Υποβαθμισμένη είναι η κατάσταση που επικρατεί στα χωριά του Ρεθύμνου σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των δομών πρωτοβάθμιας παροχής υπηρεσιών υγείας.
Ο λόγος για τα Περιφερειακά και τα Αγροτικά Ιατρεία, για τα οποία δυστυχώς δεν λαμβάνεται η απαιτούμενη μέριμνα από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και δεν έχει μέχρι σήμερα ακολουθηθεί μια οποιαδήποτε πολιτική εκσυγχρονισμού της λειτουργίας τους.
Το πρώτο χαρακτηριστικό της κατάστασης είναι αυτό των υποδομών. Στην Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνου, με εξαίρεση τις πρόσφατες εργασίες και τη διαμόρφωση αγροτικού ιατρείου στην Κάλυβο Μυλοποτάμου, σχεδόν πουθενά αλλού εδώ και χρόνια δεν έχει χτιστεί ή ανακαινιστεί σύμφωνα με τις απαιτούμενες προδιαγραφές, οποιοδήποτε άλλο αγροτικό ή περιφερειακό ιατρείο.
Ουσιαστικά δεν λειτουργεί κανένα σύμφωνα με τα προβλεπόμενα που περιγράφονται στα αντίστοιχα «κιτάπια» του υπουργείου Υγείας.
Στην καλύτερη περίπτωση στεγάζονται σε πρώην κοινοτικά καταστήματα ή σχολεία ακόμα και σε γραφεία αγροτικών συνεταιρισμών, αιθουσών πολιτιστικών συλλόγων ή γραφεία ενοριών! Υπάρχουν δε χωριά, στα οποία ο γιατρός, όταν και αν πηγαίνει, τον περιμένουν οι κάτοικοι …. στο καφενείο!
Αυτή είναι μια πραγματικότητα, την οποία συναντάς σχεδόν σε όλα τα χωριά, πλην αυτών που φιλοξενούν τα τέσσερα Κέντρα Υγείας του Νομού, τα οποία τουλάχιστον από πλευράς κτιριακών υποδομών είναι άρτια.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό λειτουργίας των ιατρείων αυτών είναι ο ελλιπής εξοπλισμός. Ελάχιστα ιατρικά μηχανήματα ή εργαλεία καθιστούν σχεδόν αδύνατη τη δουλειά του γιατρού, ο οποίος αναγκάζεται να περιορίζεται στη… συνταγογράφιση φαρμάκων! Ούτε λόγος για καθημερινή μέριμνα ή έστω πρώτες βοήθειες σε ένα απλό ατύχημα! Άλλωστε γιατρός πηγαίνει μία φορά την εβδομάδα, ή το 15νθήμερο ή το μήνα, ανάλογα και με τον αριθμό γιατρών που έχουν στη διάθεσή τους τα Κέντρα Υγείας!
Στους ίδιους χώρους ακόμα και όταν υπάρχει ένα ιατρικό κρεβάτι για εξετάσεις ή κάποια έπιπλα, στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι πεπαλαιωμένα, σκουριασμένα και ακατάλληλα! Μάλιστα, όταν από το υπουργείο Υγείας επιβλήθηκε η ηλεκτρονική συνταγογραφία των φαρμάκων, τα περισσότερα αγροτικά και περιφερειακά ιατρεία καταστάθηκαν ανενεργά, αφού στα περισσότερα χωριά δεν υπήρχε ίντερνετ και βέβαια ούτε λόγος για ηλεκτρονικούς υπολογιστές!
Το πρόβλημα αυτό κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι δήμοι και οι πολιτιστικοί σύλλογοι, που έσπευσαν να αγοράσουν υπολογιστές, να μεταφέρουν ίντερνετ ή να αγοράσουν τα γνωστά USB που σε εισαγάγουν στο διαδίκτυο. Υπάρχουν χωριά, στα οποία όταν προέκυψε το πρόβλημα αυτό, πέρασαν μήνες μέχρι να ξαναεμφανιστούν οι γιατροί!
Πέρα όλων αυτών, το πλέον μείζον ζήτημα που αφορά τη λειτουργία του πρωτοβάθμιου τομέα παροχής υπηρεσιών υγείας, είναι η έλλειψη γιατρών!
Όπως προαναφέραμε στην καλύτερη περίπτωση ο γιατρός επισκέπτεται ένα χωριό μία φορά την εβδομάδα, όταν βέβαια είναι επανδρωμένη η αντίστοιχη θέση της περιοχής, διότι υπάρχουν και οι περιπτώσεις που λήγει η θητεία ενός αγροτικού γιατρού και περνούν μήνες μέχρι την αντικατάστασή του! Επίσης είναι καταγεγραμμένες οι περιπτώσεις τοποθέτησης γιατρών σε ιατρεία της υπαίθρου, οι οποίοι δεν πήγαν ποτέ, διότι οι ανάγκες των Κέντρων Υγείας ή του Κεντρικού Νοσοκομείου ήταν τέτοιες, που προτιμήθηκε η άμεση απόσπασή τους στις αντίστοιχες υπηρεσίες!
Δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα που βιώνουν οι κάτοικοι των χωριών της υπαίθρου, οι οποίοι θα πρέπει καθημερινά να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες τους.
Θα πρέπει να γίνει σαφές, ότι η γενικότερη κακή κατάσταση στον τομέα αυτό, αποτελεί ευθύνη κυρίως του κεντρικού κράτους, το οποίο εγκλωβισμένο σε αριθμούς και με πρότυπα τις πόλεις, αγνοεί, ότι υπάρχουν χωριά με λίγους μεν κατοίκους, αλλά με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες ανάγκες παροχής υπηρεσιών υγείας.
Δυστυχώς οι αρμόδιοι κρατικοδίαιτοι επαΐοντες του υπουργείου Υγείας εδώ και πάρα πολλά χρόνια, ουσιαστικά δεν έδωσαν την παραμικρή σημασία στη διαμόρφωση σύγχρονων περιφερειακών και αγροτικών ιατρείων εξοπλισμένων με την απαιτούμενη υλικοτεχνική υποδομή και βέβαια με το γιατρό να βρίσκεται καθημερινά στη θέση του.
Οι κάτοικοι των χωριών αντιμετωπίζονται ως πολίτες τρίτης κατηγορίας και η ερήμωση της υπαίθρου «καλά κρατεί» σε επίπεδο δομών και υπηρεσιών.
«Θέλουμε να αλλάξουμε την κατάσταση»
Όπως είναι γνωστό, στο νέο σχέδιο νόμου του υπουργείου Υγείας η ευθύνη για τη λειτουργία του Πρωτοβάθμιου Τομέα, περνάει κατευθείαν στις Διοικητικές Υγειονομικές Περιφέρειες.
Στο πλαίσιο αυτό, κλιμάκιο της 7ης ΔΥΠΕ Κρήτης πραγματοποίησε χθες το πρωί επίσκεψη στα Κέντρα Υγείας Ανωγείων και Περάματος, αφού προηγήθηκε αυτοψία σε πολλά αγροτικά και περιφερειακά ιατρεία της περιοχής.
Ειδικότερα υποδιοικητής κ. Γεώργιος Λυρώνης και ο προϊστάμενος της Τεχνικής Υπηρεσίας κ. Δημήτριος Σταυράκης, βρέθηκαν επί τόπου, καταγράφοντας την υφιστάμενη κατάσταση στα ορεινά χωριά. Ο κ. Λυρώνης μιλώντας στην εφημερίδα μας, διευκρίνισε, ότι ενόψει ανάληψης αυτής της ευθύνης, η Διοικητική Υγειονομική Περιφέρεια Κρήτης αποφάσισε να προετοιμαστεί κατάλληλα για να αντιμετωπίσει τα σοβαρά υφιστάμενα προβλήματα.
Όπως τόνισε: «ξεκινήσαμε σήμερα μια προσπάθεια να καταγράψουμε τα προβλήματα και τις συνθήκες εργασίας των γιατρών στην ύπαιθρο της Κρήτης και βέβαια να δούμε πως θα διαμορφώσουμε σύγχρονες υποδομές παροχής πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Το πρώτο είναι να επανδρώσουμε τις μονάδες και ακολούθως να σχεδιάσουμε την εξασφάλιση κονδυλίων για την αντιμετώπιση των κτιριακών προβλημάτων και την προμήθεια εξοπλισμού.»
Σύμφωνα με τον ίδιο, στόχος είναι να υπάρξει ένας σχεδιασμός για ολόκληρη την Κρήτη και επισκέψεις, όπως η χθεσινή, θα ακολουθήσουν σε όλες τις αγροτικές και ορεινές περιοχές του νησιού.
Δήλωσε επίσης, ότι η προσπάθεια αυτή ξεκινά από την πρώην επαρχία Μυλοποτάμου, καθώς είναι η μεγαλύτερη γεωγραφικά και πολυπληθέστερη από τις υπόλοιπες του νησιού, ως εκ τούτου και με τα περισσότερα και πιο οξυμένα προβλήματα.
«Έχουμε σκοπό να πάμε σε όλη την Κρήτη. Μετά τον Μυλοπόταμο θα ακολουθήσει η Κίσσαμος και άλλες περιοχές, διότι στοχεύουμε να διαμορφώσουμε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο δράσης, με εξασφάλιση κονδυλίων για τα απαιτούμενα έργα στη νέα προγραμματική περίοδο, το λεγόμενο Σ.Ε.Σ. στο οποίο αναμένεται να υπάρχουν επαρκή κονδύλια για ουσιαστικές παρεμβάσεις.»