Τίθεται κατά καιρούς το ερώτημα κατά πόσο η επαναδιαπραγμάτευση των όρων των Μνημονίων είναι εφικτή. Η πρόταξη αντίθετων θέσεων, θεωρείται μάλλον αντιεπιστημονική προσέγγιση! Τα πάντα είναι λοιπόν δυνατά, ενώ όλα εξαρτώνται από δύο παράγοντες: Από τη δυναμική του μέλους που επιδιώκει την επαναδιαπραγμάτευση και τα εμπόδια ή άλλως τους περιορισμούς που αντιμετωπίζει. Η δυναμική προσδιορίζεται από τα δεδομένα που διαθέτει η χώρα (π.χ. θέση της Ελλάδας στο ευρώ, Άρθρα Συνθηκών), όπως και από το ταλέντο, τη δειλία, το ευάλωτο του χαρακτήρα σε δελεαστικές προσφορές ή απειλές εκ μέρους του αντιπάλου κ.ά., των δικών μας διαπραγματευτών. Τα εμπόδια εγείρονται καταρχάς από τις θέσεις της τρόικας.
Οι όροι των έως σήμερα Μνημονίων έχουν περιορίσει τους βαθμούς ελευθερίας των Ελληνικών κυβερνήσεων. Εξαρχής, (βλ. δίδυμο Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου) φάνηκε το κενό γνώσης που καταγράφηκε -εκτός αν υπήρχαν άλλες σκοπιμότητες- σε τέτοιας μορφής διαπραγμάτευσης. Οι τότε, όπως και οι μετέπειτα κυβερνώντες που υπέγραψαν τα άλλα Μνημόνια, υποβάθμισαν τη βαρύτητα της χώρας στο «παζλ ευρώ» και αγνόησαν τη γεωπολιτική της θέση, στοιχείο που απέτρεπε κάθε μορφής άτακτη χρεοκοπία.
Επίσης, έκαναν το λάθος να δεχθούν με μεγάλη ευκολία των υποκατάσταση των ιδιωτικών δανείων με κρατικά. Τέλος, πλην της χρηματοδοτικής βοήθειας, δε συζήτησαν οτιδήποτε άλλο, πάρα τις σχετικές προβλέψεις από τις ίδιες τις Συνθήκες της Ε.Ε.
Για την επαναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους έχουν γραφεί και ειπωθεί αρκετά. Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται αναφερθούμε στο εν λόγω θέμα. Θα ασχοληθούμε όμως με άλλα ζητήματα, που δεν έχουν προσελκύσει ακόμη το ενδιαφέρον. Ενδεικτικά, θα αναφερθούμε σε τρία ντοσιέ, που είναι δυνατό να ανοίξουν οποιαδήποτε στιγμή.
Πρώτο: Βάσει συγκεκριμένων Άρθρων της Συνθήκης της Λισσαβόνας (π.χ. 135, 347) μπορεί να ανασταλεί προσωρινά η ελεύθερη διακίνηση αγαθών. Ειδικότερα, θα μπορούσε να επιτευχθεί για ένα χρονικό διάστημα, η μη συμμετοχή ξένων προϊόντων, ανταγωνιστικών των Ελληνικών, (π.χ. στολές στρατιωτών κ.λπ.) στις κρατικές προμήθειες της χώρας, στο πλαίσιο μιας πολιτικής υπέρ της αγοράς Ελληνικών προϊόντων από το Δημόσιο. Κάτι τέτοιο, είναι ικανό να επανεκκινήσει μέρος της εγχώριας παραγωγής, λόγω του σημαντικού μεγέθους της υπό εξέταση αγοράς.
Δεύτερο: Στο πλαίσιο της προβλεπόμενης αλληλεγγύης, θα μπορούσε να ζητηθεί η συνδρομή των βιομηχανιών των εταίρων μας, με την ανάθεση μέρους της παραγωγής προϊόντων που παράγονται στη Γερμανία ή τη Γαλλία ή άλλου, σε Ελληνικές επιχειρήσεις. Με το μηχανισμό αυτό θα σώζονταν αρκετές βιομηχανίες. Έτσι κρατήθηκε στη ζωή η βιομηχανική παραγωγή στην Καλιφόρνια, όταν ο προϋπολογισμός της πολιτείας αυτής των ΗΠΑ αντιμετώπισε το 2009 μεγάλα ελλείμματα, περιστέλλοντας κάθετα τη δημόσια ζήτηση. Η τελευταία αντισταθμίστηκε από την ιδιωτική ζήτηση εταιριών εκτός Καλιφόρνιας, που έδωσαν αρκετές δουλειές στους εκεί παραγωγούς. Αυτό είναι το νόημα της ύπαρξης μιας Ένωσης (κι όχι Κοινότητας) κρατών!
Τρίτο θέμα προς διαπραγμάτευση: Τρόποι για την αντιμετώπιση του προβλήματος της ρευστότητας στην εγχώρια αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, διάφοροι τύποι ομολόγων ειδικού σκοπού, που θα παίξουν το ρόλο ενός Συμπληρωματικού Νομίσματος, μπορούν να απαλύνουν τις συγκεκριμένες πιέσεις και ταυτόχρονα να εξυπηρετήσουν και άλλους σκοπούς, όπως την ανάπτυξη.
Η δημιουργία τέτοιων ομολόγων, που θα κυκλοφορούν στην αγορά και θα έχουν ως αντίκρισμα (collateral) κάποιες αξίες, είναι μια από τις προτεινόμενες λύσεις. Οι αξίες αυτές μπορεί να είναι είτε νεόκτιστες ακριβές τουριστικές εγκαταστάσεις ή μέρος της περιουσίας βιώσιμων εταιριών αλλά με προβλήματα ρευστότητας ή οτιδήποτε άλλο. (βλ. αναλυτική περιγραφή της πρότασης «Οικονομικά Χρονικά», του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, http://library.oe-e.gr/material/pdf/f7f880ad-58aa-4f18-bd7a-d89240c37c80.PDF, σελίδα 18 και μετά).
Τα προτεινόμενα ομόλογα, που δε θα αυξάνονται αυθαίρετα, θα χρησιμοποιούνται στην αγορά μαζί με το ευρώ. Το κράτος, μέσω των υποχρεώσεών του (π.χ. πληρωμές προμηθευτών του Δημοσίου) μπορεί να τα εισάγει στην αγορά. Ο πολίτης από την άλλη, θα μπορεί και ο ίδιος να τα χρησιμοποιεί για την αποπληρωμή των δικών του οφειλών απέναντι στο κράτος, όπως και για οποιεσδήποτε αγοροπωλησίες. Με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζεται μέρος του προβλήματος της ρευστότητας, που αν παραμείνει ως έχει, θα οδηγηθούμε σε ασφυξία με επακόλουθο τον θάνατο!
Υπάρχουν φυσικά και άλλα ζητήματα για επαναδιαπραγμάτευση με την τρόικα, αρκεί η δειλία και η υποχωρητικότητα, να χάσουν έδαφος υπέρ μιας άλλης στρατηγικής.
* O Δημήτρης Μάρδας είναι καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών, ΑΠΘ