Συνεχίζουμε και σήμερα την περιήγησή μας στο Ρέθυμνο του Μεσοπολέμου, στο Ρέθυμνο που έζησε και απαθανάτισε με την πένα του ο Παντελής Πρεβελάκης. Τα δημοσιεύματα αυτά εντάσσονται στα πλαίσια του λογοτεχνικού περιπάτου που θα πραγματοποιήσουμε με το Β’ ΚΑΠΗ Ρεθύμνου την προσεχή Δευτέρα 31 Ιουλίου στις 7.00 με αφετηρία την Πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη, και της προβολής-συζήτησης που θα επακολουθήσει στις 8.30 μ.μ. στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η περιήγηση θα περιλάβει λιγότερες από είκοσι περίπου στάσεις στον χώρο και άλλες ογδόντα στον χρόνο. Η επίσκεψη και οι στάσεις στον χρόνο θα γίνουν βέβαια με τη βοήθεια ιστορικών φωτογραφιών. Περισσότερες πληροφορίες μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να πάρουν στο τηλέφωνο 28310 55243 της Κοινωνικής Υπηρεσίας του Β’ ΚΑΠΗ. Εξυπακούεται ότι, όπως σε όλες τις μέχρι σήμερα ξεναγήσεις μας, η συμμετοχή κάθε ενδιαφερόμενου είναι όχι απλά ελεύθερη και επιθυμητή.
Με την ευκαιρία θα πρέπει να αναφέρουμε ότι το φωτογραφικό υλικό που υπάρχει για τον Μεσοπόλεμο είναι εξαιρετικό και -όσο κι αν αυτό φαίνεται περίεργο- πλούσιο. Σ’ αυτό συντείνουν βέβαια τα φωτογραφικά αρχεία που έχουν συγκροτήσει πολλοί φορείς και ιδιώτες, με προεξάρχοντες τον αξέχαστο Γιάννη Σπανδάγο (αρχείο Ζακάκη) και το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης. Αλλά και γενικότερα το Ρέθυμνο είναι ευνοημένο, συγκριτικά με το μικρό του μέγεθος, στον τομέα της φωτογραφικής απεικόνισης. Θυμίζω μόνο ότι δύο από τις φωτογραφίες του Πλατάνου (Μεϊντανιού) που διαθέτουμε χρονολογούνται στο έτος 1890 (αρχείο Μανόλη Μανούσακα) και ότι η άποψη της πόλης από τα ανατολικά του Joseph Berinda (εδώ δίπλα) τοποθετείται χρονικά στο έτος 1870 και θα πρέπει να είναι η αρχαιότερη που απεικονίζει την πόλη μας. Αυτά όμως θα τα δούμε αναλυτικά μια άλλη φορά. Για την ώρα ας προχωρήσουμε στον χρόνο κατά μισό αιώνα, για να ξαναδούμε το μεσοπολεμικό Ρέθυμνο του Πρεβελάκη.
Μια ιδιοτροπία του χτίτορα της πολιτείας, που σκαρφίστηκε να εκμεταλλευτεί τα παράξενα της πλάσης, κάνει ναρχίζει από το τελευταίο ανατολικό σπίτι του Ρεθέμνου μια αμμουδιά δίχως τέλος, ένα περιγιάλι με ψιλή και άσπρην άμμο, που μπορείς ολάκερη μέρα να τον περπατάς και να μην βρεις την άκρη του… (Χρονικό 1938, 10)
…κι από τη δυτική μεριά, κατά τα Χανιά, να ξεκινά μια βραχουριά, ένα γιαλός άτσαλος κι αδιάβατος, πούναι να χάσεις το μυαλό σου. (Χρονικό 1938, 10)
Η πολιτεία σα να πούμε είναι το σύνορο της ημεράδας και της αγριάδας.
(Χρονικό 1938, 10)
Από το μέρος του Ηράκλειου, ούθε χύνεται ο στρωτός γιαλός, είναι μεγάλη χαρά να σεριανάς ξυπόλητος μέσα στο κοντοθάλασσο, σε ώρα καλοκαιρινή, και να ξεκουράζεις τα μάτια σου απάνω στον αλαφρό της άμμος και στα παιχνίδια του νερού. (Χρονικό 1938, 10)
Με το σεριάνι τούτο και με τις ψιλές ανατριχίλες που χύνει στο κορμί σου το χαϊδευτικό κύμα, απολησμονάς σιγά-σιγά τον απατό σου και τον κόσμο ολάκερο με τα βάσανά του.
(Χρονικό 1938, 10-11)
Άλλοι πάλι πιο γνωστικοί, από τους ντόπιους κι από τους περαστικούς, προτιμούνε την περιδιάβαση πάνω στο κάστρο, οπούθε αληθινά η θέα πάνω στο πέλαγο και στην πολιτεία και στους κήπους που τηνε ζώνουν από στεριάς είναι να σου πάρει το νου. (Χρονικό 1938, 11)
Γιατί καθεμιά από τις πολεμίστρες, τις ζεματίστρες, τις τάπιες και τις φόσσες του κάστρου αυτουνού φέρνει στο νου κι από ένα περιστατικό από τους πολέμους, δοξαστικό πάντα για τους ντόπιους και ταπεινωτικό για τους ξένους άρπαγους.
(Χρονικό 1938, 11)
Το σπουδαχτικό μυαλό… θα σεριανίσει και τη θέα της πολιτείας, με τα νοικοκυρεμένα σπίτια της και τους καλοσχεδιασμένους δρόμους, τις εκκλησιές, τα τζαμιά και τάλλα θεορατικά χτίρια, κι ένα γύρο τα περιβόλια και τα κοιμητήρια, πούναι κι αυτά πράσινα σαν τα περβόλια. (Χρονικό 1938, 11-12)
Στο γυρισμό σου θα λάμπει η πολιτεία με της νύχτας τα φώτα, τα μαγεριά θα μπουχτίζουνε τον αέρα με τσίκνα, κ’ ημεράδα άλλης λογής θα χυθεί μες στην ψυχή σου… Είναι τότες η ώρα… να βάλεις στο νου σου το Ρέθεμνος και τους πολίτες του, σημερινούς κι αλλοτινούς, και να μελετήσεις τη μοίρα τους. (Χρονικό 1938, 14)
…Η εικόνα που σηκώνεται μέσα στο θυμητικό μου παρασταίνει τον κεντρικό δρόμο της πολιτείας, την παλιά οδός Τσάρου με τα εμπορικά από τη μια μεριά και την άλλη…
(Χρονικό 1938, 15)
Ο δρόμος τούτος, που τόνε χωρίζει από τη θάλασσα μια σειρά σπίτια, είναι σχεδιασμένος σα λειψό φεγγάρι, γιατί ξετυλίγεται πλάι-πλάι με το περιγιάλι, κ’ είναι φαρδής όχι παραπάνω από πέντε ή έξι μέτρα. (Χρονικό 1938, 15)
Συνεικάζω πως σε παλιότερο καιρό ο δρόμος τούτος θάχει γνωρίσει μεγάλη δόξα, αν κρίνω από τα λουσάτα σπίτια πούναι δω χτισμένα κι από τη θεωρία των περισσότερων μαγαζιών. (Χρονικό 1938, 16)
Θα συνεχίσουμε όμως τη λογοτεχνική μας περιήγηση στο Ρέθυμνο του Μεσοπολέμου και του Πρεβελάκη την επόμενη εβδομάδα.
* Ο Χάρης Στρατιδάκης είναι Δρ Παιδαγωγικής-ερευνητής-συγγραφέας