Την πολύ περιορισμένη κρατική χρηματοδότηση της παιδείας και ειδικότερα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι κάτοχοι πτυχίων και μεταπτυχιακών στην εύρεση εργασίας στην Ελλάδα καταγράφει σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, με τίτλο «Education at a Glance», το 64% των Ελλήνων αποφοίτων λυκείου προχωρά στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ο μέσος όρος των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ είναι 58%, ενώ λίγο μικρότερος στο 56% είναι ο μέσος όρος των χωρών της Ευρώπης που μετέχουν στον ΟΟΣΑ.
Υψηλότερα ποσοστά από την Ελλάδα έχουν το Βέλγιο (75%), η Ιρλανδία (74%), η Δανία και η Σλοβενία (71% εκάστη), η Νορβηγία και η Πολωνία (69% εκάστη), και η Βρετανία (65%). Από την άλλη, στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, λιγότεροι από τους μισούς αποφοίτους λυκείου κατευθύνονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση· ενδεικτικά, στην Ιταλία το 41% και στην Ισπανία το 48%.
Συγκεκριμένα, η μελέτη του ΟΟΣΑ δείχνει ότι για τις υπηρεσίες εκπαίδευσης, χωρίς να συνυπολογίζεται η έρευνα, η Ελλάδα δίνει μόλις 2.601 δολάρια (με όρους ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης) ανά φοιτητή. Πρόκειται για εντυπωσιακά χαμηλό ποσό, χωρίς πάντως να διευκρινίζεται εάν στον αριθμό των φοιτητών συμπεριλαμβάνονται και οι λεγόμενοι «αιώνιοι», οι οποίοι δεν υπάρχουν σε άλλες χώρες (τουλάχιστον στην έκταση της Ελλάδας).
Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 11.249 δολάρια, ενώ των ευρωπαϊκών χωρών 11.132 δολάρια. Μεταξύ των χωρών με τη μεγαλύτερη χρηματοδότηση συγκαταλέγονται η Αυστρία (13.138) και η Νορβηγία (12.363). Στον αντίποδα, χαμηλά είναι τα ποσά στην Τσεχία (6.365), στην Τουρκία (7.018) και στην Ουγγαρία (7.068).
Στα χρόνια της κρίσης, η Παιδεία, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, δέχθηκε ισχυρό πλήγμα με συνεχείς μειώσεις.
Ειδικότερα, η Ελλάδα δαπανά σύμφωνα με τον Οργανισμό 5.400 ευρώ ανά μαθητή στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και 6.000 ευρώ στη δευτεροβάθμια, ποσά που αποτελούν το 60%-70% αυτών που διαθέτουν οι περισσότερες χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ.
Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια έκθεση, η χώρα βρίσκεται στις τελευταίες με τη χαμηλότερη χρηματοδότηση στην Παιδεία για την εκπαίδευση από την ηλικία των 6 έως και 15 ετών.
Η χώρα μας,επισης , έχει πολύ χαμηλό ποσό δαπάνης ανά φοιτητή
{αραλληλα , σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, στην Ελλάδα το ποσοστό απασχόλησης των ενηλίκων με πτυχίο είναι στο 73% και με μεταπτυχιακό στο 82%, ενώ ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ βρίσκεται στο 44% και 91% αντίστοιχα. Το ποσοστό απασχόλησης για όσους έχουν διδακτορικό (90%) είναι επίσης χαμηλότερο από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (92%).
Μεταξύ των νέων ενηλίκων (25-34 ετών), οι γυναίκες έχουν χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης από τους άνδρες: μόνο το 64% των νέων γυναικών με πανεπιστημιακή εκπαίδευση απασχολούνταν το 2018, έναντι του 79% των νέων ανδρών.
Επιπλέον, η Ελλάδα έχει το τέταρτο υψηλότερο ποσοστό ατόμων ηλικίας 18-24 ετών που δεν απασχολούνται, ούτε στην εκπαίδευση, ούτε στην κατάρτιση ανάμεσα στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, και το δεύτερο υψηλότερο στην Ε.Ε. μετά την Ιταλία. Το μερίδιο αυτό αυξήθηκε κατά περίπου 6 ποσοστιαίες μονάδες από το 2008.
Τέλος, το 8% των ανέργων ηλικίας 18-24 ετών είναι άνεργοι για τουλάχιστον 12 μήνες, το οποίο είναι και το μεγαλύτερο ποσοστό στις χώρες του ΟΟΣΑ.