Από τον συνδικαλισμό στον χώρο των νοσοκομειακών γιατρών, βουλευτής Ρεθύμνου στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης του Κοινοβουλίου. Ο Ανδρέας Ξανθός, τον περασμένο Μάιο αιφνιδίασε και μάλλον αιφνιδιάστηκε κι ο ίδιος με την εκλογή του. Η πολυετής συνδικαλιστική του θητεία σίγουρα τον βοήθησε να προσαρμοστεί σχετικά νωρίς στο νέο του ρόλο. Το κόμμα του τον έχει ορίσει συντονιστή της Επιτροπής Κοινοβουλευτικού Ελέγχου του τομέα Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ, ένας χώρος που γνωρίζει καλά.
Εξακολουθεί να διατηρεί χαμηλό προφίλ όπως και πριν, τότε δηλαδή που, όπως λέγεται, ήταν εκείνος που ουσιαστικά βρισκόταν πίσω από τους αγώνες διεκδικήσεων των γιατρών για το Νοσοκομείο. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας από τους μετριοπαθείς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς δεν τον βλέπει κανείς στα τηλεπαράθυρα να διαπληκτίζεται ούτε να εκφέρει ακραίες απόψεις κι όταν εμφανίζεται είναι ήπιων τόνων. Οι πολιτικές του απόψεις δεν διαφέρουν από εκείνες που επίσημα το πλαίσιο του κόμματός του ορίζει.
Σήμερα, εννέα μήνες μετά, σε συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης που παραχώρησε στα «Ρ.Ν.» απαντάει για όλα τα πολιτικά ζητήματα της επικαιρότητας: Για τον σημερινό ρόλο του βουλευτή, για το Μνημόνιο, τι φταίει και ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την φάση δεν κεφαλαιοποιεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια, για τη λίστα Λαγκάρντ και τις ποινικές ευθύνες Παπακωνσταντίνου-Βενιζέλου, για την Χρυσή Αυγή. Καταθέτει επίσης την δική του πρόταση για την αναπτυξιακή κατεύθυνση του Ρεθύμνου.
Εννέα μήνες μετά τις εκλογές, εννέα μήνες κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης ο ΣΥΡΙΖΑ, εννέα μήνες βουλευτής ο Ανδρέας Ξανθός. Πείτε μου πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να είναι κάποιος βουλευτής και μάλιστα της Περιφέρειας. Είχατε βεβαίως μια μεγάλη εμπειρία συνδικαλιστική. Σας βοήθησε στον σημερινό, κοινοβουλευτικό σας ρόλο;
Νομίζω ότι η μετάβαση από το επίπεδο του ιατρικού συνδικαλισμού, του συνδικαλισμού στον χώρο των νοσοκομειακών γιατρών και ενός πολιτικού στελέχους στην επαρχία, σ’ αυτό το νέο ρόλο του βουλευτή, είναι μια μεγάλη αλλαγή. Είναι μια μεγάλη τομή και μια μεγάλη πρόκληση. Είναι τελείως διαφορετικό το επίπεδο των απαιτήσεων, των ευθυνών και των υποχρεώσεων αλλά είναι όπως προείπα και μια μεγάλη πρόκληση σ’ ένα άνθρωπο που ούτως ή άλλως πάντα είχε ενεργό πολιτική ενασχόληση και παρουσία. Πρόκληση να ανταποκριθεί σε ένα εγχείρημα συλλογικής χειραφέτησης της κοινωνίας, μιας κοινωνίας που έχει βρεθεί σε αδιέξοδο σήμερα και δοκιμάζεται σκληρά.
Το στοίχημα για μας όλους στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι να έχουμε καλούς βουλευτές, οι οποίοι θα κάνουν πολλές ερωτήσεις στην Βουλή, θα παίρνουν πολλές φορές τον λόγο στην Ολομέλεια, θα έχουν πολλές συναντήσεις με τοπικούς φορείς. Το στοίχημα για μας είναι να πείσουμε την κοινωνία ότι δεν χρειάζεται απλώς να γίνουν σημαντικές αλλαγές στην χώρα μας για να ξεφύγουμε από το σημερινό τέλμα και αδιέξοδο, αλλά ότι χρειάζεται να προχωρήσουμε και μ’ ένα άλλο τρόπο. Χωρίς δηλαδή την λογική του παραγοντισμού, χωρίς την λογική της προσωπικής ιδιοτέλειας. Η αντίληψη της παρέμβασης του ενός ανθρώπου, η λογική της ανάθεσης, νομίζω ότι είναι λάθος.
Πρέπει να πείσουμε την κοινωνία ότι δεν φτάνει απλώς να έχουμε πιο έντιμους βουλευτές, κάτι το οποίο βεβαίως αποτελεί μεγάλο αίτημα σήμερα και δεν είναι δεδομένο και με όλα αυτά που συμβαίνουν στο πολιτικό σύστημα. Το ζήτημα δεν είναι απλώς να πείσουμε ότι χρειάζεται μια καλύτερη διαχείριση, μια πιο έντιμη διαχείριση από τους ανθρώπους στους οποίους η κοινωνία αναθέτει στο όνομά της, να της λύσει τα προβλήματα, αλλά να μπορέσουν, αυτοί που σήμερα έχουν πολιτικό ρόλο, να ενεργοποιήσουν την κοινωνία και να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των πολιτών στις πολιτικές αποφάσεις. Γιατί πιστεύουμε ότι πια, στο σημείο που έχουμε φτάσει, έχει καταρρεύσει όχι μόνο το μοντέλο ανάπτυξης, οικονομικής διαχείρισης αλλά και το μοντέλο διακυβέρνησης. Αυτό είναι το κρίσιμο. Και είναι πρόκληση αυτό και για μένα.
Σε τοπικό επίπεδο, η προσπάθειά μου είναι, με την συλλογική στήριξη όλου του ΣΥΡΙΖΑ να έρθω σε επαφή με τις ανάγκες των ανθρώπων, να τις καταγράψουμε, και να έχω μια αμφίδρομη επικοινωνία με ότι πιο παραγωγικό, ζωντανό, υγιές κι έντιμο κομμάτι έχει η τοπική μας κοινωνία και νομίζω ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό το κομμάτι και πρέπει σ’ αυτό να στηριχτούμε. Υπάρχουν θύλακες επιστημονικής γνώσης, παραγωγικής καινοτομίας, προοδευτικής αντίληψης με τα πράγματα, που νομίζω ότι σε αυτούς πρέπει να στηριχτούμε, να τους δώσουμε ρόλο και λόγο. Αυτοί μπορούν να συμβάλλουν στο να υπάρξει ένα καινούργιο σχέδιο για την ανάπτυξη και στον τόπο μας και συνολικά στην χώρα. Αν δεν το κάνουμε αυτό, αν δηλαδή απλώς η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, εμφανιστεί ως μια δύναμη, η οποία έχει καλές προθέσεις και είναι πιο έντιμη και απλώς ζητήσει από το λαό να της αναθέσει ως σωτήρας, ως μεσσίας, να λύσει τα προβλήματά του νομίζω ότι δεν θα τα καταφέρει.
Οφείλουμε βεβαίως να επεξεργαστούμε κι ένα σχέδιο αλλαγών, ένα σχέδιο αναδιοργάνωσης των πάντων στην χώρα.
Που σημαίνει ότι δεν έχει ήδη έτοιμο σχέδιο ο ΣΥΡΙΖΑ;
Έχουμε ένα σχέδιο το οποίο είναι υπό συνεχή διαμόρφωση. Γιατί αλλάζουν συνεχώς τα δεδομένα, αλλάζει και επιδεινώνεται δυστυχώς η κατάσταση. Έχουμε ένα πάρα πολύ επεξεργασμένο προγραμματικό σχέδιο, το είχαμε παρουσιάσει πριν τις εκλογές, επικαιροποιήθηκε στην ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην ΔΕΘ, και τώρα είμαστε σε μια φάση ακόμα πιο λεπτομερούς επεξεργασίας σε κάθε τομέα. Υπάρχει και μια επιτροπή προγράμματος υπό το Γιάννη τον Δραγασάκη που συνεχώς με τα νέα δεδομένα προσπαθούμε να έχουμε εναλλακτικές λύσεις σε περίπτωση που με την εμπιστοσύνη του λαού βρεθούμε σε θέση διακυβέρνησης.
Λέτε πως μπορεί να βρεθείτε σε θέση διακυβέρνησης. Που σημαίνει ότι σκέφτεστε το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να κεφαλαιοποιήσει την κοινωνική δυσαρέσκεια έναντι των τριών κομμάτων της συγκυβέρνησης; Το ρωτώ αυτό, διότι είδαμε στις δυο τελευταίες δημοσκοπήσεις να μπαίνει «φρένο» στην ανοδική πορεία των ποσοστών του κόμματός σας.
Αυτό που παρατηρούμε σε αυτήν την φάση, είναι μια υποχώρηση των συλλογικών αντιστάσεων. Κι είναι λογικό.
Εννοείτε πως επήλθε κόπωση στην κοινωνία κι αυτό είναι ένας παράγων που συμβάλλει στην μη ανοδική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ;
Βεβαίως, είναι η κόπωση κατ’ αρχήν. Πρώτον αυτό. Και είναι μια δικαιολογημένη ας πούμε απογοήτευση από ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, το οποίο στα δυο-τρία προηγούμενα χρόνια είχε συμμετάσχει σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις, σε συλλαλητήρια, σε πορείες, στις πλατείες. Υπήρξε μια έκρηξη κοινωνικών αγώνων την προηγούμενη τριετία περίπου, η οποία όμως δεν έφερε αποτέλεσμα. Είναι λογικό λοιπόν, σε ένα κομμάτι της κοινωνίας αυτό το πράγμα να δημιουργεί ένα αίσθημα ηττοπάθειας και μοιρολατρίας.
Ένας κόσμος που ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ, είχε την αίσθηση ότι και μόνο που ότι τον ψήφισε και τον ανέδειξε αξιωματική αντιπολίτευση, θα ήταν αποτρεπτικός παράγοντας στην επιδείνωση της κατάστασης της χώρας. Όμως, αυτό δεν συνέβη. Η κατάσταση συνέχισε να επιδεινώνεται, διότι πια έχουμε μπει σε ένα ντόμινο ύφεσης, το οποίο είναι ανεξέλεγκτο. Είναι λοιπόν δικαιολογημένο ένα αίσθημα κόπωσης και απογοήτευσης, μετά από σοβαρούς αγώνες οι οποίοι δεν απέδωσαν.
Επίσης σίγουρα σε αυτή την φάση και η κυβέρνηση επικοινωνιακά προσπαθεί να καλλιεργήσει ένα κλίμα αισιοδοξίας για το μέλλον μέσω της εκταμίευσης των δόσεων. Αλλά νομίζω πως αυτό θα είναι πολύ πρόσκαιρο.
Μου λέτε λοιπόν ότι αν δεν αποτυπώνεται σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ μια τάση ανοδική αυτό είναι κάτι προσωρινό, συγκυριακό και οφείλεται αποκλειστικά στην κόπωση της κοινωνίας; Εσείς δηλαδή ως κόμμα δεν έχετε κάνει πουθενά λάθος;
Προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ όλοι του αναγνωρίζουν και την εντιμότητα την πολιτική και το ηθικό πλεονέκτημα με την έννοια ότι δεν έχει μέχρι τώρα εμπλακεί σε μια διαχείριση ιδιοτελή του δημόσιου συμφέροντος και κυρίως του αναγνώρισαν μια συνεπή στάση υποστήριξης των συλλογικών αντιστάσεων και των αγώνων της κοινωνίας γι’ αυτό και επέλεξαν να τον ψηφίσουν -κι όχι άλλες δυνάμεις της Αριστεράς που κι αυτές έχουν αγωνιστική παράδοση και συνέπεια αλλά όμως σε κείνη την φάση δεν φάνηκαν να δίνουν μια ελπίδα στην κοινωνία- νομίζω ότι το έλλειμμά του είναι ένα έλλειμμα πειθούς ότι μπορούν τα πράγματα να γίνουν με άλλο τρόπο κι ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα δεν είναι ένας μονόδρομος τον οποίον είμαστε υποχρεωμένοι πλέον να ακολουθήσουμε με όλες τις παρενέργειες και τις δυσμενείς επιπτώσεις.
Δεν έχουμε πείσει ότι υπάρχει ο άλλος δρόμος, ότι μπορούμε να βάλλουμε την κοινωνία, την οικονομία και την χώρα σε μια άλλη τροχιά. Και ότι μπορεί να υλοποιηθεί μια άλλη πολιτική που δεν θα βάζει σε προτεραιότητα τα συμφέροντα των δανειστών, των τραπεζών, αλλά ότι μπορούν να υπάρξουν άλλες προτεραιότητες: οι κοινωνικές ανάγκες, τα συλλογικά αγαθά, όπως την υγεία, την παιδεία, το κοινωνικό κράτος, το δημόσιο συμφέρον. Αυτό είναι το στοίχημα για μας, αυτό το στοίχημα πρέπει να κερδίσουμε. Θεωρώ ότι το έλλειμμά μας είναι αυτό. Δεν έχουμε πείσει ότι μπορεί να υπάρξει μια άλλη πολιτική επιλογή πέρα από τον νεοφιλελευθερισμό. Αυτό είναι.
Υπάρχει άλλη επιλογή λέτε. Ξεκάθαρα απαντήστε μου: εντός ή εκτός Ευρώπης;
Είναι μια καρικατούρα, είναι διαστρέβλωση της άποψής μας αυτό που επιχειρούν ορισμένοι να περάσουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει μια χώρα κλειστή, απομακρυσμένη από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Πιστεύουμε ότι η θέση της Ελλάδας και του Ελληνικού λαού είναι στην Ευρώπη, μαζί με τις κοινωνίες της υπόλοιπης Ευρώπης απέναντι στον κοινό εχθρό που είναι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός. Αυτός είναι πραγματικός αντίπαλος, δεν είναι η Μέρκελ, δεν είναι ο Σόιμπλε. Δεν είναι θέμα προσώπων. Η εναλλακτική λύση που πιστεύουμε και βέβαια πρέπει να έχει ευρωπαϊκή ματιά. Σχηματικά, η διατύπωση που δίνω είναι η εξής: πρέπει να είμαστε εντός και εναντίον.
Δεν είναι ασύμβατο, αντιφατικό, αυτό που λέτε;
Δεν είναι ασύμβατο γιατί κοιτάξτε. Η άλλη άποψη είναι η στατική άποψη. Η λύση είναι ή να φύγουμε από την Ευρώπη όπως λένε ενδεχομένως κάποιοι ή να υποταχθούμε στην Ευρώπη. Νομίζω ότι είναι λάθος και οι δυο εκδοχές. Στην Ευρώπη σήμερα υπάρχει μια κοινωνική σύγκρουση που το διακύβευμά της είναι ποιος θα πληρώσει την κρίση, και περίπου σ’ όλες τις χώρες έχει τα ίδια χαρακτηριστικά. Σ’ αυτή την σύγκρουση, η Ελλάδα, εμείς, πρέπει να είμαστε παρόντες. Και να δώσουμε την μάχη από κοινού με τους εργαζόμενους και τους λαούς των άλλων χωρών, γιατί έχουμε τελικά τα ίδια συμφέροντα. Γι’ αυτό κι ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει συμμαχίες, ιδιαίτερα με τις χώρες του νότου που είναι στο ίδιο μήκος κύματος μ’ εμάς. Άρα η ματιά μας για τα ευρωπαϊκά πράγματα έχει μια δυναμική. Πιστεύουμε δηλαδή ότι αν υπάρξει αλλαγή πορείας σε μια χώρα, αυτή θα έχει πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, θα λειτουργήσει ως ντόμινο προοδευτικών εξελίξεων στις χώρες της Ευρώπης. Και άρα δεν θα συμβεί αυτό το οποίο μας λένε ότι θα πέσουν όλοι πάνω μας να μας φάνε. Ίσα-ίσα, ενδεχομένως αυτό να προκαλέσει μια ανάδυση νέων συμμάχων πολιτικών και πολιτικών που θα στηρίξουν μια προσπάθεια ας πούμε να σταθεί μια χώρα της Ευρώπης στα πόδια της, χωρίς να ισοπεδωθεί η κοινωνία. Γιατί εμείς δεν πιστεύουμε ότι μπορεί να υπάρξει η παραμικρή σωτηρία της οικονομίας και της χώρας πάνω σε κοινωνικά ερείπια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να πιστεύει ότι η Ελλάδα πρέπει να βγει εκτός Μνημονίου; Κι αν ναι, δεν ενέχει κινδύνους για την χώρα; Το ρωτώ αυτό ως συνέχεια της προηγούμενης ερώτησής μου αν θεωρείτε πως έχετε κάνει κι εσείς λάθη και δεν κεφαλαιοποιείτε τη δυσαρέσκεια της κοινωνίας. Ξέρετε, η στάση σας περί κατάργησης του Μνημονίου ενισχύει την θεωρία της χρεωκοπίας και της επιστροφής στην δραχμή που τρομάζει πολύ κόσμο.
Μιλάμε για ευρωπαϊκή προοπτική αλλά στην προοπτική μιας άλλης Ευρώπης. Δηλαδή πιστεύουμε ότι πρέπει να μετασχηματιστεί ριζικά η σημερινή αρχιτεκτονική της. Προτείνουμε μια ανατροπή της σημερινής δομής της που υπηρετεί ένα φιλελεύθερο σχέδιο ηγεμονίας των αγορών, του κεφαλαίου. Μιλάμε για Ευρώπη των κοινωνιών. Άρα πιστεύουμε ότι αυτή η Ευρώπη ή θα μετασχηματιστεί από τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες των λαών της ή θα διαλυθεί. Λέμε ότι πρέπει να πάμε σε μια συνολική αλλαγή του σχεδίου, αλλά οφείλουμε όμως πριν από όλα να προασπίσουμε τα συμφέροντα της κοινωνίας. Και νομίζω ότι είναι επικίνδυνη αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να διασώσει την χώρα, την κοινωνία και τον ελληνικό λαό υποτασσόμενος συνεχώς στις απαιτήσεις ενός σχεδίου που προβλέπει ανατροπή των κοινωνικών κατακτήσεων, εργασιακή ζούγκλα, δραστική περικοπή των εισοδημάτων, κατάργηση του κοινωνικού κράτους, εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και του δημόσιου πλούτου. Αυτές οι συνθήκες δεν είναι συνθήκες που συνιστούν μια ευρωπαϊκή χώρα.
Γι’ αυτό και πρέπει να ανατραπεί το μνημονιακό πλαίσιο. Πρέπει να αμφισβητηθεί, να ακυρωθεί.
Το ερώτημα του πολίτη όμως είναι ποιος «πληρώνει» εκτός Μνημονίου. Εκτός Μνημονίου δεν σημαίνει για σας χρεωκοπία της χώρας; Η Ελλάδα λεφτά δεν έχει. Είστε βουλευτής, γνωρίζετε φαντάζομαι την πραγματική οικονομική κατάσταση της χώρας.
Ναι, τα περιθώρια τα δημοσιονομικά είναι πολύ οριακά, είναι οριοθετημένα. Εμείς δεν πιστεύουμε ότι άμεσα μπορούμε να σταθούμε μόνοι μας, να γίνουμε ας πούμε ξαφνικά μια χώρα αυτάρκης, που θα έχει πρωτογενές πλεόνασμα, που θα έχει τακτοποιημένα τα δημοσιονομικά της, που θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις τις κοινωνικές κλπ. Άρα θα πρέπει να υπάρξει μια μεταβατική περίοδος.
Εμάς μας ενδιαφέρει η δημοσιονομική σταθεροποίηση της χώρας, γιατί έτσι δεν δημιουργείς, αφαιρείς ας πούμε έδαφος από την οικονομική και πολιτική εξάρτηση. Όμως αυτό δεν μπορεί να αποτελεί λόγο ενδοτισμού, λόγο συνεχούς ενδοτικότητας στις απαιτήσεις των δανειστών.
Τώρα υπάρχει ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα. Αυτό είναι το μεγαλύτερο επιχείρημα απέναντι στους δανειστές μας. Κι όταν έχεις ανθρωπιστική κρίση, όταν οι άνθρωποι κινδυνεύουν να πεθάνουν από το κρύο, όταν υπάρχουν σχολεία χωρίς πετρέλαιο, όταν τα νοσοκομεία έχουν τραγικές ελλείψεις, συγγνώμη αλλά αυτά πρέπει να κοιτάξεις κατά απόλυτη προτεραιότητα και αναλαμβάνοντας όλο το ρίσκο αυτής της κίνησης. Αν θέλουν να συζητήσουμε τα υπόλοιπα στην συνέχεια, να τα συζητήσουμε. Αλλά σε ένα νέο πλαίσιο στήριξης της κοινωνίας. Εγώ νομίζω ότι επειδή και οι δανειστές μας αυτό που θέλουν είναι να πάρουν πίσω τα λεφτά τους, δεν θέλουν να χρεοκοπήσει με μια έννοια οριστικά η χώρα και να βρεθεί σε μια προοπτική πλήρους αδυναμίας αποπληρωμής των χρεών της.
Δεν αξίζει σε καμιά κοινωνία αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα. Δεν μπορεί να συμφιλιωνόμαστε με την ιδέα ότι η κοινωνία στην Ευρώπη και σ’ όλο τον κόσμο θα είναι μια κοινωνία με τόσο ακραίες ανισότητες, με τόση απόλυτη φτώχεια.
Παρά το γεγονός ότι υπάρχει όλη αυτή η κατάσταση που περιγράψατε πριν, ανεργία, φτώχεια, εξαθλίωση, η πολιτική και τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένου του ΣΥΡΙΖΑ, το τελευταίο διάστημα επικεντρώνονται σε ένα στικάκι. Αν αλλοιώθηκε, ποιος το αλλοίωσε, ποιος το αντέγραψε κλπ. Είναι άξια αυτή η συζήτηση των προβλημάτων της κοινωνίας; Η πολιτική διαχείριση του θέματος, είναι αυτή που πρέπει;
Δικαίως η κοινωνία αισθάνεται ότι αυτή η συζήτηση δίνει πολύ μεγάλη έμφαση σε μια πτυχή που δεν είναι σε άμεση συνάρτηση με τα εκρηκτικά προβλήματα που υπάρχουν. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, το κρίσιμο ζήτημα για την λίστα Λαγκάρντ δεν είναι η αλλοίωση των στοιχείων και η προσπάθεια ενδεχομένως κάποιου πολιτικού προσώπου να προστατεύσει τους συγγενείς του. Το κρίσιμο ζήτημα είναι η μη αξιοποίηση της λίστας επί δύο χρόνια. Αυτό είναι για μας το αξιόποινο και γι’ αυτό και πρέπει να ερευνηθούν οι ποινικές ευθύνες για παράβαση καθήκοντος των δυο υπουργών Οικονομικών, οι οποίοι αντικειμενικά χειρίστηκαν το θέμα.
Η προσπάθεια να εστιαστεί όλη η συζήτηση μόνο στις ευθύνες του Παπακωνσταντίνου για την αλλοίωση και την απαλοιφή τριών ονομάτων από την λίστα, νομίζω ότι συσκοτίζει το πρόβλημα, αποπροσανατολίζει, άρα είναι μια τακτική συγκάλυψης. Και σε αυτήν την συγκάλυψη συναινεί και ο κ. Σαμαράς που κατά την άποψή μου έχει την πρώτιστη ευθύνη, και ο κ. Βενιζέλος που μάλλον είναι εύλογο να προσπαθεί να αποσείσει τις ευθύνες τις δικές του, συναινεί και η ΔΗΜΑΡ. Θεωρούμε ότι αυτό είναι προσβολή απέναντι σ’ ένα λαό που καθημερινά αιμορραγεί οικονομικά και καλείται να πληρώνει δυσβάσταχτα βάρη. Γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θεώρησε έντιμο να συναινέσει σε μια τέτοια συγκάλυψη κι επιμένει στη διερεύνηση των ευθυνών και του κ. Παπακωνσταντίνου και του κ. Βενιζέλου. Δεν είμαστε δικαστές ούτε εισαγγελείς. Επιμένουμε όμως στη διερεύνηση, θεωρούμε ότι αυτό αντιστοιχεί με το κοινωνικό αίτημα για πλήρη διαλεύκανση, έλεγχο, διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα. Αν αποδειχθούν από την έρευνα ευθύνες είτε των δυο είτε και άλλων προσώπων να αποδοθούν.
Ξεκαθαρίζω όμως ότι αυτό που μας ενδιαφέρει δεν είναι να στοχοποιήσουμε πρόσωπα. Δεν είναι αυτό το θέμα μας. Και να σας πω και κάτι; Εμείς δεν θέλουμε να πέσει αυτή η κυβέρνηση εξ αιτίας της λίστας Λαγκάρντ.
Φοβάστε ότι μπορεί να συμβεί αυτό;
Το ενδεχόμενο ψήφισης παραπομπής Βενιζέλου θα είναι κάτι που θα πλήξει ευθέως την συνοχή της κυβέρνησης, η οποία ούτως ή άλλως είναι εύθραυστη, είναι ασταθής και πιθανόν αυτή η υπόθεση να την αποσταθεροποιήσει ακόμα περισσότερο. Όμως, δεν θα θέλαμε να πέσει αυτή η κυβέρνηση επειδή μόνο και μόνο θα προκύψουν ίσως ευθύνες σε ένα ή δύο πρόσωπα για την διαχείριση της λίστας Λαγκάρντ. Μας ενδιαφέρει να ανατραπεί αυτή η κυβέρνηση μέσα από κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, μέσα από μια λογική διεκδίκησης από την κοινωνία. Μιας άλλης εναλλακτικής διεξόδου που θα έχει προοδευτικά χαρακτηριστικά, αριστερό πρόσημο, που θα δημιουργεί την ελπίδα μιας ουσιαστικής αλλαγής και μιας πορείας ανατροπής όλου του συστήματος.
Θέλω να μου πείτε ως βουλευτής Ρεθύμνου, ποια είναι η αναπτυξιακή κατεύθυνση που προτείνετε για το Ρέθυμνο.
Στη σημερινή κρίσιμη συγκυρία, οφείλουμε κατ’ αρχήν να είμαστε ειλικρινείς. Σε περίοδο παρατεταμένης (για 6η συνεχή χρονιά) και ανεξέλεγκτης ύφεσης, με εκρηκτική ανεργία που πλησιάζει το 30% και με νέα μέτρα περικοπής εισοδημάτων και φορολογικής επιβάρυνσης που ξεπερνούν τις αντοχές της κοινωνίας, η επαγγελία της ανάπτυξης από την πλευρά των κυβερνώντων αποτελεί όχι απλώς ανέφικτο στόχο, αλλά πολιτική απάτη.
Η αποπληρωμή μέρους των συσσωρευμένων χρεών του Δημοσίου προς τους προμηθευτές του και τους κατασκευαστές δημοσίων έργων, δεν συνιστά από μόνη της ανάκαμψη της οικονομίας. Αυτό που προέχει είναι η ανάσχεση της σημερινής οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής με τον άμεσο απεγκλωβισμό από το μνημονιακό «βρόγχο», ο τερματισμός του φαύλου κύκλου «μέτρα λιτότητας – ύφεση – ανεργία – απόκλιση δημοσιονομικών στόχων – νέα σκληρά μέτρα» που έχει εξοντώσει τη μικρομεσαία επιχείρηση και έχει εξαθλιώσει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας.
Το επόμενο βήμα είναι η προώθηση ενός νέου σχεδίου επιβίωσης και ανασυγκρότησης για την τοπική οικονομία, την παραγωγή, την κοινωνία και τη χώρα. Η ευκαιρία αναθεώρησης του ΕΣΠΑ με βάση τα νέα δεδομένα της κρίσης και ο προσανατολισμός του στην κοινωνική συνοχή και προστασία, χάθηκε. Αυτό που απαιτείται τώρα, είναι μια σοβαρή προετοιμασία της επόμενης χρηματοδοτικής περιόδου (2014-2020) στην προοπτική της αντιμετώπισης των νέων κοινωνικών αναγκών, δηλαδή μακροχρόνια ανεργία, ανασφάλιστος και υγειονομικά ακάλυπτος πληθυσμός, ακραία φτώχεια, διατροφική κρίση, υποσιτιζόμενα παιδιά, κοινωνικός αποκλεισμός, διεύρυνση της «ζώνης της στέρησης» βασικών αγαθών όπως στέγη, τροφή, θέρμανση, ύδρευση και ηλεκτρικό ρεύμα. Με επίκεντρο αυτά τα οξυμμένα κοινωνικά προβλήματα θα πρέπει να σχεδιαστεί το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο και όχι με κυρίαρχη τη λογική των «ώριμων μελετών» και της «απορροφησιμότητας» των ευρωπαϊκών κονδυλίων.
Ιδέες και υλοποιήσιμες προτάσεις, πέραν της γενικής φιλολογίας για τους «αναπτυξιακούς πυλώνες», υπάρχουν. Έχουν κατατεθεί κατ’ επανάληψιν από επιστημονικούς φορείς (ΤΕΕ, ΓΕΩΤΕΕ), Επιμελητήρια, Ινστιτούτα (ΙΓΜΕ), Πανεπιστημιακά Ιδρύματα. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική ιεράρχηση και η αξιοποίησή τους με κριτήριο τις ανάγκες των πολλών, την αναζωογόνηση του πρωτογενούς τομέα και τη σύζευξη των προϊόντων του με ένα εναλλακτικό οικοτουριστικό μοντέλο, την προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας περιουσίας, της υγείας και της ποιότητας ζωής των ανθρώπων. Χρειάζεται λοιπόν επένδυση στην παραγωγική δυνατότητα του τόπου, στην ανάδειξη του φυσικού πλούτου, των αρχαιολογικών χώρων και της πολιτισμικής φυσιογνωμίας του, στην αναβάθμιση βασικών υποδομών (ΒΟΑΚ, Νοσοκομείο, λιμάνι-ακτοπλοϊκή σύνδεση) και στην ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας, ιδιαίτερα απέναντι στις αδύναμες και ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Το Ρέθυμνο, η Κρήτη, η χώρα μας, αξίζουν μια καλύτερη προοπτική πέραν της σημερινής μίζερης και άθλιας πραγματικότητας. Έχουν ανθρώπους δημιουργικούς, με γνώση και ευαισθησία, που σε ένα άλλο πολιτικό περιβάλλον δικαιοσύνης, εντιμότητας, συλλογικού συμφέροντος, αναδιανομής του πλούτου, δημοκρατικής συμμετοχής και κοινωνικού ελέγχου, θα μπορούσαν να κάνουν θαύματα. Κομβικής σημασίας προϋπόθεση, είναι να μπει ένα οριστικό τέλος στον αναχρονιστικό πολιτικό παραγοντισμό, στην πελατειακή λογική, στη νοοτροπία της ανάθεσης και της διαμεσολάβησης, στην ιδιοτέλεια των μικρών και μεγάλων συμφερόντων έναντι του κοινωνικού οφέλους, στην απαξίωση της συλλογικής διεκδίκησης, των κοινωνικών δικαιωμάτων και των δημοκρατικών κατακτήσεων Γιατί, όπως έχει αναλυθεί από πολλούς διανοητές, η Δημοκρατία, στην ολιστική της διάσταση και με επανανοηματοδότηση της στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο, αποτελεί παραγωγική δύναμη.
Σχολιάστε μου το φαινόμενο Χρυσή Αυγή. Τι οδήγησε τόσο κόσμο, τόσο μεγάλο τμήμα της κοινωνίας στις εκλογές να βρει πολιτική στέγη στην Χρυσή Αυγή και τι οδηγεί όλο αυτόν τον κόσμο και σήμερα, γιατί αν λάβουμε υπ’ όψιν τις δημοσκοπήσεις παραμένει σε υψηλά ποσοστά. Θεωρείτε ότι πρόκειται για συνειδητή ψήφο και επιλογή σε ένα κόμμα φασιστικό ενός τμήματος του εκλογικού σώματος ή ότι πρόκειται για μια επιλογή που εκπορεύεται από τον θυμό και την απογοήτευση και άρα μπορεί να είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο που σύντομα θα «ξεφουσκώσει»;
Δυστυχώς δεν είναι παροδικό φαινόμενο. Νομίζω ότι η Χρυσή Αυγή σε αυτή την φάση ήρθε για να μείνει. Και έχει αποδειχτεί ιστορικά ότι σε περιόδους μεγάλων οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων, στρώματα του πληθυσμού τα οποία περιθωριοποιούνται και εξαθλιώνονται, είναι πάρα πολύ επιρρεπή σε μια ιδεολογία μισαλλοδοξίας, αναζήτησης εύκολου ενόχου και συνήθως ο ένοχος είναι ο άλλος, ο «ξένος», ο διαφορετικός. Μια ιδεολογία δηλαδή αγριανθρωπισμού, ρατσισμού και ξενοφοβίας.
Το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής εστιάζεται σε δυο κοινούς παράγοντες. Ο ένας είναι αυτή καθεαυτή η κρίση και η εξαθλίωση που προκαλεί σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού και δεύτερον και πολύ σημαντικό, η πλήρης ανυποληψία του πολιτικού συστήματος και η απέχθεια των πολιτών στον τρόπο με τον οποίο μέχρι τώρα λειτουργούσε η υποτιθέμενη δημοκρατία στη χώρα μας. Εκεί λοιπόν εδράζεται. Οι πολίτες που την στήριξαν και την ψήφισαν κι εξακολουθούν να την στηρίζουν σήμερα, έχουν πλήρη επίγνωση ότι είναι φασιστική οργάνωση, ότι είναι νεοναζιστική οργάνωση αλλά δεν τους ενδιαφέρει.
Η Χρυσή Αυγή είναι ένα φαινόμενο που μας θέτει όλους προ των ευθυνών μας και την Αριστερά κυρίως, η οποία πρέπει να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού την αξιοπιστία της, το ηθικό πλεονέκτημα το οποίο έχει και να κρατήσει την ελπίδα ζωντανή. Αυτή η ελπίδα θα είναι και το καλύτερο ανάχωμα στην Χρυσή Αυγή. Η οποία αυτή την στιγμή στηρίζεται στην απελπισία και στην κοινωνική απόγνωση. Είναι ανησυχητική η επιρροή της και απαιτεί ένα μέτωπο αποφασιστικής καταδίκης διότι η εξέλιξη του φαινομένου θα είναι η απόλυτη εκτροπή από κάθε δημοκρατικό πλαίσιο. Πιστεύω όμως ότι τ’ αντανακλαστικά της κοινωνίας θα λειτουργήσουν. Τα δημοκρατικά και προοδευτικά αντανακλαστικά δεν θα επιτρέψουν να εξαπλωθεί αυτό το φαινόμενο.