Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν το φαινόμενο πολιτικού που ενέπνεε μικρούς και μεγάλους και αποτέλεσε σταθμό στην πολιτική ζωή της χώρας.
Η λατρεία του λαού στον Βενιζέλο, είναι κάτι που δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια κι ούτε έχει προηγούμενο… Αναρίθμητα τα παραδείγματα που βεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Μήπως ο Παναγιώτης Βογιατζάκης, πατέρας του Κρητικάρχη Γιώργη Βογιατζάκη, δεν είχε τρέξει πρώτος στο Θέρισο, στο κάλεσμα του Βενιζέλου και δεν είχε δώσει όλη του την περιουσία στο κόμμα των Φιλελευθέρων, χωρίς ποτέ να ζητήσει καμιά ανταπόδοση;
Ο Βενιζέλος ξυπνούσε πρωτόγνωρα αισθήματα σε όποιον τον ακολουθούσε. Μερικές φορές τα γεγονότα που τον αφορούν, αγγίζουν τα όρια του θρύλου. Δεν είναι λίγοι οι ερευνητές που αρνούνται να δεχτούν περιστατικά που ξεπερνούν κατά πολύ τα όρια της υπερβολής… Κι όμως συνέβησαν.
Χαρακτηριστικό το παράδειγμα γριούλας που μαθαίνοντας ότι ο Βενιζέλος θα περάσει από το χωριό της έσπευσε να τον συναντήσει και να τον πλησιάσει από κοντά για να τον …ψηλαφίσει.
«Ήθελα γιε μου να δω αν είσαι από κρέας!…» του είπε απολογητικά.
Αυτό αναφέρει σε μια εκτενή αναφορά του ο Κώστας Μαμαλάκης, στη σειρά των λαμπρών δημοσιευμάτων του με το γενικό τίτλο «Η πόλη που δεν σβήνει».
Η λατρεία του Τζέληση
Από τους «καβίδικους» Βενιζελικούς ήταν κι ένας λεβέντης από το Ατσιπόπουλο, ο Μάρκος ο Τζέλησης αρτοποιός.
Διαβάζουμε σε ένα από τα χρονογραφήματα του Κώστα Μαμαλάκη:
«Τον θυμάμαι τον Τζέληση μπροστάρη σε κάθε Βενιζελική εκδήλωση στο Ρέθυμνο.
Από τότε που με την πτώση του το 1920, μας έστειλε το κράτος του «Κώτσου» τους πεζοναύτες του να μας κάνουνε λέει «ζάφτι».
Κάθε επέτειο της εορτής του Βενιζέλου, του Αγίου Ελευθερίου, οι «ψυχωμένοι» του Ρεθύμνου, που δεν λογάριαζαν κιανένα, ξεσήκωναν το λαό για να εορτάσει πανηγυρικά την εορτή του εξόριστου της Νίκαιας.
Πρωτοπόροι στην οργάνωση των εορταστικών αυτών εκδηλώσεων μαζί με άλλους, που δεν θυμάμαι δυστυχώς, ήταν ο Τζέλησης και ο Αντώνης Λαμπάκης, ο «Σαβαρέν» του Ρεθύμνου, με το φημισμένο εστιατόριο. Ειδωλολάτρης Βενιζελικός και λεβεντάνθρωπος ο Λαμπάκης, έφηβος πάντα στην ψυχή με τα γαλανά ματάκια που σπίθιζαν από ενθουσιασμό και ζωντάνια και τις λίγες τρίχες στο κεφάλι, που φρόντιζε με επιμέλεια να ‘ναι πάντα διευθετημένες και κολλημένες στην τρίχα, ώστε να καλύπτουν όσο το δυνατόν περισσότερη επιφάνεια φαλάκρας.
Οι δύο αυτοί «καβίδικοι» Βενιζελικοί, ήσαν χρηματοδότες της εορτής και ειδικοί επί της …επιμελητείας».
Η λειτουργία γινόταν με αρτοκλασία.
Άφθονοι οι άρτοι και αμέτρητα τα αρτουλάκια.
Η μεγάλη χαρά του Λαμπάκη. Να κάνει τα διανομή.
«Ξεμύγιζαν τον μαθητόκοσμο»
Περνούσαν από όλα τα σχολεία και ξεμύγιζαν τον μαθητόκοσμο. Ξεσήκωνε τα κοπέλια ο Τζέλησης σαν εκπρόσωπος των «ψυχωμένων» του Ρεθύμνου, αναλάμβανε την δουλειά αυτή να πάνε στη Δοξολογία. Οι καθηγητές κι οι δάσκαλοι, που ν’ αρνηθούν; Χαιρόντουσαν άλλωστε οι πλείστοι κατά βάθος. Και ήταν στα «πράματα» οι Γουναρικοί και οι πεζοναύτες στο Ρέθεμνος.
Πηγαίναμε μεθυσμένα από ενθουσιασμό όλα τα παιδιά στην εκκλησία. Με το πάθος της «Βενιζελίτιδος» είχαν ανατραφεί από μωρά στα σπίτια τους κι έβλεπαν με τα μάτια της παιδικής τους ψυχής το Βενιζέλο σαν ημίθεο.
Με ιαχές χαράς
Και συνεχίζει ο Κώστας Μαμαλάκης τις αναμνήσεις του:
«Με αλαλαγμούς χαράς και με τις ιαχές «Βενιζέλαρος» ξεκινούσε για την εκπλήρωση ενός ιερού χρέους -αυτό πίστευε- η μαθητιώσα νεολαία του Ρεθύμνου και η επίγνωση ότι έκανε κάτι το σωστό παλικαρίσιο, τη γέμιζε αισθήματα υπερηφάνειας.
Και γύριζε η νεολαία του Ρεθέμνου στα σχολεία με ζητωκραυγές τραγουδώντας τον ύμνο του Βενιζέλο και με τα θαυμάσια λευκορόδινα αρτουλάκια που μύριζαν μαστίχα.
Να δει αμοναχός το όραμα
Ο Τζέλησης είχε να δει το Βενιζέλο από το 1916. Όταν το 1932 έμαθε ότι θα ερχόταν στο Ρέθυμνο να βγάλει λόγο για τον υποψήφιο βουλευτή και αδελφικό του φίλο Σκουλά, ο Τζέλησης κόντευε να τρελαθεί.
Πήρε το αυτοκίνητο «μοναχικό» του έβαλε μπροστά να καθίσει τον Γιάννη του κι αυτός ξάπλωσε πίσω πανευτυχής, ντυμένος τα σαλβάρια του κι απλώνοντας μακάρια τα χέρια «Τράβα σωφέρη πέρα από τη Πισκοπή να υποδεχτώ το Βενιζέλαρο.
Και βιάστηκε να προσθέσει:
«Εκειά που θα σου δείξω στη δημοσιά θα σταθείς.
Να μην υπάρχουν άλλοι μωρέ και να χαρώ αμοναχός το μεγάλο όραμα».
Ο Βενιζέλος ήξερε τον Τζέληση. Τούχε κάνει εντύπωση ο ενθουσιασμός του, όταν πέρασε το 1916 από το Ρέθεμνος -αλλά συντηρούσε την ανάμνηση του Τζέληση στο Βενιζέλο και μετέπειτα ο Νικόλαος Ασκούτσης.
Μια πρωτοφανής πράξη
Κι ένα ακόμα περιστατικό που δείχνει το πατριωτισμό και το μεγαλείο του περίφημου αυτού Ατσιπουλιανού.
Ο πρωτογιός του Τζέληση ο Γιάννης, αφού τέλειωσε το Γυμνάσιο διορίστηκε το 1932 υπάλληλος στο Υποθηκοφυλακείο Ρεθύμνης.
Για τον πατέρα, που ήταν ένας βιοπαλαιστής οικογενειάρχης ήταν μεγάλη δουλειά που ο γιος του τακτοποιήθηκε τόσο καλά.
Σε λίγο διάστημα όμως έγινε η δολοφονική απόπειρα εναντίον του Βενιζέλου, στη λεωφόρο Κηφισιάς.
Οργανωτές της οι αντίπαλοί του, υπό την αιγίδα του κράτους.
Σύμπραξη λειτουργών του στην απόπειρα, αποδείχθηκε « δικαστικώς».
Έφριξε ο Μαρκάκης ο Τζέλησης:
«Τσ’ άτιμους, τη δευτερώσανε την απόπειρα ξεφώνησε.
Ευτυχώς μπρε για την Ελλάδα που είναι ο γιος του Ψηλορείτη όπως λέει κι ο ίδιος αλεξίσφαιρος».
Και πήγαινε κι ερχότανε σαν τη σβούρα μέσα κι έξω στο φούρνο του σαν πληγωμένο λιοντάρι.
Ξάφνου το πρόσωπό του φωτίστηκε από μια ιδέα που του κατέβηκε:
«Εδά μωρέ θα δείτε» λέει.
Και αφήνει το φούρνο και τρέχει ντογρού για το Υποθηκοφυλακείο.
Φωνάζει το γιο του και εις επήκοο όλων του δηλώνει:
«Άκου κοπέλι μου. Πέταξέ τα πέρα ούλα, παραιτήσου το γιαμιάς από την υπηρεσία σου. Δεν μπορείς εσύ ο γιος του Τζέληση να τρως ψωμί, να εισπράττεις μισθό από κράτος δολοφόνων. Εγώ που σε τάιζα ίσαμε εδά θα σε ταΐζω κι από πά και πέρα. Έχει ο Θεός κοπέλι μου».
Και τον πήρε το γιο του κι έφυγε».
Η Βενιζελική παράδοση εξακολουθεί να είναι ζωντανή… ακόμη και στο μυαλό της γιαγιάς, που, θέλοντας να εκφράσει τον θαυμασμό της για την εξυπνάδα του δισέγγονού της τον αποκαλεί «Βενιζέλο!!».
Υπήρχαν και τα στέκια των Βενιζελικών, όπως το Φαρμακείον του κ. Γεωργ. Ε. Σαουνάτσου ιατρού, που το αποκαλούσαν «τεκέ» του Βενιζελισμού, Το είχε σχολιάσει ο ίδιος ο Εθνάρχης όταν το επισκέφθηκε στην τελευταία του επίσκεψη στην πόλη μας.
Μας έδειχνε την αγάπη του
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έδειχνε την αγάπη του στο Ρέθυμνο και τιμούσε την αφοσίωση των οπαδών του.
Όταν μετά την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα είχε ξεσηκωθεί ο τόπος από τις φήμες για συρρίκνωση υπηρεσιών, έτσι που να καταντήσει το Ρέθυμνο επαρχία μοιρασμένη σε Χανιά και Ηράκλειο, ο Στέργιος Μανουράς επέμενε να συναντήσει ο ίδιος το Βενιζέλο και να ζητήσει διαβεβαιώσεις για το μέλλον του τόπου. Και ο Εθνάρχης ανταποκρίθηκε με θέρμη αποκαθιστώντας τη διοικητική αυτή αδικία σε βάρος του Ρεθύμνου.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε επισκεφθεί την πόλη περίπου δέκα φορές σε επίσημες εκδηλώσεις.
Την τελευταία του μας είχε περιγράψει ο αξέχαστος Γιώργης Αγγελιδάκης, που τον θυμόταν να μιλά από τον εξώστη της οικίας Ζαχαριουδάκη, με το κλασικό του δίκοχο και το λαμπερό του χαμόγελο.
Ήταν η Κυριακή 20 Ιανουαρίου 1935.
Σε κάθε του επίσκεψη ο Εθνάρχης κατέλυε στο σπίτι του Μάνου Β. Τσάκωνα, υπασπιστή και στενού συνεργάτη του τη διετία 1918-1919, το γνωστό και στους σύγχρονους αρχοντικό του Αλή Βαφή Σελλιανάκη.
Στην τελευταία του επίσκεψη κι ενώ οι πάντες επαινούσαν την σφριγηλή του εμφάνιση, εκείνος είπε το περίφημο ότι μόλις πατήσει τα εκατό του χρόνια θα αρχίσει να σκέπτεται τα γηρατειά. Κι όμως είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση του βίου του.
Η κλονισμένη υγεία του και η θλιβερή είδηση του θανάτου του
Λίγες βδομάδες μετά, στις 1 Μαρτίου, ακολουθεί το κίνημα Βενιζελικών αξιωματικών. Με την καταστολή του κινήματος και με κλονισμένη την υγεία του ο Βενιζέλος αναχωρεί στις 12 Μαρτίου 1935 για το Παρίσι, όπου θα μείνει εξόριστος για ένα χρόνο. Εκεί αφήνει την τελευταία του πνοή στις 18 Μαρτίου του 1936.
Στο διάστημα αυτό πηγή πληροφοριών για την πορεία της υγείας του Εθνάρχη ήταν ο Τσάκωνας, και μέσα από την εφημερίδα του «Τύπος» αλλά και σε κατ’ ιδίαν επαφές με τους τοπικούς παράγοντες.
Μια από κείνες τις μέρες που η υγεία του Εθνάρχη ανησυχούσε όλους, ο Μάνος Β. Τσάκωνας πήρε μεγάλη λαχτάρα όταν ρυθμίζοντας το δείκτη του ραδιοφώνου, ανάμεσα σε ανυπόφορα παράσιτα για να ακούσει καμιά είδηση, ξεκαθαρίζει ξαφνικά τη φράση «…λος ασθενεί βαρύτατα από περιπνευμονία».
Αν και τον έπιασε ταχυπαλμία προτίμησε να συνδέσει την είδηση με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών Ντε Βασκονσέλος.
Δυστυχώς γι’ αυτόν, αλλά και για όλους ήρθε το τηλεγράφημα από την Αθήνα του ανταποκριτή του Γιώργη Ανδρουλιδάκη που ανήγγειλε την επικίνδυνη κατάσταση του Αρχηγού.
Η είδηση από στόμα σε στόμα αναστάτωσε το Ρέθυμνο. Διαδοχικά τηλεγραφήματα από Ανδρουλιδάκη, τον βουλευτή Νικόλαο Ασκούτση και άλλους Ρεθεμνιώτες της Αθήνας τόνιζαν τη συνεχή επιδείνωση της υγείας του Εθνάρχη.
Και σε μια πρωτοφανή κίνηση, χωρίς καμιά καθοδήγηση, χωρίς συντονισμό, άρχισαν να κτυπούν οι καμπάνες του Καθεδρικού Ναού των Εισοδίων, έκλεισαν εν ριπή οφθαλμού τα καταστήματα και ο κόσμος σύσσωμος κατέκλυσε τη Μητρόπολη για να προσευχηθεί υπέρ του Εθνάρχη. Όπως θα έκανε καθένας για στενό συγγενή που χαροπαλεύει.
Σε λίγο φθάνει πελιδνός ο διανομέας Ιωάννης Τσιλεδάκης, παραμερίζει με κόπο τον κόσμο και πλησιάζοντας το Μάνο Τσάκωνα του δίνει το τηλεγράφημα με το θλιβερό περιεχόμενο.
Έχει υπογραφή του Χαράλαμπου Μιν. Μουσούρου, που είχε τη τραγική προτεραιότητα να ενημερώσει για το μοιραίο συμβάν.
Η άμεση ανακοίνωση προκάλεσε πανδαιμόνιο θρήνων και κοπετών. Η συγκίνηση των Ρεθεμνιωτών, τα αισθήματα οδύνης που τους κατέκλυσαν ξεπερνούν κάθε φαντασία. Γιατί δεν υπήρξε προηγούμενο.
Ο παπα-Γρηγόρης Βοριαδάκης αμέσως τροποποιεί την παράκληση σε τρισάγιο, το οποίο ψάλλουν με τον παπα-Χρύσανθο Βιτσικουνάκη, αλλά με κόπο συγκρατούν τους λυγμούς που τους πνίγουν. Γρήγορα σπεύδουν να τελειώσουν με τις ευχές, γιατί δεν έχουν δύναμη πλέον να συνεχίσουν με ψυχραιμία την αποστολή τους. Τελειώνουν με παρηγορητικά λόγια στο εκκλησίασμα που ολοφύρεται.
«Ρέθυμνο 19 Μαρτίου 1936»
Οι τοπικές εφημερίδες προβάλλουν το θέμα που βύθισε στο πένθος το Ρέθυμνο.
Η εφημερίδα «Τύπος» ιδιαίτερα βγαίνει με ένα εντυπωσιακό πρωτοσέλιδο στο κέντρο, του οποίου δεσπόζει η φωτογραφία του Εθνάρχη:
«Τη 10η π.μ. της χθες έσβησε στο Παρίσι ο φάρος των εθνικών ελπίδων Ελευθ. Βενιζέλος» είναι ο κεντρικός τίτλος.
Σε επιφυλλίδα του ο Μάνος Β. Τσάκωνας με τίτλο «Το μαύρο μήνυμα» περιγράφει την αγωνία πριν το θλιβερό άγγελμα.
Επιμνημόσυνη δέηση
Την Κυριακή 22 Μαρτίου εψάλη επιμνημόσυνη δέηση στο Μητροπολιτικό Ναό με την οργανωτική φροντίδα του Δήμου. Το γεγονός συνέπεσε με την άφιξη του νέου Επισκόπου Αθανασίου Αποστολάκη.
Σε επόμενα φύλλα διαβάζουμε ότι ο Μανόλης Καλομοίρης συνθέτης του γνωστού «Βενιζέλε μας πατέρα της πατρίδος» είχε ζητήσει επίμονα από το υπουργείο Στρατιωτικών άδεια τριών ημερών για να κατέβει και να διευθύνει προσωπικά τα εμβατήρια κατά την κηδεία του Εθνάρχη που του ενέπνευσε τόσες εθνικές επιτυχίες.
Το αίτημά του ικανοποιήθηκε και παρουσιάστηκε από τους πρώτους με τη μεγάλη στολή του Ταγματάρχη Επιθεωρητού των Στρατιωτικών Μουσικών του Κράτους.
Μια προφητική επιστολή
Στις 20 Μαρτίου 1936 ο Νικόλαος Ανδρουλιδάκης γράφει στην «Κρητική Επιθεώρηση».
«Τώρα που πέθανε ο Μεγάλος Έλλην εις την πιο δύσκολη αλίμονο ελληνική στιγμή μπορώ να δημοσιεύσω ένα γράμμα του της 17ης Δεκεμβρίου 1935, προς εμένα, που τότε ενόμισα πως αν εδημοσιεύετο θα επτοούντο οι φίλοι μας. Η τελευταία παράγραφος της επιστολής είναι αξία πολλής προσοχής διότι δι αυτής ο Βενιζέλος προέβλεπε τον θάνατόν του δια μιαν ημέραν που δεν ημπορεί να είναι και μακρινή».
«Άλλωστε, έγραφε ο μέγας πολιτικός, το κενόν της οριστικής εξόδου μου εκ της πολιτικής ζωής θα δημιουργηθεί φυσιολογικώς μίαν ημέρα η οποία δεν ημπορεί να είναι και μακρινή».
Πολλές ήταν οι εκδηλώσεις που γίνανε στο διάβα του χρόνου για τον Εθνάρχη. Εκείνη όμως που έγινε στη Λέσχη Φιλελευθέρων, το 1964, με την οργανωτική ευθύνη του Παύλου Γύπαρη άφησε εποχή.
Πολιτικό μνημόσυνο από το λύκειο
Στις 28 Απριλίου 1936 το Λύκειο Ελληνίδων Ρεθύμνου πραγματοποιεί πολιτικό μνημόσυνο του Ελευθερίου Βενιζέλου. Η πρόεδρος Ιουλία Πετυχάκη, που από το θάνατο του συζύγου της είχε αποσυρθεί από την κοινωνική ζωή ήταν παρούσα στην εκδήλωση και μάλιστα χαιρέτισε και κάλεσε τον Εμμανουήλ Χ. Τσιριμονάκη για την κεντρική ομιλία, που εντυπωσίασε το ακροατήριο.
«Ο Βενιζέλος, είπε μεταξύ άλλων, έχει τόση ανάγκη πανηγυρικών όπως δοξασθεί, όσην ο Ήλιος των φώτων ημών όπως λάμψει».
Και το ακροατήριο επιδοκίμασε με το θερμό του χειροκρότημα.
Πηγές:
Κρητική Επιθεώρηση: Ιανουάριος 1925
Εύας Λαδιά: «Ο θάνατος του Εθνάρχη βύθισε στο πένθος το Ρέθυμνο» (Ρεθεμνιώτικα Νέα 18/3/2015)
Κώστα Μαμαλάκη: Η πόλη που δεν σβήνει
Γεωργίου Τσουδερού γιατρού Μάνος Τσάκωνας (νεκρολογία)
Πολιτιστικό Ρέθυμνο «Μορφές»
«Κρήτη Αφιέρωμα»