Πριν από μερικές μέρες(16/3/2017) είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε στο σπίτι του πολιτισμού ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα που αφορούσε τον τρόπο με τον οποίο οι Οθωμανοί έβλεπαν την αρχαία Ελλάδα. Ήταν μια ξεχωριστή διάλεξη, από έναν διακεκριμένο ερευνητή, τον Μαρίνο Σαρήγιαννη, που ανέφερε ότι το Οθωμανικό κράτος έτρεφε βαθύ σεβασμό για το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, και αυτός ήταν ο λόγος που οι Έλληνες υπήκοοι του, ετύγχαναν ιδιαίτερα ευνοϊκής μεταχείρισης. Αυτό φαίνεται από τις εξιστορήσεις του Ελιγιά Τζελεμπί και από άλλες γραπτές οθωμανικές ιστορικές πηγές.
H διάλεξη αυτή μας βοήθησε να επαναξιολογήσουμε τις σχέσεις μας με την εγγύς Ανατολή, εμπλούτισε τις γνώσεις μας, εκλέπτυνε την ιστορική μας ματιά, συνέβαλε σε νέες κριτικές προσεγγίσεις, διευρύνοντας τον προβληματισμό όσον αφορά με τις ιστορικές διαδρομές των εννοιών που χρησιμοποιήθηκαν π.χ. Ρουμ, Yunan, τόσο από την ελληνική όσο και από την διεθνή βιβλιογραφία. Οι έννοιες αυτές έγινε κατανοητό ότι διευρύνουν την αντίληψη μας όσον αφορά την συλλογικότητα των Ελλήνων, καθώς και τον γεωγραφικό χώρο στα όρια του οποίου άνθισε η ελληνική διανόηση.
Έδωσε μια ευκαιρία στους ιστορικούς και στους αρχαιολόγους της πόλης μας, να αναστοχαστούν τις σχέσεις του ελληνικού πνεύματος στην περιοχή της Ανατολής, η οποία είναι το υπόλοιπο ή το συμπληρωματικό της «καθ’ ημάς Ανατολής» με άλλες κουλτούρες. Όπως τόνισε ο ομιλητής, ο όρος αρχαία Ελλάς αναφέρεται πολλές φορές στην Οθωμανική Τουρκική βιβλιογραφία, πριν από την ελληνική επανάσταση. Αυτές οι μουσουλμανικές παραδόσεις έτρεφαν ιδιαίτερο σεβασμό στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη (Αβερόη), Μεγάλο Αλέξανδρο (Ισκεντέρ, τον οποίο αν κρίνουμε από το όνομα Ισκ-εντέρ, Iskit – Σκύθη, πολεμικό φύλο που ζούσε και ήρθε στον σημερινό βαλκανικό χώρο από τα βάθη της Ανατολής).
Αυτές οι δοξασίες και διάφορα κοινά ήθη και έθιμα, θεότητες που ήρθαν στον σημερινό ελληνικό χώρο εξ Ανατολών (Κυβέλη) αποτελούν κατά την γνώμη μου, την όψη μιας σύνθετης αρχαιοελληνική κουλτούρας που έχει δεχτεί επιρροές μεταξύ των άλλων και από ισλαμικές, ανατολικές και ευρωπαϊκές παραδόσεις. Αυτό κάνει την ελληνική παράδοση πιο πλούσια, διευρύνοντας τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της.
Προνόμια των Ελλήνων στην εποχή των Οθωμανών
Οι Οθωμανοί είχαν δώσει περισσότερα προνόμια στους Έλληνες που ζούσαν στην κυρίως Ελλάδα, Πελοπόννησο, νησιά του Αιγαίου, Κρήτη, στη Δ. Μικρά Ασία, στα παράλια του Βοσπόρου, της Προποντίδας και του Εύξεινου Πόντου, απο τα προνόμια που είχαν δοθεί στους υπόλοιπους υπήκοους της αυτοκρατορίας. Ως προς τη θρησκεία και την γλώσσα το Οθωμανικό κράτος ήταν αρκετά ανεκτικό και τους παρείχε ελευθερίες. Τους θεωρούσαν ανώτερους από τους άλλους λαούς, τους διόριζαν διερμηνείς (κοράνι απαγόρευε την εκμάθηση ξένων γλωσσών) ή τους παραχωρούσαν ηγεμονίες στην Βλαχία, Μολδαβία, Παραδουνάβιες ηγεμονίες κλπ, συμμετέχοντας στον κρατικό μηχανισμό.
Καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είχε δικό της στόλο τις ανάγκες του Οθωμανικού στόλου κάλυπταν τα ελληνικά πλοία. Αυτό ήταν μέγιστο προνόμιο καθώς το εμπόριο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε περάσει στα ελληνικά χέρια.
Τον 18ο αιώνα, ελληνικά πλοία με τουρκική σημαία μονοπωλούσαν το εμπόριο στην Μεσόγειο. Πολλές πόλεις πλούτισαν με αυτό τον τρόπο όπως η Τεργέστη, η Οδησσός, η Μασσαλία, η Βραΐλα. Οι Έλληνες των εμπορικών αυτών κέντρων ίδρυσαν σχολεία και άρχισαν να διαδίδουν ιδέες περί φιλοσοφίας, δημοκρατίας, ελευθερίας. Έτσι, στις αρχές του 19ου αιώνα ίδρυσαν την Φιλική Εταιρεία στην Οδησσό. Αρχηγός της ήταν ο Αλ. Υψηλάντης, γιος του πρώην ηγεμόνα της Βλαχίας, ή υπασπιστής του Τσάρου. Οι Οθωμανοί ονόμαζαν τους Έλληνες Ρωμιούς και όλη την περιοχή της Μικράς Ασίας έως τον Καύκασο και την Μαύρη Θάλασσα που κατοικούσαν Έλληνες, σουλτανάτο του Ρουμ.
Οι Έλληνες λόγιοι διατηρούσαν στενές φιλικές σχέσεις με το Saray του σουλτάνου, έτσι πριν ξεσπάσει η επανάσταση του 21 οι γνώμες διίσταντο, καθώς οι Φαναριώτες Έλληνες λόγιοι επέμειναν ότι μέσω της πολιτικής διπλωματίας μπορούσαν να κατακτήσουν αναίμακτα την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Ο ομιλητής έκανε μια εκτενή αναφορά στον όρο Rum. Ρουμ ονόμασαν οι Πέρσες την περιοχή που κατοικούσαν οι Ρωμιοί, οι Έλληνες όταν οι Σελτζούκοι κατέλαβαν την Καππαδοκία, έλεγαν ότι κατέλαβαν το σουλτανάτο των Ρουμ. Κάπου εδώ υπάρχει μια θλιβερή ιστορία της ελληνικής ιστορίας. Οι Οθωμανοί εποίκησαν την Κύπρο με Έλληνες Ρουμ της Καππαδοκίας το 1571 περίπου, υποχρεώνοντας τους να μιλούν αποκλειστικά την τουρκική διάλεκτο. Αυτοί ήταν που συγκρούστηκαν το 74 με τους Έλληνες χωρίς να ξέρουν ότι είχαν ταυτόσημες ταυτότητες.
Αυτοί οι ρούμ, οι Ρωμιοί της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μετανάστευαν στην Κωνσταντινούπολη όπου έκαναν επιχειρήσεις, γινόταν ευεργέτες και έκτιζαν μνημεία όπως το Καρβάλι. Οι Έλληνες της Καππαδοκίας έγραψαν τις πρώτες Οθωμανικές νουβέλες, στην τουρκική γλώσσα χρησιμοποιώντας Ελληνικούς γραφικούς χαρακτήρες Π. Σκοπετέας έχει εκπονήσει εκτενή έρευνα για τα Ελληνικά γλωσσικά ιδιώματα που χρησιμοποιούσαν οι Ρουμ. Η νεοελληνική γλώσσα εικάζεται ότι προέρχεται από τα Ρωμέικα διάλεκτο των Ρουμ, η Ρωμιών που ζούσαν στα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Διαπολιτισμική πολιτική στα χρόνια του Βυζαντίου
Όπως οι Οθωμανοί είχαν μια ανεκτική πολιτική προς τους λαούς που κατακτούσαν, το ίδιο συνέβαινε προγενέστερα και με τους Βυζαντινούς οι οποίοι πολλές φορές έλυναν τα προβλήματα τους με επιγαμίες αποφεύγοντας τους πολέμους. Βλέπουμε ότι η Ειρήνη των Χαζάρων (πριγκίπισσα Τζιτζάκ) των επονομαζομένων και Χοξίρων, ανέβηκε στον Βυζαντινό θρόνο (732μ.Χ), ότι πριν από αυτήν η Χαζάρα που άλλαξε το όνομα της σε Θεοδώρα το 705 μ.Χ. ήταν σύζυγος του Ιουστινιανού Β. Η Τζιτζακ πριν ανέβει στο θρόνο ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό και ήταν μητέρα του μετέπειτα αυτοκράτορα Λέοντα Δ.
Οι βασίλισσες αυτές είχαν τουρανικό αίμα και έκαναν επιγαμίες όχι μόνο στο Βυζάντιο αλλά και σε χώρες τις Κεντρικής Ευρώπης όπως η Ελισάμπεθ των Κουμάν (συγγενικό ιδεολογικά φύλο με τους Kharars ή Khoxirs, με εβραϊκές καταβολές) που παντρεύτηκε τον Στέφανο Β της Ουγγαρίας, γιο της Μαρίας Λασκαρίνας από τον γάμο της με τον Μπέλλα IV της Ουγγαρίας. Απόγονοι αυτού του γάμου μπήκαν στην δυναστεία των Wittelsbach που κυβέρνησε την Γερμανία μέχρι τον περασμένο αιώνα και από αυτούς κατάγεται ο Όθωνας ο πρώτος βασιλιάς του ελληνικού κράτους το 1832.
Μέσα από αυτούς τους γάμους, οι βασίλισσες αυτές διέδωσαν ορισμένα παγανιστικά έθιμα και γι’ αυτό τον καιρό που έζησε ο Ιησουΐτης Αθανάσιος Kircher τον 18ο αιώνα αναβίωσαν διάφορα παγανιστικά έθιμα στις Βαυαρικές αυλές. Ο πολυμαθής αυτός Ιησουΐτης, πρωτοπόρος της θρησκειολογικής και εθνογραφικής επιστήμης, θεώρησε ότι οι ταυτότητες των λαών επηρεάστηκαν από την χριστιανική μουσουλμανική, ιουδαϊκή και νεοπλατωνική παράδοση. Υπογράμμισε την επιστημολογική σημασία της σύνδεσης του Ολισμού με τον Νεοπλατωνισμό, αξιοποιώντας την ελληνική Αρχαιότητα.
Στο κατώφλι της Δ’ βιομηχανικής επανάστασης
Εάν παραμερίσουμε τις ακρότητες των πολέμων, που τις περισσότερες φορές οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής ρύθμιζαν και όχι οι κατά χώρες κυβερνήσεις, είναι ίσως χρήσιμο να αναστοχαστούμε την ιστορία και τις εθνικές μας ταυτότητες. Έτσι ίσως να έρθουμε στο συμπέρασμα ότι η διαφορετικότητα έχει να κάνει πολλές φορές όχι με το DNA, αλλά με τις συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκαν οι άνθρωποι, και διαμόρφωσαν το σύστημα των πεποιθήσεών τους.
Θα ήθελα να επεκταθώ στην νεώτερη ιστορία, στο σύγχρονο Τουρκικό κράτος, που χρηματοδότησε αποστολές του Βίκτωρα Σαριγγιανίδη, ποντιακής καταγωγής, ο οποίος ανάσκαψε και έφερε στο φως αμύθητους ελληνικούς αρχαιολογικούς θησαυρούς στην Βακτριανή, Τουρκμενιστάν, Μεσοποταμία και αλλού στην Ανατολή. Το Ελληνικό κράτος του έδωσε μόλις μια πολύ μικρή οικονομική ενίσχυση 192 ευρώ μηνιαίως καθυστερώντας επί χρόνια την παλιννόστηση του. Εάν ο Β. Σαριγιαννίδης μετά από αλλεπάλληλες απορρίψεις του από την ελληνική κυβέρνηση, δεν χρηματοδοτούνταν από την τουρκική, είναι πιθανόν αυτοί οι αρχαιολογικοί θησαυροί της Ανατολής να ήταν ακόμη στο σκοτάδι. Αργότερα όταν πλέον έγινε διάσημος, τιμήθηκε και από το ελληνικό κράτος.
Υπάρχουν επομένως διανοούμενοι στη γειτονική χώρα, που βλέπουν την Ελληνική κουλτούρα σαν συμπληρωματικό στοιχείο της κουλτούρας του κόσμου, και μάλιστα σαν ακρογωνιαίο λίθο του παγκόσμιου πολιτισμού.
Αν οι Οθωμανοί δεν είχαν παραχωρήσει τις Παραδουνάβιες ηγεμονίες σε Έλληνες ηγεμόνες, δεν θα είχε αναπτυχθεί το ελληνικό εφοπλιστικό δίκτυο των Παραδουνάβιων που ήταν το πρώτο που αντικατέστησε τα πανιά με τα πρώτα ατμόπλοια, και έκαναν τις πρώτες υπερατλαντικές γραμμές προς Αμερική και Αυστραλία.
Οι πολυμήχανοι Έλληνες κατέπλεαν διασχίζοντας τον Δούναβη και μετέφεραν εμπορεύματα στην Κεντρική Ευρώπη, αλλά μαζί με το εμπόριο, διέδιδαν και τον Ελληνικό πολιτισμό.
O σεβασμός των Οθωμανών στο Ελληνικό πνεύμα φάνηκε, από το ότι όταν τα όρια του κράτους τους έπρεπε να περιορισθούν, κράτησαν σαν τελευταίο προπύργιο το σουλτανάτο του Ρουμ με πρωτεύουσα του την Άγκυρα και μεγάλο εμπορικό κέντρο την Κωνσταντινούπολη.
Δεν κατεδάφισαν όσα Ελληνικά μνημεία άντεξαν την μανία των πολέμων, τα θεώρησαν προικώα του παγκόσμιου πολιτισμού άλλα τα αναστήλωσαν και τα προώθησαν σαν Τουριστικά αξιοθέατα.
Επίσης στις μέρες μας χρηματοδότησαν ένα σοβαρό ακαδημαϊκό έργο με τίτλο endangered languages and cultures, υπό τον καθηγητή Süer Eker του Πανεπιστημίου Bashkent της Άγκυρας, και διέσωσαν τα γλωσσικά ιδιώματα των εθνικοτήτων της πάλαι Οθωμανικής αυτοκρατορίας και όχι μόνον, μεταξύ αυτών και της Ελληνικής γλώσσας των Ρουμ.
Ανά τακτά χρονικά διαστήματα γίνονται συμπόσια στην Νίγδη της Καππαδοκίας, προς τιμήν του Έλληνα Απολλώνιου Τυαννέα.
Στη Σμύρνη γίνονται κάθε χρόνο φεστιβάλ για να συναντιώνται οι Τουρκοκρητικοί μετανάστες.
Ενθαρρύνουν τους πολίτες της Τουρκίας να κάνουν τουρισμό στα Ελληνικά Νησιά.
Έτσι μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι το ελληνικό πνεύμα δεν καλλιεργήθηκε μόνο στα σημερινά ελληνικά εδάφη, αλλά αποτελεί μια άυλη έννοια οικουμενικής διάστασης που φώτισε διάφορους πολιτισμούς και αυτοκρατορίες.
Χωρίς να παραγνωρίζουμε τις ακρότητες του παρελθόντος, μήπως να τιμήσουμε τα θύματα των έριδων και να μπούμε σε μια πορεία συμφιλίωσης;
Μήπως εμείς οι λαοί είναι καλύτερα να ανοίξουμε την επίγνωσή μας, εστιάζοντας σ’ αυτά που μας ενώνουν, να αναστοχασθούμε την ταυτότητά μας και να συνεργαστούμε μέσα σε κλίμα αλληλοκατανόησης και αλληλοαποδοχής, ώστε να ξεπεράσουμε πιο ανώδυνα τις προκλήσεις που μας επιφυλάσσει το εγγύς μέλλον;
*Η Ευαγγελία Παναγιωτάκη κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στο otto friedrich universität bamberg της Βαυαρίας με θέμα «Εconomics and Politics on Eastern and South Eastern Europe»