Του ΓΙΩΡΓΗ ΜΑΥΡΟΤΣΟΥΠΑΚΗ*
«Ηθοποιός σημαίνει φως» έλεγε μελωδικά πριν από χρόνια ο σπουδαίος Δημήτρης Χορν υπονομεύοντας όμως το «φαντασμαγορικό» νόημα του αρχικού με τους επόμενους στίχους, οι οποίοι «σχολιάζουν» λυρικά τις πολλαπλές δυσκολίες της ζωής του ηθοποιού.
Η φράση -στίχος του Μάνου Χατζηδάκη έμεινε αποκομμένη για να προβάλλει τη σημασία της ηθοποιίας ως καλλιτεχνικού λειτουργήματος με πρωτοποριακό ρόλο στην πνευματική συγκρότηση, στην κοινωνική αφύπνιση και στην αισθητική καλλιέργεια του θεατή, εκτός, βέβαια, από τον δεδομένο και πολύτροπα ζητούμενο «ψυχα-γωγικό » της στόχο.
Κάποια από τα παραπάνω συμπορεύονται με όσα προϋποθέτει το διδασκαλικό λειτούργημα. Κάποτε λοιπόν οι ρόλοι συμπίπτουν ή αντιστρέφονται. Οι ηθοποιοί διδάσκουν -γίνεται αυτό συχνά- και οι δάσκαλοι ανεβαίνουν στη σκηνή. Στα σχολεία οι θεατρικές παραστάσεις είναι συχνότατα βασικό μέρος των πολιτιστικών εκδηλώσεων και των δραστηριοτήτων που επιχειρούν να αποτυπώσουν τις εξωδιδακτικές πνευματικές και καλλιτεχνικές αναζητήσεις των μαθητών. Στο Ρέθυμνο έχει δημιουργηθεί ήδη παράδοση στον τομέα αυτό με τις προσπάθειες της Πολυτίμης Παπαδοπούλου στο Πειραματικό Γυμνάσιο, του Βαγγέλη Παπαδάκη στο 3ο Λύκειο και στο Πάνορμο, της Ρένας Παπατριανταφύλλου στο 1ο Γυμνάσιο και άλλων εκπαιδευτικών με παρόμοιες ανησυχίες.
Πέρα όμως από τα εγχειρήματα στα οποία οι εκπαιδευτικοί λειτουργούν ως καθοδηγητές – εμψυχωτές, παράδοση έχει δημιουργηθεί και σ’ εκείνα που δραστηριοποιούνται ως ηθοποιοί επί σκηνής. Η Θεατρική Ομάδα των καθηγητών Ρεθύμνου εδώ και μερικά χρόνια έχει δημιουργήσει έναν πυρήνα θεατρικής έκφρασης, μέσα από τον οποίο ταλαντούχα άτομα παρουσιάζουν κατά τακτά χρονικά διαστήματα δείγματα επιμελημένου θεατρικού λόγου με παραστάσεις επιπέδου, που δίνουν ένα ιδιαίτερο τόνο στην πολιτιστική ζωή του Ρεθύμνου. Ποιος -από όσους την παρακολούθησαν- μπορεί να ξεχάσει την παράσταση «Τα δένδρα πεθαίνουν όρθια» του Αλ. Κασόνα πριν από λίγα χρόνια;
Ούτως ή άλλως ο δάσκαλος είναι εξοικειωμένος με το θεατρικό «παιγνίδι», καθώς καθημερινά μέσα στην τάξη, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, ηθελημένα ή αθέλητα, υποχρεώνεται ή επιλέγει να «παριστάνει» ή να «αναπαριστά». Έτσι λοιπόν κάποιοι που έχουν την περισσότερη έφεση, το κίνητρο ή το ταλέντο, δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους και πάνω στη σκηνή, εξωτερικεύοντας έναν άλλο εαυτό και δείχνοντας πως ο συνειδητός δάσκαλος μπορεί να διδάσκει με ποικίλους τρόπους.
Η Θεατρική Ομάδα της ΕΛΜΕΡ φέτος επέλεξε να αναμετρηθεί με ένα εμβληματικό έργο ενός μεγάλου συγγραφέα και ποιητή. Ο «Ματωμένος Γάμος» του Λόρκα είναι έργο μεγάλης απήχησης λόγω του είδους και των μηνυμάτων του, της δύναμης των χαρακτήρων και της περίτεχνης θεατρικής του σύνθεσης. Κυρίαρχο θέμα η επιβολή του έρωτα, που ξεπερνά τα συμβατικά όρια και τις κατεστημένες αντιλήψεις μιας κοινωνίας παραδοσιακού τύπου. Του έρωτα που «επαναστατεί» μέσα από την απελπισμένη εσωτερική δραματική σύγκρουση της γυναίκας και το ανέλεγκτο ερωτικό παραστράτημα του άντρα, αποτινάσσει τα δεσμά του επιβαλλόμενου καθωσπρεπισμού και ακολουθεί τις επιταγές της ανυπότακτης παρόρμησης. Του έρωτα που συνέπεια των παραπάνω έχει το μοιραίο αποτέλεσμα και την τραγική συντριβή των βασικών εμπλεκομένων αλλά και του στενού τους περίγυρου.
Είναι ένα έργο στο οποίο ο έρωτας «κοιτάει στα μάτια» το θάνατο, όπου το πηγαίο ζωικό αίσθημα αντιπαλεύει με τους συμβατικούς κοινωνικούς κανόνες, σε ένα αγώνα με άνισους όρους.
Η θεατρική δράση εξελίσσεται με σκηνές ποιητικού ρεαλισμού, με συμβολιστικά στιγμιότυπα, όπου συνυπάρχουν το εξωλογικό στοιχείο και η μυστικιστική τελετουργία, με χορικά, με τα οποία ο λυρισμός κορυφώνεται μέσα από την εξαίσια μουσική του Μάνου Χατζηδάκη και τους αντίστοιχα μεταφρασμένους στίχους του Νίκου Γκάτσου.
Οι συντελεστές της παράστασης, ο σκηνοθέτης Νίκος Σκλαβάκης, ο οποίος με μαεστρία κατευθύνει ερασιτέχνες ηθοποιούς να υποδυθούν τους ρόλους τους, εκφέροντας ανάλογα με την περίσταση κατάλληλα το λόγο, αποδίδοντας με την έκφραση και με την κίνηση αυτά που εννοεί και αισθάνεται το κάθε πρόσωπο του έργου, οι ηθοποιοί που ανταποκρίθηκαν με επάρκεια -αξιοσημείωτη για ορισμένους- στις απαιτήσεις του ρόλου, η διδασκαλία της κίνησης, τα σκηνικά, η επιμέλεια του φωτισμού και της μουσικής, οι μουσικοί, όλοι όσοι βοήθησαν, είναι φανερό ότι εργάστηκαν για να επιτευχθεί ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα.
Αξίζει να επισημανθεί η παρουσία της Βιβής Χατζηκωτούλα, η οποία απέδωσε την λαϊκή χαροκαμένη μάνα του έργου με την εκφραστική δύναμη και την ποικιλία των εναλλασσόμενων συναισθημάτων που προκύπτουν από τις δραματικές διακυμάνσεις της πλοκής. Η απόδοσή της ήταν αντίστοιχη με το μέγεθος και τη βαρύτητα του ρόλου, η άρθρωσή της εξαιρετική όπως και ο έλεγχος της κίνησης και της κύμανσης του λόγου.
Η Πόπη Λεβεντάκη ως νύφη απέδωσε με μεγάλη επιτυχία τη δραματική σύγκρουση συναισθημάτων, την εσωτερική ένταση και τον τελικό σπαραγμό της ηρωίδας με επαινετό έλεγχο των εκφραστικών της μέσων.
Η Γιάννα Παγιαβλή ως τσιγγάνα με την εμπειρία και την έμφυτη ευχέρεια που τη διακρίνει, έδωσε στο πνεύμα του κακού – θάνατο την απαιτούμενη διάσταση μέσα από την ατμόσφαιρα της μυστικιστικής απειλητικής υποβολής.
Ο πολυτάλαντος Ευθύμης Καρουζάκης ως φεγγάρι-μάντης, μοναχικός εκδικητικός τιμωρός, ανέδειξε το υπερφυσικό στοιχείο ως καθοριστικό παράγοντα των δρώμενων μέσα σε ένα μαγικό υποβλητικό κλίμα.
Και οι στους άλλους ρόλους ηθοποιοί, Κ. Κοντάκος– γαμπρός, Κ. Βενιανάκη– σύζυγος Λεονάρντο, Μ. Χριστοφοράκη– γειτόνισσα, Γ. Ράλλης– Λεονάρντο, Γ. Πενθερουδάκης, Κ. Κωβαίος– παλληκάρια, Ν. Δασκαλάκης– πατέρας, Κ. Σαλτερή– δούλα, Σ. Καμπακίδου– πεθερά, Μ. Μανιουδάκη, Μ. Φραγκιαδουλάκη, Μ. Καραϊσκάκη– κορίτσια-αερικά, έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό για ένα αποτέλεσμα επιπέδου.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για το λυρικό μέρος του έργου, τα χορικά – τραγούδια και τη μουσική, η ζωντανή εκτέλεση των οποίων ήταν βασικός παράγοντας της επιτυχίας της παράστασης. Οι Κασσάνδρα Μπεϊκάκη, Στέλλα Σειραγάκη και Σοφία Δημούλα με το τραγούδι τους, ο Άρης και η Ειρήνη Συσκάκη στα βιολιά και η Κατερίνα Σαραντινού στο βιολοντσέλο, με τις υπέροχες εκτελέσεις τους «χρωμάτισαν» λυρικά τη σκηνική δράση και ενέτειναν θετικά το συνολικό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.
Ήταν μια παράσταση που στο τέλος των καλοκαιρινών πολιτιστικών εκδηλώσεων κλείνει την αυλαία με εντυπωσιακό τρόπο, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμη φορά τη δυναμική και την ποιότητα στον τομέα του Πολιτισμού που υπάρχει στον τόπο μας, ιδιαίτερα στον «ανήσυχο» εκπαιδευτικό χώρο.