Κοινή ομάδα εργασίας αποτελούμενη από νομικούς, υπηρεσιακούς και αιρετούς θα συσταθεί μεταξύ των δήμων Ρεθύμνου και Ηρακλείου, προκειμένου μέσω νομοθετικής φόρμουλας που έχει ήδη βρεθεί να αξιοποιηθούν τα κληροδοτήματα Τρανταλλίδη προς όφελος και των δυο πλευρών.
Στη διάρκεια συνάντησης που πραγματοποιήθηκε χθες μεταξύ των αντιδημάρχων Δήμου Ηρακλείου Αριστέας Πλεύρη, Στέλλας Καλογεράκη, Γιάννη Αναστασάκη με τον δήμαρχο Ρεθύμνου Γιώργο Μαρινάκη και υπηρεσιακούς παράγοντες έγινε μια εκτενής συζήτηση για την εξεύρεση λύσης για ένα ζήτημα που ταλανίζει επί σειρά ετών τους δύο δήμους Ηρακλείου και Ρεθύμνου, αναφορικά με την αξιοποίηση των νεότερων μνημείων του κληροδοτήματος Τρανταλλίδη: του οθωμανικού ιεροδιδασκαλείου στα ερείπια του ενετικού ναυαρχείου στην οδό Αγίου Τίτου και του αρχοντικού Σάμη Μπέη στην οδό Ιδομενέως, τα οποία εδώ και πολλά χρόνια παραμένουν σε ερειπιώδη κατάσταση.
Σε συνέχεια προετοιμασίας αρκετών μηνών, διαφαίνεται πλέον ότι υπάρχει η νομική δυνατότητα για οριστική λύση, με προοπτική αξιοποίησης των διατηρητέων μνημείων προς όφελος των δημοτών του Ηρακλείου για πολιτιστικές χρήσεις και συνάμα μέσω σχετικής σύμβασης να αποδίδεται στον δήμο Ρεθύμνου το σχετικό αντίτιμο, το οποίο καταβάλλεται στον σχετικό λογαριασμό του νομικού προσώπου του ιδρύματος που υπάρχει για να αξιοποιείται για κοινωνικούς σκοπούς. Στόχος είναι να ολοκληρωθούν το συντομότερο δυνατόν οι προαπαιτούμενες διαδικασίες και μελέτες, ώστε αφενός αυτά κτίρια να ενταχθούν στον πολιτιστικό και κοινωνικό ιστό της πόλης του Ηρακλείου και αφετέρου το ίδρυμα του Ρεθύμνου να έχει πόρους για τον σκοπό που έχει προδιαγράψει ο διαθέτης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον δήμαρχο Ρεθύμνου Γ. Μαρινάκη θα γίνει μια προκήρυξη ώστε να προκύψει ο φορέας που θα αναλάβει την ανακαίνιση των κτιρίων, με βάση τα όσα προβλέπει ο νόμος, με δεδομένο ότι ανήκουν σε προστατευόμενη ζώνη και μέσω μιας σύμβασης που θα υπάρξει μεταξύ των δυο πλευρών ο δήμος Ρεθύμνης θα λαμβάνει συγκεκριμένο μίσθωμα. Τα χρήματα αυτά θα εισρεύσουν στον λογαριασμό του νομικού προσώπου του ιδρύματος του διαθέτη, το οποίο υπάρχει και θα μπορούν τα χρήματα αυτά να αξιοποιούνται για κοινωνικούς σκοπούς και πάλι όμως με βάση τα όσα προβλέπει η νομοθεσία.
Χαρακτηριστικά ο Γ. Μαρινάκης μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ανέφερε: «Τα κτίρια αυτά είναι αξιόλογα και έχουν ένα περίπλοκο νομικό καθεστώς, αφού είναι κληροδοτήματα στο οποία δεν υπάρχει ελευθερία κινήσεων. Ανήκουν σε νομικό πρόσωπο -στο δημοτικό νοσοκομείο Ρεθύμνου που στην ουσία δεν υφίσταται πλέον, όμως εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να το φροντίσουμε το θέμα αυτό. Σε μια διερεύνηση που έγινε βρήκαμε νομική φόρμουλα που θεωρούμε ότι μπορεί να βοηθήσει ώστε να γίνει μια συνεργασία με οποιονδήποτε φορέα θέλει να τα επισκευάσει, στο πλαίσιο μιας μίσθωσης μακροχρόνιας, η οποία θα πρέπει να εγκριθεί από την αρμόδια υπηρεσία που προβλέπει ο νόμος και θα δίδουν φυσικά κάθε χρόνο ένα αντάλλαγμα στο νομικό πρόσωπο που έχει στην ιδιοκτησία του τη διαχείριση αυτής της περιουσίας. Είναι μια ολόκληρη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, γίνεται με πρόσκληση ενδιαφέροντος και αυτοί που ενδιαφέρονται να το φτιάξουν με μια συγκεκριμένη τεχνοοικονομική μελέτη για να το λειτουργήσουν σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου. Όποιος το πάρει θα το κάνει με δικά του έξοδα και θα δίδει στο ίδρυμα που διαχειρίζεται το κληροδότημα ένα αντίτιμο. Πρόκειται για ένα λογαριασμό του ιδρύματος και τα χρήματα θα αξιοποιηθούν μόνο για τις ανάγκες του ιδρύματος. Αυτός είναι και ο λόγος που ο δήμος δεν μπορεί να κάνει δαπάνες εκεί ακόμα και αναγκαίες και απαραίτητες διότι απαγορεύεται. Είναι άλλο νομικό πρόσωπο έξω από τον δήμο και κάποιοι το συγχέουν. Το συγκεκριμένο θέμα είναι νομικό και όχι δημοσιονομικό. Έχει περιουσία το ίδρυμα όμως δεν έχει λεφτά. Υπάρχει ένα δύσκολο καθεστώς. Με έναν πρόσφατο νόμο του 2013 δίδεται η δυνατότητα να γίνει σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης, ώστε ούτε η περιουσία να φύγει από τα χέρια του ιδρύματος και στο ενδιάμεσο να παίρνει ένα μίσθωμα, χωρίς να καταβάλλει δαπάνη για να το φτιάξει. Το ίδρυμα που υπάρχει λέει να επιτελούνται οι σκοποί του διαθέτη. Εμείς πρέπει να δούμε τι παρεμφερή σκοπό θα επιτελέσει (αφού το δημοτικό νοσοκομείο έχει καταργηθεί) που να το επιτρέπει ο νόμος για κοινωνικούς σκοπούς. Θεωρώ ότι έγιναν πολλά βήματα αν το Ηράκλειο δείξει πραγματικό ενδιαφέρον που πιστεύω ότι θα δείξει γιατί είμαι πολύ ικανοποιημένος από τη συνάντηση και θα γίνουν πολλά βήματα προς μια θετική και για τις δυο πλευρές κατεύθυνση».
Το χρονικό
Στη δεκαετία του 1950 ανοίχτηκε η διαθήκη του Ρεθυμνιώτη γιατρού Τρανταλλίδη, ο οποίος κατείχε μεταξύ άλλων δύο μεγάλα ακίνητα που βρίσκονται στην πόλη του Ηρακλείου (στην Ιδομενέως και τη Μιλάτου) και την επίμαχη έκταση των 1.500 στρεμμάτων που βρίσκεται νοτιοδυτικά του δήμου Ηρακλείου και συνορεύει με τη ρίζα του Γιούχτα, τον Άγιο Βλάσση και την περιοχή Κουτσουναριά. Ο αείμνηστος Τρανταλλίδης θέλησε με τη διαθήκη του να κάνει πράξη το μεγάλο του όνειρο για τη δημιουργία ενός μεγάλου δημοτικού νοσοκομείου στο Ρέθυμνο, που θα γινόταν πράξη με την εκποίηση της περιουσίας του. Φρόντισε μάλιστα να θέσει την επιθυμία του αυτή ως όρο απαράβατο της διαθήκης του που όριζε ότι, προϋπόθεση για την πώληση της ιδιοκτησίας του είναι τα χρήματα να διατεθούν για την ανέγερση του δημοτικού νοσοκομείου.
Διαχειριστές της διαθήκης είχαν οριστεί, μετά από προσωπική επιθυμία του Τρανταλλίδη, ο εκάστοτε δήμαρχος Ρεθύμνου και ένας δικηγόρος συγγενής του (ο οποίος μετά από κάποια χρόνια απεβίωσε) που αποτελούσαν και τους εκπροσώπους του νομικού προσώπου του δημοτικού νοσοκομείου που συστάθηκε, με σκοπό να εφαρμόσουν την τελευταία επιθυμία του διαθέτη.
Τα χρόνια περνούσαν, η ιδιοκτησία του Τρανταλλίδη παρέμενε ανέγγιχτη και η διαθήκη του ανεκτέλεστη. Σιγά-σιγά η έκταση των 1.500 στρεμμάτων άρχισε να καταλαμβάνεται από καταπατητές, οι οποίοι έχτιζαν τα σπίτια τους, μεγάλωναν τις οικογένειές τους και οριοθετούσαν τις καλλιέργειές τους.
Η κατάσταση αυτή άρχισε να παγιοποιείται έως το 1983, όταν ψηφίζεται ο νόμος για το ΕΣΥ βάσει του οποίου καταργούνται τα δημοτικά νοσοκομεία.