O Σωτήρης Δογάνης, ερμηνευτής, καθηγητής βυζαντινής μουσικής, χοράρχης, που τιμά όπου πατήσει τον τόπο του δεν χρειάζεται παρουσίαση. Είναι μοναδικός στο άκουσμα και ανυπέρβλητος στη γραφή. Θα το διαπιστώσετε από την παρακάτω συνέντευξη που είχε την καλοσύνη να μας παραχωρήσει.
- Ας βάλουμε αρχή από τα παιδικά σας χρόνια. Ήταν ευχάριστα;
Μεθυστικά, σα νιώθεις το στερέωμα, απλωμένο πλανητάριο στη διψασμένη απορίες παιδική θωριά, ν’ «ανάβει» τα κεριά του …, στο μέτρημα να ζεσταθείς! Εικόνες μαγικές, συναισθήματα φτερωμένα τον άυλο λόγο που ‘γραφε τόμους τ’ ανερμήνευτα στη βιβλιοθήκη του υποσυνείδητου, τις ώρες που με το χέρι της Μάνας μάθαινα πώς γράφεται το «ω» αντίκρυ στο «ο»!
Ατμόσφαιρα καθαρή, γήινη, βαφτισμένη στ’ αρώματα του δρυγιά, του περβολιού, τ’ αγρού, της θεμωνιάς, των μπαξέδων, του γερανιού, του βασιλικού, του πλατάνου, της αμπέλου …Στο γαργάρισμα των ρυακιών ως το ξόδεμα της στέρνας. Στο τιτίβισμα των πουλιών, στες ιαχές των αετών ως το τρίσβαθο μυστηριακό σήμα των λεριών στη Μαδάρα. Στις φωνές των παιδιών ως τον Ψάλτη Ήχο του αγέρα που μύριζε μύρο και τις τέσσερις εποχές!
Στη μετρική αρμονία του λόγου των μεγάλων ως τη μέθεξη απ’ το τραγούδι τους. Ατμόσφαιρα βουτηγμένη σε χρώματα – ποτάμια, όσες οι αχτίδες του ήλιου ανάμεσα στα σύγνεφα. Στ’ αυτοσχέδια παιχνίδια με τα κοπέλια στη πλατέα, σήμα πως θα χρύσιζε ο Ηλιάτορας με το γέρμα του τις πλαγιές τ’ Αγιού Πνεμάτου. Στο λιβάνιο εσπερινό κάλεσμα στην εκκλησιά τ’ Αή Γιαννιού. Στ’ ακοίμητο καντήλι τ’ Άη Νούφρη.
Στην «ανέμη» της «Κλωσσούς» που έκλωθε Ρωτόκριτες ιστορίες στη φαντασία μας κάθε βράδυ. Στο γλυκό φόβο του σκοταδιού, καθώς τη νύχτα έσβηνε κι η λυχνόλαμπα να κοιμηθούμε, καθώς είχαμε μόνη συντροφιά τον άγρυπνο «Ακρίτα» κούκο, ύστερ’ απ’ το νανούρισμα της γιαγιάς και του γονιού το χάδι!
Τι να πρωτοθυμηθώ απ’ το «ξύπνημά» μου; Έμαθα πως λένε «ομορφιά», την πρώτη «ζωγραφιά μου»… στο χωριό των παππούδων, τις ιστορικές κι αγαπημένες Αλώνες Ρεθύμνου και το ηρωικό γένος Ευαγγέλου Αλεβυζάκη. Εγγονός της Ευσεβίας Ζουμπεράκη από την Καλή Συκιά και γιος του Αντώνη και της Μαρίας Δογάνη με αδέλφια μου το Βαγγέλη και την Ευσεβία.
- Πότε ανακαλύψαμε το θείο δώρημα αυτής της εξαίσιας φωνής;
Θυμάμαι κείνο το χαρτί γεμάτο από «ωμέγα»
να πλημμυρίζει κύματα τ’ ανήμερο «γιαλό» μου,
«ν’ ακούω» μες στα σπλάχνα μου φωνή, την του «πελάγου»
να με καλεί ως το βυθό να μπω, να την «αγγίξω»!
Τα πάντα θάλασσα, τα πάντα αγέρας, τα πάντα ουρανός, τα πάντα ήχος στα «μάτια», στην «αναπνοή»! Και τ’ όριο του βυθού … ακρινή θωριά στο ξύσμα της κορφής του Κρυονερίτη, απ’ όπου «χάνεσαι» αητός πάνω από τη χώρα, καθώς απλώνεις τα φτερά κι ολάκερη αγκαλιάζεις!
Πόσες φορές «χάθηκα» στο παιχνίδι με τη Φύση;
Πόσες φορές αναζητήθηκα από τους εδικούς «χαμένος» στα «μυστικά» της;
Όπου το φως, εκεί κι εγώ.
Όπου σκιανιός, εκεί κι εγώ.
Όπου αχός, εκεί κι εγώ! …ν’ αφουγκράζομαι, να τους «μιλώ»!
«Μαθήματα γλωσσών» υπέρλογα καταληπτά, μια δωρεά υπό τη σκέπη αφοπλιστικής μυσταγωγίας!
Κι έφτανε το βράδυ, αφορμή να γιορταστεί μια «καλησπέρα» για να μαζέψει το χωριό γύρω απ’ το τραπέζι!
Κουρήτες μοιάζαν όλοι στα μάτια μου! Γίγαντες! Κι άξαφνα γίνονταν μύστες της ζωής με τα λεγόμενά τους, λέξεις που ‘νοιωθες πως «χορεύανε» ασώματες μορφές αντικριστά χωρίς σταματημό!
Παρασυρόμουν στο ρυθμό, παρακολουθώντας μια μετρική αντιφωνία «θεϊκή», γεμάτη μουσικότητα κι ισορροπία, που μ’ έκανε να αισθάνομαι πως ζω σ’ άλλη διάσταση.
«Μύριζα» τ’ αρώματα της γης, άκουγα τη φωνή των σπλάχνων της! Τι κι αν ήμουνα παιδί στην ηλικία των «πρέπει».
Σίγουρα κείνες τις ώρες, ανάμεσα στους «μύστες» θα μ’ έβρισκες, ώσπου η «κροκάτη γάζα» της ξυπνημένης «νιας», στολίσει τον ουρανό!
Είχ’ αρχίσει να μιλώ τις γλώσσες της Φύσης!
- Ποιοι ήταν μέχρι τώρα οι σημαντικοί σταθμοί στην καλλιτεχνική πορεία;
Σταθμός σημαίνει Κόμβος και Κόμβος σημαίνει Δέση. Οι έσω «καταγραφές» των πρώτων εικόνων, των πρώτων αισθήσεων, μορφώνοντας a priori τόσο καταλυτικά κι αδιαπραγμάτευτα τη σκέψη και την έκφραση, ήταν το «υλικό» εκείνο που έχτισε «Αρχονταρίκι» την πολιτιστική μου παιδαγωγία δίπλα στην αείμνηστη κυρά της Κρήτης, Σοφία Ηλιάκη, μες στην σφύζουσα «κυψέλη» του ιστορικού «Αρκαδιού».
Ήταν ο χορός που αιτιολογούσε μα και δικαιολογούσε τον παλμό της καρδιάς, ήταν το λαγούτο που στον εκκωφαντικό του ψίθυρο «κουβέντιαζα» όσα ήταν αδύνατο να συντάξω.
Ήταν η λύρα που στης λαλιάς της τον αργαλειό έπλεκα τραγουδιστά τα όνειρά μου, η στολή που καθώς φόραγα, ένιωθα να μυρμηγκιάζομαι τον αιώνα! Ήταν η ευλογημένη αφορμή να νιώσω το τραγούδι μου να «ρέει», μια σταγόνα νότα – αγιασμός, στους μελίρρυτους ποταμούς των μεγίστων Κώστα Μουντάκη, Θανάση Σκορδαλό, Νίκο Μανιά, Μανώλη Κακλή, Γιάννη Δερμιτζάκη, Γιώργο Κουκάκη, Σπύρο Σηφογιωργάκη, Γιάννη Μαρκογιαννάκη και τόσων άλλων, που αναρίθμητες φορές με τη φροντίδα χρυσαετού, ξάνοιξαν τους ουρανούς για να πετάξω νεοσσός.
Κι ήταν εκείνη η αυλή, του 9ου παλαιού Δημοτικού Σχολείου των Μυσσιρίων, ζεστή φωλιά ταξιδιάρικων πουλιών, όπου πάντα πρόσχαρος περίμενε τροφός ο αείμνηστος Δάσκαλός μας Ανδρέας Σταματεράκης, να κοινωνήσει στο καθένα μας τα θαύματα της Γνώσης, μπολιάζοντας ως άλλος γιατρός τα στέρεα στη ζωή.
Ένας λειτουργός που ενέπνευσε τόσο εύγλωττα Αξίες κι αγάπη για την Πατρίδα και τον Πολιτισμό της. Κλείνω το γόνυ στη μνήμη του, αναφερόμενος σ’ έναν «πατέρα» που υποσχέθηκα να ταξιδέψω την ευχή του. Τ’ άγγιγμά του, ιερό αποτύπωμα στους ώμους μου από τότε και για πάντα. Ήταν τ’ Αρχαγγέλου, του Ψαρονίκου η «ευλογία» στην αυλή του πατρικού του στη χώρα των Ανωγείων, όταν τόλμησα ένα λιόγερμα τ’ Αυγούστου από κείνα τα καλοκαίρια να του ψελλίσω: «Αυτά τα κόκκινα σημάδια μπορεί να ‘ναι κι από αίμα». Πώς να κατανοήσεις το «ύψος» της πραμάτειας, πολλώ δε μάλλον μες στην αγνότητα κείνης της άγνοιας που εμμένει … Έπος ανάμεσα στ’ αμέτρητα που ‘ γραψε η φωνή του, «όργωνε» την ανάσα μου καθώς σείονταν τα σπλάχνα μου κάθε που την άκουγα. Είχε γίνει πια σημείο προσκυνηματικό στο εικονοστάσι της «θωριάς» μου!
Κι άξαφνα Φάρος έλαμψε καταμεσίς του πελάγου! Κι όσο πλησίαζε το καράβι τις ακτές, τόσο ο μόσχος του πευκώνα «νικούσε» τ’ άρωμα της αλμύρας! Η ευλογημένη Πάτμος γη, στο διάβα μου. Η του Γένους Μάνα Πατμιάς, πανίερη κολυμβήθρα στο δεύτερο βαφτισμό μου, με ανάδοχους κολοφώνες της γνώσης, κορυφαίους μεταξύ τόσων, τον αείμνηστο Καθηγούμενο του Ιερού Σταυροπηγιακού Πατριαρχικού και Βασιλικού καστρομονάστηρου Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, κυρό Θεοδώρητο Μπουρνή, τον πνευματικό μου πατέρα Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γάνου και πρώην Αρχιεπίσκοπο Ν. Ζηλανδίας κ.κ. Αμφιλόχιο Τσούκο, τον πανσέβαστο πρώην ιερατικό προϊστάμενο του πανίερου Σπηλαίου της Αποκαλύψεως, αρχιμανδρίτη π. Ευθύμιο Κουτσανέλλο, τον πολυφίλητο και στοργικό παιδαγωγό μας, πρώην διευθυντή της Πατμιάδας μας, θεολόγο κ. Ματθαίο Μελιανό …
«Νερό»! η σκέψη, η Πίστη, η Εμπιστοσύνη, το φρόνημα, η Πατρίδα, η γνώση, η ευθύνη, η ελευθερία! «Λάδι» το «Εμείς», ο Θεός! της Αγάπης ο Αγιασμός! Μια συγκλονιστική γέννα του «Είναι» μου ως το τέλος της δευτεροβάθμιας σχολικής μου «πολιτείας» μες στη λεκάνη ενός άλλου «ω» στη ζωή μου, του «Ω» του Όντος!, όπου -τι σύμπτωση- «Ω» και το σχήμα του λιμανιού της Σκάλας!…
Πατμιάδα: Ένας σταθμός επι-κοινωνίας με τον εαυτό μου σε πραγματικό χρόνο, στη λογική της ασφαλούς προετοιμασίας για τα «ταξίδια των μεγάλων εξερευνήσεων»! Μια προετοιμασία που, συν τοις άλλοις, έμελε να ντύσει για πάντα την ψυχή μου το «χιτώνιο» της Βυζαντινής Πατρώας Πατριαρχικής Μουσικής Μεγαλοπρέπειας! Ένα δώρημα που με αξίωσε να βιώσω μουσικοπνευματικά δια του «ψάλλειν, την ιερότητα στην έννοια «Αποκάλυψη» στη μυστηριακή της συνάντηση με το «λαλείν» της Παράδοσης, που γνώρισα «κεφαλόσκαλο» απ’ τα παιδικάτα μου!
Μουσικός μου ανάδοχος στην κοινωνία με τη ζωή του Ι. Αναλογίου, ο ανέσπερος «φάρος» Εμμανουήλ Ματάκιας, ο κλασικός καθηγητής της Βυζαντινής Μουσικής στη Μάνα Πατμιάδα, Ιεροψάλτης του Υψίστου στο Ιερό Σπήλαιο της Αποκαλύψεως. Από κείνους τους καστροφύλακες της Παιδείας και της Παράδοσης, που σημαίνουν την Πατρίδα στους ωκεανούς της Οικουμένης!
Ώσπου να φτάσω στον επόμενο σταθμό, στην Αθήνα και στα 18, σ’ εκείνον που μ’ ευλόγησε στο χρίσμα της εμπιστοσύνης του, λυτρωτική κοινωνία την αιώνια προσευχή στο Αναλόγιο, με χρυσοκλωστή καλλιέπειας κεντημένη, στον εκφραστή της γνήσιας Οικουμενικής Πατριαρχικής Ύψιστης ερμηνευτικης Μεγαλοπρέπειας, τον Άρχοντα Πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, αείμνηστο Θρασύβουλο Στανίτσα.
Κι όταν σήμανε ο καιρός να «χαράξω» ζωή με νότες τις φρέσκιες μνήμες… όρος ριζιμιό απάντηξε τη στράτα μου! «Κατάφυτο» φαράγγια απάτητα, σπηλιάρια μερωμένα, πετροκορφές αιώνιες και κάστρα υψωμένα! Ήταν η Φωνή της Ρωμιοσύνης, ο σερ του μουσικού Της πολιτισμού, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης!
Ποια τόλμη να βρω να περιγράψω κείνη την απαντοχή! Υπολείπεται «τ’ αλφαβητάρι» γράμματα να πλέξω λέξεις!
Ένας άλλος «ήλιος» πρόβαλλε στην «ανατολή» να φωτίσει τη «μέρα» μου, με τις «ακτίνες» του να μπολιάζει εμπιστοσύνη, στοργή, μελέτη, πρεπιά, υπομονή, επιμονή, σεβασμό, αυτογνωσία, αγάπη, ποιότητα, απαράμιλλη έκφραση, το αδιαπραγμάτευτο…, ως την τιμή να ‘ναι ακοίμητη η φλόγα του για πάντα φωλιασμένη στο «σώμα» του πρώτου δίσκου μου «Χορός η ζωή» μέσα από την ερμηνεία της δικιάς του ζωής που χάρισε ο ίδιος με τη φωνή του στο τραγούδι «Στο Περιστέρι», σε μουσική του Κώστα Νικολόπουλου και στίχους της πρωτότοκης κόρης του Άννας!
Βαρύ σιρίτι! Χρέος Ιεράς Κιβωτού!
Ένας στίβος! Μια σκυτάλη!
Σ’ αυτό τον αγώνα, μ’ αυτή την παρακαταθήκη εξακολούθησα να ονειρεύομαι τραγουδώντας στα «κύματα» της κληρονομιάς του.
Εκεί «αφρισμένες χαίτες», άξιοι μύστες τα παιδιά του!
– Άννα Μπιθικώτση ποιήτρια, λογοτέχνης.
– Κώστας Νικολακόπουλος, συνθέτης, σκηνοθέτης.
Η «πένα» που υπογράφει «χρυσό ανεξίτηλο μελάνι» χρόνια τώρα στο βιβλίο της Τέχνης τις δημιουργικές τους εμπνεύσεις, «έγραψε» και «γράφει» σελίδες σελίδων την περιπλάνηση μου στον κόσμο της Τέχνης, μέσα από τραγούδια – χελιδόνια που ταξιδεύουν από το 1996 τη φωνή της ψυχής μου στους ουρανούς όσων με τιμούν με τις ακροάσεις τους. Τιμή και καύχημα αυτή η συνοδοιπορία, ευλογημένη φυσική ακολουθία του ιερού χρίσματος εκ μέρους της πατρικής «Μπιθικωτσιακής στέγης».
…Πουλί στα λεύτερα, λοιπόν, ταξιδευτής τ’ ονείρου μου, ακλουθώντας τες ράγες του ανέμου, τραγουδώ το μύρο του, εκείνον π’ αναπνέω, στες γειτονιές των ανθρώπων. Κάθε συνάντηση και σταθμός!
- Ποιοι άνθρωποι στάθηκαν αρωγοί της εξέλιξής σας στο χώρο;
Στους σύγχρονους μέντορες, συνεργάτες και φίλους μου επί σειρά ετών Κώστα Νικολοπουλο και Άννα Μπιθικώτση, οφείλω ειδική μνεία. Κοινοί προβληματισμοί, αμείωτες αναζητήσεις, αγωνίες, κοινοί καλλιτεχνικοί «τοκετοί» χαρακτήρισαν εν πολλοίς όχι μόνο την έως τώρα πορεία μου στην Τέχνη αλλά συνέβαλαν καίρια και στο σκέπτεσθαι, με την άξια πρωτότοκη του «Σερ» να εμπιστεύεται μια 20ετια τώρα και στη φωνή μου τα Όσια μουσικά αφιερώματα στην ιστορία του πατέρα της και όχι μόνο ανά τον κόσμο!
Αγιασμένοι κόμποι στο μίτο της ζωής οι απαντοχές μου με όλους, αλλά και μ’ εκείνους που ανάμεσα στο νέφος τόσων αναρίθμητων, μυρόβλησαν! τη θωριά μου.
– Η «σκιά» του Όρους Μίκης Θεοδωράκης
– Η μοναδικότητα της μουσουργίας με την υπογραφή «Μπάμπης Πραματευτάκης»
– Η «αναπνοή» της μοναδικής Βίκυς Μοσχολιού
– Η εμπιστοσύνη της «αρχόντισσας» Πόλυς Πάνου
– Η «κατεύθυνση» του Γιάννη Καλατζή
– Η «θυμοσοφία» του Βασίλη Σκουλά
– Η συνθετική «γραφή» του μουσουργού Μιχάλη Τερζή
– Η ευαισθησία του συνθέτη Μάριου Στρόφαλη
– Το ασίγαστο δημοσιογραφικό πάφλασμα του Γιάννη Κριαράκη
– Ο παθιασμένος παλμός του Πατακογιώργη
– Η αρχοντιά της αεικίνητης Φωφώς Ζουλακη
– Τα χρώματα και τ’ αρώματα απ’ την «παλέτα» της Εύας Λαδιά…
Τ’ αέρι απ’ τις ευχές όλων των ανθρώπων π’ αξιώθηκα ως τώρα να γνωρίσω, σεργιανίζοντας τη φωνή – φανάρι μες στις αυλές τους, όπου γης!
- Ως καθηγητής, πώς βλέπετε το μέλλον της Βυζαντινής Μουσικής αλλά και του Χορωδιακού Τραγουδιού;
Ατέλειωτα μακρύς ο χρόνος της κληρονομιάς. Ανυπολόγιστα βαρύς ο πλούτος των αξιών της,… όσο ένα βυζαντινό «Κύριε ελέησον» χορεύει ψαλμικά ως οι τριχιές του λιβανιού στον εσπερινό αέρα.
Αυτές οι λεπτεπίλεπτες τριχιές μοσχοβόλησαν τούτο τον αγιασμένο Τόπο κι αντρείγιωσαν τον Ουρανό του, γεμίζοντάς τον άστρα -«ωσαννά» τις ψαλμωδίες των παιδιών του.
Βυζαντινή Ψαλμωδία και Υμνογραφία – Μουσική Λαϊκή Παράδοση και Λογοτεχνία: οι δυο άκρες του Τροχού!
Μοναδική Ελλάδα! Ένας χορός επουράνιος, «υμνικός», βαφτισμένος στην έννοια του «ομοθυμαδόν». Στη μετάφραση δηλαδή του «Εμείς»!
Σ’ αυτή την έννοια πρέπει να επιστρέψουμε, αυτή την ευγένεια πρέπει να διδάξουμε, αυτή τη ζωή πρέπει να μπολιάσουμε! Αυτή την ανάγκη πρέπει να υμνήσουμε, αυτό τον στίχο πρέπει να ερμηνεύσουμε! Αυτή τη Μελωδία πρέπει να τραγουδήσουμε! Να ψάλλουμε!…
Αδελφά, αρμονικά, ιερά, ταπεινά, ιστορημένα, αυθεντικά, επικαιροποιημένα, ενσυνείδητα!
Ξανά και για πάντα. Αν θέλουμε στους κρίσιμους καιρούς που ζούμε να μη χάσουμε απνευστί όχι μόνο την εθνική μας αλλά και την προσωπική μας ταυτότητα!