Η Λαϊκή Συσπείρωση στο πρόσφατο Δημοτικό Συμβούλιο έκφρασε τη συμπαράστασή της και ζήτησε την άρση των αδικιών σε βάρος των δύο σχολικών καθαριστριών, που ύστερα από 17 και εννέα χρόνια εργασίας, δεν τους ανανεώθηκαν οι συμβάσεις έργου. Η εξέλιξη αυτή αντικειμενικά ενισχύει την ανασφάλεια και την υποταγή για να γίνει αποδεκτό το ήδη απαράδεκτο εργασιακό καθεστώς, που σύντομα θα χειροτερέψουν ακόμη περισσότερο.
Η κυβέρνηση με την αντιλαϊκή αντιδραστική «αποκέντρωση» αρμοδιοτήτων και ευθυνών, ξεφορτώνεται σταδιακά και «εκπαιδεύει» από τώρα τους δήμους και τις σχολικές επιτροπές να διαχειρίζονται τα ψίχουλα που διαθέτει για την καθαριότητα των σχολείων. Από το 2015 μεταφέρει και την οικονομική ευθύνη στις πλάτες των γονιών και των δημοτών, μέσω της τοπικής επαναφορολόγησης και των δημοτικών σχολικών επιτροπών (ΦΕΚ 2543/10-10-2013). Οι ήδη κακοπληρωμένες σχολικές καθαρίστριες, που δεν δικαιούνται άδεια, δώρο Πάσχα και Χριστουγέννων, που ακόμη κι όταν καθαρίζουν 18 αίθουσες με τους αντίστοιχους κοινόχρηστους χώρους, διαδρόμους, γραφεία, τουαλέτες, (8ωρο και βάλε δηλαδή), αμείβονται με μόλις 4.800 (!!!) ευρώ το χρόνο, σε αυτή την προοπτική, που τα χρήματα θα είναι ακόμη λιγότερα και πολύ πιο επισφαλή, θα πρέπει από τώρα να «εκπαιδευτούν» να σκύβουν το κεφάλι. Η εξόφθαλμη αυθαιρεσία, που χαρακτηρίζει τις δύο αποπομπές και η, δια της νίψεως των χειρών, νομιμοποίησή της από τη δημοτική αρχή, αντικειμενικά, αυτό το καθεστώς προετοιμάζει.
Απαντώντας στην παρέμβασή μας η δημοτική αρχή επικαλέστηκε αναρμοδιότητα (!!!) για τη σύναψη των συμβάσεων. Όμως, ύστερα από παλινωδίες είναι αλήθεια, το ΦΕΚ 2543/10-10-2013 ορίζει ρητά πως το μεν Ίδρυμα Νέας Γενιάς είναι αρμόδιο για τα ψίχουλα της χρηματοδότησης των σχολικών επιτροπών και τις δημοτικές σχολικές επιτροπές «αρμόδιες για τη σύναψη των συμβάσεων». Η αποποίηση των ευθυνών εκ μέρους της δημοτικής αρχής και η παραπομπή του θέματος στην αποκλειστική δήθεν αρμοδιότητα των διευθυντών, είναι ένας εύσχημος τρόπος «νομιμοποίησης» υποκειμενικών επιλογών. Κάποιες φορές διευθυντές, βλέποντας ότι το μοναδικό μέτρο που χρησιμοποιείται είναι η αποπομπή από τη δουλειά, αποσιωπούν ακόμη και συστηματική αθέτηση των υποχρεώσεων εκ μέρους κάποιων καθαριστριών και άλλοτε, λειτουργώντας εντελώς υποκειμενικά εισηγούνται την απομάκρυνσή τους χωρίς να έχει τηρηθεί καμιά διαδικασία αντικειμενικού ελέγχου της δουλειάς τους.
Σοβαρά τέτοια ερωτηματικά υπάρχουν και με τις δύο εργαζόμενες, που δεν ανανεώνεται η σύμβασή τους και με δεδομένο ότι προηγούνται έναντι όλων των άλλων ακριβώς επειδή εργάζονται ήδη σε αυτή τη δουλειά.
Το πρώτο σοβαρό ερώτημα είναι κατά πόσο «νομιμοποιούνται» οι διευθύνσεις των σχολείων να επικαλούνται πλημμελή εκπλήρωση των καθηκόντων τους, όταν μέχρι τη λήξη της σχολικής χρονιάς δεν έχουν προχωρήσει σε καμιά σχετική αναφορά προς τη δημοτική σχολική επιτροπή για να διασταυρωθεί η ακρίβεια αυτών των καταγγελιών. Στη μια μάλιστα περίπτωση η διεύθυνση του σχολείου έχει καλέσει από τον Αύγουστο την εργαζόμενη, να ξεκινήσει την καθαριότητα για το άνοιγμα του σχολείου και στη συνέχεια «ανακάλυψε» ότι δεν ανταποκρίνονταν στις υποχρεώσεις της και πρέπει να απομακρυνθεί.
Το δεύτερο σοβαρό ερωτηματικό γεννιέται από το γεγονός ότι οι «αιτιάσεις» αυτές, σε βάρος των ήδη εργαζομένων, εμφανίζονται ταυτόχρονα με την εμφάνιση άλλου προσώπου που διεκδικεί τη θέση εργασίας και που κατά διαβολική σύμπτωση και στις δύο περιπτώσεις κατά την κρίση των διευθυντών τα δύο αυτά νέα πρόσωπα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για εργασία. Στη μια μάλιστα περίπτωση αυτή (η μεγαλύτερη ανάγκη) είναι η κύρια επιχειρηματολογία της διεύθυνσης του σχολείου. Αυτή όμως είναι μια καθαρά υποκειμενική εκτίμηση και είναι πολύ αμφίβολο κατά πόσο έχουν και τα στοιχεία και την αρμοδιότητα να την κρίνουν. Αλλά, ακόμη και αν τα παραβλέψουμε αυτά, η λογική: διώχνουμε κάποιον απ’ τη δουλειά γιατί κάποιος άλλος, κατά την κρίση μας, έχει μεγαλύτερη ανάγκη, είναι τουλάχιστον καινοφανής και σίγουρα αδιέξοδη στη γενίκευσή της. Άλλο πράγμα να «χηρεύει» μια θέση εργασίας και να πάρεις υπ’ όψιν σου και τα λεγόμενα «κοινωνικά κριτήρια» (που πρέπει να ‘ναι προκαθορισμένα κλπ.) κι άλλο με αυτή την αιτιολογία να διώχνεις τον ένα για να πάρεις τον άλλο. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι υπάρχουν ισχυρές, τουλάχιστον ενδείξεις, ότι οι αποφάσεις αυτές έχουν έντονο το στοιχείο του υποκειμενισμού και της προσωπικής επιλογής. Η άρνηση της σχολικής επιτροπής και της δημοτικής αρχής τουλάχιστον να το ερευνήσουν, στα πλαίσια της τήρησης των γνωστών διαδικασιών, δημιουργεί κλίμα φόβου και ανασφάλειας σε όλες τις εργαζόμενες. Τις πιέζει να υποτάσσονται αδιαμαρτύρητα στις όποιες υποδείξεις του ανεξέλεγκτου πλέον διευθυντή γιατί από αυτόν και μόνο αυτόν εξαρτάται η ίδια η δουλειά τους. Στην αποτροπή αυτού του κλίματος αποσκοπεί η δική μας στήριξη και συμπαράσταση, που είναι ανεξάρτητη από πρόσωπα και προσηλωμένη σε στοιχειωδώς αμερόληπτες διαδικασίες, όσο μπορούν αυτές να υπάρξουν στις σημερινές συνθήκες γενικευμένης επίθεσης στα εργατικά λαϊκά δικαιώματα.
* Ο Μανούσος Μανουσογιάννης είναι δημοτικός σύμβουλος του ΚΚΕ, εκλεγμένος με τη Λαϊκή Συσπείρωση