Όπως έχω ξαναγράψει δεν είμαι οικονομολόγος, αλλά ένας απλός κριτικός παρατηρητής των οικονομολόγων σχολιαστών που αναλύουν τη δεινή μας οικονομική θέση. Η διαφοροποίηση μεταξύ των, εστιάζεται στο εάν η λύση μπορεί να βρεθεί με την παραμονή μας στην ευρωζώνη ή εκτός ευρωζώνης, με ή χωρίς τη θέλησή μας.
Έχοντας υπόψη ότι η πορεία της λύσης νομοτελειακά θα πρέπει να περάσει τα στάδια: ύφεση – σταθεροποίηση – ανάκαμψη – ανάπτυξη και ότι σήμερα κινούμαστε μεταξύ σταθεροποίησης και ανάκαμψης, η επιλογή του εθνικού νομίσματος (εκτός ευρωζώνης) σίγουρα θα μας πάει πίσω στην αρχή, με αβέβαιο τον ρυθμό προόδου λόγω της προβληματικής παραγωγικής μας μηχανής. Απαιτείται εθνική προσπάθεια για γερά νεύρα και μεγάλο στομάχι, εμπλουτισμένη με περισσή επιμονή, υπομονή και πατριωτική συνείδηση.
Η επιλογή αναζήτησης λύσης εντός της ευρωζώνης σίγουρα ξεκινά από καλύτερη αφετηρία, παρόλη τη δυστυχία που έφερε η εφαρμογή των 3 μνημονίων, αρκεί να «συνωμοτήσουν» από δω και πέρα η ακαδημαϊκή οικονομική λογική, με τις ανθρώπινες αξίες ώστε το ευρωπαϊκό όραμα να ξαναβρεί τα πατήματα του. Εάν θεωρήσουμε ότι οι ανθρώπινες αξίες δεν χρειάζεται να ξανά-ορισθούν, μένει να ξεκαθαρισθεί μεταξύ των μελών της ευρωζώνης η διαφορά της ακαδημαϊκής οικονομικής λογικής και της πολιτικής λογικής.
Το οξύμωρο είναι ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σήμερα μόνος του να υπερασπίζεται το δικό του αδιέξοδο 3ο μνημόνιο και με την πλάτη στον τοίχο να καλείται να προ-νομοθετήσει μέτρα δεσμευτικά για την επόμενη κυβέρνηση, η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη εμφανίζει σύγκλιση απόψεων, κατ’ αρχήν, για τις προϋποθέσεις μιας βιώσιμης εξόδου από την κρίση των μνημονίων, με το τέως asset του Τσίπρα, τον Βαρουφάκη. Όχι, ούτε ο Μητσοτάκης έγινε σοσιαλιστής ούτε ο Βαρουφάκης έγινε νεοφιλελεύθερος. Η σύγκλιση έγινε στα πλαίσια της ακαδημαϊκής οικονομικής λογικής συνεπικουρούμενης κι από τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα εφαρμογής των «εθνοσωτηρίων» μνημονίων, Προτεσταντικής πολιτικής λογικής του Βερολίνου.
Δυστυχώς, τις θέσεις αυτές το πρώτο επτάμηνο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε η ΝΔ τις στήριξε για βελτίωση του 2ου μνημονίου (αντιπολίτευση γαρ) αλλά ούτε και ο Τσίπρας τις πάλεψε μέχρι τέλος, υποκύπτοντας στην εκβιαστική τακτική Σόιμπλε, αδειάζοντας τον Βαρουφάκη και παρερμηνεύοντας το μήνυμα του δημοψηφίσματος.
Σήμερα βρισκόμαστε στο σημείο που ο βάτραχος πρέπει να αποφασίσει εάν πρέπει να πηδήξει από το καζάνι επειδή το νερό αρχίζει από ζεστό να γίνεται καυτό ή να συνεχίσει να μένει μέσα, κάνοντας ότι περνάει από το χέρι του, ελπίζοντας ότι το αφεντικό θα πεισθεί τουλάχιστον να χαμηλώσει την ένταση της φλόγας. Ομολογουμένως δύσκολη απόφαση, εάν αναλογισθεί κανείς ότι αυτή θα παρθεί από έναν βάτραχο για λογαριασμό όλων των άλλων βατράχων (αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία).
Η κυβέρνηση αντί να προσπαθεί να χρεώσει πολιτικά την όποια συμφωνία για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης στην αντιπολίτευση βάζοντας θέμα ψήφισης από 180 βουλευτές, καλό θα ήταν να υιοθετήσει κατά τη διαπραγμάτευση τις κοινές οικονομικές θέσεις βιωσιμότητας χρέους – ανάπτυξης, Βαρουφάκη – Μητσοτάκη ώστε η συμφωνία να είναι αποδεκτή και διαχειρίσιμη και από την επόμενη κυβέρνηση. Εάν από τη συνεχιζόμενη διαπραγμάτευση αυτό δε φανεί δυνατόν, η ρήξη θα πρέπει να είναι δεδομένη, με ότι αυτό συνεπάγεται και για μας και για την ευρωζώνη (πιθανότατα η έναρξη δημιουργίας διαφορετικών ταχυτήτων, με μας στη μεσαία).
Υ.Γ.
Προσωπικά διαφωνώ με τη λογική του Χουλιαράκη «Προτιμότερη μια κακή συμφωνία τώρα παρά μια καλύτερη αργότερα».
Το ζητούμενο δεν είναι η μετάθεση του προβλήματος αλλά η λύση του, έστω και σε βάθος χρόνου.
* Ο Γιώργος Ταταράκης είναι πολιτικός μηχανικός Ε.Μ.Π.