Όλοι μας ξέρουμε και έχουμε διαβάσει ή ακούσει πόσο σημαντικό είναι για μιαν κοινωνία να έχει σώφρονες και δίκαιους κυβερνώντες. Τα τελευταία ιδίως χρόνια, κατά τα οποία έχουμε τη δυνατότητα, με την ταχύτητα (όχι, όμως, και την εγκυρότητα, έτσι δεν είναι;) της διάδοσης των πληροφοριών, να μαθαίνουμε ό,τι συμβαίνει ανά πάσα στιγμή σε κάθε σημείο της Γης.
Και εάν δίκαιοι είναι οι κρατούντες που και τηρούν τους νόμους και τους εφαρμόζουν και απονέμουν τη δικαιοσύνη χωρίς διακρίσεις σε όλους τους πολίτες ή φροντίζουν να διανέμουν ακριβοδίκαια τα υλικά αγαθά σε όλους τους πολίτες ανεξαιρέτως, σώφρονες είναι όσοι εξ αυτών χρησιμοποιούν τη σύνεση και απαλλαγμένοι από αρρωστημένα πάθη (αρχομανία, φιλαργυρία, εμπάθεια, ζήλεια, αλαζονεία) γίνονται οι ίδιοι μπροστάρηδες των καθημερινών αγώνων των πολιτών για κοινωνικοπολιτική προκοπή και ευημερία.
Διαφορετικά, εάν οι κυβερνώντες καταπατούν οι ίδιοι τους νόμους ή/και εφαρμόζουν, με δόλο, επιλεκτικά τη δικαιοσύνη «κάνοντας τα στραβά μάτια» σε κάποιους που παρανομούν κατάφωρα και «ευνοώντας» τους εις βάρος του συνόλου αφενός και εάν είναι κυριευμένοι από αχαλίνωτη θεσιθηρία και ιδιοτέλεια και ματαιοδοξία και κακοψυχία αφετέρου, μετατρέπονται από παράδειγμα για μίμηση σε προς αποφυγή.
Και στην τελευταία περίπτωση, οι πολίτες βαθμιαία δεν εμπιστεύονται τους κρατούντες και στο τέλος, δεν πειθαρχούν σε όσα αυτοί ορίζουν. Αποτελέσματα, λοιπόν, τούτων είναι η κοινωνία να περιπέσει διαδοχικά σε ανομία, ακυβερνησία, αναρχία, παρακμή και σήψη. Μ’ άλλα λόγια, να περιέλθει σε μια διαρκώς επιδεινούμενη κρίση σε όλες τις πτυχές, ακόμα και αν οι κυβερνώντες «στρουθοκαμηλίζουν» και δεν το αναγνωρίζουν και δεν το ομολογούν, της ανθρώπινης δημόσιας ζωής, την οικονομική, την πνευματική, την ηθική, την κοινωνική.
Η οικονομική κρίση σε μιαν κοινωνία εμφανίζεται με την αύξηση του αριθμού των πολιτών που ζουν υπό το καθεστώς της φτώχειας και της ανεργίας από τη μια και με τη διόγκωση των ταξικών ανισοτήτων από την άλλη. Η πνευματική με την αδιαφορία του κράτους για τους δασκάλους και τους μαθητές, αλλά και με την απαιδευσιά και τη λεξιπενία των νέων. Η ηθική με την έξαρση της εγκληματικότητας και με την επικράτηση του αμοραλισμού εις βάρος του ανθρωπισμού. Η κοινωνική με την έλλειψη κράτους – πρόνοιας και έννομης τάξης και με ταυτόχρονη αναρρίχηση και επικράτηση «φελλών» και «παρασίτων». Και οι τέσσερις είναι πληγές σε μιαν κοινωνία, σοβαρές και δυσεπούλωτες και όλο το βάρος για τη μη εμφάνισή τους ή την αντιμετώπισή τους έτσι και φανερωθούν φέρουν οι έχοντες τα ηνία σ’ αυτό το κοινωνικό σύνολο, οι οποίοι, με όλες τους τις δυνάμεις, άδολα και ανιδιοτελώς, θα πρέπει να στηρίζουν τον αγώνα των πολιτών και όχι να τον υποσκάπτουν ή να τον ναρκοθετούν.
Στον επίλογό μου, λοιπόν, κατόπιν των ανωτέρω, θα προσφύγω κατά την προσφιλή μου συνήθεια στη σοφία των αρχαίων Ελλήνων. Έτσι, θα ήθελα να σας θυμίσω ένα απόσπασμα απ’ όσα είχα διαβάσει στα φοιτητικά μου χρόνια στον «Αρεοπαγιτικό» του Ισοκράτη (μετάφραση: Σ. Τζουμελέας) και για να τα ξαναθυμηθώ βρήκα πρόσφατα ως αφορμές πολλά από εκείνα που ακούμε και βλέπουμε καθημερινά εντός και εκτός Ελλάδας: «Και όμως γνωρίζομεν όλοι ότι η ευδαιμονία αποκτάται και παραμένει όχι εις εκείνους που έχουν πόλεις περιβαλλομένας με μεγάλα και δυνατά φρούρια, ουδέ τους κατοικούντας πολυανθρώπους πόλεις, αλλ’ εις εκείνους που διοικούν την πόλιν των κάλλιστα και σωφρονέστατα. Διότι τίποτα άλλο δεν είναι ψυχή της πόλεως παρά μόνον το πολίτευμα, το οποίον έχει τόσον μεγάλην δύναμιν, όσην δύναμιν αναντιρρήτως έχει εις το σώμα η φρόνησις».
* O Γεώργιος Η. Ορφανός είναι Υποψήφιος Διδάκτωρ στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ.,Φιλόλογος