Με την παρουσία και των 12 κατηγορουμένων άρχισε χθες στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης, στο Ηράκλειο, η εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό της υπόθεσης απαγωγής του επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη. Να υπενθυμίσουμε ότι πρωτόδικα, από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ηρακλείου, είχαν κριθεί ένοχοι όλοι οι κατηγορούμενοι και τους είχαν επιβληθεί ποινές από 11 έως 26 έτη, κατά περίπτωση.
Κατά την πρώτη μέρα της ακροαματικής διαδικασίας κατέθεσε ο επιχειρηματίας καθώς και όλοι οι μάρτυρες κατηγορίας. Μέλη της οικογένειας του Μιχάλη Λεμπιδάκη, αστυνομικοί που συμμετείχαν στις πολύμηνες επιχειρήσεις και έρευνες για τον εντοπισμό του απαχθέντα επιχειρηματία, όπως και άτομα που μπορούν να χαρακτηριστούν ως αυτόπτες μάρτυρες, αφού είχε τύχει να περνούν από το σημείο από το οποίο απήχθη ο κ. Λεμπιδάκης την ώρα του συμβάντος τις πρώτες απογευματινές ώρες της 30ης Μαρτίου 2017.
Η ακροαματική διαδικασία «τρέχει» πολύ γρήγορα αυτή τη φορά και αν συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό θα ολοκληρωθεί πολύ σύντομα, αντίθετα με την πρωτόδικη διαδικασία που διήρκησε περίπου δυο μήνες. Ξεκίνησε στις 12 Δεκεμβρίου 2018 και ολοκληρώθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2019 με την ανακοίνωση της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ανατολικής Κρήτης.
Το χαρακτηριστικό της χθεσινής πρώτης μέρας της ακροαματικής διαδικασίας ήταν η στάση του θύματος της απαγωγής, το οποίο ζήτησε από την εφετειακή έδρα να δείξει επιείκεια προς τους κατηγορούμενους, σε εκείνους τουλάχιστον που έχουν ομολογήσει τη συμμετοχή τους και έχουν επιδείξει μεταμέλεια.
Ειδικότερα, ο κ. Λεμπιδάκης που κατέθεσε πρώτος, αφού αναφέρθηκε στην πολύμηνη περιπέτεια του, επεσήμανε ότι η συμπεριφορά των απαγωγέων του δεν ήταν βίαιη αλλά ευγενική σε γενικές γραμμές, ενώ ξεχώρισε και ορισμένους εκ των καταδικασθέντων πρωτόδικα μιλώντας πολύ θετικά γι’ αυτούς και επισήμανε ότι όχι μόνο ήταν ευγενικοί, του μαγείρευαν και του έκαναν συντροφιά συζητώντας μαζί του, αλλά επιπλέον τον βοήθησαν ουσιαστικά έτσι ώστε σήμερα να είναι απολύτως υγιής σωματικά και ψυχικά.
Συγκεκριμένα κατονόμασε τρεις Ρεθεμνιώτες ότι τον βοήθησαν: τον 47χρονο σήμερα πρώην αντιπρόεδρο του ΣΑΟΡ, τον οποίο ο επιχειρηματίας βάφτισε ως «Ευγένιο» λόγω της καλής συμπεριφοράς απέναντι του, τον 48χρονο αγρότη από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια που εκτελούσε χρέη φύλακα του απαχθέντα για αρκετά μεγάλο διάστημα, αλλά και τον 45χρονο ιδιοκτήτη της μάνδρας στη Γέφυρα Ζουρίδας, όπου ήταν το τελευταίο κρησφύγετο στο οποίο κρατήθηκε όμηρος ο επιχειρηματίας.
Η δίκη διεκόπη χθες για να συνεχιστεί στις 21 Νοεμβρίου. Η ημερομηνία προσδιορίστηκε με βάση τα χθεσινά δεδομένα αν όμως σήμερα ανακοινωθεί γενικό lockdown για 30 ημέρες στη χώρα, προφανώς η ημερομηνία θα αλλάξει.
«Να δείξετε επιείκεια στον καταλογισμό της ποινής »
Παρά το ότι και πρωτόδικα ο κ. Λεμπιδάκης είχε εμφανιστεί θετικός για ορισμένους εκ των απαγωγέων του, πράγμα που είχε ερμηνευτεί ως μεγαλείο ψυχής, αν και για το δικαστήριο δεν αποτέλεσε ελαφρυντικό και δεν φάνηκε τότε να το λαμβάνει υπ’ όψη του, αυτή τη φορά η στάση του απέναντι τους θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πολλαπλάσια θετική έως και φιλική, γεγονός που προκάλεσε αίσθηση.
Κυρίως για τον «Ευγένιο», τον 47χρονο πρώην αντιπρόεδρο του ΣΑΟΡ (έχει δικαστεί σε 26 έτη κάθειρξη), ο επιχειρηματίας είχε μόνο καλά λόγια να πει, αφού ακόμα και στην έναρξη της κατάθεσης του αναφέρθηκε σ’ αυτόν λέγοντας πως είχε ξεχάσει πρωτόδικα να αναφέρει ένα περιστατικό από τις πρώτες μέρες της ομηρίας του, από το οποίο αργότερα είχε εξάγει το συμπέρασμα πως τον προστάτευσε από τα πραγματικά διευθυντικά στελέχη της ομάδας των απαγωγέων του και ότι είναι πεισμένος πως ο συγκεκριμένος δεν ανήκε στον σκληρό πυρήνα, ούτε είχε διευθυντικό ρόλο, όπως του έχει αποδοθεί.
Το περιστατικό στο οποίο αναφέρθηκε ο κ. Λεμπιδάκης και που όπως είπε είχε ξεχάσει να το αναφέρει πρωτόδικα, «ταυτίζεται» με περιστατικό που είχε πει στην πρωτόδικη κατάθεση του ο ίδιος ο κατηγορούμενος. Ότι δηλαδή εκτελώντας χρέη φύλακα στο πρώτο κρησφύγετο όπου εκρατείτο όμηρος ο επιχειρηματίας, πήγαν άτομα οπλισμένα και με κουκούλες να τον πάρουν για να τον μεταφέρουν αλλού και να χαθούν τα ίχνη του κι εκείνος παρενέβη, ρισκάροντας μάλιστα, και απέτρεψε τη μεταφορά του. Χθες, το θύμα φαίνεται πως, αν και έχει περάσει περισσότερος χρόνος από την πρώτη δίκη, ανακάλεσε στη μνήμη του το συγκεκριμένο γεγονός λέγοντας ότι θυμήθηκε μια φασαρία και έντονη λογομαχία που είχε ο «φύλακας του Ευγένιος» με διευθυντικά στελέχη προφανώς της εγκληματικής οργάνωσης, τα οποία απέτρεψε να τον απομακρύνουν από το συγκεκριμένο κρησφύγετο γιατί έτσι δεν θα μπορούσε να τον βοηθά και να τον προστατεύει, όπως είπε ο κ. Λεμπιδάκης.
Δεν παρέλειψε ο επιχειρηματίας να μιλήσει επίσης ευνοϊκά για τον επονομαζόμενο «παππού», τον 48χρονο αγρότη από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια (έχει δικαστεί σε 25 έτη κάθειρξη), στον οποίο είχαν ανατεθεί χρέη φύλαξης του για πολύ μεγάλο διάστημα και σε διαφορετικά καταφύγια.
Σε ότι αφορά τον 45χρονο ιδιοκτήτη της μάνδρας (έχει δικαστεί σε 20 έτη κάθειρξη), ο κ. Λεμπιδάκης εξέφρασε την προσωπική του άποψη ότι είναι άτομο που δεν έχει εγκληματική συνείδηση, πρόσθεσε πως θεωρεί ότι εκβιάστηκε από κάποιους και ενεπλάκη στην υπόθεση και δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι κατά την κράτηση του στη μάνδρα του τού έδειξε ότι πραγματικά επιθυμούσε να τον βοηθήσει και αναζητούσε τρόπους να τον απελευθερώσει, του είχε μάλιστα προτείνει να κάνει τον άρρωστο για να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο, κάτι που ο ίδιος δεν δέχτηκε φοβούμενος για τη ζωή τους από τον σκληρό πυρήνα των απαγωγέων εάν τους αντιλαμβανόταν.
Θετικά μίλησε ο επιχειρηματίας και για τον 42χρονο από τη Θεσσαλονίκη, που ήρθε στην Κρήτη με πρόσκληση άλλου εμπλεκόμενου, κατά το τελευταίο διάστημα της ομηρείας του και για λίγες μέρες εκτελούσε χρέη φύλακα (έχει δικαστεί σε 14 έτη κάθειρξη). Ο κ. Λεμπιδάκης εξέφρασε την άποψη ότι ο συγκεκριμένος ήταν «ο τελευταίος τροχός της άμαξας».
Όταν ο πρόεδρος της εφετειακής έδρας ρώτησε τον επιχειρηματία πως είναι δυνατόν να μιλάει θετικά και καλοσυνάτα για τους απαγωγείς του, ο κ. Λεμπιδάκης απάντησε ότι κατά την άποψη του «σε κάθε άνθρωπο, αν δεν έχει γεννηθεί κακούργος, αναπτύσσεται ένα συναίσθημα συμπόνιας».
Ερωτηθείς ο επιχειρηματίας από την έδρα εάν θεωρεί πως οι απαγωγείς του είχαν «σύμμαχο» κάποιο άτομο από το περιβάλλον του, εάν είχαν εσωτερική πληροφόρηση για τις κινήσεις του μέσα από την εταιρεία του, ο κ. Λεμπιδάκης απάντησε αρνητικά λέγοντας πως κάτι τέτοιο το θεωρεί ακραίο σενάριο.
Πριν ολοκληρώσει την κατάθεση του ο κ. Λεμπιδάκης παρενέβη ο συνήγορος υπεράσπισης ενός εκ των βασικών κατηγορουμένων, που σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση ήταν εκ των ατόμων που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπόθεση αλλά του έχει αποδοθεί και ενεργή συμμετοχή διά της φυσικής του παρουσίας στην απαγωγή, 47χρονου από το Ρέθυμνο κάτοικο Αθηνών (έχει δικαστεί σε 26 έτη κάθειρξη). Έχει θεωρηθεί ως ένα από τα ένοπλα και κουκουλοφόρα άτομα που αποβίβασαν τον επιχειρηματία από το αυτοκίνητο του, τον απήγαγαν και τον μετεπιβίβασαν σε δικό τους όχημα εξαφανίζοντας τα ίχνη του. Τη στιγμή της απαγωγής μάλιστα φέρεται ο 47χρονος να είπε στον απαχθέντα με βαριά κρητική προφορά να μην φοβάται γιατί δεν θα πάθει κάτι κακό, ενώ τον ρώτησε επίσης εάν είναι τσιπαρισμένος.
Ο δικηγόρος του τού ζήτησε να σηκωθεί όρθιος και να επαναλάβει εκείνες τις φράσεις. Ύστερα, απευθυνόμενος στον κ. Λεμπιδάκη τον ρώτησε αφενός αν αναγνωρίζει την προφορά του με την προφορά εκείνου που του είχε μιλήσει τη στιγμή της απαγωγής και αφετέρου εάν ο σωματότυπος του τού θυμίζει εκείνον τον απαγωγέα. Ο επιχειρηματίας ωστόσο απάντησε πως ο σωματότυπος ταιριάζει αλλά δεν μπορεί με βεβαιότητα να πει αν πρόκειται για το άτομο που του είχε πει εκείνες τις φράσεις.
Ο Μιχάλης Λεμπιδάκης, παρά την «οδύσσεια του» επί 186 μέρες, διάστημα κατά το οποίο ήταν όμηρος στα χέρια των απαγωγέων κάτω από άθλιες συνθήκες δεμένος με αλυσίδες και χωρίς να βλέπει το φως της ημέρας, αφού ολοκλήρωσε την κατάθεση του, πριν αποχωρήσει από τη θέση του μάρτυρα, ζήτησε την άδεια του προέδρου να κατεβάσει για λίγο την προστατευτική μάσκα που φορούσε. Όταν του επιτράπηκε να το κάνει, απευθυνόμενος προς την έδρα είπε: «Όπως βλέπετε είμαι απόλυτα καλά. Θα ήθελα να παρακαλέσω το δικαστήριο, στους ανθρώπους που έχουν ομολογήσει κι έχουν δείξει μεταμέλεια, να επιδείξετε επιείκεια στον καταλογισμό της ποινής».