Μια είδηση, που ήταν πολύ σημαντική από οικονομική άποψη, πέρασε σχετικά αφανής και μόνο στις εσωτερικές στήλες του τύπου λόγω πανδημίας.
Ο πολυπράγμων πολυεκατομμυριούχος Ελον Μασκ, ιδιοκτήτης μεταξύ άλλων και της Tesla Motors, αγόρασε Bitcoins αξίας 1,5 δισεκατομμυρίου δολαρίων στις 8 Φεβρουαρίου του 2021. Ταυτόχρονα ανακοίνωσε πως όλοι όσοι αγόραζαν αυτοκίνητα Tesla μπορούσαν να πληρώσουν με το κρυπτονόμισμα αυτό.
Η ισοτιμία ενός Bitcoin ήταν τότε 38.461 δολάρια. Μετά από τη συναλλαγή αυτή η αξία του ανέβηκε στις 22 Φεβρουαρίου, δηλαδή σε 14 μέρες, στα 57.128 δολάρια. Τότε, δήλωσε ο κ. Musk ότι ίσως είναι υπερτιμημένο, με αποτέλεσμα η αξία του να πέσει και να είναι σήμερα στα 48.291 δολάρια.
Επειδή λοιπόν πολλοί μας ρωτούν για το Bitcoin, θα προσπαθήσουμε όσο πιο απλά και σύντομα μπορούμε, να εξηγήσουμε τι είναι ένα κρυπτονόμισμα και πως δημιουργήθηκε αυτό.
Τα νομίσματα, η αρχική μορφή του χρήματος που δημιουργήθηκε 5.000 χρόνια πριν, είχαν την ανταλλακτική αξία του μετάλλου από το οποίο ήταν κατασκευασμένα. Η αξία τους ήταν μεγάλη, αν ήταν από χρυσό, μέτρια αν ήταν από ασήμι και μικρή αν ήταν από χαλκό ή σίδηρο. Η πληρωμή του Ιούδα με «τριάντα αργύρια» και όχι με τρία χρυσά νομίσματα, είχε να κάνει και με τη σκόπιμη υποβάθμιση της αξίας της συγκεκριμένης «συναλλαγής». Αν είχε πληρωθεί με τρία χρυσά νομίσματα, η συναλλαγή θα ήταν πολύ μεγαλύτερης υποκειμενικής αξίας και ίσως αποκτούσε διαφορετικό νόημα, από αυτό που ήθελαν οι τέσσερις Ευαγγελιστές να έχει.
Ιστορικά, τα νομίσματα τα δημιουργούσαν τα Κράτη, που ήταν και ο εγγυητής της αξίας τους. Οι διακινητές τους ήταν οι τράπεζες. Αρχικά με τη μορφή των αργυραμοιβών και αργότερα ως πιο οργανωμένα «ιδρύματα». Η γνησιότητα τους εξασφαλιζόταν από τον εκδότη και ελεγχόταν από τον αποδέκτη με την αφή, με το μάτι, αλλά και με το «δάγκωμα» του μετάλλου, ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν ήταν κάλπικα.
Το χάρτινο χρήμα εφευρέθηκε αιώνες αργότερα, μετά το μεσαίωνα, αρχικά ως «τραπεζογραμμάτιο» από τους Άγγλους και Ιταλούς τραπεζίτες και στη συνέχεια ως χαρτονόμισμα εκδιδόμενο από το Κράτος, με τη σημερινή του μορφή, που ήταν δημιούργημα των Αμερικανών του 1690. Ο κύριος λόγος της έκδοσής του, ήταν πως δεν επαρκούσαν τα υπάρχοντα τότε πολύτιμα μέταλλα για την έκδοση νομισμάτων. Τόσο τα τραπεζογραμμάτια, όσο και τα χαρτονομίσματα, από την εποχή εκείνη μέχρι σχετικά πρόσφατα, ανέφεραν ότι ήταν «ανταλλάξιμα επί τη εμφανίσει» με ίσης αξίας χρυσό. Έτσι ήταν εγγυημένη η αξία των χαρτονομισμάτων που εκδιδόταν από τα διάφορα Κράτη του κόσμου. Η γνησιότητα και η ασφάλειά τους εξασφαλιζόταν με την εκτύπωση λεπτομερειών που δεν ήταν εύκολο να αντιγραφούν και να παραχαραχτούν.
Σταδιακά, η υποχρέωση διατήρησης χρυσού ισόποσης αξίας άλλαξε και το 1890 η Αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα ήταν πια υποχρεωμένη να διατηρεί μόνο το 40% της αξίας των εκδιδομένων από αυτήν χαρτονομισμάτων σε χρυσό. Και τι θα γινόταν αν εμφανιζόταν όλοι οι κομιστές χαρτονομισμάτων (ανταλλάξιμων επί τη εμφανίσει με χρυσό, για να μην ξεχνιόμαστε) ταυτόχρονα; Η απάντηση ήρθε, όταν χρειάστηκε να γίνει στις ταραγμένες οικονομικά αρχές του εικοστού αιώνα. Τότε οι Αμερικανικές τράπεζες έδιναν στους κομιστές χαρτονομισμάτων, αντί χρυσού που δεν είχαν, πιστοποιητικά με τίτλο «Σου χρωστώ» (Ι owe You, συντομογραφικά IOU). Από τότε, η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται από τους κακόπιστους οφειλέτες, όταν ερωτώνται πότε θα εξοφλήσουν τα χρέη τους και ισοδυναμεί με το «ποτέ».
Ούτε σήμερα η αξία του χρήματος που κυκλοφορεί δεν αντικρίζεται ισόποσα σε χρυσό.
Αφού λοιπόν, η αξία του χρήματος δεν αντικρίζεται πια σε χρυσό, ο κύριος Σατόσι Νακαμότο, ή όποιος κρύβεται πίσω από αυτό το όνομα, αφού δεν εμφανίστηκε αυτοπροσώπως ποτέ, το 2009 πρότεινε την έκδοση ενός άυλου, ηλεκτρονικού νομίσματος, με χρήση της κρυπτογραφίας και του Internet ώστε να είναι εγγυημένη η γνησιότητα και η ασφάλειά του.
Αλλά, για να το κάνει αυτό δεν στηρίχθηκε στις τράπεζες.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της Ανθρωπότητας, η έκδοση ενός «νομίσματος» στηρίχθηκε σε ένα πρόγραμμα για ηλεκτρονικούς υπολογιστές που είναι ανοιχτό και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από όλους. Το πρόγραμμα αυτό, κάνει σύνθετους μαθηματικούς υπολογισμούς και στην ουσία δεν δημιουργεί νομίσματα, αλλά μέσω των υπολογισμών αυτών δημιουργεί πεπερασμένες ανταλλάξιμες μονάδες λογισμικού. Νούμερα με άλλα λόγια. Και μάλιστα νούμερα ορισμένα, καθορισμένα και πεπερασμένα. Όχι νούμερα στην τύχη αλλά νούμερα εξαρτημένα και από τα προηγούμενα που έχουν δημιουργηθεί. Η διαδικασία αποκαλείται mining, δηλαδή εξόρυξη, για να θυμηθούμε και την αναζήτηση του χρυσού. Για να γίνει απαιτείται ο ενδιαφερόμενος να διαθέτει γρήγορα και ισχυρά υπολογιστικά συστήματα. Κάθε μονάδα που δημιουργείται, καταγράφεται ταυτόχρονα μέσω internet, σε ένα παγκόσμιο μητρώο που βρίσκεται στα ψηφιακά «πορτοφόλια» όλων των χρηστών του νομίσματος. Η καταγραφή αυτή επεκτείνεται και στις συναλλαγές που γίνονται με αυτό, πάλι παγκοσμίως και αποκαλείται Blockchain ή στα ελληνικά αλυσίδα των μπλοκ. Επειδή λοιπόν όλες οι εξορύξεις Bitcoins και όλες οι συναλλαγές, ακόμη και η αγορά μιας εφημερίδας, είναι δημοσίως διαθέσιμες και ταυτόχρονα καταχωρημένες στα ψηφιακά πορτοφόλια όλων των χρηστών του παγκοσμίως, δεν υπάρχει τρόπος παραχάραξής του.
Φυσικά, οι κεντρικές τράπεζες των Κρατών του κόσμου, μεταξύ αυτών και η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα, αντιδρούν. Αναφέρουν ότι το Bitcoin δεν υποστηρίζεται από κανέναν, δεν εκδίδεται από κάποια κεντρική δημόσια αρχή, δεν είναι ένα γενικά αποδεκτό μέσο πληρωμής, είναι υπερβολικά ασταθές και αποτελεί μια δραστηριότητα κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που δεν εξασφαλίζει την προστασία του καταναλωτή. Όπως την εξασφάλισαν οι τράπεζες της Ελλάδας και κυρίως της Κύπρου, με τα Capital Controls του κ. Βαρουφάκη το 2015, θα πούμε εμείς.
Αλλά, παρά τα παραπάνω που εμείς δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε, για το Bitcoin, τον τόσο σημαντικό και αναδυόμενο νέο τρόπο συναλλαγής, αξίζει να αφιερώσουμε και ένα επόμενο άρθρο μας.