Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΚΑΛΙΔΑΚΗ*
Verba volant, scripta manent – Sed et imagines manent: Τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν – Αλλά και οι εικόνες μένουν (Το Sed… είναι του υπογράφοντος):
«Έπεα πτερόεντα» Ιλιάδα Ρ.Α 201, Ρ.Ε 871
Τις δεκαετίες του -50 και -60 (πιθανόν και σήμερα;), έπρεπε να ξέρεις καλά Λατινικά για να «μπεις» στις Θεωρητικές Πανεπιστημιακές Σχολές και να «βγεις» από αυτές, εκτός αν έπεφτες στην περίοδο της μεταπολίτευσης και δήλωνες ότι σε «έκοψε» ο χουντικός; Ηλιόπουλος (ο αγροίκος από το Λάτιο, όπως τον ονομάζαμε), οπότε ελάμβανες το δημοκρατικό πέντε (5) de jure -ντε γιούρε= κατά νόμο, άγραφο βέβαια.
Τώρα τι νόημα έχουν τα λατινικά με το άρθρο, καθώς και το «έπεα πτερόεντα» του Ομήρου (Ιλιάδα Ρ.Α. στ. 201, Ρ.Ε. στ. 871), όπως βέβαια το ερμηνεύουν, μεταφράζουν και το κάνουν να έχει σχέση με το «verba volant» (εγώ διαφωνώ και θα το δικαιολογήσω στο τέλος), θα το αντιληφθείτε σχεδόν αμέσως.
Τελευταία έχουν γίνει εκδηλώσεις για το βιβλίο του Μάρκου Πολιουδάκη «H μάχη της Κρήτης στο Ρέθυμνο», Εκδοτική Εστία, Αθήνα 1983, στο πλαίσιο εκείνου του ηρωικού δεκαήμερου του Μαΐου 1941. Με το βιβλίο αυτό έχω στενή σχέση. Λίγοι το ξέρουν και καλό είναι να το μάθουν και οι πολλοί.
Η σχολική χρονιά 1982-83 με βρήκε πάλι στο 2ο Γυμνάσιο με Γυμνασιάρχη τον αείμνηστο Χρήστο Ι. Μακρή. Μία των ημερών, αρχές χειμώνα αν θυμάμαι καλά, εισέρχεται στο Γραφείο του κάποιος Κύριος, καθίζει δίπλα του και αφήνει πάνω στο τραπέζι ένα ογκώδη φάκελο. Εγώ καθόμουνα στο πρώτο γραφείο ασχολούμενος με το Μητρώο των μαθητών. Κώστα, μου λέει ο Γυμνασιάρχης, παράγγειλε καφέ και έλα να καθίσεις εδώ.
Πηγαίνω και μου συστήνει τον επισκέπτη Μάρκο Πολιουδάκη και εν συνεχεία δείχνει το φάκελο λέγοντάς μου. Βλέπεις αυτό το πράγμα είναι γεμάτο σημειώσεις, φωτογραφίες, σχεδιαγράμματα, παραρτήματα, τοπογραφικά και άλλα που αφορούν τη μάχη της Κρήτης στο Ρέθυμνο. Έμεινα ενεός δηλ. άναυδος, σαν κωφός. Ο γυμνασιάρχης το αντιλαμβάνεται, αφήνει να περάσουν μερικά δευτερόλεπτα και συνεχίζει. Ο κ. Μάρκος έχει μαζέψει τεράστιο υλικό για τα γεγονότα, που έλαβαν χώρα με τους Γερμανούς στο Ρέθυμνο και θέλει να το κάνει βιβλίο, αλλά χρειάζεται βοήθεια. (Ο Πολιουδάκης απευθύνθηκε στο Γυμνασιάρχη επειδή ήταν φίλοι και συμμαθητές αλλά και για άλλο ένα λόγο. Η γυναίκα του Μάρκου είχε δακτυλογραφήσει μια εργασία του και έτσι ήταν και αυτός υποχρεωμένος να του προσφέρει κάτι. Αυτό μου το εκμυστηρεύθηκε αργότερα). Εγώ όμως, συνεχίζει ο τότε προϊστάμενός μου, δεν έχω χρόνο να ασχοληθώ. Γνωρίζω όμως ότι εσύ μπορείς, έχεις τις ικανότητες. Δες το υλικό και αποφάσισε. Εδώ σου γράφει πρόχειρα τι περίπου θέλει και τα τηλέφωνά του. Τι να δω εγώ. Ένα πρόχειρο χαρτί -ψηφοδέλτιο του κόμματος των Φιλελευθέρων- όπως δείχνουν και οι εικόνες 1 και 2 (imagines 1,2), με σημειώσεις, υπογραφές του και τα τηλ. 71314 στο Σταυρωμένο και κάτω αριστερά το τηλ. του καταστήματος, που διατηρούσε με τον αδελφό του, στην αρχή της προκυμαίας, Ελ. Βενιζέλου αρ. 4 και ήταν το 22660.
Εγώ, εκείνη τη στιγμή, δεν μπορούσα ούτε να δεχτώ, ούτε να αρνηθώ, γι’ αυτό λέγω στο Γυμνασιάρχη τα εξής: Να το πάρω στο σπίτι, να του ρίξω μια ματιά και να σας απαντήσω σε δυο-τρεις μέρες. Έτσι και έγινε.
Την μεθεπομένη είπα στο Γυμνασιάρχη ότι το αναλαμβάνω, γιατί να σας πω την αλήθεια, γοητεύθηκα από το μόχθο αυτού του ανθρώπου, καθώς και από το πάθος του. Εντάξει είπε αυτός γελώντας κάτω από το μουστάκι του. Να ξέρεις κάτι ακόμη ότι θα πληρωθείς για τον κόπο σου.
Πράγματι έβαλα την ύλη σε τάξη, ούτως ώστε το βιβλίο να διαβάζεται από όλες τις τάξεις, όπως μου είχε τονισθεί, αλλά και ευχάριστο να είναι για τους ειδικούς κυρίως. (Έπρεπε να κάνω δηλαδή ότι κάνει ο καλός ιεροκήρυκας στην Εκκλησία, που έχει απέναντί του ανθρώπους από αμόρφωτους έως πολύ μορφωμένους).
Μετά από μερικούς μήνες, παραδίδοντάς το, έλαβα και το ποσόν των σαράντα πέντε χιλ. (45.000) δρχ., που αντιστοιχούσαν τότε σε δύο (2) περίπου μηνιαίους μισθούς.
Πρέπει να ομολογήσω ότι η συνεργασία μου με τον Πολιουδάκη ήταν άψογη, όπως ήταν και ο χαρακτήρας του, άλλωστε πέραν της χρηματικής αμοιβής να ξέρετε ότι σε κάθε μας συνάντηση, για διευκρινήσεις, μου έκανε και ένα δώρο, όπως ποτά (διάφορα) από την κάβα του καταστήματός του, καθώς και άλλα πράγματα, πιθανόν διαφημιστικά, όπως μαχαίρια πολυεργαλεία, ανοικτήρια, μπρελόκ κλπ.
Το ελέγχει λοιπόν ο Γυμνασιάρχης, γράφει και τον πρόλογο και το βιβλίο, σε λίγο καιρό είναι έτοιμο.
Κάποια μέρα έρχεται ο Πολιουδάκης στο 2ο Γυμνάσιο χαρούμενος, κρατώντας το όνειρο της ζωής του και μου λέει, πιάνοντάς μου το χέρι. Φίλε και συνεργάτη σου το δωρίζω με την υπογραφή μου, τις ευχαριστίες μου και την ευγνωμοσύνη μου.
Όταν πήγα στο σπίτι ανοίγω το βιβλίο και βλέπω πρόλογος-επιμέλεια Χρίστου Ι. Μακρή και στην επομένη σελίδα την αφιέρωση «Στον αγαπητό φίλο και συνεργάτη Κώστα Σκαλιδάκη με πολλή αγάπη» και την υπογραφή του από κάτω. (Εικόνα – imago-inis 3). Διαβάζω και τον πρόλογο, μήπως αναφέρεται κάτι για μένα, τίποτα! Πικράθηκα αλλά δεν είπα λέξη.
Γιατί συνέβη αυτό. Πρώτον εκτιμούσα το Γυμνασιάρχη Χρίστο Ι. Μακρή όπως, πιστεύω και αυτός εμένα. Αυτό μπορεί και να το επιβεβαιώσει η καλή του σύζυγος και συνάδελφος κ. Βάλια. Άλλωστε τι σας λέει ότι μου εμπιστεύθηκε μια τέτοια εργασία; Τι σας λέει ότι τα προηγούμενα χρόνια βαθμολογήθηκα από αυτόν με άριστα (τρία δεκάρια), γιατί τότε υπήρχε αξιολόγηση-βαθμολογία. Αυτά υπάρχουν στην Επιθεώρηση – Διεύθυνση Β’θμιας Εκπαίδευσης (Scripta manent).
Δεύτερον με τον αείμνηστο Μάρκο είχαμε σωστή συνεργασία και μάλιστα αγαστή, όπως προανέφερα. Ήταν εργοδότης μου και ήμουν εργαζόμενος. Εργάστηκα, πληρώθηκα. Αυτή τη συμφωνία κάναμε και τηρήθηκε. Η υπόθεση έμεινε εκεί.
Παρακολουθώντας όμως τις εκδηλώσεις μνήμης για τον συγγραφέα του βιβλίου και βλέποντας διαφόρους γνωστούς και αγνώστους να ομιλούν για το θέμα αυτό, αισθάνθηκα σαν τον αδύνατο του Λυσία, υπό άλλη έννοια και σκέφτηκα να ομιλήσω και εγώ, ή καλύτερα να γράψω, όπως έκανα, έχοντας κάθε λόγο, χρωστώντας σχεδόν χάρη σ’ αυτούς, επειδή μου παρασκεύασαν το άρθρο «Τουτονί» και «Πειράσομαι» των γραφομένων το αληθές – ασφαλές να το τεκμηριώσω μόνος μου, παρουσιάζοντας, ως στηρίγματα τα συνημμένα γραπτά – εικόνες (scripta – imagines) και όχι τα λόγια (verba) ή τα «έπεα πτερόεντα» του Ομήρου, όπως τα μεταφράζουν.
Τελειώνοντας να αναφέρω δύο τινά, που ίσως έχουν ενδιαφέρον.
1ον. Εδώ στην Κρήτη π.χ. παλαιότερα, ο λόγος ήταν ισχυρότερος, αλλά και μέχρι σήμερα υπάρχουν «κόντρες» μεταξύ των διανοουμένων για το θέμα αυτό. (Δες Δ. Ν. Μαρωνίτης, «έπεα πτερόεντα» εφ. το Βήμα 30-01-2000), καίτοι τα μηχανήματα σήμερα, παγιδεύουν τη φωνή και την εικόνα και γίνονται έτσι όλα ίδια. Ωστόσο, βέβαια, οι διαφορές θα παραμείνουν εσαεί.
2ον. Οι μεταφράσεις που κάνουν στους στίχους 201 της Ιλιάδας Ραψ. Α και 871 Ραψ. Ε και συγκεκριμένα στα «έπεα πτερόεντα» δεν με βρίσκουν σύμφωνο, γι’ αυτό θα γράψω κάτι στο πλαίσιο πάντα της έρευνας, χωρίς να διατυπώνω ισχυρισμούς. Οι καθηγητές μας έλεγαν ότι είναι λόγια, που μόλις βγουν από το στόμα πετούν, χάνονται, εξαφανίζονται, άλλοι πάλι τα μεταφράζουν ως λόγια του ανέμου, μεγαλοστομίες, υπερβολές, αβάσιμα επιχειρήματα, υποσχέσεις άνευ βαρύτητας, ειρωνείες, λόγια που δεν είναι καταγεγραμμένα και εύκολα αμφισβητούνται ή διαψεύδονται, λόγια για να τονίσουν τη δύναμη της φήμης, που μεταδίδεται παντού αστραπιαία, οι δε μεγάλοι μεταφραστές, όπως οι Καζαντζάκης – Κακριδής γράφουν για «ανεμάρπαστα λόγια» και οι Πολυλάς – Πάλλης για πτερωμένα ή πτερωτά λόγια, αντίστοιχα. Τούτα και άλλα πολλά μου φαίνονται αόριστα και δεν απηχούν τον Όμηρο.
Η γνώμη μου λοιπόν είναι, ότι τόσο ο Αχιλλέας όσο και ο Άρης λένε «έπεα πτερόεντα» δηλ. λόγια ελαφρά, όμοια με φτερά, λόγια συγκεκριμένα, ευγενικά, ευλαβικά και εν πάση περιπτώσει γεμάτα από ευσέβεια, καίτοι η οργή τους είναι τεράστια και τη δικαιολογώ με τα παρακάτω στοιχεία.
Η άγρια κόντρα Αχιλλέα – Αγαμέμνονα έχει φθάσει στα ύψη. Ανταλλάσσουν, όπως λέμε και σήμερα, βαριές κουβέντες – βρισιές. Εμφανιζομένη όμως η «Γλαυκώπις», «Παλλάδα» Αθηνά και πιάνοντας από πίσω τα ξανθά μαλλιά του Πηλείδη, που ο ίδιος τη βλέπει, όχι όμως και οι άλλοι, ο Αιακίδης, ο γενναιότερος ήρωας της Ιλιάδας, μεταμορφώνεται σε ηθοποιό για να ανταπεξέλθει. Ο μέγας των ρητόρων Δημοσθένης λέγει ότι ο ρήτορας – ομιλητής πρέπει να χρησιμοποιεί αυτό το τέχνασμα. Οι καλοί δικηγόροι θα το γνωρίζουν αυτό. Έτσι λοιπόν ο γενναίος των γενναίων χαμηλώνει τους τόνους βάζοντας φρένο στους βαρείς χαρακτηρισμούς, ακούγοντας την προστάτιδά του Αθηνά, για να εισακουστεί και αυτός όταν χρειαστεί, λέγοντας «έπεα πτερόεντα» με την έννοια που ανέφερα παραπάνω. Και αυτό διότι όταν έφυγε η πάντα Παρθένος, γιατί ποτέ δεν είχε σύντροφο ή εραστή (Παρθενών), ξεσπά πάλι στα βαριά σαν μολύβι λόγια, ονομάζοντας τον Ατρείδη μέθυσο, άνθρωπο με μάτια σκύλου, δειλό κλπ., κλπ.
Όσον τώρα για τον χαλκοφόρο και τειχοπλήκτη Άρη, μετά την σύγκρουσή του με τον γιο του Τυδέα Διομήδη, τραυματίζεται άσχημα, (ο Διομήδης είχε και αυτός αποσπάσει την εύνοια της Αθηνάς) και τραυματισμένος βαριά φθάνει στον Όλυμπο την έδρα των αθανάτων, κάθεται πλάι του πατέρα θεών και ανθρώπων. Ολοφυρόμενος λοιπόν λέγει «έπεα πτερόεντα» στον Κρονίδη Δία, που έχει δίπλα του.
Πώς λοιπόν μεταφράζουν ή και ερμηνεύουν έτσι αόριστα τον Όμηρο. Εάν ισχυριστούν ότι ερμηνεύουν το «verba volant» – τα λόγια πετούν, ας λένε ό,τι θέλουν.
Θα χαρώ αν κάποιος ανασκευάσει με γραπτά («scripta) το άρθρο μου.
Ευχαριστώ για τον χρόνο σας, καθώς και την εφημερίδα για τη φιλοξενία.
* Ο Κωνσταντίνος Σκαλιδάκης είναι συνταξιούχος καθηγητής