Η νέα θεατρική παραγωγή του θεάτρου «ΟΜΜΑ ΣΤΟΥΝΤΙΟ», με τίτλο: «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλερ θα παρουσιαστεί την Παρασκευή 13 Μάρτη, ώρα 21:00 στον θεατρικό σταθμό Ηρακλείου.
Το «Κουαρτέτο» έχει βασιστεί πάνω στο επιστολογραφικό μυθιστόρημα «Επικίνδυνες σχέσεις» του Λακλό. (Pierre Choderlos de Laclos). Όμως, ο Μίλερ καταργεί την αλληλογραφία ανάμεσα στους ήρωες, τη Μερτέιγ και τον Βαλμόν και εισάγει επί σκηνής τις μορφές δύο εραστών, μάλλον προς το τέλος του πολυτάραχου και σκανδαλώδους βίου τους, ενώ στη σκηνική ένδειξη «σαλόνι πριν από τη Γαλλική Επανάσταση» προσθέτει μία δεύτερη: «Μπούνκερ (καταφύγιο) μετά τον τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο». Έχουμε λοιπόν, ένα ζευγάρι, που παλεύει στο τέλος του κόσμου. Η έννοια της καταστροφής, έρχεται και επανέρχεται μέσα από συνεχείς μεταμορφώσεις των πρωταγωνιστών, που επιδίδονται μεταξύ τους, σε έναν ανελέητο πόλεμο αφανισμού.
Οι ήρωες του έργου θέτουν νέα όρια ανάμεσα στην πίστη και την απιστία, τη δύναμη και την αδυναμία, τη σεξουαλική απόλαυση και την υποταγή.
Η παράσταση είναι περισσότερο μια «θεατρική εμπειρία», παρά η θέαση ενός δράματος.
Συντελεστές:
Μετάφραση: Ελένη Βαροπούλου.
Σκηνοθεσία: Αντώνης Διαμαντής.
Σκηνικά-Κουστούμια: Εύη Καμπουράκη.
Τεχνικός Σκηνής: Ηλίας Σταρράς.
Μουσική επένδυση-Φωτισμοί: Αντώνης Διαμαντής.
Παραγωγή: Θέατρο ΟΜΜΑ ΣΤΟΥΝΤΙΟ.
Πρώτη παράσταση: Θεατρικός Σταθμός Ηρακλείου Κρήτης (12/3/2015).
Παίζουν:
Ειρήνη Κουτσάκη (Μερτέιγ).
Βαγγέλης Λιοδάκης( Βαλμόν).
Κρατήσεις θέσεων: 2810-263659/6945898204.
Χάινερ Μίλερ
Ο Χάινερ Μίλερ θεωρείται ο σημαντικότερος, μετά τον Μπρεχτ, θεατράνθρωπος της μεταπολεμικής Γερμανίας. Θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης, δραματουργός, ποιητής, θεωρητικός του θεάτρου, χάραξε το δικό του δρόμο σ’ αυτό που έχει ονομαστεί μετα-δραματικό θέατρο.
Γεννήθηκε στο Επεντορφ της Σαξονίας στις 9 Γενάρη του 1929. Σε ηλικία μόλις 16 ετών, λίγο πριν την οριστική ήττα των χιτλερικών, στρατολογήθηκε υποχρεωτικά στον γερμανικό στρατό. Έμεινε για λίγο καιρό αιχμάλωτος του Κόκκινου Στρατού. Μόλις απελευθερώθηκε τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές και εργάστηκε αρχικά ως βιβλιοϋπάλληλος και στη συνέχεια ως δημοσιογράφος.
Το 1947 έγινε μέλος του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας (Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας). Δημοσίευσε τα πρώτα έργα του (ποιήματα και πεζά) το 1951 και το 1954 έγινε μέλος της Ένωσης Γερμανών Συγγραφέων (Λ.Δ. Γερμανίας) και συντάκτης του περιοδικού «Νέα Τέχνη».
Τη δεκαετία του ’50 συνεργάστηκε με το θέατρο Μαξίμ Γκόρκι του Ανατολικού Βερολίνου και το 1959 βραβεύτηκε, μαζί με τη σύζυγό του Ίνγκε Μίλερ, με το Βραβείο Τόμας Μαν. Το 1990 βραβεύτηκε με το Βραβείο Κλάιστ.
Οι σχέσεις του με το ανατολικογερμανικό καθεστώς διαταράχτηκαν το 1961, λόγω της κριτικής του στάσης. Την ίδια χρονιά διαγράφηκε από την Ένωση Γερμανών Συγγραφέων. Ο ίδιος, όμως, εξακολουθούσε να δηλώνει μαρξιστής και ουδέποτε αυτομόλησε στη Δύση, παρά τα συνεχή του ταξίδια ανά τον κόσμο, παρά τη μεγάλη διάδοση των έργων του και τα συνεχή ανεβάσματα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Όταν πια απολάμβανε την παγκόσμια αναγνώριση και έχοντας πειστεί ότι ο Μίλερ δεν πρόκειται να αυτομολήσει και να διαθέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία της προπαγάνδας της Δύσης, το ανατολικογερμανικό καθεστώς άρχισε και πάλι να τον τιμά, προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί τη φήμη του. Το 1984 έγινε μέλος της ανατολικογερμανικής Ακαδημίας Τεχνών (δυο χρόνια πριν είχε γίνει μέλος της Ακαδημίας Τεχνών του Δυτικού Βερολίνου), της οποίας μάλιστα το 1990 έγινε πρόεδρος για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, λίγο πριν την επανένωση της Γερμανίας. Το 1988 είχε γίνει ξανά μέλος της Ένωσης Γερμανών Συγγραφέων.
Μετά την επανένωση, ο Μίλερ εξακολούθησε να ζει στο ανατολικό τμήμα του Βερολίνου, ενώ το 1992 κλήθηκε να συμμετάσχει στην πενταμελή καλλιτεχνική διεύθυνση του Berliner Ensemble και το 1995, λίγο πριν το θάνατό του, αναγορεύτηκε στον μόνο καλλιτεχνικό διευθυντή του θεάτρου.
Πέθανε από καρκίνο του λάρυγγα στις 30 Δεκέμβρη του 1995, σε ηλικία 67 ετών, χωρίς να προλάβει να ολοκληρώσει το μεγάλο σχέδιο πάνω στο οποίο εργαζόταν: ένα διεθνές φεστιβάλ για την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση του Μπρεχτ. Τάφηκε στο νεκροταφείο Ντοροτέεν του Βερολίνου, εκεί που έχουν ταφεί μεγάλες μορφές των γερμανικών γραμμάτων, όπως ο Χέγκελ, ο Μπρεχτ, ο Χάινριχ Μαν, ο Σίνκελ.