Επειδή δεν έχω δικαίωμα, συνταξιούχος πια, να μιλώ εξ ονόματος του Πανεπιστημίου και της Ακαδημαϊκής του Κοινότητας, θα διατυπώσω κάπως διαφορετικά το παραπάνω ερώτημα. Τι υποσχέθηκε ο Δημήτρης ο Αρχοντάκης και όλοι εμείς οι Ρεθεμνιώτες που με τον α’ ή το β’ τρόπο («ο νοών νοείτω») συμμεριστήκαμε το όραμά του να αποκτήσει το Ρέθυμνο Πανεπιστήμιο. Ποια ήταν τα επιχειρήματά μας; Ποια ήταν τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα σε σχέση με το Ηράκλειο και τα Χανιά, τις πόλεις, δίπλα μας, που κατά τεκμήριο επιθυμούσαν κι αυτές διακαώς και με τα δικά τους, δυνατότερα, ως πιο ισχυροί γείτονες, επιχειρήματα, να αποκτήσουν το Πανεπιστήμιο, το Ανώτατο Ίδρυμα που άξιζε και εδικαιούτο η Κρήτη; Είχε λάβει ενεργό μέρος και ο υπογράφων σ’ εκείνον τον εν θερμώ διάλογο και έχει ιδίαν και προσωπική εμπειρία του θέματος.
Ένα βασικό επιχείρημα ήταν ότι στην υπόθεση του Ρεθύμνου συνηγορούσαν δύο γνωστοί στην Ελλάδα επιστήμονες των χρόνων εκείνων. Ο Γεώργιος Κουρμούλης και ο Μανούσος Μανούσακας. Και οι δυο τους προθυμοποιήθηκαν να συνδράμουν και να αναλάβουν από την αρχή πρωταγωνιστικό ρόλο ως μέλη της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής στην προσπάθεια της προετοιμασίας και έναρξης λειτουργίας του νέου Πανεπιστημίου. Το τρίτο σημαίνον μέλος της ΔΕ ήταν ο Ηρακλειώτης λάτρης των κρητολογικών σπουδών και έγκυρος φιλόλογος Νίκος Παναγιωτάκης, ο οποίος βέβαια διακαώς επιθυμούσε η Φιλοσοφική Σχολή τουλάχιστον, να λειτουργήσει στο Ηράκλειο. Συνάντησε όμως την έντονη αντίδραση του Μ. Μανούσακα (είχε πάρει στο μεταξύ τη θέση του αποχωρήσαντος από τη ΔΕ Γ. Κουρμούλη), τον οποίο ο Ν. Παναγιωτάκης, τιμούσε και σεβόταν και έτσι υπεχώρησε. Η εκτίμησή μου είναι ότι το ίδιο συνέβη και με τους άλλους πολύ σημαντικούς λογίους του Ηρακλείου στενούς φίλους του Ν. Παναγιωτάκη, Μενέλαο Παρλαμά, Ανδρέα Καλοκαιρινό, Νικόλαο Πλάτωνα, Στυλιανό Αλεξίου κλπ. Η εκτίμησή τους απέναντι στο επιστημονικό κύρος του Μ. Μανούσακα τους απέτρεψε να αναλάβουν οποιαδήποτε πρωτοβουλία για αλλαγή των αρχικών αποφάσεων.
Η ανάληψη της προεδρίας της ΔΕ από τον επίσης Ηρακλειώτη διεθνούς κύρους καθηγητή Γρηγόρη Σηφάκη, στη συνέχεια, ήταν καταλυτικής σημασίας. Ο σπουδαίος αυτός επιστήμονας, και άνθρωπος διαδεχόμενος το Μ. Μανούσακα πραγματικά αναλώθηκε στην οργάνωση της Φιλοσοφικής Σχολής και των άλλων Τμημάτων του ΠΚ στο Ρέθυμνο. Χωρίς αυτόν και των άμεσα συνεργατών του Ν. Παναγιωτάκη και Γ. Καμπίτση δεν θα είχαμε την άνθηση των Τμημάτων του Ρεθύμνου που ακολούθησε.
Το Ρέθυμνο δεν έχει ακόμα τιμήσει το Γρηγόρη Σηφάκη. Η προσφορά του είναι το ίδιο σημαντική, αν όχι σημαντικότερη, με αυτή του Μ. Μανούσακα∙ είναι μεγάλη παράλειψη και οφείλει να το κάνει το συντομότερο δυνατόν… Είναι αυτός που έδωσε όραμα στο ΠΚ γενικά, αλλά ιδιαίτερα στη Φιλοσοφική Σχολή του Ρεθύμνου. Καλώς τιμούμε σήμερα το Δημήτρη Αρχοντάκη, αλλά δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ένας δήμαρχος όσο καλός κι αν είναι δε φτάνει για δημιουργήσει ένα καλό Πανεπιστήμιο. Κοντά στο Γ. Σηφάκη συνεργός και αγκωνάρι ο Νίκος Σβορώνος, τον οποίο κάλεσε από τη Γαλλία ο στενός του φίλος Μ. Μανούσακας.
Σ’ αυτούς τους πρωτοπόρους, τους ξαναλέω με χρονολογική σειρά: Μ. Μανούσακα, Ν. Παναγιωτάκη, Γ. Σηφάκη, Ν. Σβορώνο, Γιάννη Καμπίτση στάθηκαν αξιόλογοι Ρεθεμνιώτες που έδωσαν απτά δείγματα τους ήθους, της αξιοσύνης και της παιδείας του Ρεθύμνου. Μνημονεύω τον Γιώργο Αγγελιδάκη, μια άλλη μεγάλη εκκρεμότητα του Δήμου μας, ούτε αυτόν τίμησε ως τώρα η πόλη μας, του οφείλει όμως πολλά και στην υπόθεση του Πανεπιστημίου, το Γιώργο Δρανδάκη, την Ιωάννα τη Βαλαρή και τον κύκλο του Λυκείου, τη Μαρία Τσιριμονάκη, τη Φανή την Παπαδουράκη και τον κύκλο της ΧΕΝ και, και, και … Ακολούθησε αμέσως μετά ο ερχομός υπαλλήλων που πήραν τη δουλειά τους πολύ στα σοβαρά. Αναφέρω το Σωτήρη τον Αρετουλάκη στην Οικονομική Υπηρεσία, το Σταμάτη τον Κοκκινάκη, στη Διοίκηση, το Γιάννη το Τζήκα, το Χρήστο τον Πανταζή, τη Βαγγελιώ τη Βιδάκη, τη Μάρω Πετράκη-Παπιομίτογλου, το βιβλιοθηκάριο που μετακόμισε από τη Δημόσια Βιβλιοθήκη του Ρεθύμνου, και τους εξαίρετους συνεργάτες του και άλλους και άλλους, για τους οποίους θα πρέπει να γίνει ξεχωριστή αναφορά… Και από κοντά οι Ρεθεμνιώτες καλλιτέχνες. Ο Στέλιος ο Φουσταλιέρης, ο Κώστας ο Μουντάκης, ο μαθητής του Daily Ross και άλλοι και άλλοι… Και στο τέλος, όλοι μαζί, κυριολεκτικά … στης «νύκτας το λαμπάδιασμα» … στου Ζήση, στου Κόμπου, στου Γκαζόζα, στου Γαβαλά, στου Αλέκου, όπου καταλήγαμε όλοι: Πρωτοπόροι, πανεπιστημιακοί, Ρεθεμνιώτες, καλλιτέχνες, υπάλληλοι.
Όλος αυτός ο ανθρώπινος, ο κοινωνικός ακόμα και επαγγελματικός περίγυρος. Ολόκληρος ο κύκλος των ανθρώπων της πόλης που αγκάλιασαν το νέο Πανεπιστήμιο και τους ανθρώπους του. Όλα αυτά δημιούργησαν το συγκριτικό πλεονέκτημα του Ρεθύμνου.
Κοντολογίς το Πανεπιστήμιο και οι Πανεπιστημιακοί σήμερα θέλουν ένα αντίστοιχο κοινωνικό, ανθρώπινο πλαίσιο παρόμοιο μ’ αυτό που βρήκαν οι πρωτοπόροι εκείνοι σ’ αυτή την πόλη όταν ξεκινούσαν το στήσιμο του νέου Πανεπιστημίου. Χρειάζεται ακόμα δουλειά, πολλή δουλειά σ’ αυτήν την πόλη από διοικούντες και διοικούμενους. Δεν φτάνουν μόνο τα λαμπρά έργα για τα οποία δικαίως πιστώνουμε και το Δημήτρη Αρχοντάκη και το Γιώργο Μαρινάκη. Δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση: Πανεπιστήμιο σήμερα στην επαρχία. Και βεβαίως δε μπορούμε να τα περιμένουμε μόνο από το Δήμαρχο. Απ’ αυτόν περιμένουμε να νιώσει αυτή την ανάγκη και να δώσει άμεση προτεραιότητα στον ανθρώπινο παράγοντα. Δεν λείπουν ούτε σήμερα άξιοι Ρεθεμνιώτες που αγαπούν την πόλη και θέλουν να αγκαλιάσουν το Πανεπιστήμιό της. Δεν περισσεύει κανείς… Άνθρωποι υπάρχουν και σήμερα και πρέπει να τους βρούμε. Χρειάζονται να γίνουν πολλά ανοίγματα σε πολλές μεριές.
Νιώθουμε όμως ότι το θέμα της επικεφαλίδας αυτού του άρθρου δεν έχει εξαντληθεί. Θα χρειαστεί να επανέλθουμε στο εγγύς μέλλον.