Του ΜΑΝΩΛΗ ΗΛΙΑΚΗ
Είναι απίστευτα μεγάλη επιτυχία της άρχουσας τάξης της Τουρκίας και της Ελλάδας να έχουν πείσει με τη συνδρομή των σφουγγοκωλάριων δημοσιογράφων ότι οι φτωχοί φταίνε για τη φτώχεια τους.
Και στο θέμα που αναφέρομαι μου κάνει εντύπωση ότι δεν υπήρξε ούτε ένα σχόλιο από τους περισπούδαστους δημοσιογράφους να συσχετίζει τη σημερινή κατάσταση που υπάρχει στα νησιά του Αιγαίου και στον Έβρο, όπου βρίσκονται εγκλωβισμένοι μετανάστες – πρόσφυγες με το ότι κι εμείς, σαν μεταναστευτικός λαός, έχουμε «μαύρη εμπειρία», όταν βρεθήκαμε σαν μετανάστες σε ΗΠΑ-Καναδά και Αυστραλία.
Αυτοί που σήμερα αποδίδουν τα μύρια όσα στους κολασμένους τούτου του κόσμου που αναζητούν το δικαίωμα στην ελπίδα για μια καλύτερη ζωή, καλό θα είναι να μάθουν για τα πογκρόμ εναντίον των Ελλήνων μεταναστών στις ΗΠΑ το 1909, στον Καναδά το 1918 και στην Αυστραλία το 1935.
Για τις δολοφονίες, τις καταστροφές των περιουσιών τους, για τις πυρπολήσεις των σπιτιών τους. Για τις επιγραφές έξω από καταστήματα απαγορεύεται η είσοδος σε σκυλιά και σε Έλληνες.
Αυτοί που σήμερα μιλάνε με τέτοια εχθρότητα και υποτίμηση για τα θύματα του ιμπεριαλισμού και καπιταλισμού, που παλεύοντας με θεούς και δαίμονες που κατόρθωσαν να βρεθούν στη χώρα μας, ελπίζοντας ότι θα μπορέσουν να βρεθούν σε άλλα κράτη για μια καλύτερη ζωή, καλό θα ήταν να γνωρίζουν τι αντιμετώπιση είχαν οι Έλληνες μετανάστες από τους γηγενείς των χωρών που αναφέρομαι.
Θα τους πληροφορήσω, λοιπόν, ότι για τα δημοσιεύματα της τότε εποχής, οι Έλληνες μετανάστες ήταν: «οι βρόμικοι, υπάνθρωποι, απολίτιστοι, άγριοι, βιαστές, επιρρεπείς στο έγκλημα, τεμπέληδες, χαρτοπαίχτες, παιδεραστές, απεργοσπάστες, απατεώνες, τσαντάκηδες, αλκοολικοί, αντικοινωνικά στοιχεία».
Αυτό που εκδηλώνουν οι πατριώτες είναι η μισανθρωπιά, ο σάπιος εσωτερικός τους κόσμος.
Το ίδιο θα έκαναν αν ζούσαν το 1916, όταν άρχισαν να έρχονται στη χώρα μας εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες ομόθρησκοι τους, από τον Πόντο, κυνηγημένοι από τους Τούρκους.
Την ίδια συμπεριφορά θα έδειχναν και στους «τουρκόσπορους», τους «σκατοουγλούδες», τις «παστρικές» και τους «παληοαούτηδες», Έλληνες χριστιανούς που έφτασαν στην Ελλάδα μετά τη μικρασιατική καταστροφή.
Ας ξεκινήσουμε από κάτι θεμελιακό για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε πώς ξαφνικά μας προέκυψαν τόσοι πολλοί ισλαμοφάγοι, πώς το ρατσιστικό αφιόνι μαστούρωσε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας και παρακολουθούμε απίστευτα σκηνικά με «κυνηγούς κεφαλών» και απάνθρωπες ενέργειες «Ελληναράδων», με θύματα φτωχούς εξαθλιωμένους ανθρώπους να πυρπολούν ακόμα και σχολεία, που ζητούν ένα προσωρινό καταφύγιο στη χώρα μας.
Η ατομική συνείδηση και κατά συνέπεια η μαζική, δεν είναι κάτι το παγιωμένο αλλά εντελώς ευμετάβλητο. Διαμορφώνεται αναλόγως τα ερεθίσματα που λαμβάνει και φυσικά έχει σχέση με την ατομική ψυχοσύνθεση και ιδιοσυγκρασία του καθενός/ιας.
Σε εποχές τέτοιου μεγέθους πολιτικών και κοινωνικών κρίσεων η μάχη της προπαγάνδας -της πιο βασικής πηγής ερεθισμάτων παίρνει τεράστιες διαστάσεις.
Τα εξουσιαστικά κέντρα κάθε πλευράς κάνουν τα πάντα στο να υπάρχει απόλυτα καθοδηγούμενη πληροφόρηση.
Στα πλαίσια αυτά διαβάσαμε το τουιτάρισμα της απεσταλμένης των New York Times στα σύνορα του Έβρου Matina Stevis Gridneff, η οποία μας είπε ότι κανένας δημοσιογράφος δεν έχει ανεξάρτητη πρόσβαση στα γεγονότα, είτε βρίσκεται επί ελληνικού εδάφους, είτε στην τουρκική πλευρά και όλες τις τελευταίες ημέρες η πληροφόρηση που τους παρέχεται είναι πλήρως ελεγχόμενη.
Δημοσίευμα μάλιστα της Deutsche Welle αναφέρει ότι στην Ελλάδα υπήρξαν «άτυπες αλλά σαφείς συστάσεις αξιωματούχων προς δημοσιογράφους», ενώ στην Τουρκία «τις τελευταίες ημέρες πάνω από δέκα ξένοι δημοσιογράφοι συνελήφθησαν».
Έστω όμως και μ’ αυτή την πληροφόρηση που υπάρχει μπορεί να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα.
Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην Ελλάδα, με τη δράση των φασιστοειδών υπό την ανοχή της κυβέρνησης τείνει να γίνει ανεξέλεγκτη.
Όταν ακούς άτομα υπεράνω υποψίας για αριστερό πολιτικό προσανατολισμό, όπως ο πρώην υπουργός Άμυνας και πρώην αρχηγός ΓΕΕΘΑ Ναύαρχος, Ευάγγελος Αποστολάκης να σου λένε ότι ανησυχούν για την «εμπλοκή και υποστήριξη των πολιτών, οι οποίοι δεν είναι εκπαιδευμένοι και δεν ακολουθούν κανόνες. Χρειάζεται προσοχή. Οι πολίτες δεν πρέπει να το παίζουν σερίφηδες», αντιλαμβάνεσαι που έχουμε οδηγηθεί.
Όταν διαβάζεις να σου γράφει ένας καθεστωτικός δημοσιογράφος, ο διευθυντής της καθημερινής εφημερίδας της Θράκης «Γνώμη», Γιάννης Λασκαράκης, ότι «Ένα εθνικιστικό και μισαλλόδοξο τσουνάμι σαρώνει τον Έβρο. Όλοι κυκλοφορούν με όπλα παριστάνοντας την πολιτοφυλακή. Η εκκλησία ευλογεί τα όπλα και οι αιρετοί φωτογραφίζονται με τους ένοπλους, συμπεραίνεις ότι βρισκόμαστε σε πολύ επικίνδυνες ατραπούς.
Και όταν ακόμα και πρώην βουλευτής της Ν.Δ -ο Παύλος Βογιατζής- βγαίνει δημόσια και απευθύνεται στην κυβέρνηση τονίζοντας ότι «Πρέπει να βάλετε τέλος στα τάγματα εφόδου στη Λέσβο. Δεν τιμά κανέναν αυτό που συμβαίνει με τα τάγματα εφόδου», αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος των κυβερνητικών ευθυνών για τα πολλά ξενοφοβικά, ρατσιστικά επεισόδια που βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, η συγχορδία συστημικών ΜΜΕ και ακροδεξιών κάθε κοπής, χρησιμοποιούν τον όρο «ασύμμετρη απειλή» για να χαρακτηρίσουν την προσπάθεια των ξεριζωμένων από πολέμους και φτώχεια να βρουν κάποιο καταφύγιο ζωής και ελπίδας.
Ο όρος «ασύμμετρη απειλή» είναι στρατιωτικός και μαζί με τον όρο «εισβολή» που και αυτός χρησιμοποιείται κατά κόρο, στρατιωτικοποιεί το προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα. Κατασκευάζεται, με αυτό τον τρόπο, μία κατάσταση «εθνικού κινδύνου» που απαιτεί και δικαιολογεί όλη την κινητοποίηση των δυνάμεων καταστολής και του στρατού απέναντι στους «εισβολείς». Μαζί με τα ΜΑΤ και τον στρατό από κοντά και οι παραστρατιωτικές ακροδεξιές ομάδες που λειτουργούν και επιχειρούν κάτω από την προστασία του κράτους και της κυβέρνησης.
Η μετατροπή του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος σε «εθνικό κίνδυνο» για τη χώρα αποτελεί μία βολική θεώρηση για την άρχουσα τάξη, την κυβέρνηση και όλους τους αντιδραστικούς. Μετατρέπει έτσι το δράμα των ξεριζωμένων σε «εργαλείο» για χρήση τόσο στο εσωτερικό της χώρας για να καλύψει την αντιλαϊκή – αντεργατική πολιτική της όσο και απέναντι στην ανταγωνίστριά της τούρκικη άρχουσα τάξη και το αντιδραστικό καθεστώς Ερντογάν. Το οποίο επίσης χρησιμοποιεί τους ξεριζωμένους σαν «εργαλείο» πίεσης τόσο προς την ΕΕ όσο και προς την άρχουσα τάξη της Ελλάδας.
Με αυτή την πολιτική επιχειρείται να μείνουν στο απυρόβλητο και να καλυφτούν οι πραγματικοί υπαίτιοι για τους πολέμους, τη φτώχεια και τις καταστροφές που δεν είναι άλλοι από τους ιμπεριαλιστές (ΗΠΑ – Ρωσία – ΕΕ) και οι άρχουσες τάξεις που είναι δεμένες στο άρμα τους και υποτάσσονται στα πολεμικά τους σχέδια και τις εξορμήσεις.
Η κυβέρνηση της ΝΔ ενώ «αμύνεται» στα σύνορα απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες για να αποτρέψει έναν «εθνικό κίνδυνο», στο εσωτερικό της χώρας δίνει γη, θάλασσα και αέρα σε ΗΠΑ-ΝΑΤΟ για στρατιωτικές βάσεις και στρατεύματα.
Με την υπογραφή της πρόσφατης «αμυντικής συμφωνίας» που προετοίμασε η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για την παραμονή και την επέκταση των στρατιωτικών βάσεων στη χώρα μας από την Αλεξανδρούπολη τη Λάρισα και το Βόλου έως τη Σούδα.
Έτσι μετατρέπεται η χώρα σε βάση πολεμικών εξορμήσεων των ιμπεριαλιστών ΗΠΑ-ΝΑΤΟ απέναντι σε λαούς και χώρες και ταυτόχρονα σε στόχο των αντιπάλων τους (Ρωσία κ.α.). Μία πραγματική απειλή για αιματοκύλισμα λαών και κομμάτιασμα χωρών όπως συμβαίνει σήμερα σε Συρία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Λιβύη, Παλαιστίνη. Αναγορεύονται σε «προστάτες» οι ιμπεριαλιστές φονιάδες των λαών και παρουσιάζονται σαν «εθνικός κίνδυνος» και «ασύμμετρη απειλή» οι ξεριζωμένοι που πληρώνουν με τις ζωές τους τη βάρβαρη πολιτική των ιμπεριαλιστών.
Οι εργαζόμενοι και η νεολαία στη χώρα μας πρέπει να γυρίσουν την πλάτη στην προπαγάνδα της κυβέρνησης, των ΜΜΕ και όλων των αντιδραστικών και να συγκροτήσουν ένα μέτωπο πάλης απέναντι στους πραγματικούς εχθρούς τους. Ενάντια στον πόλεμο, τον ιμπεριαλισμό, τον εθνικισμό και τον φασισμό. Ενάντια σε αυτούς που ρημάζουν τη ζωή τους, τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις τους. Σε αυτούς τους επικίνδυνους καιρούς όλοι οι λαοί έχουν έναν δρόμο να βαδίσουν, της κοινής πάλης, της αλληλεγγύης και της συναδέλφωσης απέναντι στους ξένους και ντόπιους δυνάστες τους.