Του ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΡ. ΚΑΣΩΤΑΚΗ*
Είχα πολλά χρόνια να επισκεφθώ την Ακρόπολη των Αθηνών. Αναπάντεχα και απρογραμμάτιστα όμως βρέθηκα εκεί στους πρόποδες των Προπυλαίων, το περασμένο καλοκαίρι, όταν ένας φίλος μου Καταλανός καθηγητής της Ελληνικής γλώσσας, που την διδάσκει στη Βαρκελώνη, ο RΑΜΟΝ CARDONA, μου έστειλε ένα περιοδικό: «ΤΟ ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ» γραμμένο σε (4) γλώσσες, Καταλανικά, Ισπανικά, Αγγλικά και Ελληνικά.
Εκεί πράγματι, στους πρόποδες των Προπυλαίων το βλέμμα μου έπεσε σε μια μαρμάρινη πλάκα που γράφει στις (4) παραπάνω γλώσσες: Η ΙΣΠΑΝΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Στην τελευταία επιγραφή της πλάκας διάβασα στα Ελληνικά: «ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΤΕΡΟ ΚΟΣΜΗΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ» και από κάτω: Πέτρος Δ. Αραγωνίας 11 Σεπτεμβρίου 1380.
Δεξιά στο κάτω μέρος της μαρμάρινης πλάκας γράφει την ημερομηνία: ΑΘΗΝΑ 23-03-2011. Η τοποθέτηση αυτής της πλάκας ξεκίνησε με την μεσολάβηση των Ελλήνων Αρχαιολόγων Αλεξ. Μάντη, Τάσου Τανούλα και Χριστίνας Βλασσοπούλου το 2011, όταν οι Ελληνικές αρχές ενέκριναν την πρόταση που έγινε το 2006 από τον τότε Πρέσβη της Ισπανίας στην Ελλάδα για τοποθέτηση μιας μαρμάρινης πλάκας στην Ακρόπολη με αναγραφή της πρώτης πρότασης τον Εγκωμίου, δηλαδή «Το κάστρο της Αθήνας είναι το πολυτιμότερο κόσμημα του κόσμου».
Η πρόταση αυτή υποστηρίκτηκε και από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου Θερβάντες της Αθήνας Eusebί Ayensa Prat, αλλά και από τον Ισπανό Πρέσβη στην Ελλάδα Μιγκέλ Φουέρτες. Τα αποκαλυπτήρια αυτής της πλάκας έγιναν από τη Βασίλισσα Σοφία στις 23 Μαρτίου 2011.
Θυμήθηκα ότι τους τελευταίους μήνες του 2018, όλα τα Μ.Μ.Ε. της Ευρώπης ασχολούνταν συνεχώς με τα γεγονότα της Ισπανίας όπου η Καταλανοί ανακαίνιζαν την ανεξαρτησία τους από την Ισπανία και μάλιστα στο φύλλο της εφημερίδας «ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ» της 06-01-2018 είχα γράψει ένα σχετικό άρθρο για τους Καταλανούς όταν αυτοί είχαν κατακτήσει την Αθήνα για (76) χρόνια (1311 – 1387) και την είχαν κάνει πρωτεύουσά τους.
Με την ευκαιρία λοιπόν της αποστολής του εν θέματι περιοδικού, αξίζει να αναφερθώ περιληπτικά για το εγκώμιο αυτό, και την Ακρόπολη.
Ονομάστηκε λοιπόν και διατηρείται ως «ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ», γιατί ο Βασιλιάς τότε (1380) Πέτρος Δ’ της Αραγωνίας έστειλε δώδεκα βαλλιστοφόρους φύλακες -που του ζητήθηκαν από τα Δουκάτα των Αθηνών και Νέων Πατρέων (Υπάτης)- για να φυλάξουν το κάστρο της Αθήνας, γιατί όπως έγραφε στην αίτησή του ο Βασιλιάς Πέτρος: «Το κάστρο αυτό είναι το πολυτιμότερο κόσμημα τον κόσμου, που όμοιό του μετά βίας θα κατόρθωναν να φτιάξουν όλοι οι Χριστιανοί Βασιλείς μαζί».
Παρόμοια απόφαση – διαταγή για φρουρά δεν εντοπίζουμε πουθενά αλλού, ούτε για άλλα φρούρια ούτε άλλα έγγραφα τέτοιας στρατιωτικής φύσης, αναφέρει ο Carlos Lopez Rodriguez Διευθυντής του Αρχείου του Στέμματος της Αραγωνίας.
Το Εγκώμιο αυτό για πρώτη φορά το ανακαλύπτει ο Καταλανός λόγιος Antonio Rubio Lluch και το χαρακτηρίζει ξεχωριστό και δημοφιλή απ’ όλα όσα φυλάσσονται στο Αρχείο του Στέμματος στη Βαρκελώνη.
Το Αρχείο αυτό ιδρύθηκε το 1318 από τον αυτοκράτορα Ιάκωβο Β’ στη πλατεία Plaza del Rey όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Το 2007 το Αρχείο αυτό του Στέμματος της Αραγωνίας, περιελήφθη στον Κατάλογο των Μνημείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως βέβαια περιλαμβάνεται και η Ακρόπολη των Αθηνών.
Κατά την διάρκεια της βασιλείας του Πέτρου Δ’ η Ακρόπολη ήταν γνωστή ως φρούριο και έδρα της Τοπικής Διοίκησης που είχε τον Παρθενώνα ως Εκκλησία της Παναγίας της Αθηνιώτισσας στην οποία φυλάσσονταν πολλά ιερά λείψανα.
Καθ’ όλη δε την Μεσαιωνική περίοδο δεν συγκρίνεται κανένα άλλο μνημείο με το αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα της Ακρόπολης. Δεν έπαυσε από τα χρόνια εκείνα η Ακρόπολη των Αθηνών να μη «δοξάζεται» να μην αναφέρεται, να μην εγκωμιάζεται ως ένα μνημειώδες έργο.
Ως σήμα κατατεθέν της Αθήνας και Ελλάδος, δεν έπαυσε μέχρι σήμερα να μεσουρανεί στην Ευρώπη και όχι μόνο και να αποτελεί τον φωτεινόν Ήλιο της τέχνης και του Πολιτισμού μνημείων της Αρχιτεκτονικής.
Μια μικρή και λίαν περιληπτική ιστορική αναδρομή είναι απαραίτητη για να θυμηθούμε από το τόσο βάθος του χρόνου, πώς γεννήθηκε αυτό το ιερό μνημείο της Ελλάδας.
Από την Νεολιθική εποχή (10.000 – 3.500 π.Χ.) ανιχνεύονται στη Θεσσαλία περιτοιχισμένοι πεδινοί χώροι και αργότερα χώροι σε οχυρά σημεία των ορέων, με οικήσεις ανθρώπων, μέσα στους οποίους έμενε ο Ηγεμών, ο πατριαρχικός βασιλιάς εντός του «ανακτόρου» του και γύρω οι φύλακες και γύρω από τα τείχη ο λαός. Αυτές είναι οι πόλεις των Ομηρικών Επών.
Γύρω στη χάλκινη περίοδο (3.500 – 2.000 π.Χ.) όταν ο λαός πολλαπλασιάσθηκε οχυρώθηκε και ο δικός τους χώρος, αλλά η «άκρα πόλις», η «ακρόπολις» κατά τον Όμηρο αποτελούσε την καρδιά του οχυρού.
Από το 500 π.Χ. οι Αθηναίοι ονόμαζαν αυτή την «άκρα πόλι των Αθηνών δηλαδή τον ιερό βράχο «ΑΚΡΟΠΟΛΙ». Η Ακρόπολη βρίσκεται 156 μέτρα πάνω από τη θάλασσα και κατοικήθηκε και αυτή από την νεολιθική εποχή (10.000 – 3.500 π.Χ.) σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα των αγγείων που βρέθηκαν.
Από τον Προϊστορικό μεσαίωνα (1.100 – 800 π.Χ.) και την αρχή της Ιστορικής περιόδου (776 π.Χ.), άρχισε να κοσμείται η Ακρόπολη με πήλινα αγγεία και τα πρώτα ιερά, όπως ο ονομαζόμενος «νηός Ερεχθέως», το «Εκατόπεδον» και το 500 π. Χ. με τον πρώτο «Παρθενώνα» ως ναό. Λίγο αργότερα ο Περικλής (466 π.Χ.), ο Ικτίνος και Καλλικράτης και ο σχεδιαστής Φειδίας, δημιούργησαν τον Παρθενώνα που στο βάθος του υπήρχε το «χρυσελεφάντινο» άγαλμα της Αθηνάς ύψους 12 μ. δηλαδή η «Παρθένος» του Φειδία. Υπήρχε ακόμα στο αέτωμα του ναού λαμπρή γλυπτή διακόσμηση με διάφορες παραστάσεις. Μέσα στον κυρίως ναό -Παρθενώνα, διατηρούνταν οι θησαυροί και τα πολύτιμα αφιερώματα. Στο εσωτερικό υπήρχε το άγαλμα της λατρείας της Παρθένου και εξ αυτού ονομάστηκε Παρθενών όλος ο ναός.
Στην Ακρόπολη υπήρχαν και άλλα μικρά κτίσματα, μικρές στοές με πολλά και αξιόλογα αγάλματα.
Ένα απ’ αυτά ήταν και το σπουδαίο έργο τον Φειδία Πρόμαχος από χαλκό αφιερωμένο στην Αθηνά, ύψους μεγαλύτερο των εννέα μέτρων: «άγαλμα χαλκούν από Μήδων τών ές Μαραθώνα αποβάντων».
Υπήρχαν και άλλα αφιερωμένα έργα στην Ακρόπολη τα οποία όμως σιγά – σιγά, κυρίως επί Ρωμαίων (168 π.Χ.) άρχισαν να αφαιρούνται.
Από την επικράτηση του Χριστιανισμού, ο Παρθενώνας μεταβλήθηκε σε εκκλησία της Αγίας (του Θεού) Σοφίας και αργότερα της Παναγίας.
Το 1206 οι Λατίνοι μετέτρεψαν τον Παρθενώνα σε Καθολική Εκκλησία.
Το 1311 η Ακρόπολη κυριεύθηκε από τους Καταλανούς επί 76 χρόνια.
Το 1390 εγκαταστάθηκε ο Έλληνας Μητροπολίτης Δωρόθεος με τη βοήθεια των Ατσεγιολών, δηλαδή των Ιταλών της Φλωρεντίας και Ναπόλεως.
Το 1447 μ.Χ. ο Πιτσικόλλι μελέτησε και ιχνογράφησε τον Παρθενώνα και το 1459 επισκέφθηκε την Ακρόπολη ο Μωάμεθ ο κατακτητής, ο οποίος διέταξε την μετατροπή του Παρθενώνα σε τζαμί και οι Τούρκοι απομάκρυναν όλα τα σύμβολα της Χριστιανοσύνης.
Οι μεγάλες καταστροφές της Ακρόπολης άρχισαν το 1656 με την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης των Προπυλαίων των Τούρκων από κεραυνό και το 1676 – 1680 όπου οι Τούρκοι γκρέμισαν το ναό της Αθηνάς Νίκης για να αναγείρουν πυροβολείο. Την 28-9-1687 ημέρα Παρασκευή και 5:30 το απόγευμα, ο Φραγκίσκος Μοροζίνης που ήλθε από την Κρήτη και είχε πληροφορηθεί ότι στον Παρθενώνα υπήρχε μεγάλη ποσότητα πυρίτιδας, με τα πυροβόλα του κτύπησε τον Παρθενώνα με μεγάλες καταστροφές.
Έτσι 2100 χρόνια η Ακρόπολη πολεμούσε εναντίον της φύσεως και των ανθρώπων.
Όμως υπήρξε και το ευτύχημα, γιατί λίγο πριν από τις παραπάνω καταστροφές, επιστολές από ιερωμένους, πρέσβεις, ταξιδιώτες, καλλιτέχνες, ασχολήθηκαν, ιχνηλάτησαν, έγραψαν για την αξία, την ωραιότητα και την καλλιτεχνική αρχιτεκτονική της Ακρόπολης.
Το 1672 σε επιστολή του ο Ιησουίτης ιερέας Ιάκωβος Παύλου Babin αναγράφει για την μεγαλοπρέπεια του Παρθενώνα και την ωραιότητα και την αξία των γλυπτών. Τον Νοέμβριο του 1674 ο πρέσβης της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη Νοναντέλ έστειλε τον ζωγράφο Carrey, ο οποίος ιχνογράφησε τα αξιώματα του Παρθενώνα σε 21 φύλλα, τις μετόπες και όλη τη νότια πλευρά και μέρος της ζωοφόρου. Τα ιχνογραφήματα αυτά είναι πολύτιμα για την αποκατάσταση της μετόπης, της ζωοφόρου και την σύνθεση των αγαλμάτων και αετωμάτων.
Το 1675 στις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις ο St. Georges μετά τις καλαισθητικώτατες περιγραφές του, παρακινήθηκαν και επισκέφθηκαν την Αθήνα για αρχαιολογικές και άλλες μελέτες, ο ιατρός Ιάκωβος Spon με τον φυσιογράφο Γεώργιο Wheler, τον μαθηματικό Φραγκίσκο Vernon κ.λπ., που τα δοκίμια που εξέδωσαν αργότερα, είχαν επιστημονική αξία για περαιτέρω εξερεύνηση και μελέτη της Ακρόπολης.
Όταν όμως στις 28 Σεπτεμβρίου 1687 ο Μοροζίνης βομβάρδισε την Ακρόπολη, όπως προαναφέρω, φονεύθηκαν ο φρούραρχος πασάς των Τούρκων και ο γιος του, και τότε οι Τούρκοι παραδόθηκαν και κύριοι της Ακρόπολης έγιναν οι Βενετοί, οι οποίοι παρέμειναν μέχρι τον Απρίλιο του 1688 οπότε επανήλθαν πάλι οι Τούρκοι.
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι το 1800, ζωγράφοι κι αρχιτέκτονες, όπως οι Άγγλοι Sthart και Revett και Pars έγραψαν και δημοσίευσαν για τα πολλά και άριστα γλυπτά των Προπυλαίων, Παρθενώνα και Ερεχθείου.
Από το 1800 άρχισε η πολυσυζητημένη ασέλγεια και δράση τον Έλγιν. Ο Έλγιν ήταν πρέσβης της Αγγλίας στη Κωνσταντινούπολη. Πληροφορήθηκε από τον Αρχιτέκτονα Harrίson για τις καταστροφές των μνημείων της Ακρόπολης από τους Τούρκους, αλλά και από άλλους περιηγητές που έκοβαν από τα γλυπτά κομμάτια για ενθύμια και τα μετέφερναν στις πατρίδες τους. Έτσι κατάφερε και πήρε φιρμάνι από τους Τούρκους που επέτρεπαν στους ανθρώπους του να εισέρχονται και να εξέρχονται από την Ακρόπολη, να ενεργούν ανασκαφές και να παίρνουν κομμάτια από τα ευρήματα.
Οι άνθρωποι αυτοί τον Έλγιν έστησαν και ικριώματα και με 300 – 400 εργάτες (!!!) άρχισαν να αφαιρούν αγάλματα από τα αετώματα του Παρθενώνα τα περίφημα «Ελγίνια μάρμαρα» τα οποία κοσμούν το Βρετανικό Μουσείο τώρα και έναν αιώνα.
Πήραν επίσης μια Καρυάτιδα, κομμάτια από το Ερεχθείον και πλάκες από τον ναό της Απτέρου Νίκης. Πήραν επίσης το άγαλμα του Διονύσου από το Διονυσιακό Θέατρο και άλλα πολύτιμα έργα τέχνης περίπου 253 κομμάτια και μικρότερα αντικείμενα και αγγεία τα οποία έστελναν στην Αγγλία κατά διαστήματα.
Το 1802 ναυάγησε στα Κύθηρα το πλοίο «Μέντωρ» φορτωμένο με πολλές αρχαιότητες σε κιβώτια που τα περισσότερα ανελκήθησαν κατά διαστήματα μέχρι το 1805. Μετά ένα άλλο μέρος αρχαίων μέσα σε 80 κιβώτια που είχαν παραμείνει στον Πειραιά, ο πράκτορας του Έλγιν Νεαπολίτης ζωγράφος Λουζιέρης τα έστειλε στον Έλγιν το 1812.
Μάταια τώρα και δεκάδες χρόνια η Ελλάδα και όχι μόνο, παρά τις παρακλήσεις και απαιτήσεις προς την Αγγλία για επιστροφή των ανεκτίμητων αυτών προγονικών κληροδοτημάτων στην Ελλάδα δεν βρίσκει ανταπόκριση.
Πολλοί λόγιοι αλλά κυρίως ο Βύρων στιγμάτισε αυτή την ενέργεια του Έλγιν στο ποίημά του «Κατάρα της Αθηνάς».
Ο Τούρκος Ρεσίτ πασάς κατά την Ελληνική επανάσταση και το έτος 1822, αλλά κυρίως το 1826 – 1827 πραγματοποίησε σφοδρούς βομβαρδισμούς στην Ακρόπολη ένεκα των οποίων τα μνημεία της υπέστησαν πολλές καταστροφές.
Τέλος στις 12 Απριλίου 1833 με πλήθος λαού που ανέβηκε στην Ακρόπολη και παρουσία ξένων προξένων, Ελλήνων Κληρικών, υπαλλήλων και Αξιωματικών παραδόθηκε επίσημα από τον Τούρκο φρούραρχο Οσμάν ο ιερός βράχος με τα εναπομείναντα μνημεία και τις φθορές. Το γεγονός αυτό εορτάσθηκε επί 3ήμερο και στη δεξίωση που έγινε στον Παρθενώνα φιλοξενήθηκαν Βαυαροί, Άγγλοι, Γάλλοι, Αμερικάνοι, καλλιτέχνες, επιστήμονες και ο ίδιος ο Οσμάν. Κατά την πρόποσή του ο Οσμάν αφού ύψωσε το κύπελλο απάντησε στις προπόσεις και ζητωκραυγές, με τις λέξεις «Αλλάχ κερίμ», δηλαδή (βοηθός ο Θεός).
Η Ελλάδα άρχισε αμέσως τη δράση της περισυλλογής και περιποίησης της Ακρόπολης με πρώτο τον υπάλληλο Πιττάκη που άρχισε να περισυλλέγει τα διασπαρμένα κομμάτια των γλυπτών, τις επιγραφές και ό,τι άλλο αρχαίο συναντούσε. Επίσης αμέσως άρχισαν οι ανασκαφές και στις 10 Σεπτεμβρίου 1834 ενώπιο του Βασιλέως Όθωνα άρχισε επίσημα η αναστύλωση του Παρθενώνα. Οι ανασκαφές από τον Κλέντσε έφθασαν μέχρι το 1836 κατά τις οποίες ο καθηγητής της Αρχαιολογίας Λουδοβίκος Ρος ενώ έδωσε σωστές συμβουλές δεν ετηρήθησαν. Ο καθηγητής Ρος βρήκε και τα μέρη του ναΐσκου της Αθηνάς (Απτέρου) Νίκης και έκανε την επανίδρυσή του.
Οι ανασκαφές συνεχίσθηκαν και το 1871 ο Michaelίs με τις σοβαρές και συστηματικές του επιστημονικές μελέτες για τον Παρθενώνα και την Ακρόπολη γενικά και η ιδρυθείσα στην Αθήνα το 1875 Γερμανική Αρχαιολογική Σχολή και ιδιαίτερα ο Γουλιέλμος Δαίρπελδ, διελεύκαναν πολλά ζητήματα για τα μνημεία της Ακρόπολης.
Το 1885 η Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών υπό την Διεύθυνση του Γενικού Εφόρου Αρχαιοτήτων και Μουσείων της Ελλάδος Π. Καββαδία, η Ακρόπολη καθαρίστηκε, ευπρεπίστηκε και έτσι διαφωτίστηκαν πολλά για την ιστορία της και ο ιερός βράχος εμφανίστηκε όπως περίπου είναι σήμερα.
Βιβλιογραφία
– Αντ. Μηλιαράκη: Περί των Ελγεινίων μαρμάρων
– Michaelis: Der Parthenon (1871)
– Kaweran – Καββαδία: Η Ακρόπολη, έκδοση του Ινστιτούτο Cervantes de Atenni 2012
– ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ: Άρθρα Carlos Lopez Rodrίguez και Ensebi Axensa Prat
* Ο Γιάννης Χαρ. Κασωτάκης είναι συγγραφέας – δημοσιολόγος