«Η έκθεση έχει πολύ μεγάλη ανταπόκριση στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και πιστεύουμε ότι θα τη θαυμάσει και ο κόσμος που θα έρθει στη χώρα μας λόγω της προεδρίας. Αυτό είναι το τερπνόν. Το ωφέλιμο είναι ότι με την έκθεση αυτή έχουμε αύξηση των εσόδων του Μουσείου από 45% ως 81% ανά μήνα», ανέφερε ο αναπληρωτής διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, Γεώργιος Κακαβάς.
Το άλυτο μυστήριο του «Μηχανισμού»
Στην έκθεση παρουσιάζεται για πρώτη φορά το σύνολο σχεδόν των αντικειμένων, τα οποία ανασύρθηκαν από το ναυάγιο και χρονολογούνται από τον 4ο έως και τον 1ο αι. π.Χ., με τον περίφημο Μηχανισμό των Αντικυθήρων, τον πρώτο ημερολογιακό και αναλογικό φορητό υπολογιστή της αρχαιότητας, να δεσπόζει με το άλυτο μυστήριό του, καθώς είναι η αρχαιότερη σωζόμενη διάταξη με γρανάζια και έχει συναρπάσει και προβληματίσει πολλούς επιστήμονες, που ακόμα ερευνούν τη λειτουργία και τη χρήση του.
Μεταξύ άλλων στα ευρήματα περιλαμβάνεται ο «Έφηβος των Αντικυθήρων», χάλκινο άγαλμα, το οποίο παριστά γυμνό όρθιο άνδρα που στο αριστερό χέρι έφερε σπαθί. Κατά τις δύο επικρατέστερες απόψεις, ταυτίζεται είτε με τον Περσέα που επιδεικνύει την κομμένη κεφαλή της Μέδουσας, είτε με τον Πάρη που κρατά το Μήλον της Έριδος.
Άλλο σημαντικό εύρημα είναι ο «Φιλόσοφος των Αντικυθήρων» ένα χάλκινο άγαλμα, από το οποίο έχουν βρεθεί η κεφαλή, τα χέρια, τα πόδια και τμήματα της ενδυμασίας. Αποδίδει με ρεαλισμό και ζωντάνια έναν ηλικιωμένο άνδρα, του οποίου η ατημέλητη εμφάνιση παραπέμπει σε κυνικό φιλόσοφο, ίσως τον Αντισθένη ή το Βίωνα το Βορυσθενίτη. Άλλα ευρήματα του ναυαγίου υποδεικνύουν ότι ανήκε σε σύμπλεγμα που απεικόνιζε τέσσερις φιλοσόφους. Ακόμη εκτίθενται περιλαμβάνονται μαρμάρινα και χάλκινα αγάλματα, γυάλινα σκεύη, χρυσά κοσμήματα, πλείστα κεραμικά αγγεία και χάλκινες κλίνες και τμήματα του ίδιου του πλοίου.
Τα ευρήματα αποτελούν σπουδαία μαρτυρία για την τέχνη, το εμπόριο και τη διακίνηση καλλιτεχνημάτων κατά τον 1ο αι. π.Χ., ενώ το ναυάγιο δίνει ζωντανές πληροφορίες για το πώς ο ελληνικός τρόπος ζωής επηρέασε τους ρωμαίους αριστοκράτες και τους εύπορους επιχειρηματίες εκείνης της εποχής.
Το ναυάγιο εντοπίστηκε από σφουγγαράδες της Σύμης, οι οποίοι ανέλαβαν πρώτοι τη μερική ανέλκυσή του, το 1900-1901. Ο εντοπισμός του έγινε όταν ο σφουγγαράς Ηλίας Σταδιάτης βουτώντας στη θέση «Πινακάκια» για κάποιο μεζέ για την παρέα των βουτηχτάδων από τα καΐκια Ευτέρπη και Καλλιόπη, ανέφερε με τρόμο στους συντρόφους του ότι είδε γυναίκες και άλογα στο βυθό της θάλασσας. Παρόλο που οι περισσότεροι θεώρησαν ότι ο Σταδιάτης είχε μια συνηθισμένη παραίσθηση από την έλλειψη οξυγόνου, ο καπετάνιος Δημήτρης Κοντός βούτηξε για να διαπιστώσει ιδίοις όμασι την αναφορά και εν συνεχεία βγήκε στην επιφάνεια κρατώντας ένα χάλκινο χέρι αγάλματος. «Ο υποφαινόμενος αλιεύων σπόγγους εν ελληνικοίς ύδασιν ανεύρον εν τω βυθώ της θαλάσσης δεξιάν χείρα χαλκού αγάλματος κατά τι μεγαλειτέραν του φυσικού», ανέφερε στην επιστολή του στη Γενική Εφορεία Αρχαιοτήτων το Νοέμβρη του 1900, ο Δημήτρης Κοντός.
Η κύρια επιχείρηση, που αποτελεί την πρώτη μεγάλης έκτασης ενάλια έρευνα παγκοσμίως, κατόπιν, πραγματοποιήθηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, με τη βοήθεια του ωκεανογραφικού πλοίου του Ζακ Υβ Κουστώ, «Καλυψώ», το 1976.
Πληροφορίες:
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Τοσίτσα 1 – Αθήνα, τηλ.: 213 2144856, 213 2144858.
(Πηγή: Ναυτεμπορική)