Της ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗ*
Ο ελληνισμός δεν υπήρξε ποτέ περιορισμένος μέσα στα γεωγραφικά όρια του κράτους της Ελλάδας. Κάθε άλλο.
Είναι γνωστό ότι το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε, καθοδηγήθηκε και προόδευσε στη σύγχρονη ιστορία του, με την έμπνευση και τη βοήθεια της Διασποράς.
Πριν την ανάπτυξη του εθνικιστικού κινήματος, στους δύο προηγούμενους αιώνες, ομογενείς πληθυσμοί, με κοινό αίσθημα συνειδητότητας ότι ανήκουν στην ίδια κουλτούρα και ότι μοιράζονται κοινή ταυτότητα καταγωγής, κατοικούσαν και δραστηριοποιούνταν σε αρμονική σχέση με πληθυσμούς διαφορετικών ταυτοτήτων, σε απομακρυσμένες μεταξύ τους γεωγραφικές περιοχές.
1. Πoυ κατοικούσαν οι Έλληνες της διασποράς
Είναι γνωστό ότι για αιώνες έως τη συνθήκη της Λωζάννης, ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί ήταν διεσπαρμένοι σε πολλές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
α) Μαύρη θάλασσα
Σε όλο το μήκος των παραλιων της Μαυρης Θάλασσας υπήρχαν ελληνικές παροικίες Sokhumi, Vatumi, Varna, Nesember, Sevastopol, Mariupol κλπ.
Μέσα στον 17ο αιώνα ορθόδοξοι ελληνόφωνοι και μη πληθυσμοί μετακινούνται από τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προς σημαντικά ευρωπαϊκά κέντρα.
Επίσης, στο τέλος του 18ου αιώνα η Ρωσία προσελκύει χιλιάδες ομόδοξους της στις Νότιες περιοχές της, Mariupol, Odessa κ.λπ. Έτσι το ελληνικό στοιχείο κυριαρχούσε στη Μαύρη θάλασσα μέχρι την άνοδο του Στάλιν αρχές 20ου αιώνα.
β) Παραδουνάβιες ηγεμονίες (Ρουμανία)
Οι πόλεις του Κάτω Δούναβη δεν ήταν ελληνικές παροικίες, αλλά ελληνικές πόλεις» έγραφαν οι περιηγητές της περιόδου εκείνης. Ο Ρουμάνος αρχαιολόγος Βασίλειος Parvan σημειώνει: «Η ελληνική ναυτιλία μετασχημάτισε τον Δούναβη σε ελληνικό κανάλι επικοινωνίας και συγκοινωνίας», και ο συμπατριώτης του κοινωνιολόγος Hanciu: «οι Έλληνες ως επικεφαλής όλων ήταν στο εμπόριο και στην ναυτιλία δάσκαλοι για τους Ρουμάνους». Κυρίαρχη γλώσσα στην καθημερινότητα, στο εμπόριο και στην ναυτιλία ήταν η ελληνική.
Σε όλες τις παραδουνάβειες πόλεις ήκμασαν ελληνικές κοινότητες. Ιδρύθηκαν κυρίως από κατοίκους των Ιονίων νήσων (το Κεφαλλονίτικο στοιχείο πρωτοστατεί ), των Κυθήρων και της Χίου.
Η παροικία της Μπραΐλα «είναι η πολυαριθμοτέρα όλων των άλλων εν Ρωμουνία παροικιών ανερχομένη εις 6.500 περίπου, ένεκεν ιδίως της μεγάλης εξαγωγής και του ναυτικού, καθόσον ο λιμήν της αποτελεί το κέντρον της ναυτικής κινήσεως των ποταμοπλοίων » .
Τα μέλη της κοινότητας ανέπτυξαν δράση ανθρωπιστική, μετέφεραν κι εδραίωσαν τις παραδόσεις στην εύξεινη (φιλόξενη) γη, αξιοποίησαν κάθε στοιχείο προς όφελος της καλύτερης διαβίωσης όλων ενισχύοντας έτσι δεσμούς και σχέσεις.
Από τη μία η κοινή θρησκεία, ο αλληλοσεβασμός και η αγαστή συνεργασία που ανέπτυξαν με τους ντόπιους, και από την άλλη η δεσπόζουσα θέση και το κύρος των Ελλήνων, συνέβαλαν πέρα από την κοινωνική συνοχή και στην συνέχιση και καλλιέργεια πολιτισμικής συγγένειας.
Οι Έλληνες αποκαλούσαν τον Δούναβη από την ουγγρική του ονομασία «Ντούνα».
Όταν οι Ρουμανικές αρχές, μετά το 1859, έθεσαν ποικίλες απαγορεύσεις στους Έλληνες για την τέλεση των θρησκευτικών τους καθηκόντων, οι πλοιοκτήτες μας συνέχισαν απτόητοι να λειτουργούνται στα πλοία τους μετατρέποντάς τα σε υπερποτάμιους ναούς, εκμεταλλευόμενοι το ότι ήταν κάτω από Ελληνική σημαία.
γ) Χερσόνησος του Αίμου
Μέχρι και στις αρχές του 20ου αιώνα βουλγαρόφωνοι Έλληνες, ελληνόφωνοι Βούλγαροι, Τουρκόφωνοι Έλληνες (ουρούμ), Ελληνόφωνοι Ρουμάνοι, Ελληνόφωνοι Εβραίοι, κ.λπ. κατοικούσαν στη Βαλκανική χερσόνησο έως και τα εδάφη της σημερινής Ρουμανίας. Ήταν εδάφη της τότε Οθωμανικής Μακεδονίας.
Χαρακτηριστικό της εποχής είναι ότι οι περισσότεροι κάτοικοι της χερσονήσου του Αίμου (σημερινά Βαλκάνια), μιλούσαν περισσότερες από μία γλώσσες, ενώ πιο διαδεδομένη ήταν η ελληνική η οποία ήταν και η γλώσσα του εμπορίου.
δ) Ανατολία-Αίγυπτος
Ελληνικές πόλεις υπήρχαν επίσης στα βάθη της Ανατολίας και στην Αίγυπτο (Κάιρο, Αλεξάνδρεια). Τις αποτελούσαν οι τουρκόφωνοι Έλληνες, οι ονομαζόμενοι ΟΥΡΟΥΜ, και οι ελληνόφωνοι Έλληνες οι ονομαζόμενοι ΡΩΜΙΟΙ που κατοικούσαν στην περιοχή της Κριμαίας, της Τραπεζούντας της Γεωργίας και της Καππαδοκίας
Η πλειονότητα των παραπάνω ελληνικών πληθυσμών, είτε ελληνόφωνοι (Ρωμιοί) είτε αλλόφωνοι, ασχολούντο κατά κύριο λόγο με το εμπόριο ή τον τραπεζικό τομέα. Ήταν οι λεγόμενοι Έμποροι των Εθνών.
2. Εθνικιστικά κινήματα και ελληνικές παροικίες
Στην αρχή του 20ου αιώνα παρατηρούμε μια τάση κατηγοριοποίησης βάσει των θρησκευτικών πεποιθήσεων και της γεωγραφικής μόνιμης εγκατάστασης των διαφόρων πληθυσμών.
Ξαφνικά, οι Έλληνες π.χ. της Βουλγαρίας έπρεπε να δηλώσουν σε ποια εθνότητα διάλεγαν να ενταχθούν, ελληνική, βουλγάρικη ή κάποια τρίτη. Οι Εβραίοι π.χ. της Κρήτης στις αρχές του 20ου αιώνα βρέθηκαν να είναι Έλληνες πολίτες. Εικάζεται ότι απώτερος σκοπός αυτών των κατηγοριοποιήσεων ήταν ο έλεγχος των πληθυσμών από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής.
Έτσι το Έθνος των Ελλήνων, βρέθηκε να είναι διεσπαρμένο σε διάφορες γειτονικές χώρες, οι Έλληνες να είναι πολιτογραφημένοι σε διαφορετικές υπηκοότητες, έχοντας όμως ένα κοινό αίσθημα «εθνοπολιτισμικού ανήκειν» που τους συνέδεε με το ελληνικό κράτος.
Eν τω μεταξύ οι μετακινήσεις των Ελλήνων άλλαξαν μορφή και έως το 1924 είχαν εγκατασταθεί στις ΗΠΑ 500.000 Έλληνες (Μόσκος 2004).
Αργότερα από τη λήξη του εμφυλίου έως το 1973, 260.000 κατευθύνθηκαν στις ΗΠΑ, 240.000 στην Αυστραλία, 108.000 στον Καναδά, 758.000 στην ΒΔ Ευρώπη (Χασιώτης 2000: 528)
Η προλεταριοποίηση των Ελλήνων στις Δυτικές χώρες και η δήθεν πολιτισμική ανωτερότητα των δυτικοευρωπαϊκών κρατών, επηρέασε περιορίζοντας τις πολιτικές του κράτους για τους εξωεδαφικούς συγγενικούς πληθυσμούς.
Κατά την 10ετία του1990, 250.000 μετανάστες ή πρόσφυγες από τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μεταξύ των οποίων 150.000 Πόντιοι και 80.000 μέλη της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας. Αυτό το ρεύμα εισροής έγινε αιτία να επαναπροσδιοριστούν οι ομογενειακές πολιτικές του ελληνικού κράτους (Βεντούρα 2009).
Το κίνητρο για την ανάπτυξη ομογενειακών πολιτικών ήταν οι υλικοί ή συμβολικοί πόροι που οι εξωεδαφικοί συγγενικοί πληθυσμοί κατείχαν ή η βελτίωση της διεθνούς εικόνας της χώρας-πατρίδας τους αξιοποιώντας κοινά πολιτιστικά στοιχεία.
Έτσι τα κράτη συνεχίζουν να επιδιώκουν να διαιωνίσουν τα χαρακτηριστικά των ομογενών πληθυσμών, ώστε να μην αφομοιωθούν από την κοινωνία μέσα στην οποία ζουν, αλλά μέσω εκπαίδευσης, προπαγάνδας, προνομίων, χορηγήσεων ιθαγένειας να διατηρηθούν οι δεσμοί με τη φανταστική ή πραγματική πατρίδα τους.
3. Ελληνικό διασυνοριακό έθνος
Οι ηγεσίες του ελληνικού κράτους, είχαν εντάξει τις συγγενικές εξωεδαφικές ομάδες τους (ομογενείς) (ομοεθνείς) στο πλαίσιο μιας εθνικής ιδεολογίας που πρέσβευε την ιδέα ενός ευρύτερου διασυνοριακού έθνους, σαν νόμιμο εγγυητή των πολιτών του και εκτός των γεωγραφικών ορίων του κράτους.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι ομογενείς πιέζονταν τόσο από τον εθνικισμό της συγγενικής τους χώρας (kin state), όσο και από αυτόν του κράτους του οποίου ήταν πολίτες.
Διαμορφώνονταν δηλ. μια τριαδική συγκρουσιακή δυναμική μεταξύ των δυο κρατών και της ομογενειακής μειονότητας
Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο δημιουργήθηκε η κοινωνία των εθνών, σαν ένα υπερεθνικό όργανο επίλυσης διαφορών μεταξύ των εθνών, των οποίων πληθυσμιακές μειονότητες διαβιούσαν σε γειτονικές συνήθως χώρες.
Εν τω μεταξύ οι παραπάνω συγκρούσεις κατέληξαν σε ανταλλαγές πληθυσμών, σε εθνοτικές συγκρούσεις, γενοκτονίες, πολέμους και άλλες ανακατατάξεις που ρύθμισε η Συνθήκη της Λωζάννης (1924).
Η αποτυχία της κοινωνίας των εθνών οδήγησε στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.
Με τη λήξη του ψυχρού πολέμου, σε ορισμένες από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (ιδιαίτερα στις χώρες του ανατολικού block) αναπτύχθηκαν συγκρούσεις, καθώς οι αναδυόμενες ελίτ αναζήτησαν νομιμοποίηση και οργανωτική ισχύ χαράσσοντας «ομογενειακές» πολιτικές.
Έτσι πολλά κράτη της Α. Ευρώπης οργάνωσαν διασυνοριακά δίκτυα για τη διαιώνιση των πολιτισμικών ή γλωσσικών δεσμών με τους «ομογενείς» τους. Θέσπισαν διαδικασίες προνομιακής απόκτησης ιθαγένειας και καθιέρωσαν ένα καθεστώς ημι-πολιτειότητος γι’ αυτούς, χωρίς να προβάλλουν τάσεις διεκδίκησης εδαφικών περιοχών στις οποίες ζούσαν οι «ομογενείς» (Waterbury 2009, 2010 B: 10)
4. Στρατηγικές παλιννόστησης
Κατά τον 20 αι. πολλά κράτη αποστολής μεταναστών υιοθέτησαν μέτρα που αποσκοπούσαν στην ενθάρρυνση της παλιννόστησης, υιοθετώντας στρατηγικές συμπερίληψης τμημάτων της ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ στην εθνική κοινότητα, ώστε να επωφεληθούν από την πολιτική και οικονομική δύναμη ορισμένων από αυτούς, για να επεκτείνουν τη συμβολική τους επιρροή (Brubaker/ Kim 2011: 25)εκτός των ορίων του κράτους.
Παράλληλα προς τα τέλη του 20ου αιώνα το ενδιαφέρον των ερευνητών στράφηκε στις διεθνικές δραστηριότητες των μεταναστών, στον ρόλο των κρατών αποστολής στην διαμόρφωση τους, καθώς και στις αλλαγές στις κρατικές πολιτικές διαχρονικά. Για παράδειγμα ο μετασχηματισμός των πολιτικών των κρατών αποστολής συνδέθηκε με την αναζήτηση των elite – ομογενών για νομιμοποίηση (Castels / Delgado Wisc 2008).
Πολλές φορές τα κράτη αποστολής στην προσπάθεια τους να προσεγγίσουν τους απόδημους, έτειναν να παραβιάσουν τα όρια ανεκτικότητας των κρατών υποδοχής.
Πολλοί ερευνητές επισημαίνουν ότι η εντεινόμενη παγκοσμιοποίηση καθιστά την διάκριση μεταξύ των ομογενειακών & διασπορικών πολιτικών δυσχερή καθώς τα κράτη τείνουν να επανεθνιτικοποιήσουν και τις δύο ως άνω κατηγορίες (Joppke 2005: 247).
Αυτή είναι μια τεχνική εμπλοκής των εξωεδαφικών συγγενικών πληθυσμών με στόχο την ενδυνάμωση τους στο διεθνές οικονομικό πολιτικό και πολιτισμικό στερέωμα (Watterbury 2010: 133 – 136).
5. Θεσμοί παγκοσμιοποιημένων εθνών
Έτσι ενώ πριν μερικά χρόνια οι πολιτικές προς τις εθνικές μειονότητες που ζούσαν σε γειτονικές χώρες, και στους απόδημους συνήθιζαν να μελετώνται χωριστά, τα τελευταία χρόνια εξετάζονται σε κοινό πλαίσιο.
Αναλύονται οι κρατικοί ή άλλοι θεσμοί που παρεμβαίνουν στην ονοματοθεσία «διασπορών», «ομογενών» ή «παγκοσμιοποιημένων εθνών». Επίσης επαναπροσδιορίζονται τα κριτήρια και οι τρόποι του «ανήκειν» στο διεθνικό έθνος (trans nation) καθώς και στην καλλιέργεια «διασπορικών» δεσμών. Διευρύνονται οι τρόποι με τους οποίους τα κράτη επηρεάζουν το αίσθημα του «ανήκειν» των πληθυσμών που ζουν εκτός της επικράτειας τους, καθώς και ο ρόλος τους στην διαμόρφωση υπερ-κρατικών εθνοτικών δεσμών και διεθνικών ομάδων. Η από κοινού ανάλυση ομογενειακών και διασπορικών πολιτικών, κατά πρώτον δημιουργεί τις προϋποθέσεις υπέρβασης εθνοκεντρικών προσεγγίσεων, τονίζοντας τη σημασία της συγκυρίας και της ιστορικότητας.
Κατά δεύτερον η από κοινού ανάλυση βοηθά στην πληρέστερη κατανόηση της διεθνικής δραστηριότητας που κατευθύνεται από τον κρατικό τομέα. Η διεθνική δραστηριότητα εμπλέκει πολλαπλούς δρώντες με αντικρουόμενα συμφέροντα, επομένως είναι μια λεπτή και περίπλοκη διαδικασία που καθορίζει τη θέση των εξωεδαφικών πληθυσμών τόσο στο διεθνές πεδίο όσο και μέσα στους κρατικούς μηχανισμούς των κρατών αποστολής και υποδοχής των. (Τσιτσελίκης Μπαλτσιώτης Βεντούρα 2013 «Το έθνος πέραν των συνόρων»).
6. Η σχέση μας με τους ομογενείς
Σήμερα στην εποχή της οικονομικής ολοκλήρωσης η εκκλησία και το κράτος καταβάλλουν προσπάθειες να διατηρήσουν στενή τη σχέση της Ελλάδας με τους απανταχού Ομογενείς.
Ορισμένοι εξ αυτών έχουν μεγαλουργήσει ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία, Τουρκία και αλλού.
Ίσως η συμβολή η συνεργασία και η καθοδήγησή των ομογενών στο ελληνικό γίγνεσθαι, θα μπορούσε να μας βοηθήσει να ανταπεξέλθουμε με πιο έξυπνες και ευέλικτες λύσεις τα σύγχρονα προβλήματα, σαν κράτος και σαν κοινωνία.
Αναφέρω μερικούς από τους διακεκριμένους Έλληνες ομογενείς , τρεις εκ των οποίων ήδη συνεργάζονται με την Deborah Smith ( Council on Competiveness department οf Washington), και τον Σίμο Αναστασόπουλο (Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο), για θέματα που αφορούν την θέση της Ελλάδας στη διεθνή σκηνή: John Sitilides (Principal at Trilogy Advisors LLC. USA), Jerry Sklavounos (state Senator, from Canada), Leonidas Raptakis (state Senator from Rhodes Island USA).
Και φυσικά με υπερηφάνεια αναφέρομαι στον διακεκριμένο και άξιο συμπολίτη μας Κωστή Σχοινά, που ήδη εργάζεται σε πανεπιστήμιο του ILLINOIS. Προσωπικά δεν θα ένοιωθα έκπληξη αν στο μέλλον μάθαινα, ότι πρόκειται να συμμετάσχει ενεργά σε στρατηγικά θέματα που αφορούν και τον τόπο μας .
Σύγχρονοι ομογενείς και πατρίδα
Εκτός από τους αναφερθέντες ομογενείς υπάρχουν επιπλέον στρατιές ομογενών, το ίδιο αξιόλογοι και σημαντικοί. Δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς, απλά ανέφερα τους παραπάνω διότι αυτούς έτυχε να γνωρίσω στο DELPHI ECONOMIC FORUM 2016, όπου πληροφορήθηκα τη συμμετοχή τους στα διεθνή πολιτικά δρώμενα. Οι ομογενείς μας θα μπορούσαν να προτείνουν και να υλοποιήσουν αποτελεσματικές λύσεις, ούτως ώστε να φέρουν ένα κύμα δυναμισμού στην οικονομική ολοκλήρωση της χώρας. Επίσης μέσα από την εμπειρία μιας επιτυχημένης καριέρας στο εξωτερικό, θα μπορούσαν να βοηθήσουν ώστε να αναδεχθεί η δημιουργικότητα και τα ταλέντα, των νεώτερων γενιών του λαού μας, …όχι μόνον εκτός αλλά και εντός της Ελληνικής επικράτειας.
Έτσι με τους σωστούς ανθρώπους που θα διαπραγματευθούν με έξυπνο τρόπο τα ελληνικά συμφέροντα, σε πνεύμα συνεργασίας και συνεργειών, με στόχο το κοινό συμφέρον, θα μπορούσαμε νιώθουμε υπερήφανοι και αισιόδοξοι, για την ευνοϊκότερη δυνατή ρύθμιση των ελληνικών θεμάτων, στα διεθνή τραπέζια.
* Η Ευαγγελία Παναγιωτάκη κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στο «Πανεπιστήμιο Μακεδονίας» και στο «Οtto Friedrich Universität Bamberg» της Γερμανίας με θέμα «Εconomics and Politics on Eastern and Southern»