Η Ημέρα των Ενόπλων Δυνάμεων τιμήθηκε προχθές, χωρίς όμως την λαμπρότητα που της αναλογεί και τούτο λόγω πανδημίας.
Για το Ρέθυμνο έχει μεγάλη σημασία η επέτειος, καθώς πολλές σελίδες δόξης έχει να παρουσιάσει το ιστορικό του 44ο Σ.Π.
Ένα από τα πιο δοξασμένα Συντάγματα, που ξεκίνησε το 1912 ως 2ο τάγμα Κρητών, πέρασε πολλά στάδια και κατέληξε σήμερα ως 547 Αερομεταφερόμενο Τ.Π.
Τις σημαντικότερες στιγμές του αναφέρει σε μια εξαιρετική εργασία του ο εκλεκτός συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής κ. Λευτέρης Κρυοβρυσανάκης.
Και αυτές είναι οι παρακάτω:
Το 1912-13 έλαβε μέρος στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο ως 2ο Τάγμα Κρητών στις μάχες Πέντε Πηγαδίων-Αετοράχης-κατάληψη Ιωαννίνων και Κορυτσάς.
Στις 24-12-1913 συγκροτήθηκε ως 2ο Σύνταγμα Κρητών υπαγόμενο στην 7η Μεραρχία με έδρα την Καβάλα και έτσι παρέμεινε μέχρι την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε έλαβε μέρος στις μάχες Καρά-Σινάτσι, Ραβένι, Ντρομαντέρ κ.ά.
Το Μάιο του 1917 με την ονομασία 2ο Σύνταγμα Κρητών, μετονομάστηκε σε 8ο Σ.Π. και υπήχθη στη Μεραρχία Κρήτης. Ως 8ο Σ.Π. έλαβε μέρος στις μάχες Σκρα και Δοϊράνης.
Στις 10-5-1919 αποβιβάστηκε στη Σμύρνη και έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις κατά των Τούρκων, καθώς και στις επιτυχίες στο Σαγγάριο ποταμό. Το Δεκέμβριο του 1919 επέστρεψε στην Αθήνα και το Σεπτέμβριο του 1920 μαζί με όλη τη Μεραρχία της Κρήτης αποβιβάστηκε στη Σμύρνη και πήρε μέρος στις επιχειρήσεις.
Μετονομασία από 8ο Σύνταγμα Πεζικού σε 44 Σ.Π.
Στις 1-1-1921 το 8ο Σ.Π. μετονομάζεται σε 44ο Σ.Π. και η Μεραρχία της Κρήτης σε 5η και πήρε μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία. Μετά την Καταστροφή της Σμύρνης εγκαταστάθηκε στα Αμάτσανα και στις 19-9-1922 αποβιβάστηκε στο Πόρτο Ράφτη.
Στις 17-11-1940 αναχώρησε από το Ρέθυμνο για τη Σούδα και με πλοία έφτασε στις 25-11-1940 στον Πειραιά.
Με τρένο στις 28 Νοεμβρίου από το Ρουφ ξεκίνησε για το Αμύνταιο και στις 2-1-1941 έφτασε στο Ελβασάν. Στις 31-1-1941 μπήκε στην Κλεισούρα και στις 14-2-1941 στην Τρεμπεσίνα.
Με την κατάρρευση του Αλβανικού Μετώπου στις 26 Απριλίου άρχισε η πορεία επιστροφής από τα Γιάννενα στην Πελοπόννησο και διαλύθηκε σε διάφορα τμήματα στο Ναύπλιο.
Στις 13-10-1944 συγκροτήθηκε από Εθνικές ομάδες και στις 12-2-1945 συγκροτήθηκε σε 607 Τ.Ε. και το 1946 μετονομάστηκε σε 592 Τ.Π. με έδρα το Ρέθυμνο και μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη στη διάθεση του ΓΣΣ.
Σε αρκετές νικηφόρες επιχειρήσεις
Στη συνέχεια πήρε μέρος στις επιχειρήσεις στις περιοχές Ολύμπου-Δοϊράνης μέχρι τέλους του 1946. Το 1951 το 44ο Σ.Π. συγκροτείται στο Ηράκλειο και διαλύεται το 1954. Το Σεπτέμβριο του 1954 συγκροτείται ξανά στο Ρέθυμνο ως 44ο Κέντρο Επιστρατεύσεως (44 ΚΕ), στο στρατόπεδο «Κουνδουράκη» στη Σοχώρα και το 1965 μετονομάστηκε σε 299 ΜΠΠ (με στρατόπεδα της Σοχώρας και Αρμένων).
Νέα μετονομασία σε 10ο Σ.Π.
Στις 2-6-1968 το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων Κρήτης (ΚΕΝΚ) που είχε από το 1965 μετονομάστηκε σε 10 Σ.Π., μεταστάθμευσε από το Ηράκλειο στο Ρέθυμνο και εγκαταστάθηκε στον Κουμπέ, στο νέο στρατόπεδο «Υπολοχαγού Θεοδωράκη», ενώ το 1979 ξαναονομάστηκε σε 44ο Σ.Π. μέχρι της διαλύσεώς του το 2003.
Στο στρατόπεδο «Θεοδωράκη» παραμένει το 547 Τ.Π., που λειτουργεί ως ΚΕΝ, αλλά και Αερομεταφερόμενο.
Εκεί χτίστηκε ο μικρός ναός του Αγίου Γεωργίου και ανάγλυφο «Δόξας-Μνημοσύνης» με τα ονόματα των 75 αξιωματικών και 392 οπλιτών που θυσιάστηκαν για την πατρίδα.
Η πολεμική σημαία του 44ου Σ.Π. έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις.
Τι σήμαινε το Σύνταγμα για το Ρέθυμνο
Μια ενδιαφέρουσα αναφορά στο 44ο Σ.Π και στην ιστορία του έχει κάνει και ο αξέχαστος λόγιος Κώστας Μαμαλάκης στη σειρά «Μεγάλες ώρες του Ρεθύμνου».
Πρόκειται για ένα γλαφυρό κείμενο, γεμάτο ανθρώπινες στιγμές, που μας μεταφέρει παράλληλα στο Ρέθυμνο μιας άλλης εποχής, με εικόνες όπως αυτές, που έδιναν στα κείμενα του Κώστα Μαμαλάκη αυτό το μοναδικό λογοτεχνικό ύφος. Και κρίνουμε απαραίτητο να το ανασύρουμε από το αρχείο μας, επειδή αποτελεί έναν ακόμα κρίκο, που συνδέει τα ιστορικά στοιχεία ενός τόσο ηρωικού συντάγματος, όπως ήταν το 44ο.
Αντλώντας λοιπόν στοιχεία, από το θαυμάσιο αυτό, όσο και άγνωστο, στους νεότερους, κείμενο του Κώστα Μαμαλάκη, (δημοσιεύτηκε 21 Οκτωβρίου 1966) ας μεταφερθούμε στο χθες, κι ας φανταστούμε την τοπική κοινωνία να ζει τις παρακάτω ιστορικές στιγμές:
Ερχόταν το ένδοξο Σύνταγμα
Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό του 1926, που η θέα δυο καραβιών αγκυροβολημένων ανοιχτά του λιμανιού, έδωσε ζωντάνια στη νωθρή, από έλλειψη συγκλονιστικών γεγονότων, πόλη.
Οι αντρικές καρδιές άρχισαν να πάλουν με γρηγορότερο ρυθμό. Ώστε η πληροφορία που είχε διαδοθεί, σαν αστραπή, την προηγουμένη, ήταν αληθινή Ερχόταν το ένδοξο 44ο Σ.Π.!
Ο κόσμος με έκδηλα συναισθήματα χαράς και συγκίνησης, παράτησε τις δουλειές κι έτρεξε στο λιμάνι, με την απαραίτητη συνοδεία τσούρμου πιτσιρικάδων, που πανηγύριζαν για το γεγονός. Η καημένη η «μαρίδα» της εποχής δεν είχε, άλλωστε, συχνά την ευκαιρία να ζει τόσο σημαντικά γεγονότα.
Σε λίγο το λιμάνι είχε πάρει όψη εορταστική, και μάλιστα τόσο λαμπρή, που δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει ούτε ο πλέον χαρισματικός τελετάρχης.
Η κίνηση, στο μεταξύ και στα δύο πλοία, προετοίμαζε το πλήθος για τις πρώτες αφίξεις.
Πρώτος, αποβιβάστηκε, με το επιτελείο του, ο Στυλιανός Στεφανουδάκης, από τα Ρούστικα, διοικητής του Συντάγματος.
Ήταν ψηλός, εύσωμος, με έξοχη δράση πολεμική, με ήθος και σεμνή παλικαριά. Μορφωμένος αξιωματικός, άνθρωπος ακέραιος και πολιτισμένος.
Με κάθε επισημότητα κατευθύνθηκε και εγκαταστάθηκε στο θαλασσί ξύλινο περίπτερο του Λιμεναρχείου, που υπήρχε τότε στην αποβάθρα.
Από εκεί επόπτευε την αποβίβαση των ανδρών του υλικού των μεταγωγικών, που κράτησε ώρα πολλή.
Το πλήθος δεν σταμάτησε να ζητωκραυγάζει.
Όταν τέλειωσε η αποβίβαση, με απόλυτη ακρίβεια κινήσεων, το Σύνταγμα αναπτύχθηκε σε διάταξη παρέλασης.
Μπροστά 4 σαλπιγκτές και 2 τυμπανιστές, αμέσως μετά η γεμάτη παράσημα δόξας σημαία του, και πίσω οι λόχοι, κατά τάγματα, με έφιππους τους ταγματάρχες.
Τότε ο διοικητής Στυλιανός Στεφανουδάκης, με άψογα υπολογισμένες κινήσεις, ανέβηκε στο μεγαλόσωμο ουγγαρέζικο άλογό του, που είχε τα χρώμα της κανέλας, πήρε θέση πίσω από το σημαιοφόρο και υψώνοντας το χέρι έδωσε το σύνθημα της εκκίνησης.
Κι ενώ το πλήθος επευφημούσε, η μεγάλη φάλαγγα ξεκίνησε, πέρασε από την οδό Αρκαδίου, ανέβηκε στο Καμαράκι, έστριψε δεξιά και πήρε κατεύθυνση προς τους μεγάλους στρατώνες της «Σοχώρας».
Ουρανομήκεις ζητωκραυγές
Απερίγραπτες ήταν οι στιγμές που το ακολουθούσαν. Από όπου περνούσε ο κόσμος φώναζε με ενθουσιασμό «Ζήτω το 44» και από τα παράθυρα οι γυναίκες πετούσαν λουλούδια.
Όσο για τα παιδιά παρακολουθούσαν τώρα εκστατικά το επιβλητικό θέαμα.
Έτσι πανηγύρισε το Ρέθεμνος τον ερχομό του ηρωικού συντάγματος με την ένδοξη ιστορία.
Και συνεχίζει ο Κώστας Μαμαλάκης:
«Μεγάλη λαμπρότητα έδινε η συμμετοχή του Συντάγματος στις επίσημες τελετές.
Στις δοξολογίες, η στρατιωτική παράταξη «κατ’ αντιζυγίαν» άρχιζεν από το δρόμο της εισόδου του Καθεδρικού Ναού, και κατέληγε στην προκυμαία που θα γινόταν η παρέλαση.
Έφιπποι, πάντα, ήταν οι διοικητές ταγμάτων.
Θυμάμαι τον ταγματάρχη Αλέκο Κουνδουράκη, που σκοτώθηκε ηρωικά, υποστράτηγος στην Αλβανία-μεγαλόπρεπο πάνω στο ψαρί άλογό του στο πλατεάκι πιο κάτω από το βιβλιοπωλείο του Αριστόδημου (Σ.Σ Χατζηδάκη) και τον ταγματάρχη Τζανουδάκη, ένα νευρώδη, βραχύσωμο, με στριφτό μουστακάκι, Χανιώτη, έξω από την εκκλησία των «Εισοδίων».
Ο θαυμασμός των παιδιών
Σύμφωνα με όσα περιγράφει ο Κώστας Μαμαλάκης, τον ίδιο ενθουσιασμό που προκαλούν σήμερα στον παιδόκοσμο, τα επιτεύγματα της ηλεκτρονικής «υστερίας» δημιουργούσαν τότε τα θεάματα αυτά. Αναστατωμένα όλα τα αγοράκια, είχαν εκστασιαστεί από τις χρυσές επωμίδες στις στρατιωτικές στολές, τα σπαθιά, τους ήχους των «πτερνιστήρων», τ’ άλογα και όλες τις συγκινήσεις που τους προκαλούσαν τα παρελαύνοντα «στρατά», είτε σε παράταξη είτε σε παρέλαση.
Όσο για το σάλπισμα της αποχώρησης είχε δώσει πολύτιμη βοήθεια στις μαμάδες, που προσπαθούσαν, εξαντλώντας όλες τις μεθόδους της παιδαγωγικής, να «συντάξουν» τα βράδια τα ασύντακτα βλαστάρια τους που ξεμυαλισμένα όλη την ημέρα, έπαιρναν τους δρόμους.
Τι γινόταν δηλαδή…
Η «Θοδώρα» στην υπηρεσία των μανάδων
Κάθε βράδυ στις 9:00, δύο σαλπιγκτές γύριζαν τους κεντρικούς δρόμους και «βάραγαν» τη «Θοδώρα». Ήταν το σάλπισμα της αποχώρησης, που έδινε τόνο, στη νυχτερινή ζωή της πόλης.
Αμέσως άδειαζαν οι δρόμοι από τα φανταράκια, που σκόρπιζαν κι έτρεχαν στους στρατώνες για το προσκλητήριο.
Το ποδοβολητό των φαντάρων έκανε ν’ αντηχούν οι δρόμοι του «Πλατάνου» και της «Κυρίας των Αγγέλων» και ν’ αντιλαλούν τα γύρω στενοσόκακα από τους ξηρούς κρότους που άφηναν οι «βιδόπροκες» απ’ τις αρβύλες.
Εύρισκαν τότε αφορμή και οι μαμάδες για να υποχρεώνουν τα παιδιά να πηγαίνουν επιτέλους νωρίς για ύπνο…
Σύνηθες και το γλυκομάλωμα:
«Βρε παλιόπαιδα, έπαιξε η Θοδώρα, οι στρατιώτες πάνε για ύπνο και σεις ακόμα όρθια; Στα κρεβατάκια σας γρήγορα…».
Η επίσημη γιορτή του
Όπως μας πληροφορεί, στη συνέχεια, ο Κώστας Μαμαλάκης, στο ίδιο δημοσίευμα, επίσημη εορτή του Συντάγματος είχε καθιερωθεί η επέτειος της μάχης του Καλέ – Γκρότο μιας μεγάλης, σκληρής και φονικής μάχης.
Ας θυμηθούμε το γεγονός μέσα από τις επίσημες ιστορικές καταγραφές.
«Με τις νικηφόρες επιθετικές επιχειρήσεις του στη Μικρά Ασία (25 Ιουν. – 10 Ιουλ. 1921) ο Ελληνικός Στρατός προέλασε μέχρι το Εσκί Σεχίρ και το Αφιόν Καραχισάρ καταλαμβάνοντας τους σπουδαίους αυτούς συγκοινωνιακούς κόμβους. Στη συνέχεια αποφάσισε την ανάληψη των επιχειρήσεων με κατεύθυνση προς την Άγκυρα (Εκστρατεία Σαγγαρίου) κατά τους μήνες Ιούλιος – Σεπτέμβριος 1921.
Μέχρι το βράδυ της 12ης Αυγούστου το Β’ Σώμα Στρατού είχε διέλθει το Σαγγάριο ποταμό και είχε προωθηθεί με τη ΧΙΙΙ στο Μανγκάλ Νταγ και την V Μεραρχία στη γραμμή των χωριών Κιουτσούκ Γιαϊτσί – Σαατλί. Για την επομένη μέρα το Β’ Σώμα Στρατού διατάχθηκε από τη Στρατιά Μικράς Ασίας να επιτεθεί προς το ύψωμα Καλέ Γκρότο και να συνεχίσει προς το Κιζίλ Κογιουνλού, υπερκερώντας από τα ανατολικά την τουρκική τοποθεσία άμυνας.
Μετά απ’ αυτό, το Β’ Σώμα Στρατού διέταξε την V Μεραρχία να επιτεθεί από τις 06 00 της 13ης Αυγούστου στην κατεύθυνση Σινανλί – Κουτλουχάν Τζαμί – Γκιουζελτζέ Καλέκιοϊ, ενώ η ΧΙΙΙ Μεραρχία θα ενεργούσε την ίδια ώρα αριστερά της και παράλληλα προς αυτή. Η επίθεση της V Μεραρχίας άρχισε την καθορισμένη ώρα, με το 43ο Σύνταγμα Πεζικού δεξιά και το 44ο αριστερά».
«Το «Καλέ Γκρότο» συνεχίζει, αυτή τη φορά, ο Μαμαλάκης, ήταν ύψωμα μεγάλης στρατηγικής σημασίας και έπρεπε πάση θυσία να καταληφθεί.
Ήταν όμως δύσκολο να επιτευχθεί ο αντικειμενικός σκοπός. Γιατί ήταν φυσικό οχυρό και καλά ταμπουρωμένοι σ’ αυτό οι Τούρκοι. Για τους γενναίους όμως της Κρήτης τίποτα δεν ήταν ακατόρθωτο!
Όρθιοι οι άφοβοι του Ρεθύμνου, «γιουρουντίξανε» και καταλάβανε το ύψωμα! Πολύνεκρη ήταν η μάχη. Αλλά η νίκη ήταν μεγάλη. Φοβερές οι απώλειες του Συντάγματος. Την πλήρωσαν ακριβά τα παιδιά του Ρεθύμνου!
Τι σημασία όμως είχε αυτό για τους σταυραετούς του Ψηλορείτη; Μπροστά στη νίκη την περίλαμπρη αψήφησαν όπως πάντα το θάνατο.
«Είντα ποθαίνει μωρέ η ψυχή;».
Ιστορικές μορφές αξιωματικών
Ο Κώστας Μαμαλάκης αναφέρεται και σε πολλούς αξιωματούχους. Όπως στον ταγματάρχη Ιωάννη Πισκοπάκη.
Άντρα αισθηματία, λαμπρό πολεμιστή με ιστορία.
Ευθυτενής, γράφει χαρακτηριστικά, κοιτάζοντας κατ’ ευθείαν εμπρός, με το κεφάλι ανασηκωμένο έμοιαζε να οραματίζεται τις μάχες, όταν η δόξα περπατούσε στα πεδία των μαχών, όπου βρυχιόταν κι αυτός μαζί με τα άλλα λεοντάρια του συντάγματος.
Ένα παλικάρι από το Μέρωνα
Για το Συνταγματάρχη Ζερβό αναφέρει κάτι ιδιαίτερο ο Μαμαλάκης και δεν θα πρέπει να το αγνοήσουμε.
Ο Νίκος Ζερβός, από το Μέρωνα, ήταν παλικάρι μέχρι τρέλας. Γεμάτο το κορμί του πολεμικά τραύματα. Είχε χάσει και το ένα του μάτι, από ανδραγάθημα, σε κάποιο από τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες που είχε πάρει μέρος. Είχε υπηρετήσει και στο Γαλλικό στρατό.
Είχε μέτριο ανάστημα, πρόσωπο συμπαθητικό, μελαμψό, ήταν όλος σβελτάδα, τύπος εκδηλωτικός και ενθουσιώδης. Και στο στήθος του, από μια στιγμή και πέρα, δεν χωρούσαν πια τα παράσημα.
Ο Ζερβός είχε φέρει από τη Θράκη ένα πανέμορφο καφετί αλογάκι. Ήταν «γιοργαλίδικο» όλο νεύρο και νοημοσύνη. Ήταν μικρό ακόμα και μόλις μπορούσε κι έφερε τον καβαλάρη του τον Ζερβό.
Ο Νίκος είχε έναν αδελφό τον Τίτο έναν άνδρα με πολύ φιλότιμο.
Άμα μεγάλωσε το αλογάκι του, το έδινε και στον Τίτο που το είχε αγαπήσει γιατί ήταν πραγματικά ένα χαριτωμένο ζώο, πανέξυπνο, «μόνο που δεν μιλούσε».
Σ’ ένα πανηγύρι στ’ Αμάρι συνέβη το κακό. Ο Τίτος είχε δανειστεί το άλογο για να πάει στη ξεφάντωση κι εκεί, πάνω στο κέφι, έκανε ότι κι όλοι οι άλλοι. Άρχισε τις μπαλοτές σκοπεύοντας ψηλά βέβαια, αλλά η κακή ώρα δεν αργεί να αμαυρώσει τη χαρά. Με τον πρώτο πυροβολισμό το αλογάκι, που ήταν εκεί κοντά ξιπάστηκε κι ορθώθηκε στα πισινά του πόδια.
Μια άλλη σφαίρα το βρήκε κατακούτελα και το άφησε στον τόπο.
Που οδηγεί το φιλότιμο
Και συνεχίζει την θλιβερή, αυτή, αφήγηση ο Μαμαλάκης:
«Ο Τίτος έμεινε προς στιγμήν άναυδος! Αμέσως όμως τον κυρίευσε μαύρη απελπισία και γύρισε το πιστόλι καταπάνω του σκοπεύοντας το κεφάλι του.
Αν δεν τον προλάβαιναν θα είχε αυτοκτονήσει. Τόσο το αγαπούσε, το καφετί αλογάκι…».
Σίγουρα όμως το φιλότιμό του θα τον είχε φέρει σε απόγνωση γιατί πως θα πήγαινε πίσω χωρίς το άλογο; Τι θα έλεγε στον αδελφό του; Έτσι είχαν μάθει να ζουν οι άνδρες εκείνης της εποχής. Φιλότιμοι σε βαθμό υπερβολής…
Ας είναι μακαρία η μνήμη εκείνου του υπέροχου ανθρώπου, του Κώστα Μαμαλάκη, που κατέφερε να κλείσει τόσες μορφές στα δημοσιεύματά του και να μας δίνει τόσο πολύτιμο υλικό, σε κάθε μας αφιέρωμα, για την ιστορία της πόλης μας και τους υπέροχους ανθρώπους της.
Πηγές:
«Ρεθυμνιώτικο Πανόραμα», 2006 Λευτ. Κρυοβρυσανάκη
Πολιτιστικό Ρέθυμνο: Αφιερώματα
Κώστα Μαμαλάκη: Μεγάλες ώρες του Ρεθύμνου