή αξιολόγηση των προσπαθειών αυτών και κυρίως της πρώτης ανάβασης στην κορυφή του, πρέπει να ληφθούν υπόψη η μεγάλη περίοδος της τούρκικης κατοχής, η χάραξη στον Όλυμπο τον ελληνοτουρκικών συνόρων (1881-1912), οι σχετικές άδειες που χρειάζονταν για την επίσκεψη ξένων, η έλλειψη κατάλληλων χαρτών και πληροφόρησης, η δυσχέρεια εξεύρεσης στρατιωτικής συνοδείας και αγωγιατών-οδηγών, τα συχνά πολεμικά επεισόδια που γινόντουσαν και η παρουσία τέλος πολλών ληστών μέχρι το 1926.
Στις 28 Ιουλίου φθάνουν στο Λιτόχωρο, ερχόμενοι με καΐκι από τη Θεσσαλονίκη (όπως συνηθιζόταν τότε) και αφού παίρνουν για οδηγό τον κυνηγό αγριοκάτσικων Χρήστο Κάκαλο (1882-1976) ξεκινούν την επόμενη ημέρα για τη Μονή Αγίου Διονυσίου, όπου φθάνουν το μεσημέρι.
Μετά από λίγο ανηφορίζουν το παλιό μονοπάτι στα βόρεια του μοναστηριού και κατασκηνώνουν στην Πετρόστρουγκα.
Στις 30 Ιουλίου, αφού αφήνουν την Πετρόστρουγκα και το κατεστραμμένο από μεγάλη πυρκαγιά δάσος της, ανηφορίζουν στη Σκούρτα και αφού διασχίσουν το «λαιμό» φθάνουν στην άκρη του οροπεδίου που αμέσως βαφτίζουν «Λιβάδι των θεών». Στη συνέχεια ανεβαίνουν στον Προφήτη Ηλία και εξερευνούν τη βάση του Στεφανιού. Την κορυφή αυτή τη βαφτίζουν «Θρόνο του Διός», ενώ στο Σκολιό δίνουν την περίεργη ονομασία «Μαύρη κορυφή» (γιατί εκείνη την ώρα ήταν σκοτεινή η πλευρά της προς τα Μεγάλα Καζάνια).
Από το οροπέδιο κατεβαίνουν κάτι απότομες σάρες και σε δύο ώρες φθάνουν στην άκρη του δάσους, όπου υπήρχε μία καλύβα ξυλοκόπων, εκεί που είναι σήμερα το μικρό ξέφωτο, ΒΑ του καταφυγίου «Σπήλιος Αγαπητός», που έχει διαμορφωθεί κατάλληλα για προσγείωση ελικοπτέρου. Εκεί στην καλύβα συνειδητοποιούν ποιος είναι ο «δρόμος» για την κορυφή. Στις 31 Ιουλίου όλη η ομάδα παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Όμως κοντά στο μοναστήρι αποφασίζουν να επιχειρήσουν την ανάβαση στην ψηλότερη και απάτητη κορυφή του Ολύμπου. Έτσι γυρνούν στα Πριόνια, όπου το βράδυ δοκιμάζονται από μία φοβερή θύελλα. Την άλλη μέρα αρκετά ταλαιπωρημένοι ανηφορίζουν το Μαυρόλογγο και το απόγευμα φθάνουν στην Καλύβα όπου και διανυκτερεύουν.
Πριν να ξημερώσει ακόμα ξεκινάνε με ομίχλη, χαλάζι και δυνατό αέρα. Μετά από μία κοπιαστική ανάβαση από μικρές χαραδρώσεις, σάρες και απότομους γλιστερούς βράχους, φθάνουν με μία τελευταία έφοδο πάνω σε μία στενή κορυφογραμμή (από την περιγραφή φαίνεται ότι ανέβηκαν κατευθείαν από τα Ζωνάρια). Σκαρφαλώνοντας συνέχεια μέσα στην ομίχλη, ο Χρήστος Κάκαλος μπροστά ξυπόλητος και πίσω οι δύο Ελβετοί δεμένοι με σχοινί, ανεβαίνουν τελικά σε μία «καταφαγωμένη» κορυφή που νομίζοντας ότι είναι η ψηλότερη την βαφτίζουν «Κορυφή της Νίκης» (προς τιμήν της νίκης των ελληνικών στρατευμάτων στο Σαραντάπορο). Οι Ελβετοί γράφουν λίγα λόγια σε μία κάρτα για την ανάβαση, τη βάζουν μέσα σε ένα μπουκάλι και το τοποθετούν προσεκτικά κάτω από ένα σωρό από πέτρες για να το προστατεύσουν (βρέθηκε ύστερα από 14 χρόνια, στάλθηκε στην Ελβετία και σήμερα βρίσκεται στα γραφεία της Ε.Ο.Ο.Α.).
Σε ένα ξάνοιγμα όμως του καιρού βλέπουν μία άλλη φοβερότερη κορυφή ψηλότερα από αυτούς και καταλαβαίνουν το λάθος τους. Απογοητευμένοι κατεβαίνουν την απόκρημνη κορυφή που τώρα ονομάζουν «Ταρπηία Πέτρα» και παίρνουν το «δρόμο» προς τα κάτω. Αλλά, όπως γράφει αργότερα ο Boissonnas, στην καρδιά κάθε θνητού βρίσκεται ένα κομματάκι από τη φωτιά του Προμηθέα.
Ο Χρήστος Κάκαλος με κατεβασμένο το κεφάλι, αμίλητος, κατεβαίνει την απότομη κόψη. Σταματάει. Μπροστά του ο «κατακόρυφος διάδρομος» που οδηγεί στην ψηλότερη κορυφή. Απάνω; Ρωτάει. Οι Ελβετοί του γνέφουν ναι. Είναι η μυστική απόφαση που είχαν πάρει προηγούμενα και οι τρεις τους, ο καθένας για τον εαυτό του, χωρίς να ανταλλάξουν λέξη. Όλοι τους μία σκέψη, μία καρδιά. Χωρίς άλλο λόγο ο Κάκαλος αφήνει τα φωτογραφικά σύνεργα που κουβαλούσε και ρίχνεται μπροστά, σκαρφαλώνει με πείσμα τους λείους και επικίνδυνους βράχους ακολουθούμενος από τους δύο Ελβετούς και να, σε λίγο είναι στο τέρμα, δεν πάει παραπάνω, είναι στην κορυφή.
Έτσι στις 2 Αυγούστου 1913 (οι Ελβετοί ήδη χρησιμοποιούσαν το σημερινό ημερολόγιο), ώρα 10 και 25΄ το πρωί κατακτιέται η ψηλότερη κορυφή της Ελλάδος, η απάτητη μέχρι εκείνη τη στιγμή κορυφή του Ολύμπου. Νικητές της ο Χρήστος Κάκαλος, Frederic Boissonnas και Daniel Baud Bovy. Ο Χρήστος Κάκαλος έγινε αργότερα ο πρώτος επίσημος οδηγός του Ολύμπου και για τελευταία φορά ανέβηκε στην ψηλότερη κορυφή το Μύτικα το 1972.
Η ανάβαση αυτή και η κατάκτηση της κορυφής, που βάφτισαν τότε «Κορυφή Βενιζέλος» (Μύτικας ονομάστηκε αργότερα) έγινε επίσημα γνωστή το 1919 με την έκδοση του βιβλίου «La Grece Immortelle».