«Το ποτήρι πρέπει να το βλέπουμε μισογεμάτο κι όχι μισοάδειο. Ο κάθε άνθρωπος, έχει αστείρευτες δυνάμεις μέσα του, στις οποίες αν συγκεντρωθεί και τις συνειδητοποιήσει, μπορεί να βγει απ’ το οποιοδήποτε αδιέξοδο.
Είτε είναι οικονομικό είτε οικογενειακό είτε πολιτικό», επισημαίνει μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο ψυχίατρος και διευθυντής του Κέντρου Ψυχικής Υγείας Ρεθύμνου, Αντώνης Λιοδάκης, στέλνοντας ένα μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας σε όλους εκείνους τους συνανθρώπους μας που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα και δεδομένου του γενικότερου «νοσηρού» περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε, θεωρούν πως η μόνη διέξοδος από την κατάσταση στην οποία βρίσκονται είναι η αυτοχειρία. Να δώσουν δηλαδή τέλος στην ζωή τους.
Είναι γεγονός πως οι αυτοκτονίες στην Ελλάδα, τα τελευταία τρία χρόνια, τα χρόνια δηλαδή της μεγάλης οικονομικής ύφεσης, έχουν αυξηθεί. Στο Ρέθυμνο τα στοιχεία μάλλον μείωση δείχνουν σε σχέση με παρελθόντα έτη, σημασία όμως για τον κ. Λιοδάκη δεν έχει η αριθμολογία για το φαινόμενο και δεν επιθυμεί να μπει στην λογική των στατιστικών γιατί όπως λέει έχει περισσότερο νόημα να ασχοληθούμε με το πρόβλημα και να δούμε πως θα βοηθηθεί ένας συνάνθρωπός μας που εξ αιτίας της κρίσης, η οποία δεν είναι μόνο οικονομική αλλά πολυπαραγοντική, οδηγείται σε μια ψυχική πάθηση με σοβαρό ενδεχόμενο να επιχειρήσει να τερματίσει την ζωή του θεωρώντας πως δεν υπάρχει άλλη λύση. «Δεν έχει σημασία να δούμε αν στο Ρέθυμνο είναι λιγότερα ή περισσότερα τα περιστατικά από τους υπόλοιπους νομούς, σημασία έχει να δούμε το ίδιο το πρόβλημα χωρίς την λογική των στατιστικών στοιχείων», τονίζει.
Η αύξηση των ψυχικών παθήσεων ένεκα της οικονομικής κρίσης, ήταν και είναι ένα φαινόμενο αναμενόμενο και δεν αιφνιδιάζει την επιστημονική κοινότητα. «Η κρίση πάντα είχε τα πρωτεία στις ψυχικές παθήσεις κι ένα παραπάνω στην κατάθλιψη, που μέσα στα πλαίσια μιας κατάθλιψης είναι και ο αυτοκτονικός ιδεασμός και οι απόπειρες αυτοκτονίας», λέει ο κ. Λιοδάκης εξηγώντας πως τρεις είναι οι παράγοντες που οδηγούν σε αυτήν την κατάσταση.
«Το φαινόμενο πρέπει να το συναρτήσουμε με τρείς παράγοντες. Πρώτον το έλλειμμα αξιοπρέπειας που υφίστανται σήμερα οι πολίτες, δεύτερον το αίσθημα ανασφάλειας που πλήττεται και τρίτον το χαμηλότερο εισόδημα. Αυτοί οι τρείς παράγοντες, επηρεάζουν άμεσα την ψυχική κατάσταση του οποιουδήποτε συνανθρώπου μας και του δημιουργούν όλες τις προϋποθέσεις να κινηθεί παρορμητικά μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον.
«Η κατάσταση που περνάμε όλοι μας πρέπει να έχει μια προσωρινότητα, μια παροδικότητα. Να σκεφτόμαστε ότι μπορούμε να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας για ένα καλύτερο αύριο. Να είναι διαφορετικό το αύριο από την προηγούμενη κατάσταση. Καθένας μας να έχει ένα όραμα, μια ελπίδα, μια αξιοπρέπεια. Μπορεί σήμερα να έχουμε λιγότερα καταναλωτικά αγαθά, αλλά να ζούμε με την σκέψη ότι θα έχουμε ένα αύριο με αξιοπρέπεια
Τα παραπάνω αν τα συνδυάσουμε με μια χρόνια παθητικότητα, δηλαδή ένα αίσθημα του ατόμου ότι δεν μπορεί να ζει σε μια κατάσταση ψευδαισθήσεων και ψεύτικης ευδαιμονίας και ότι δεν είναι ενεργός πολίτης , μπορεί να οδηγήσουν σε τέτοιες ενέργειες».
Δηλαδή το γεγονός της υπερκατανάλωσης των προηγούμενων χρόνων, της ψευδαίσθησης της ανάγκης να χρησιμοποιήσουμε επί χρόνια πράγματα τα οποία δεν τα χρειαζόμαστε, και που σήμερα αδυνατούμε να έχουμε, μπορεί να δημιουργήσει μια αλλοτρίωση στην εσωτερικότητα και στον ψυχισμό κάποιου συνανθρώπου μας ο οποίος νοιώθοντας απελπισμένος ενδεχομένως να θεωρεί πως δεν υπάρχει άλλη λύση από αυτήν της αυτοκτονίας.
Οι αυτοκτονίες στο Ρέθυμνο ευτυχώς έχουν μειωθεί, έχουν αυξηθεί όμως οι Ρεθυμνιώτες που τα τρία τελευταία χρόνια επισκέπτονται το Κέντρο Ψυχικής Υγείας σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο. Αυτό βεβαίως είναι θετικό από την άποψη ότι προ του αδιεξόδου τους , άτομα που αντιμετωπίζουν πρόβλημα λόγω του υφιστάμενου οικονομικοκοινωνικού περιβάλλοντος, προστρέχουν για βοήθεια και στήριξη στους ειδικούς.
«Σαφώς είναι αυξημένα τα περιστατικά με δεδομένο και το γεγονός ότι είμαστε μια δημόσια υπηρεσία ψυχικής υγείας και οι άνθρωποι δεν μπορούν να ανταποκριθούν οικονομικά επισκεπτόμενοι άλλες ιδιωτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας, ιδιώτες ψυχίατρους ή ψυχολόγους. Τα προβλήματα των ασθενών, ναι, συσχετίζονται με την κρίση. Αλλά πως συσχετίζονται; Η κρίση δεν τους επιδείνωσε τα ζητήματα ψυχικής υγείας έτσι αυθαίρετα. Συσχετίζεται με το όλο περιβάλλον και το όλο κλίμα που δημιουργεί η κρίση. Κρίση πολιτική-πολιτισμική, κρίση αξιών, κρίση στην οικογένεια, κρίση στο σχολείο κι επομένως κρίση στην υγεία», επισημαίνει ο κ. Λιοδάκης.
Ότι οι αυτοκτονίες σήμερα σχετίζονται με την οικονομική κρίση, ο διευθυντής του Κέντρου Ψυχικής Υγείας το επιβεβαιώνει και από την επαφή με τους ανθρώπους που επισκέπτονται το Κέντρο για να ζητήσουν την στήριξη των ειδικών. Επισημαίνει ωστόσο ότι το ζήτημα της αυτοκτονίας, δεν είναι μόνο ιατρικό-ψυχιατρικό ζήτημα. Είναι και πολιτικό ζήτημα. Όπως λέει:
«Δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε αύξηση των περιστατικών στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας, δεν είναι επίσης τυχαίο ότι στην συζήτηση πάνω οι επισκέπτες-ασθενείς αναφέρονται διαρκώς σε οικονομικά και πολιτικά θέματα. Τα συμπτώματά τους δηλαδή τα συσχετίζουν με θέματα οικονομικά, πολιτικά, πολιτισμικά. Ζητήματα δηλαδή που έχουν να κάνουν με την ύπαρξή τους».
Στην ερώτησή μας προς τον κ. Λιοδάκη αν η σημερινή κρίση από μόνη της δεν ωθεί κάποιον στην ενέργεια της αυτοχειρίας αλλά συμβάλλει όταν υπάρχει μια προδιάθεση του ατόμου, απαντά πως μπορεί να συμβεί και το ένα και το άλλο.
«Η κρίση μπορεί είτε να επιδεινώσει μια προϋπάρχουσα ψυχιακή διαταραχή είτε να την δημιουργήσει. Σήμερα, σε ένα μεγάλο ποσοστό η οικονομική και πολιτικοκοινωνική κρίση την δημιούργησε. Είναι πολυπαραγοντικό το ζήτημα της βλάβης στην ψυχική υγεία. Κι αν δεν το δούμε έτσι, αν δεν δούμε δηλαδή τις παραμέτρους και τους παράγοντες που διαμεσολαβούν, και το δούμε στενά ιατρικά ή ψυχιατρικά, δεν θα πούμε ολόκληρη την αλήθεια» απαντά, προσθέτοντας ότι: «Αμα συνδυαστεί η άσχημη οικονομική κατάσταση στην οποία θα βρεθεί ένα άτομο με χαμηλή αυτοεκτίμηση και βλέπει αδιέξοδα και απόγνωση παντού, μπορεί να προβεί στην πράξη της αυτοκτονίας».
Οι άνθρωποι που λόγω της κρίσης αντιμετωπίζουν ψυχικά προβλήματα και μπορεί να οδηγηθούν και στην πράξη της αυτοχειρίας, δεν έχουν ούτε φύλλο ούτε ηλικία ούτε κοινωνική τάξη. Αυτό συμβαίνει και στο Ρέθυμνο, όπως προκύπτει, σύμφωνα με τον κ. Λιοδάκη, από τους ανθρώπους που ζητούν βοήθεια από τους ειδικούς του Κέντρου Ψυχικής Υγείας, μεγαλύτερο όμως πρόβλημα παρατηρείται στα άτομα με ηλικίας 45 έως 55 ετών.
«Όλες οι ηλικίες, μετά τα 18, και φοιτητές, και μεσήλικες και άνθρωποι τρίτης ηλικίας επισκέπτονται το Κέντρο. Εκείνο που θέλω να πω όμως με την ευκαιρία είναι ότι η γενιά που μπαίνει τώρα στην παραγωγή και που έχει τελειώσει Πανεπιστημιακές σπουδές ή ΤΕΙ, αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες. Διότι δεν ήταν ετοιμασμένη σε δύσκολα πράγματα, και είναι το φάσμα της ανεργίας τόσο μεγάλο που δεν μπορούν να μπουν στην παραγωγή. Και δυστυχώς για τον τόπο αυτοί οι άνθρωποι, από 20 έως 35 ετών αναγκάζονται, ένα μεγάλο ποσοστό τους και που είναι το κομμάτι που δίνει ελπίδα σε ένα τόπο, να μεταναστεύουν.
Εκείνο που συμβαίνει σήμερα είναι ότι έχουμε χάσει την ψυχή μας. Έχουν «μαραθεί» οι διαδραστικές σχέσεις αλληλεγγύης. Έχει μειωθεί η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας εν γένει. Αν επανατοποθετήσουμε και δούμε με καθαρό μάτι όλα αυτά τα δεδομένα, σίγουρα θα συναντήσουμε ελπίδα κι αισιοδοξία. Να δράσουμε. Μέχρι σήμερα είμαστε παθητικά όντα. Μας είχαν κάνει παθητικά όντα και δυσκολευόμαστε στο να δράσουμε. Αν καταφέρουνε την δημιουργικότητα και την φαντασία μας, που όλοι έχουμε, να την κάνουμε και επιχειρηματική δράση, τα αδιέξοδα θα λιγοστέψουν
Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως από την οικονομική κρίση, και οι περισσότεροι άνθρωποι που ζητούν στήριξη από τους ειδικούς, το έχουν οι μεσήλικες. Δηλαδή ηλικίες από 45 έως 55 ετών που καλλιέργησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο -όχι με ευθύνη δική τους αλλά άλλων-ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο και τώρα η προσδοκία τους γκρεμίζεται. Αυτά τα άτομα είναι που περισσότερο δεν μπορούν να αντέξουν όλη την κατάσταση που δημιουργεί η οικονομική κρίση».
Σίγουρα, δεν πρέπει να κλειστεί στον εαυτό του ένα άτομο που λόγω οικονομικού-οικογενειακού ή άλλου προβλήματος νοιώθει πως είναι εγκλωβισμένο, πως είναι σε αδιέξοδο και σκέφτεται ως λύση την αυτοκτονία. Την κατάσταση στην οποία βρίσκεται πρέπει να την συζητήσει με ανθρώπους που εμπιστεύεται. Υπάρχουν όμως πάντα άνθρωποι που μπορεί να εμπιστευτεί ή είναι προτιμότερο να απευθυνθεί σε έναν ειδικό; Ο κ. Λιοδάκης, δίνει την δική του απάντηση:
«Το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Και στον ειδικό μπορεί να απευθυνθεί αλλά και να επαναξιολογήσει τους κοντινούς του ανθρώπους, που σίγουρα υπάρχουν. Χωρίς να είναι πανάκεια οι ειδικοί, δεν μπορούμε δηλαδή να ψυχιατρικοποιήσουμε την ζωή μας σε άκρατο βαθμό, σίγουρα αποτελούν μια χείρα βοήθειας με το να δώσουν σε κάποιο να καταλάβει πόσο αξίζει και πόσο η λύση είναι μέσα του.
Όμως, είναι σημαντικό να επανεκτιμήσει την σχέση με τους κοντινούς του ανθρώπους και να αισθανθεί ότι δεν είναι μόνος. Είναι λάθος να μην εμπιστεύεται κανέναν. Μπορεί να είναι επιφυλακτικός αλλά όχι καχύποπτος. Πρέπει να δώσει δυνατότητα στην ψυχή του. Εκείνο που συμβαίνει σήμερα είναι ότι έχουμε χάσει την ψυχή μας. Έχουν «μαραθεί» οι διαδραστικές σχέσεις αλληλεγγύης. Έχει μειωθεί η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας εν γένει. Αν επανατοποθετήσουμε και δούμε με καθαρό μάτι όλα αυτά τα δεδομένα, σίγουρα θα συναντήσουμε ελπίδα κι αισιοδοξία .Να δράσουμε. Μέχρι σήμερα είμαστε παθητικά όντα. Μας είχαν κάνει παθητικά όντα και δυσκολευόμαστε στο να δράσουμε. Αν καταφέρουνε την δημιουργικότητα και την φαντασία μας, που όλοι έχουμε, να την κάνουμε και επιχειρηματική δράση, τα αδιέξοδα θα λιγοστέψουν».
Οι υφιστάμενες δομές Ψυχικής υγείας στο Ρέθυμνο, σίγουρα δεν μπορούν να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού. Επανειλημμένα έχει τεθεί το θέμα δημιουργίας σύγχρονων δομών, χωρίς ανταπόκριση. Όμως, με τις φιλότιμες προσπάθειες του προσωπικού τόσο του Κέντρου Ψυχικής Υγείας όσο και της Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου, προσφέρεται ανεκτίμητη βοήθεια σε όσους ζητήσουν τις υπηρεσίες τους.
«Στο Ρέθυμνο δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλές δομές κι αυτές που έχουν δημιουργηθεί υπολειτουργούν διότι είναι υποστελεχωμένες. Παράδειγμα, το Κέντρο Ψυχικής Υγείας μόλις πριν ένα ανέπτυξε μια Κινητή Μονάδα Ψυχικής Υγείας και άρχισε κάπως να προσφέρει υπηρεσίες αλλά χρειάζονται κι άλλα βήματα να γίνουν .Χρειάζεται να γίνει Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο, χρειάζεται να γίνουν Κέντρα Παρέμβασης στην κρίση, χρειάζεται ένα δίκτυο δομών στο Ρέθυμνο τέτοιο που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και στα αιτήματα του νομού.
Φυσικά, το Κέντρο Ψυχικής Υγείας Ρεθύμνου, είναι ανοικτό για τέτοιες περιπτώσεις. Όπως και η Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου , όπου εκεί γίνονται πιο εξειδικευμένα πράγματα και νοσηλείες. Αλλά αυτές έστω τις λίγες δομές πρέπει να τις εμπιστευτούμε, να τις αγκαλιάσουμε, να τις ενισχύσουμε. Να δουλέψουμε όλοι στο Ρέθυμνο σαν τοπική κοινωνία, φορείς, πολίτες, εκκλησία, Τοπική Αυτοδιοίκηση» επισημαίνει ο διευθυντής του Κ.Ψ.Υ.
Ο κ. Λιοδάκης στέλνει ένα ακόμα αισιόδοξο μήνυμα στην τοπική κοινωνία: «Η κατάσταση που περνάμε όλοι μας πρέπει να έχει μια προσωρινότητα, μια παροδικότητα. Να σκεφτόμαστε ότι μπορούμε να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας για ένα καλύτερο αύριο. Να είναι διαφορετικό το αύριο από την προηγούμενη κατάσταση. Καθένας μας να έχει ένα όραμα, μια ελπίδα, μια αξιοπρέπεια. Μπορεί σήμερα να έχουμε λιγότερα καταναλωτικά αγαθά, αλλά να ζούμε με την σκέψη ότι θα έχουμε ένα αύριο με αξιοπρέπεια».