Με την απόφαση του Eurogroup της 9ης Μαΐου έκλεισαν πολύ περισσότερα θέματα από την πρώτη αξιολόγηση. Έκλεισε ουσιαστικά η αμφισβήτηση από το εξωτερικό του δικαιώματος του ελληνικού λαού να επιλέγει δημοκρατικά την κυβέρνηση του και τις πολιτικές που θα εφαρμόσει η χώρα. Και μαζί με αυτό έκλεισε και ο φαύλος κύκλος των συνεχών περικοπών στα χαμηλά εισοδήματα που ξανάφερναν την ύφεση και τα μνημόνια. Έκλεισαν αυτά και άνοιξε ο δρόμος για την απομείωση του χρέους, δηλαδή για την επιστροφή στην οικονομική ανεξαρτησία της χώρας μας.
Η εικόνα πια είναι ξεκάθαρη, όσο κι αν προσπαθήσει να τη συσκοτίσει η «τρόικα εσωτερικού». Η ελληνική κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να υλοποιήσει την επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη, ήδη από το τέλος της φετινής χρονιάς.
Το μεγάλο ζητούμενο για τους Έλληνες πολίτες ήταν από την αρχή αυτό, η επιστροφή στην ανάπτυξη. Γιατί η σωρευτική ύφεση πάνω από 25% το διάστημα 2009-2014 έφερε και την γιγάντωση της ανεργίας και τη συνεχή πίεση για νέες περικοπές σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες.
Για να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη όμως πρέπει να πάψουμε σαν χώρα να παίρνουμε συνεχώς νέα υφεσιακά μέτρα. Αυτό τον απλό αλλά θεμελιώδη στόχο έβαλε η κυβέρνηση της αριστεράς από την πρώτη στιγμή. Και αντιμετωπίστηκε με πόλεμο τόσο στο εξωτερικό όσο και από το παλιό πολιτικό σύστημα.
Τους μήνες που προηγήθηκαν η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε τα μέτρα που εφαρμόζουν την συμφωνία του Ιουλίου με αυτό το κριτήριο, να μην ξαναβάλουν τη χώρα στον φαύλο κύκλο της ύφεσης.
Ο στόχος αυτός συμβαδίζει με τον στόχο της κοινωνικής δικαιοσύνης στα μέτρα οικονομικής πολιτικής. Η κυβέρνηση επιδίωξε αυτή την δικαιοσύνη στην κατανομή των επιβαρύνσεων όχι μόνον επειδή οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι μικροί επαγγελματίες πραγματικά δεν αντέχουν να υποστούν κι άλλες θυσίες. Αλλά επίσης επειδή νέες μεγάλες περικοπές στα εισοδήματα της πλειοψηφίας των πολιτών θα έφερναν την κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας.
Αυτές τις νέες, άδικες και καταστροφικές ταυτόχρονα περικοπές επιδίωξαν να μας επιβάλουν, κυρίως το ΔΝΤ από την πλευρά των δανειστών. Μέσα όμως από την περυσινή διαπραγμάτευση η Ελλάδα απέκτησε ισχυρούς συμμάχους στην ΕΕ. Συμμάχους που είδαν ότι τα θέματα που τόλμησε και έβαλε η Ελλάδα, από τη δημοκρατία στη λήψη των αποφάσεων στην Ευρώπη μέχρι τη λύση του προβλήματος του κρατικού χρέους, αφορούν και τους ίδιους.
Όταν η ελληνική κυβέρνηση κατόρθωσε να φτάσει τη διαπραγμάτευση σε ένα αποτέλεσμα συμβατό με τους στόχους της, έγινε η τελευταία προσπάθεια των σκληρών του νεοφιλελευθερισμού να μην κλείσει η αξιολόγηση, με την παράλογη απαίτηση να νομοθετήσουμε από τώρα νέες περικοπές για το 2018.
Όλα αυτά τα σχέδια κατέρρευσαν στο Eurogroup της Δευτέρας. Το μείγμα μέτρων που κατέληξαν οι συζητήσεις προστατεύει τα χαμηλά εισοδήματα και τις συντάξεις και διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος, Καμιά προληπτική νομοθέτηση συγκεκριμένων μέτρων δεν απαιτείται. Παράλληλα θα δοθούν στην Ελλάδα οι καθυστερούμενες δόσεις για να καλυφθούν και οι υποχρεώσεις του κράτους προς ιδιώτες, να μπει χρήμα στην πραγματική οικονομία. Μόνον με αυτή την οικονομική πολιτική και παράλληλα την αξιοποίηση του ΕΣΠΑ και τις νέες επενδύσεις χάρη στο κλίμα σταθερότητας, είναι ρεαλιστικός ο στόχος της ανάπτυξης χωρίς προπαγανδιστικά «success story». Ανάπτυξη σημαίνει ότι πετυχαίνουμε τους στόχους μας, δεν υπάρχει ανάγκη νέων μέτρων και τελειώνει το καθεστώς των μνημονίων. Έμενε ένας βραχνάς, το χρέος.
Η απόφαση του Eurogroup της 9ης Μαΐου είναι ιστορικής σημασίας, και γιατί καθορίζει συγκεκριμένη διαδικασία για την ελάφρυνση του χρέους. Το «ταμπού» έσπασε και η νίκη αυτή θα δυναμώσει κι άλλο τις συμμαχίες μας, θα δώσει αναπνοή στις προοδευτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη. Χωρίς ελάφρυνση του χρέους η Ελλάδα θα ήταν για πάντα δέσμια των πιστωτών της και η οικονομία μας θα πατούσε σε πήλινα πόδια. Αυτό υποστήριζε από την αρχή η κυβέρνηση της αριστεράς, αυτό ανέδειξε σε κεντρικό θέμα στην παρέμβαση του στο Ευρωκοινοβούλιο πέρυσι ο Πρωθυπουργός. Και η αντίληψη αυτή δικαιώθηκε.
Στην Ελλάδα ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-Ποτάμι, τα κόμματα που δεν τολμούσαν να βάλουν το θέμα του χρέους και προσποιούνταν ότι είναι βιώσιμο, τα κόμματα που εφάρμοσαν τις εξοντωτικές πολιτικές λιτότητας και ύφεσης, τα κόμματα που ταυτίζονται με ότι πιο αντιλαϊκό και αντιαναπτυξιακό προτείνει το ΔΝΤ, βλέπουν τώρα το όνειρο τους να ανατρέψουν την κυβέρνηση της αριστεράς να χάνεται. Έχουν επενδύσει διαδοχικά στις πιέσεις και τους εκβιασμούς από το εξωτερικό πέρυσι, στα σενάρια του κ. Σόιμπλε για Grexit, στην προσπάθεια του ΔΝΤ να δυναμιτίσει την αξιολόγηση φέτος. Προσπάθησαν ανεπιτυχώς να δημιουργήσουν «κίνημα της γραβάτας» παίζοντας με την επιβίωση του ασφαλιστικού συστήματος. Στηρίζουν τις προσπάθειες της διαπλοκής στα ΜΜΕ να δυσφημίσει την κυβέρνηση.
Η οθόνη όμως γράφει γι αυτούς game over. Η αξιολόγηση ολοκληρώνεται, το χρέος θα ελαφρυνθεί, οι συμμαχίες της Ελλάδας ενισχύονται διαρκώς, τα πιο δύσκολα είναι πίσω μας.
Για τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών η ελπίδα επέστρεψε. Όσο πολλά και να μένει να γίνουν στην οικονομία, έχουμε δικαιολογημένα πια την αισιοδοξία και την προοπτική, από τα πιο απαραίτητα εφόδια για να χτίσουμε το μέλλον.
*Ο Παναγιώτης Σκούτας είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ και Διευθυντής του γραφείου του Υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά