Άραγε να υπήρξε υπαιτιότητα, ώστε θα ‘πρεπε να καταλογιστούν ευθύνες για ένα ακατονόμαστο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας ή τους επέβαλαν αυτούς τους εκτεταμένους βομβαρδισμούς οι διαμορφωμένες συνθήκες, οι επικρατούσες περιστάσεις και οι παράλογες μεν, αλλά και δικαιωματικές απαιτήσεις του πολέμου, οι οποίες απαλλάσσουν της ευθύνης τους πρωταιτίους και ηθικούς αυτουργούς;
Εκδόσεις επί εκδόσεων, πολυάριθμες και αξιόλογες κυκλοφόρησαν την τελευταία δεκαετία και πολλοί επιφανείς συγγραφείς θέτουν υπό αμφισβήτηση τους βομβαρδισμούς, ενώ άλλοι τους αποδέχονται και τους υιοθετούν, σαν μια επιβεβλημένη, αναπόδραστη αναγκαιότητα. Ενδεικτικά αναφέρω και παραπέμπω σε τρεις από τους δεκάδες σχετικούς έγκυρους συγγραφείς:
Richard Bessel: Nazism and war, London (2004),
Sven Lindqvist: A history of Bombing, London (2001),
Ethell Jeffrey L: American Bombes in World War II (1994).
Είναι γεγονός ότι σήμερα οι σημερινοί Γερμανοί, αλλά και οι Γιαπωνέζοι συζητούν, κρίνουν και επικρίνουν, τα όσα υπέφεραν οι γονείς και οι παππούδες τους από τις επιθέσεις των βομβαρδιστικών. Θεωρούν τους προπάτορές τους θύματα μιας θηριωδίας τεραστίων διαστάσεων, τα οποία πρέπει να συνυπολογισθούν και να προσμετρηθούν επιπροσθέτως, μαζί με όλους εκείνους τους λαούς, οι οποίοι υπέστησαν τις απάνθρωπες συνέπειες των βομβαρδισμών και χάθηκαν κατά την παγκόσμια σύρραξη, χωρίς να φταίνε. Ότι τιμωρήθηκαν σαν εξιλαστήρια θύματα, αναμφιβόλως αθώοι, χωρίς να λογοδοτούν οι πραγματικοί ένοχοι.
Το χρέος της κοινωνίας του πολιτισμένου Ευρωπαϊκού λαού επιτάσσει να μην αδιαφορεί κανένας απέναντι στο εύλογο, αμείλικτο αυτό ερώτημα και να παραμένει αναπάντητο. Πολλώ μάλλον όταν οι νεοναζί της Γερμανίας επιχειρούν, να οικειοποιηθούν τα συναισθήματα των απογόνων των θυμάτων από τους βομβαρδισμούς και να τα στρέψουν εναντίον της δημοκρατίας και των περίλαμπρων νικητών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη. Τούτο σημαίνει ότι αν ιστορικά γεγονότα αποσιωπηθούν, δεν ειπωθούν και δε δημοσιοποιηθούν με κάθε ειλικρίνεια και ευθύτητα, θα τα σφετεριστούν δυνάμεις, οι οποίες ελλοχεύουν και ενεδρεύουν με σκοπό ένα αιφνιδιαστικό χτύπημα κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος. Είναι επομένως ευνόητο το φαινόμενο διακεκριμένοι συγγραφείς, με παγκόσμιο κύρος, να επιχειρούν, σήμερα μετά από πολλές δεκαετίες, μια επιτακτική, αναγκαία ηθική διερεύνηση και διαυγή αποκάλυψη του σημαντικού εκείνου ιστορικού γεγονότος.
Ζούμε σε μια εποχή αυξημένων εντάσεων και ηθικής σύγχυσης. Κυοφορούνται κίνδυνοι από ασυνείδητους εγκληματίες. Τρομοκρατικές ενέργειες εξυφαίνονται στα παρασκήνια, ακραίες καταστάσεις, ανεξέλεγκτης και πολύμορφης βίας. Εξοντωτικές αντιπαλότητες και απρόκλητες θανάσιμες απειλές. Συμβαίνει και το αδιανόητο, να εκτοξεύονται ακόμα και εντός του νομοθετικού σώματος.
Επομένως ποιά είναι τα ηθικά συμπεράσματα από το παράδειγμα της ιστορίας των βομβαρδισμών και όχι μόνο της μιας πλευράς, εκείνης της οποίας έχομε πικρά πείρα στην Κρήτη το 1941, αλλά και της άλλης, της ίδιας σπουδαιότητας και βαρύτητας εκείνης των συμμάχων με τη μαζική και παρανοϊκή εξόντωση άμαχου πληθυσμού; Και τούτο χωρίς να παραμερίζεται και να περιέρχεται στη λήθη το στυγερό έγκλημα του Ολοκαυτώματος των Εβραίων και της ναζιστικής θηριωδίας στα στρατεύματα συγκεντρώσεως. Όπως δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και να παραμελείται το γεγονός ότι ο γερμανικός πληθυσμός, κατά την εποχή του ναζισμού, στην πλειοψηφία του υπήρξε φανατισμένος και διαποτισμένος από το ανελέητο μίσος, εκείνο που τον είχε μολύνει ο Χίτλερ. Παρ’ ολ’ αυτά ένα ερώτημα προφανές, αλλά μέχρι σήμερα παραμένει όχι επαρκώς απαντημένο και ξεκάθαρο, είναι αν οι μαζικές επιθέσεις και ο συστηματικός αφανισμός αμάχων κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με στόχο να σπείρουν οι Σύμμαχοι τον τρόμο, τον πανικό, το χάος και την απόγνωση, υπήρξε μια επιβεβλημένη εξ’ αντικειμένου αναγκαιότητα, είτε ένα ειδεχθές έγκλημα.
Τη νύχτα της 24ης Ιουλίου 1943 ένας στόλος 791 βαριά φορτωμένων βομβαρδιστικών της RAF απογειώθηκε από διάφορες βάσεις της Ανατολικής Αγγλίας. Δύο περίπου ώρες αργότερα θα ‘χε εξαπολυθεί κατά του Αμβούργου ένας καταιγιστικός βομβαρδισμός με στόχο να σβήσει από το χάρτη της Ευρώπης την πόλη. Στις 25 Ιουλίου ακολουθεί νέα αεροπορική επιδρομή με 230 βομβαρδιστικά, τα οποία προσέβαλαν τις βιομηχανικές και λιμενικές εγκαταστάσεις. Την πρώτη νύχτα το αεροπορικό σμήνος άδειασε πάνω από την πόλη 2.396 τόνους βομβών!…
Οι πυρκαγιές που ξεσπούσαν, σχημάτισαν υψιπετείς φλόγες, οι οποίες σχημάτιζαν γιγάντιες πύρινες γλώσσες. Επρόκειτο για μια πρωτόγνωρη στην ιστορία πύρινη καταιγίδα φωτιάς. Μια λαίλαπα ασύλληπτης συμφοράς!… Τα πληρώματα των βομβαρδιστικών ανέφεραν, ότι μπορούσαν να αισθανθούν τη θερμότητα, από τις πανύψηλες φλόγες, των οποίων, ο καπνός έφτασε τις επόμενες ημέρες 2.500 ως και 3.000 πόδια στον ουρανό.
Ο βομβαρδισμός συνεχίστηκε, με δεύτερη νέα έφοδο αυτή τη φορά, από ένα σμήνος 787 αεροπλάνων. Κατά την τρίτη επιδρομή 29-30 Ιουλίου και την Τέταρτη 2-3 Αυγούστου τα αεροπλάνα άδειασαν πάνω από το Αμβούργο 9.000! τόνους βομβών συνολικά.
Κανένας δεν έμαθε ποτέ τον ακριβή αριθμό των θυμάτων, διότι πολλά από αυτά έγιναν στάχτη και χάθηκαν μέσα στα ορεινά. Το μόνο βέβαιο είναι ότι καταμετρήθηκαν 45.000 πτώματα και αυτός πρέπει να είναι ο ελάχιστος αριθμός των θυμάτων. Η πόλη είχε καταντήσει, σε όλη την απέραντή της έκταση, ένας φριχτός σωρός από γκρεμισμένα χαλάσματα, μπάζα, ερείπια και ετοιμόρροπα, σαραβαλιασμένα κτίσματα.
Από το φθινόπωρο του 1944 μέχρι τον τερματισμό του πολέμου τον Απρίλιο το 1945 δηλαδή τους τελευταίους μήνες του πολέμου οπότε η έκβαση είχε κριθεί, αφού τόσο οι Σύμμαχοι όσο και η Σοβιετική Ένωση είχαν κερδίσει σημαντικό έδαφος και η πλάστιγγα ήδη είχε γύρει, επομένως και η νίκη ήταν ορατή και τότε ακόμα συνεχίστηκαν οι βομβαρδισμοί και προκλήθηκαν οι μεγαλύτερες καταστροφές των γερμανικών και των ιαπωνικών πόλεων.
Σημασία έχει όμως και τούτο. Ότι εκτός από το θάνατο και τη σωματική και ψυχική αναπηρία δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, συνέβη εκ παραλλήλου και μια ανυπολόγιστη καταστροφή σε ιστορικά μνημεία της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς. Σε βιβλιοθήκες, μουσεία, αγάλματα, σχολεία, πανεπιστήμια, εκκλησίες, κτίσματα με ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ύφος και αισθητική αρχιτεκτονική, ρωμαϊκής παραδοσιακής, είτε μοντέρνας και οπωσδήποτε μιας ανεκτίμητης αξίας. Πολιτιστική επώδυνη απώλεια της ιδιαίτερης ευρωπαϊκής ταυτότητας και κουλτούρας.
Ένα εύλογο ερώτημα όμως πλανάται στη σκέψη και εδώ ζητεί απάντηση και διευκρίνιση. Υπήρξαν στην Αγγλία επικρίσεις, εκδηλώσεις δυσαρέσκειας είτε έστω κάποιες αποδοκιμασίες γι’ αυτό το φονικό των αμάχων και τον αφανισμό κατοικημένων περιοχών;
Είναι γεγονός διαπιστωμένο και αξιομνημόνευτο, ότι με την πρωτοβουλία και προς τιμή της εκκλησίας της Αγγλίας, του αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρυ και δύο επισκόπων, υπεγράφη θερμή εναγώνια έκκληση και έγγραφη, έντονη διαμαρτυρία δεκάδων επιστημόνων διαπρεπών διανοουμένων, αλλά και άνω των 100.000 Άγγλων πολιτών προς τον Ουίστον Τσόρτσιλ: «Είναι ηθικό χρέος και θεία επιταγή η διακοπή των βομβαρδισμών στη Γερμανία, ο Χίτλερ είναι βάρβαρος» αναφέρει η έκκληση «δεν υπάρχει όμως κανένας αξιοπρεπής Άγγλος, ο οποίος θα μπορούσε να υποδείξει και θα ήθελε να τον κάνουμε πρότυπο για τον εαυτό μας». Υπήρξαν όμως στην Αγγλία και εκ διαμέτρου αντίθετες, απόψεις και ακραίες, όσο και παράλογες τοποθετήσεις. Ένας εξ’ αυτών ο συγγραφέας Robin Nowlant αναφέρει «η ουσία του πολέμου είναι η βία. Η μετριοπάθεια είναι βλακεία. Ο γερμανικός λαός λατρεύει το σκότος και υπάρχει μια και μόνο ποινή. Η Γερμανία πρέπει να εξαφανιστεί μια για πάντα από το πρόσωπο της γης. Κανένας άλλος λαός στον κόσμο δεν υπάρχει, που να τον συναρπάζει η νοσηρή ιδέα, ότι έχει αποστολή να σώσει τον κόσμο. Με υπεροψία μας φωνάζει στον ύμνο του κατάμουτρα και ανενδοίαστα «Ντώυτσλαντ ούμπερ άλες» και από την άλλη σήμερα μας κλαψουρίζει, ότι ο καημένος υπήρξε θύμα των ανήθικων ηγετών του». Ο δημοσιογράφος Thomas Friedman αναφέρει: «Η Αμερική βρίσκεται μπροστά σ’ ένα διεστραμμένο λαό, ο οποίος αν μπορούσε θα προκαλούσε μεγάλη καταστροφή στις ΗΠΑ. Δε συμπεριφέρεσαι μπροστά σε τέτοια κτήνη με ανοχή και επιείκεια». Από την άλλη πλευρά του λόφου ο συγγραφέας A.C. Grayling στο εμπεριστατωμένο έργο του «Ανάμεσα στις νεκρές πόλεις» καταλήγει: «Ποιά η διαφορά να σκοτώνεις γυναίκες και παιδιά από ό,τι με ένα περίστροφο;».
Και η γνωστή, έγκυρη Αγγλίδα συγγραφέας Vera Brittain καταλήγει στο βιβλίο της: «One Voice» «Μια φωνή» «Η ανελέητη σκληρότητα που μας ώθησε, να θανατώσουμε ανθρώπινες ζωές στις πόλεις της Γερμανίας και οι βανδαλισμοί των βομβαρδισμών, οι οποίοι εξαφάνισαν ανεκτίμητους ιστορικούς θησαυρούς της Ευρώπης, θα επικρίνονται και θα αποδοκιμάζονται με μια έντονη απέχθεια από τις επόμενες γενιές, οι οποίες θα ελεεινολογούν την ηγεσία, που είχε την πρωτοβουλία και την ευθύνη αυτού του φριχτού μακελειού!».