Της ΠΟΠΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Και οι επτά συλληφθέντες άνδρες που κατηγορούνται για την απαγωγή του Μιχάλη Λεμπιδάκη αναμένεται να περάσουν αύριο την πόρτα του γραφείου του ανακριτή για να απολογηθούν.Χθες επρόκειτο να απολογηθεί ο 40χρονος από τη Θεσσαλονίκη (Σκοπιανός), ωστόσο επειδή δεν είχε δικηγόρο πήρε προθεσμία για να απολογηθεί και αυτός με τους υπόλοιπους αύριο κι αφού η Εισαγγελία του διόρισε συνήγορο.Πρόβλημα με συνηγόρους φαίνεται να έχουν κι άλλοι κατηγορούμενοι, διότι υπήρχε απροθυμία δικηγόρων να τους εκπροσωπήσουν.Στο πλαίσιο της αστυνομικής προανάκρισης, την ημέρα της σύλληψης τους, κάποιοι ομολόγησαν τη συμμετοχή τους στην απαγωγή, άλλοι αρνήθηκαν οποιαδήποτε εμπλοκή. Ορισμένοι έδωσαν πληροφορίες, κάποιοι άλλοι είπαν τη μισή αλήθεια.Άγνωστο ποιοι και εάν θα διαφοροποιήσουν τη στάση τους αύριο ενώπιον του ανακριτή. Αν θα δώσουν περισσότερα στοιχεία ή αν θα ανακαλέσουν ορισμένα από αυτά που έχουν δώσει στους αστυνομικούς. Ωστόσο τα «Ρ.Ν.» παραθέτουν τις καταθέσεις των επτά στο πλαίσιο της αστυνομικής προανάκρισης. Από την εξέταση των κατηγορουμένων στο πλαίσιο της προανακριτικής διαδικασίας, προέκυψαν τα εξής: Στη διάρκεια της εξέτασης του από τους αστυνομικούς τη μέρα που τον συνέλαβαν ο 43χρονος κατηγορούμενος Ρεθεμνιώτης, ιδιοκτήτης της μάντρας σε χώρο της οποίας εκρατείτο ο Μιχάλης Λεμπιδάκης,Τέλη Αυγούστου μετέβη στο κρησφύγετο της μάντρας άγνωστος άνδρας αποκαλούμενος ως «Άκης», ο οποίος προέβη στη λήψη βίντεο από τον Λεμπιδάκη Μιχαήλ, πράξη στην οποία προέβη εκ νέου το συγκεκριμένο άτομο λίγες ημέρες αργότερα. Κατόπιν, σε συνεννόηση με τον κατηγορούμενο * Ο 40χρονος που ήρθε από τη Θεσσαλονίκη στο Ρέθυμνο * Εξετασθείς για την υπόθεση ο 46χρονος από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια Ερωτώμενος από τους αστυνομικούς που βρίσκονται τα δύο κρησφύγετα στα οποία εκρατείτο αιχμάλωτος ο επιχειρηματίας το διάστημα που εκείνος τον φρουρούσε, ο 46χρονος αρκέστηκε να πει ότι βρίσκονται στην Κρήτη. Στην επιμονή των αστυνομικών να τους πει που ακριβώς απάντησε ότι βρίσκονται στον νομό Ρεθύμνου αλλά αρνήθηκε να αποκαλύψει τα ακριβή σημεία λέγοντας ότι δεν μπορεί να τα αποκαλύψει διότι φοβάται. «Που ήταν αυτά τα σπίτια;». «Δεν μπορώ να σας πω, φοβάμαι».Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος είναι ένα από τα τρία πρόσωπα που επέβαιναν στο Ι.Χ. το οποίο σταμάτησε στην περιοχή της Σκαλέτας μια νύχτα η Αστυνομία για έλεγχο (όχι τυχαία) και όλοι οι επιβάτες πέταξαν τα τηλέφωνα τους. Οι δυο άλλοι επιβαίνοντες ήταν ο 44χρονος Ρεθεμνιώτης επιχειρηματίας νυχτερινών κέντρων και ο 22χρονος κτηνοτρόφος από τα Σφακιά. Και οι τρεις είχαν προσαχθεί εκείνη τη νύχτα στην Αστυνομία.Αναφορικά λοιπόν με εκείνη την βραδιά τι πραγματικά είχε συμβεί, ο κατηγορούμενος απάντησε στους αστυνομικούς ότι εκείνος μόνο οδηγούσε και οι δυο συνεπιβάτες του έστελναν τα μηνύματα προς την οικογένεια Λεμπιδάκη. Όπως είπε το κινητό το κρατούσε ο 22χρονος. Και πρόσθεσε πως λίγο πριν τον αστυνομικό έλεγχο οι δυο συνεπιβάτες του πέταξαν έξω από το αυτοκίνητο το επίμαχο κινητό τηλέφωνο με το οποίο επικοινωνούσαν με την οικογένεια Λεμπιδάκη (ήταν η συσκευή που είχε βρει η Αστυνομία πεταμένη και σπασμένη).* Εξεταζόμενος από τους αστυνομικούς την ημέρα της σύλληψης του ο 60χρονος Ρεθεμνιώτης μεσίτης και γραμματέας του ΣΑΟΡΚατόπιν αυτού, όπως ανέφερε στους αστυνομικούς, πραγματοποίησε επικοινωνία προς την οικογένεια από την περιοχή Προφήτη Ηλία, έξω από την πόλη του Ρεθύμνου ενώ στη συνέχεια πέταξε το κινητό και την κάρτα. Ακολούθως, κατόπιν υπόδειξης και πάλι στου φίλου του και συνεργού του από τον οποίο παρέλαβε φάκελο για να αποσταλεί στην οικογένεια, πήγε στα ΕΛΤΑ Ηρακλείου όπου τον απέστειλε στην επιχείρηση φιλικού προσώπου του Λεμπιδάκη.Ο φίλος του 60χρονου μεσίτη και «συναγωνιστής του» κατά των πλειστηριασμών σύντομα του έδωσε νέο φάκελο, καθώς και δύο συσκευές κινητού τηλεφώνου, καθώς και αντίστοιχες κάρτες SIM και κάρτες ανανέωσης χρόνου ομιλίας για να σταλεί στην οικογένεια, δίνοντας του οδηγίες. Τον συγκεκριμένο φάκελο απέστειλε στην οικογένεια μέσω των ΚΤΕΛ Χανίων, χρησιμοποιώντας προς τούτο την κόρη του την οποία συμβούλευσε ως προς τον τρόπο θα άφηνε τον φάκελο για να μην αφήσει αποτυπώματα και βιολογικό υλικό.Λίγες ημέρες αργότερα ο φίλος του παρέδωσε νέο φάκελο, καθώς και νέα συσκευή κινητού τηλεφώνου, προκειμένου να αποστείλει τον φάκελο σε φίλο της οικογένειας Λεμπιδάκη. Όντως την επόμενη ημέρα μετέβη στον Ι.Ν. Άγιου Εφραίμ σε περιοχή του Ηρακλείου όπου άφησε τον φάκελο, ενώ κατά την επιστροφή ενημέρωσε τηλεφωνικά τον φίλο του επιχειρηματία να πάει να τον παραλάβει.Τις επόμενες ημέρες ο φίλος του αντιπρόεδρος του ΣΑΟΡ του παρέδωσε νέα συσκευή κινητού τηλεφώνου και δύο (2) κάρτες SIM, προκειμένου να πραγματοποιήσει νέα επικοινωνία με την οικογένεια. Την επομένη μετέβη με την ανήλικη κόρη του στο Σπήλι Ρεθύμνου, όπου της υπέδειξε και αγόρασε τρεις (3) κάρτες ανανέωσης χρόνου ομιλίας, από κατάστημα χωρίς κάμερες. Την ίδια μέρα, όπως ανέφερε, πραγματοποίησε επικοινωνία με την οικογένεια Λεμπιδάκη. Αργότερα, ο αντιπρόεδρος του ΣΑΟΡ του παρέδωσε νέο φάκελο. Ταξίδεψε με τον φάκελο στην Αθήνα, πήγε και τον άφησε σε ιατρείο στην Κηφισιά και ακολούθως ενημέρωσε τη θεία του Λεμπιδάκη να τον παραλάβει και να τον στείλει στην οικογένεια και το ίδιο βράδυ επέστρεψε στην Κρήτη. * Εξετασθείς ο 45χρονος κατηγορούμενος ξυλουργός και αντιπρόεδρος του ΣΑΟΡ,* Εξετασθείς για την υπόθεση, την ημέρα της σύλληψης του, ο 44χρονος Ρεθεμνιώτης επιχειρηματίας αρνήθηκε τις σε βάρος του αποδιδόμενες πράξεις.* Εξετασθείς για την υπόθεση, την ημέρα της σύλληψης του, ο 22χρονος από τη Σκαλωτή Σφακίων αρνήθηκε τις σε βάρος του αποδιδόμενες πράξεις.
δήλωσε ότι στις 10 Αυγούστου 2017 προσεγγίστηκε από τον 47χρονο Ρεθεμνιώτη κατηγορούμενο ξυλουργό, μέλος του ΣΑΟΡ, ο οποίος του ζήτησε να κρύψουν τον απαχθέντα επιχειρηματία σε χώρο της μάντρας του. Αν και ζήτησε λίγο χρόνο να το σκεφτεί δεν του δόθηκε και άμεσα μεταφέρθηκε ο Μιχάλης Λεμπιδάκης στον χώρο από τρία άτομα: τον ξυλουργό, τον 46χρονο αγροκτηνοτρόφο από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια Ρεθύμνου και από ένα άτομο ονόματι «Κώστας». Ο άγνωστος άνδρας ονόματι «Κώστας» ανέλαβε τη φύλαξη του επιχειρηματία ενώ μετά από λίγες ημέρες μετέβησαν στη μάντρα ο 47χρονος ξυλουργός (ΣΑΟΡ) και ο 60χρονος μεσίτης (ΣΑΟΡ) όπου ορίσθηκε η αρμοδιότητα ενός εκάστου.
ξυλουργό, κανονίσθηκε από τον δεύτερο να αντικατασταθεί στη φύλαξη ο «Κώστας» από τον 40χρονο Θεσσαλονικιό (ή αλλιώς Σκοπιανό), όπως και έγινε. Προ μίας (1) εβδομάδας περίπου μετέβη εκ νέου στο σημείο ο «Άκης», ο οποίος πήρε επιστολή από τον Λεμπιδάκη Μιχαήλ.
κατόπιν πρόσκλησης του από τον Ρεθεμνιώτη ξυλουργό, κατά την εξέταση του από τους αστυνομικούς, σε σχετική ερώτηση που του έγινε, αποδέχθηκε την εμπλοκή του όσον αφορά το τελευταίο χρονικό διάστημα της απαγωγής και δήλωσε ότι ήρθε στην Κρήτη στις 18 Σεπτεμβρίου 2017 για να αναλάβει τη φύλαξη του Λεμπιδάκη Μιχαήλ για χρονικό διάστημα είκοσι (20) ημερών, με χρηματική αμοιβή εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Τη συμφωνία αυτή την έκανε με τον ξυλουργό και μέλος του ΣΑΟΡ, ο οποίος μαζί με τον ιδιοκτήτη της μάντρας του έστειλαν τα αεροπορικά εισιτήρια για τη μετάβασή του στην Κρήτη ενώ από το αεροδρόμιο Ηρακλείου τον παρέλαβε ο ξυλουργός και τον μετέφερε στον χώρο του κρησφύγετου. Έκτοτε μέχρι και τη σύλληψή του παρέμενε στον χώρο, εκτελώντας τις οδηγίες που του έδινε ο ιδιοκτήτης της μάντρας και άρα του κρησφύγετου.
ομολόγησε τη σε βάρος του αποδιδόμενη πράξη, δηλώνοντας ότι έλαβε μέρος στην απαγωγή από τον Απρίλιο του 2017 έως το τέλος. Ανέφερε συγκεκριμένα ότι «μπήκε» στην υπόθεση δεκαπέντε (15) με είκοσι (20) μετά την ημέρα της απαγωγής, όταν τον προσέγγισαν ένας άνδρας ονόματι «Γιάννης» ρωσικής καταγωγής, όπως είπε, και ένας δεύτερος άνδρας που δεν τον γνώριζε και του πρότειναν να αναλάβει τη φύλαξη του Λεμπιδάκη έναντι του χρηματικού ποσού των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Από τότε και μέχρι και πριν ενάμιση μήνα πήγε έξι με επτά φορές σε δύο (2) κρησφύγετα στην περιοχή του Ρεθύμνου, όπου αναλάμβανε τη φρούρηση του απαχθέντα επιχειρηματία τηρώντας όλα όσα τον είχαν διατάξει. Ανέφερε επίσης ότι στον χώρο των δυο κρησφύγετων που εκείνος είχε πάει υπήρχε ένα πολεμικό τυφέκιο τύπου KALSHNIKOV, το οποίο ήταν στη διάθεση όλων όσων με βάρδιες φρουρούσαν τον Μ. Λεμπιδάκη για να το χρησιμοποιούσαν εάν προέκυπτε ανάγκη.
δήλωσε ότι τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου, ο φίλος του ο 45χρονος ξυλουργός, αντιπρόεδρος του ΣΑΟΡ (αυτός που πρωτοστατούσε κατά των πλειστηριασμών και είχε κάψει τα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ) του πρότεινε να συμμετάσχει σε δεύτερη ομάδα – πυρήνα που συγκροτούνταν και θα αναλάμβανε τη διαχείριση της απαγωγής Λεμπιδάκη, καθόσον τα μέλη της αρχικής ομάδας είχαν στοχοποιηθεί από την αστυνομία. Για την εμπλοκή του στην υπόθεση, ο ξυλουργός του πρόσφερε χρηματική αμοιβή εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Συμφώνησαν και ο 45χρονος του έδωσε οδηγίες για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνονται οι επικοινωνίες με την οικογένεια Λεμπιδάκη, ενώ του παρέδωσε και συσκευή κινητού τηλεφώνου μετά πακιστανικού αριθμού και κάρτα ανανέωσης χρόνου ομιλίας.
δήλωσε στους αστυνομικούς ότι ο 46χρονος αγρότης από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια τον προσέγγισε λίγες ημέρες μετά την απαγωγή και του πρότεινε να αναλάβει τη φύλαξη του απαχθέντος. Αποδέχθηκε την πρόταση και έκατσε ως φύλακας δεκαεπτά (17) ημέρες. Στις 10 Αυγούστου, όπως είπε, τον προσέγγισε ξανά και του ζήτησε να εντοπίσει νέο χώρο (κρησφύγετο) για να μεταφερθεί ο Λεμπιδάκης. Εκείνος πήγε τότε στον ιδιοκτήτη της μάντρας να τον συνεννοηθεί αν δέχεται να πάνε εκεί τον επιχειρηματία, πλην όμως εν αγνοία και των δύο, κάποια πρόσωπα άγνωστα μετέφεραν με άσπρη κλούβα τον Λεμπιδάκη στον χώρο της μάντρας πριν συμφωνήσει με τον «μαντρά». Για δύο (2) μέρες διατέλεσε φρουρός του απαχθέντα στο συγκεκριμένο κρησφύγετο και στη συνέχεια έφερε από τη Θεσσαλονίκη, σε συνεννόηση με τον ιδιοκτήτη της μάντρας, τον γνωστό του 40χρονο Σκοπιανό που του ανέθεσε τον ρόλο του φύλακα. Ομολόγησε επίσης ότι αυτός ήταν που προσέγγισε τον 60χρονο κατηγορούμενο μεσίτη για να αναλάβει τις επικοινωνίες με την οικογένεια του απαχθέντα επιχειρηματία.