Μουσικό Σχολείο Ρεθύμνου
Δημοτική Φιλαρμονική Ρεθύμνου
Δημοτικό Ωδείο Ρεθύμνου
Σύνδεσμος Διαδόσεως Καλών Τεχνών
Ελληνικό Ωδείο Ρεθύμνου
Camille Saint-Saëns
Το Ρέθυμνο πρέπει να νιώθει ιδιαίτερα περήφανο και τυχερό για τους μουσικούς του και για τη μουσική παιδεία και καλλιέργεια που τόσο γενναιόδωρα παρέχουν στα παιδιά του, την ευαισθησία που τους διακρίνει και κυριολεκτικά πλημμυρίζει την προσφορά τους και τη συναίσθηση της βαριάς ευθύνης τους στην οικοδόμηση και καλλιέργεια του μουσικού του τόπου μας λόγου και πολιτισμού. Γράφω τα λόγια αυτά με αφορμή την τελευταία συναυλία, που έδωσαν, με τη στήριξη του Δήμου Ρεθύμνου, στην αίθουσα εκδηλώσεων «Παντελής Πρεβελάκης» τέσσερις σπουδαίοι μουσικοί φορείς της πόλης μας. το Μουσικό Σχολείο Ρεθύμνου, η Δημοτική Φιλαρμονική, το Δημοτικό Ωδείο και ο Σύνδεσμος Διαδόσεως Καλών Τεχνών- Ελληνικό Ωδείο Ρεθύμνου.
Στο Πρώτο Μέρος της εν λόγω συναυλίας ο Δημήτρης Μιμίδης, καθηγητής του Μουσικού Σχολείου Ρεθύμνου, ένας πολυτάλαντος μουσικός, με εξαιρετικές σπουδές στο πιάνο, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, απέδωσε ένα πακέτο ρομαντικών έργων: του List -Schumahn: Widmung, του Chopen το Νυχτερινό, op. 21, του Chopin, επίσης, το Berceuce και του Scriabin το Νυχτερινό, op. 9, Νο 2 (για αριστερό χέρι).
Το Δεύτερο Μέρος του προγράμματος καλύφθηκε από «Το Καρναβάλι των ζώων» του μεγάλου Γάλλου ρομαντικού μουσικοσυνθέτη Camille Saint-Saëns (1835- 1921). «Το Καρναβάλι των ζώων» έχει, πολλές φορές, επιτυχώς χαρακτηριστεί ως μια χαρούμενη παιδική παράσταση που διδάσκει τη μουσική. Την άποψη αυτήν ενισχύουν τόσο η ευχάριστη και χιουμοριστική του έργου διάθεση- που αναφέρεται σε μια μεγάλη γιορτή των αγαπημένων φίλων των παιδιών, των ζώων και που δανείζονται τις φωνές τους από έγχορδα, πνευστά και κρουστά όργανα- όσο και η ατμοσφαιρική δομή του έργου, που αποτελείται από δεκατέσσερα Μέρη- εικόνες, ουσιαστικά, ζώων- πλαισιωμένα από εισαγωγή και φινάλε, όλα μικρής διάρκειας (1-2 λεπτά της ώρας το καθένα), ώστε να μπορούν οι μικροί μαθητές πιο εύκολα να συγκεντρωθούν πάνω στη μουσική και να την παρακολουθήσουν.
Ο Camille Saint-Saëns συνέθεσε το έργο αυτό, για να διασκεδάσει τους φίλους του, τον Φεβρουάριο του 1886, ενώ βρίσκονταν διακοπές σε ένα μικρό χωριό της Αυστρίας. Θεωρούσε, όμως, ότι ήταν πολύ επιπόλαιο, ανάλαφρο και τόσο χιουμοριστικό, που θα μπορούσε να βλάψει τη φήμη του ως σοβαρού μουσικοσυνθέτη. Γι’ αυτόν τον λόγο το έργο αυτό δεν έχαιρε της εκτίμησής του και δεν παίχτηκε ποτέ δημόσια ενόσω ζούσε, με εξαίρεση το γνωστό κομμάτι «Ο κύκνος», με την απαλή και βελούδινη μελωδία, που παιζόταν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Το έργο, λοιπόν, αυτό, που ξεκίνησε ως ένα μουσικό αστείο και που δεν έχαιρε καθόλου της εκτίμησης του δημιουργού του, έφτασε, στο τέλος, να θεωρηθεί ως ένα από τα σημαντικότερα και πιο αγαπητά στο κοινό έργα του!
Η μεγάλη, λοιπόν, γιορτή των ζώων ξεκίνησε και την Τετάρτη το βράδυ και στην αίθουσα του Ωδείου της πόλης μας και πρώτο- πρώτο στη σκηνή μπαίνει το λιοντάρι, ο βασιλιάς της ζούγκλας. Πίσω του συνωστίζονται κότες και πετεινοί, καγκουρό και χελώνες, ψάρια και πουλιά. Κανένας δεν θα λείψει από το χαρούμενο αυτό γιορταστικό καρναβάλι!
Όπως, ήδη, σημειώσαμε, το κάθε ζώο περιγράφεται μέσα από μουσικές συνθέσεις και μουσικά όργανα διαφορετικά και ανάλογα με τη φωνή του. Έτσι, στο 1ο Μέρος, τα πιάνα της Ρίκας Χαλκιαδάκη και της Σούλας Τσαούσογλου, καθηγητριών του Μουσικού Σχολείου Ρεθύμνου, παίζουν και αποδίδουν μεγαλόπρεπα τη φωνή τού λιονταριού. Επίσης, και στο 2ο -με τις κότες που τσιμπολογούν στο χορτάρι- το πιάνο είναι που καθορίζει τη φωνή τού κόκορα, αλλά το ίδιο και στο 3ο Μέρος, όπου η σκηνή με τη συνεχή κίνηση των γαϊδουριών πάνω- κάτω στο χωράφι αποδίδεται καταπληκτικά με τις χειμαρρώδεις νότες που βγάζουν τα πιάνα.
Στις Χελώνες, στο 4ο Μέρος, τα έγχορδα- τα βιολιά τού Άρη Συσκάκη και της Ειρήνης Συσκάκη και η βιόλα του Λευτέρη Βαϊγκούση- παίζουν παρωδώντας το θέμα του Can-Can, από την πασίγνωστη οπερέτα του Όφενμπαχ «Ο Ορφέας στον κάτω κόσμο». Παρόμοια και στο 5ο Μέρος έχουμε, επίσης, ένα μουσικό αστείο, αφού η μελωδία, κι εδώ, είναι παρμένη από κομμάτια του Μέντελσον και του Μπερλιόζ που, ενώ είχαν γραφτεί για μουσικά όργανα που παίζουν στις υψηλές περιοχές του πενταγράμμου, ο Saint-Saëns τα μεταφέρει σε τόνους ιδιαίτερα χαμηλούς και στα «βαριά» όργανα της ορχήστρας- κι εδώ συγκεκριμένα στο κοντραμπάσο του Γιάννη Πολυχρονάκη- θέλοντας να αποδώσει με πιστότητα το βαρύ περπάτημα τού ελέφαντα.
Και στο 6ο Μέρος τα δύο πιάνα της Ρίκας και της Σούλας θα μας περιγράψουν, και πάλι μοναδικά, τα καγκουρό με το χαρακτηριστικά γρήγορο και πηδηχτό περπάτημά τους, ενώ στο 7ο Μέρος, «Το Ενυδρείο»- μια από τις πλουσιότερες, όπως και «Ο Κύκνος», μελωδίες του έργου- είναι το φλάουτο της Νίκης Καπετανάκη που «κρατάει» τη μελωδία και οι ήχοι που βγάζουν το πιάνο και το ξυλόφωνο της Ελένης Περπιράκη παραπέμπουν, ακριβώς, στην ηρεμία και στο υγρό στοιχείο τού ενυδρείου.
Στο 8ο Μέρος του έργου, με τίτλο: «Χαρακτήρες με Μακριά Αυτιά», είναι τα βιολιά, και πάλι, που προσπαθούν να μιμηθούν τη χαρακτηριστική φωνή τού γαϊδάρου, ενώ στο 9ο Μέρος, τον «Κούκο στο βάθος του δάσους», μιμείται και αποδίδει με ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ηχόχρωμα, κομψότητα, χάρη και πιστότητα το κλαρινέτο του Βαγγέλη Παπαδάκη, Καθηγητή τού Δημοτικού Ωδείου Ρεθύμνου και της Φιλαρμονικής.
Στο 10ο Μέρος, στο «Κλουβί με τα πουλιά», και πάλι τα έγχορδα παίζουν «στο βάθος», προσπαθώντας να μιμηθούν ποικίλους ήχους της ζούγκλας. Το «κελαηδιστό» φλάουτο της Ν. Καπετανάκη παίζει με επιτυχία το πουλάκι και καθοδηγεί τη μελωδία, ενώ τα πιάνα παίζουν τα άλλα πουλάκια στο βάθος.
Στο 11ο Μέρος δείχνεται η εξάσκηση του πιανίστα, με δυο πιανίστες να εξασκούνται στις κλίμακες, ενώ στο 12ο Μέρος, που επιγράφεται «Τα Απολιθώματα», ο Saint-Saëns μιμείται τον εαυτό του με ένα δικό του κομμάτι, τον «Μακάβριο χορό», καταλληλότατο, ασφαλώς, σε ένα τέτοιο φρικιαστικό θέμα, στο οποίο το ξυλόφωνο της Ελένης Περπιράκη απέδωσε θαυμάσια τους σκελετούς και τον τρόπο που τα κόκαλα χτυπούν μεταξύ τους και κρατάνε τον ρυθμό.
Το 13ο Μέρος του έργου, που επιγράφεται «Ο Κύκνος», είναι, με διαφορά, το πιο γνωστό κομμάτι του όλου έργου, που οι τσελίστες συχνά το επιλέγουν για να επιδείξουν τις μουσικές γνώσεις και δεξιοτεχνικές ικανότητές τους, όπως και στη συγκεκριμένη συναυλία που το απέδωσε με μοναδική μαεστρία ο Διευθυντής του Μουσικού Σχολείου, Σπύρος Ραφτάκης. Το ρομαντικό σόλο του τσέλου, που περιγράφει την αργή κίνηση του κύκνου πάνω στα νερά της λίμνης ήταν και εδώ πραγματικά μοναδικό.
Στο «Φινάλε», το πανηγυρικό τέλος του έργου, όλα τα όργανα μαζί προσπαθούν να αποδώσουν κάποια από τα μοτίβα που ακούστηκαν στα προηγούμενα Μέρη, όπως το λιοντάρι, τα μουλάρια, τις κότες και τα καγκουρό.
Το έργο, λόγω του χαρακτήρα του, όπως τον περιγράψαμε αμέσως παραπάνω, προσφέρεται καταπληκτικά για δραματοποίηση και διδασκαλία και αυτό το πέτυχε, θεωρούμε, και στη συναυλία που παρουσιάζουμε με το σημείωμά μας αυτό, κατά τρόπο χαρισματικό, ο Σχολικός Σύμβουλος Μουσικών ΠΔΕ Κρήτης κ. Κώστας Δροσουλάκης, δραματοποιώντας το κάθε Μέρος του έργου και ντυμένος σαν τα ζώα που περιγράφονται σε αυτό, ώστε η παράσταση να γοητεύσει και ενθουσιάσει, τελικά, όλους μεγάλους και μικρούς που είχαν κατακλύσει ασφυκτικά την αίθουσα τού Ωδείου.
Σε κάθε περίπτωση η βραδιά κύλησε όμορφη, απολαυστική, ανάλαφρη, γεμάτη χάρη και κομψότητα, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην ποιότητα και την προβολή της πολύμορφης ηχητικής και κινητικής εικόνας. Οι ερμηνευτές αποδείχτηκαν άριστα εξοικειωμένοι με τη συγκεκριμένη μουσική κουλτούρα, ερμηνεύοντας τη μουσική με μοναδική τέχνη που συνάρπασε το κοινό και διασφάλισε την ποιότητα του αποτελέσματος. Γι’ αυτό και η θυελλώδης ανταπόκριση, αλλά και τα θετικά και ενθουσιώδη σχόλια τού κοινού που ακούστηκαν στο τέλος, ήταν αναμενόμενα και πλήρως δικαιολογημένα.
Μας ενθουσίασε, επίσης, βαθιά η συνεργασία αυτή των μουσικών φορέων της πόλης μας, που ένωσαν αποτελεσματικά τις μουσικές δυνάμεις τους. Είναι κάτι που το επιθυμούμε να γίνεται πιο συχνά στην πόλη μας, την πόλη με τη δυναμική διείσδυση στον χώρο του πνεύματος και της Τέχνης και που, ορισμένως, θα προωθήσει την καλλιτεχνική άμιλλα και καταξίωση ανάμεσα στους μουσικούς του νομού μας και θα ενδυναμώσει τη μουσική συνομιλία, συμπόρευση και συνεργασία μεταξύ τους.
Δεν μας μένει παρά να σφίξουμε θερμά το χέρι και να συγχαρούμε όλους τους προαναφερθέντες καταξιωμένους συντελεστές της θαυμάσιας αυτής μουσικής βραδιάς για τη σαφή και άκρως ευσυνείδητη ερμηνεία τους. Μας έδωσαν ένα αληθινό μάθημα σεβασμού της μουσικής. Τους ανήκει, γι’ αυτό, ένα μεγάλο «Μπράβο»!