Όποιος θεωρεί ότι ο χειμώνας στο Ρέθυμνο δεν είναι εποχή για σημαντικές πολιτιστικές παρεμβάσεις, μάλλον δεν γνωρίζει καλά την πόλη, αφού εκτός από το Καρναβάλι, που και αυτό λόγω πανδημίας είναι κουτσουρεμένο, πραγματοποιούνται ή προετοιμάζονται εκδηλώσεις που θα απολαύσει το Ρεθεμνιώτικο κοινό, μέσα από θεσμούς που έχουν δοκιμαστεί και έχει ήδη αγκαλιάσει. Ένας τέτοιος θεσμός είναι το Φεστιβάλ Αντίβαρο που από τότε που ξεκίνησε – η ομάδα το 2013 και το φεστιβάλ το 2015 – έχει ήδη καθιερωθεί στα ντόπια πολιτιστικά δρώμενα και ταυτόχρονα υλοποιεί προσεκτικές κινήσεις εξωστρέφειας.
Το Φεστιβάλ Αντίβαρο, διοργανώνεται φέτος για 7η χρονιά, με άξονα του την θεματική «Θέατρο και Λογοτεχνία» και θα παρουσιάσει έξι παραστάσεις έως και τις 13 Απριλίου. Η πρεμιέρα θα γίνει αύριο Παρασκευή 18 Μαρτίου στις 9 το βράδυ, με την παράσταση «Ιστορία ενός αιχμαλώτου», βασισμένη στο πεζογράφημα του Στρατή Δούκα, σε διασκευή και σκηνοθεσία του Μανώλη Σειραγάκη. Οι υπόλοιποι συντελεστές είναι: Σκηνικά Κοστούμια: Κάλλη Καραδάκη – Μουσική: Στέλιος Ζουμαδάκης – Χορογραφία: Μαργαρίτα Τσελίκη – Τραγούδι: Μάλαμα Πατρέλη. Παίζουν οι: Δημήτρης Βαρελάς, Γιαννης Χατζηβασιλείου, Αντώνης Βαμιεδάκης, Αφροδίτη Σιαφάκα, Γιάννης Μαυρίδης, Μαρία Βασιλειάδου, Ελένη Κομπιτσάκη, Σάρα Τζορμπατζί, Αλέξανδρος Μάνταρας. Το έργο θα παρουσιάζεται έως τις 22 Μαρτίου.
Τα «Ρ.Ν.» συνάντησαν έναν από τους πρωτεργάτες και ψυχή της ομάδας Αντίβαρο, τον κ. Μανόλη Σειραγάκη στο χώρο του Αντίβαρου στην οδό Κριτοβουλίδου 15-17, όπου γίνονται οι τελευταίες πρόβες, πριν την έναρξη της πρώτης παράστασης και συνομίλησαν μαζί του για το Φεστιβάλ, αλλά και την τέχνη γενικότερα.
– Πανεπιστημιακός, ηθοποιός και σκηνοθέτης. Ταιριάζουν μεταξύ τους οι ρόλοι;
«Όχι ιδιαίτερα. Η θεατρική πράξη έχει κάτι πολύ ζωντανότερο, δημιουργικότερο και μοντέρνο από την ακαδημαϊκή ζωή που κινδυνεύει από μια στασιμότητα, φοβάμαι. Ας με συγχωρέσει ο πανεπιστημιακός χώρος για την προτίμηση μου αυτή. Τώρα μεταξύ ηθοποιού και σκηνοθέτη, υπάρχει επίσης ένα ασύμβατο. Ερμηνευτές είναι και οι δύο, απλά ο ένας ερμηνεύει κυρίως μέσα από το εγώ, ο άλλος μέσα από το εμείς. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που πέρασα κι από τις τρεις τόσο διαφορετικές θέσεις, που κάθε μια έχει τη χάρη της».
– Καλλιτεχνικό φεστιβάλ σε συνθήκες πανδημίας και πολέμου. Πώς τα καταφέρνετε;
«Από την πρώτη χρονιά θέσπισής του το Φεστιβάλ Αντίβαρο βασίστηκε σε δυο πράγματα: Στο ρίσκο και στην τρέλα. Όταν ξεκινήσαμε, θυμάμαι τη συνάντηση του τότε συμβουλίου του Αντίβαρου, κατά την οποία τονίζαμε συνεχώς ο ένας στον άλλο τον οικονομικό κίνδυνο του εγχειρήματος. Όσο περισσότερο ακουγόταν η λέξη, τόσο περισσότερο σίγουροι ήμασταν, ότι πρέπει τελικά να το αποτολμήσουμε. Από τη στιγμή που ξεκίνησε το πρώτο φεστιβάλ, όλα πήραν το δρόμο τους. Δεν ξεχνώ βέβαια ότι στο πρώτο εκείνο φεστιβάλ, η καλή μας φίλη Λένα Ουζουνίδου για να στηρίξει τον θεσμό, όχι μόνο παραιτήθηκε από τα δικαιώματά της στην έκτακτη παράσταση που προέκυψε μετά το sold out των δύο πρώτων, αλλά κατάφερε να παραιτηθεί και το Θέατρο του Νέου Κόσμου από τα αντίστοιχα δικά του. Ήταν μια κίνηση που μας στήριξε και ηθικά και υλικά σε μια κομβική στιγμή».
– Τελικά η τέχνη θεραπεύει; Είναι «Αντίβαρο» στη δυστοπία των καιρών;
«Αναμφισβήτητα. Το βλέπεις κανείς στα μάτια των θεατών μας, στα χαμόγελά τους, στα μηνύματα. Μας λένε τώρα πόσο πολύ τους έλειψε αυτό το διάστημα αυτή η δραστηριότητα. Και σε μας έλειψε. Φάνηκαν μεγαλύτεροι σε διάρκεια οι δυο τελευταίοι χειμώνες. Ήταν, πράγματι. Για όποιον έχει ζήσει έστω κι ένα μήνα στο Ρέθυμνο στη διάρκεια του χειμώνα ξέρει πόσο σημασία έχει αυτό, παρόλο που η κατάσταση έχει αισθητά βελτιωθεί σε σχέση με παλιότερα. Στο Αντίβαρο βλέπω τους μήνες της προετοιμασίες μια δεκάδα νέων ανθρώπων να ανθίζουν. Δεν είναι κάτι που σε στηρίζει αυτό; Δεν είναι όντως αντίβαρο στη μιζέρια;»
– Ποια είναι η σχέση των εκδηλώσεων σας με την Πόλη και το Πανεπιστήμιο;
«Απευθύνονται κυρίως στους κατοίκους της πόλης. αλλά δεν κλείνουμε τα μάτια στο Πανεπιστήμιο. Τα μισά μέλη της ομάδας μας είναι φοιτητές. Οι μισοί περίπου θεατές μας το ίδιο. Ο χαρακτήρας αυτής της πόλης συν-διαμορφώνεται από τη φοιτητική κινητικότητα και ζωτικότητα. Αποκτά το συγκεκριμένο της ύφος, την ατμόσφαιρά της χάρη σ’ αυτούς. Από την άλλη η στήριξη των συναδέλφων ακαδημαϊκών είναι πολύ ενθαρρυντική. Αυτό όμως που μας δυναμώνει και μας στηρίζει αποφασιστικά είναι η αγκαλιά του κόσμου, η ανταπόκρισή του. Το Αντίβαρο αποτελεί ένα μόνο μέρος μιας πολύ μεγάλης αλυσίδας εκδηλώσεων που προσπαθούν να στηρίξουν τη σχέση Πανεπιστημίου και πόλης. Ελπίζω κάποια στιγμή να το δουν αυτό και οι Πανεπιστημιακές αρχές».
– Πώς είναι ένα τοπικό φεστιβάλ να γίνεται διεθνές;
«Αποπειραθήκαμε να δώσουμε διεθνή χαρακτήρα στο 5ο Φεστιβάλ που διακόπηκε από την πανδημία. Είχαμε χτίσει ένα πολύ ενδιαφέρον πρόγραμμα με μετακλήσεις από το εξωτερικό, με μια παράσταση που θα ερχόταν κατευθείαν από το Εθνικό Θέατρο, με πολλές και σημαντικές δράσεις. Δεν είναι όμως καθόλου εύκολο. Χρειάστηκε διετής σχεδιασμός για κάτι που τελικά δεν υλοποιήθηκε στην πληρότητά του εξαιτίας του covid. Λέω στην πληρότητά του γιατί αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας ήταν τελικά η παγκόσμια πρώτη του Μίμου του Π. Πρεβελάκη τον περασμένο Σεπτέμβρη σε Χανιά και Ρέθυμνο με Γάλλο πρωταγωνιστή! Όλο αυτό μας προσγείωσε. Αναδιπλωθήκαμε και δώσαμε προτεραιότητα σε άλλα σχέδια. Οργανώσαμε την πρώτη συνάντηση επαγγελματικών θιάσων της Κρήτης, βελτιώσαμε αισθητά τις υποδομές στο θέατρό μας, εντάξαμε για πρώτη φορά επαγγελματικά σχήματα από την Κρήτη στο Φεστιβάλ μας».
– Ποια είναι σχέδιά σας για το μέλλον;
«Σκεφτόμαστε να διοργανώσουμε ένα δεύτερο κρητικής εμβέλειας Φεστιβάλ Αντίβαρο τους πρώτους χειμερινούς μήνες, στο οποίο τα επαγγελματικά σχήματα της Κρήτης θα παρουσιάζουν τη δουλειά τους. Σχεδιάζουμε μεθοδικά υβριδικές συνεργασίες με ηθοποιούς από την Αθήνα, η όσμωση με τους οποίους θα μπορούσε να μας μάθει πολλά».