Εκατό ήμερες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από την «πρώτη φορά Αριστερά», οι λέξεις που χρειαζόμαστε, οι λέξεις που μας φέρνουν πιο κοντά στις απαιτήσεις των καιρών και που είναι εντελώς απαραίτητες για την ανάκαμψη της χώρας μας σε όλα τα επίπεδα, είναι πλήρως συκοφαντημένες.
Όλοι ξέρουμε πως οι σημασίες των λέξεων δεν είναι ούτε αντικειμενικές ούτε αθώες. Ορίζονται πάντοτε από αυτόν που έχει το πάνω χέρι, από αυτόν που κάνει κουμάντο, εν προκειμένω το ΣΥΡΙΖΑ.
Μετά την έννοια της «ανταγωνιστικότητας», της «αποτελεσματικότητας», την «αξιολόγησης», την «αξιοκρατίας» το δρόμο της απαξίωσης έχουν πάρει και οι έννοιες στο χώρο της Παιδείας. Ένα νέο ερμηνευτικό λεξικό της οπισθοδρόμησης συντάσσεται μέρα με τη μέρα: τα γραφεία διασύνδεσης των ΑΕΙ με τις επιχειρήσεις είναι «κερκόπορτες των πολυεθνικών στην Παιδεία». Η ηλεκτρονική ψηφοφορία και η τηλεκπαίδευση προάγουν τον «τεχνοφασισμό». Η «αριστεία» δεν μπορεί παρά να βιώνεται ως «ρετσινιά».
Παρακολουθώ όλο αυτό το διάστημα το δημόσιο διάλογο, τις απέλπιδες, σχεδόν απεγνωσμένες, προσπάθειες πολλών στελεχών της εκπαίδευσης να πείσουν με απολύτως τεκμηριωμένα και λογικά επιχειρήματα για τον παραλογισμό πολλών, επί μέρους διατάξεων του νομοσχεδίου για την Παιδεία που ψηφίστηκε χθες.
Δυστυχώς δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με την προχειρότητα, την έλλειψη προγραμματικού βάθους, την ανικανότητα, τη διγλωσσία και τον ρεβανσισμό απέναντι σε οτιδήποτε ταρακουνά το ΣΥΡΙΖΑ από την ιδεολογική χειμερία νάρκη του.
Το ζήτημα είναι ότι έχουμε να κάνουμε με ένα πείραμα κοινωνικής μηχανικής, με ένα ακόμη παιχνίδι σύγκρουσης της ιδεολογίας με την πραγματικότητα σε όλα τα πεδία. Ένα παιχνίδι από το οποίο νικητής πρέπει να βγει η ιδεολογία.
Από αυτή την άποψη ίσως είναι πραγματικά λάθος να αντιμετωπίζουμε το ζήτημα των πρότυπων σχολείων, τις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια, τους αιωνίους φοιτητές, τα Συμβούλια Διοίκησης και την επιλογή των διευθυντών των σχολείων ως «μεμονωμένα διακυβεύματα».
Θα πρέπει να τα δούμε όλα ως τις «τεχνικές λεπτομέρειες» μια άλλης Παιδείας, μιας άλλης εκπαιδευτικής φιλοσοφίας, ενός άλλου κοινωνικού παραδείγματος που κατά τους εμπνευστές του θα υπομονεύσει την ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού, θα απονομιμοποιήσει τις αξίες της παραγωγής, της αγοράς, της τεχνοκρατίας και θα ακυρώσει τις ταξικές διαφορές (sic).
Εξαιρετικά φιλόδοξος στόχος είναι η αλήθεια για ένα τόσο αποσπασματικό, τόσο επιστημονικά ανυπόληπτο, αλλά κατά τ’ άλλα εξαιρετικά επείγον νομοσχέδιο.
Πρόσφατα η κυβέρνηση ανακάλυψε στα πρότυπα σχολεία τον απαραίτητο συμβολικό θεσμό που χρειαζόταν για να καταπολεμήσει τις ταξικές ανισότητες. Ας παραβλέψουμε για λίγο το γεγονός ότι η αριστεία δεν είναι εφεύρημα του καπιταλισμού αλλά εγγενές γνώρισμα της παιδείας από καταβολή της κοινωνίας. Και ας ξεχάσουμε ότι κάθε σύγχρονη δημοκρατική παιδαγωγική αντίληψη επιτάσσει την ανυψωτική πορεία όλων των διαπαιδαγωγούμενων μέσω υπαρκτών προτύπων και όχι τη συνάντησή τους σε ένα υποτιθέμενα δημοκρατικό μέσο όρο.
Αν πραγματικά ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν συνεπής σε όσα πρεσβεύει ιδεολογικά και αν οδηγήσουμε στις ακραίες λογικές συνέπειες την ίδια του τη σκέψη τότε το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να κάνει ήταν να καταργήσει τα ιδιωτικά σχολεία: για να το πούμε με την ορολογία που του είναι προσφιλής θα έπρεπε να καταργήσει το κατ’ εξοχήν «εργαλείο αναπαραγωγής της αστικής τάξης και της συντήρησης των ταξικών διαφορών».
Δεν το κάνει όμως. Καταργεί αντίθετα τα δημόσια πρότυπα σχολεία, αφαιρώντας στην πραγματικότητα το δικαίωμα από τα παιδιά της εργατικής τάξης (το 70% των μαθητών σε αυτά είναι παιδιά εργαζομένων), τα παιδιά των αλλοδαπών (17%), να βελτιώσουν τη θέση τους στο κοινωνικό σύνολο, το οποίο τελικά θα καρπωθεί μια μέρα τις προσπάθειές τους.
Με δυο λόγια: με τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει οξύνει τις ταξικές ανισότητες, αντί να τις αμβλύνει.
Εξίσου ενοχλητικός είναι και ο θεσμός των εισαγωγικών εξετάσεων σε αυτά. Προφανώς γιατί η κυβέρνηση δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει ότι οι εξετάσεις δημιουργούν ένα άτυπο συμβόλαιο των μαθητών με το σχολείο που επέλεξαν να φοιτήσουν. Ότι ο μαθητής που επέλεξε να διαβάσει, να κοπιάσει για να εισέλθει στο Πρότυπο Σχολείο είναι αυτός που θα τιμήσει την επιτυχία του. Που θα το προφυλάξει, γιατί το θεωρεί δικό του, δεν θα το κλείσει ούτε θα το καταστρέψει γιατί αγωνίστηκε για να το κατακτήσει το δικαίωμα να φοιτήσει σε αυτό.
Κάθε νοήμων άνθρωπος συμφωνεί με την ύπαρξη κοινών κριτήριων για το επίπεδο των γνώσεων που απέκτησε ο κάθε μαθητής στο τέλος της χρονιάς, σε κάθε μάθημα. Όπως ήταν κοινά αποδεκτή η ανάγκη να συνδεθεί η συνολική πορεία του μαθητή στο Λύκειο με την εισαγωγική διαδικασία. Εξού και η αναγκαιότητα της ύπαρξης μιας τράπεζας θεμάτων. Αν υπήρχε πιθανότητα κάποιοι να διαβάσουν και να μάθουν κάτι από τα διδασκόμενα αντικείμενα, αυτή εξανεμίζεται. Το Λύκειο εξαφανίζεται από σχολική μονάδα και μετατρέπεται σε έναν τυπικό προθάλαμο των ΑΕΙ, όπως ήταν παλιά. Τι απομένει; Η ιδιωτική εκπαίδευση που τόσο καταγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ θα πάρει για ακόμη μια φορά όλη την ευθύνη πάνω της.
Το πιο ενδιαφέρον όμως απ’ όλες τις παρεμβάσεις είναι η εξομοίωση των σχολείων, ενός οργανισμού που πρέπει να διοικηθεί, με τη λειτουργία της δημοκρατίας. Οποίος αμφιβάλλει για τις προθέσεις της κυβέρνησης, δεν έχει παρά να αναζητήσει τα βιογραφικά των 13 νέων Περιφερειακών Διευθυντών Μέσης Εκπαίδευσης. Δεν θα κουραζόταν να τα διαβάσει αλλά θα κουραστεί να τα βρει, καθώς το Υπουργείο τα περιβάλλει με περισπούδαστη μυστικότητα. Είναι όλοι τους κομματικά στελέχη και πολιτευτές ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛ. Αν πράγματι όμως το πιστεύει -ότι δεν διαφέρει ένας οργανισμός από τη δημοκρατία- γιατί διορίζει στους οργανισμούς του δημοσίου συγγενείς Υπουργών και στελέχη του Σύριζα και δεν βάζει τους υπαλλήλους να ψηφίζουν όποιον θέλει να θέσει υποψηφιότητα; Και -γιατί όχι- να ψηφίζουν οι ασθενείς ενός νοσοκομείου ποιος θα είναι διοικητής.
Δυστυχώς για την κυβέρνηση έχει περάσει ανεπιστρεπτί η εποχή όπου η επίκληση της αριστεροφροσύνης αποτελούσε την εγγύηση της πολιτικής ορθότητας, της αποτελεσματικότητας και της ηθικής υπεροχής του περιεχομένου των προτάσεων του.
Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων ανθρώπων γνωρίζει ότι τα Συμβούλια Διοίκησης ωφέλησαν τη διαφάνεια στη λειτουργία των πανεπιστημίων. Ότι η ηλεκτρονική ψηφοφορία έκανε πράξη την ελεύθερη έκφραση της βούλησης. Ότι ο υφιστάμενος νόμος-πλαίσιο απελευθέρωσε τους φοιτητές και τους πρυτάνεις από τον κομματικό εναγκαλισμό και τους φοιτητοπατέρες.
Με τις πρώτες κινήσεις του στο χώρο της Παιδείας έχει καταφέρει να κινητοποιήσει τη μεγάλη πλειοψηφία του εκπαιδευτικού κόσμου όλων των βαθμίδων. Η προχθεσινή συγκέντρωση στο Μαρούσι ήταν η πρώτη απάντηση στις αγωνίες των νέων ανθρώπων και των γονιών τους: όχι με καταλήψεις ούτε με απεργίες. Αλλά με εκδηλώσεις λόγου, ηλεκτρονικά φόρουμ για την υπεράσπιση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με συλλογή υπογράφων και έκδοση ψηφισμάτων.
Ένας μεγάλος ιταλός δημοσιογράφος, ο Ίντρο Μοντανέλλι, όταν κάποτε ρωτήθηκε τι πρέπει επιτέλους να κάνουμε για να απαλλαγούμε από τον Μπερλουσκονισμό απάντησε: «θα πρέπει να κάνουμε το εμβόλιό του». Δυστυχώς φαίνεται ότι είναι απαραίτητο η ελληνική κοινωνία, -προκειμένου να απαλλαγεί μια και καλή από κάθε είδους αναχρονιστικές ιδέες, από πρωτοβουλίες που μας απομονώνουν ολοσχερώς από το διεθνές περιβάλλον όπως το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας- να κάνει το εμβόλιο του ΣΥΡΙΖΑ.
*Ο Γιάννης Κεφαλογιάννης είναι βουλευτής της Ν.Δ. στο Ρέθυμνο