Ο τοπικός τύπος και η ακύρωση του ρόλου του
Πάντοτε ήμουν της άποψης ότι αποτελεί στοιχειώδη υποχρέωση των συμπολιτών μας (όσοι τουλάχιστον έχουν την γνώση αλλά και τη δυνατότητα), να δημοσιεύουν στον τοπικό τύπο σκέψεις και απόψεις για την λύση προβλημάτων που επηρεάζουν σε μικρό ή μεγάλο βαθμό την καθημερινότητά μας.
Δυστυχώς, πολύ λίγοι Ρεθεμνιώτες μπορούν και λιγότεροι ενδιαφέρονται να καταθέσουν τον δικό τους προβληματισμό και τις δικές τους προτάσεις για την λύση σημαντικών τοπικών ζητημάτων που (είτε λόγω ειδικότητας, είτε από κοινωνική ευαισθησία, είτε ακόμη λόγω προσωπικών συμφερόντων) κάποιοι συμπολίτες τους έχουν αναδείξει κατά καιρούς. Όσον αφορά στους περιστασιακούς ή τους συστηματικούς αρθρογραφούντες στον τοπικό τύπο, η συντριπτική πλειοψηφία των άρθρων τους δεν έχει να κάνει με τα ευτελή που συμβαίνουν έξω από την πόρτα τους, αλλά με τα μεγάλα και υψηλά, για την λύση των οποίων φαίνεται ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια.
Οι κατ’ ανάγκην γενικόλογοι πολιτικοί μονόλογοι στους οποίους αναφέρομαι, σε συνδυασμό με το έλλειμμα παρεμβάσεων για τα τοπικά προβλήματα, τείνουν να μετατρέψουν τον τοπικό τύπο σε κακέκτυπα των αθηναϊκών εφημερίδων. Μ’ άλλα λόγια, η τάση για δημοσιεύσεις «γενικού ενδιαφέροντος», ακυρώνει την τοπικότητα (αν μου επιτραπεί η έκφραση) των Ρεθεμνιώτικων φύλλων την οποία οι τότε ιδρυτές τους φιλοδοξούσαν να υπηρετήσουν, και την οποία (είναι βέβαιο ότι), επιθυμούν να υπηρετήσουν και οι νυν ιδιοκτήτες τους.
Αυτή η φτώχεια, αυτό το κενό πληροφόρησης, στερεί από τους συμπολίτες μας το αναγκαίο εργαλείο και επομένως την δυνατότητα ουσιαστικής συμμετοχής στην διαμόρφωση θέσεων και στην από κοινού με τους θεσμούς, λήψη των τελικών αποφάσεων.
Αν συνυπολογίσουμε ότι οι θεσμικοί φορείς (κόμματα, δήμοι, κράτος) ως τυπικοί θεσμοί έμμεσης δημοκρατίας δεν προωθούν κανένα διάλογο και καμιά συμμετοχή, εξηγείται το γιατί και πώς έχουμε μεταλλαχθεί σε αδιάφορους έως φοβισμένους θεατές θανάτων κάθε είδους («γύρευε τη δουλειά σου»), γεγονός που αναδεικνύει την τεράστια σημασία των τοπικών μέσων ενημέρωσης στην αποκατάσταση της συνοχής του κοινωνικού ιστού.
Το πολιτικό περιβάλλον που βιώνουμε ως πόλη και ως Νομός με ευθύνη αυτών ακριβώς των φορέων, τείνει να μετατρέψει με συστηματικό τρόπο τους Ρεθεμνιώτες, όχι βεβαίως σε συμμετοχικούς πολίτες, αλλά σε οπαδούς, γεγονός που επιτρέπει την ευδοκίμηση των κάθε λογής παραγόντων και σωτήρων. Μοναδικός θεσμός που από την φύση του μπορεί να γίνει εστία αντίστασης στην πρακτική του λαϊκισμού που χαρακτηρίζει την λειτουργία κομμάτων και τοπικών ή υπερτοπικών κυβερνήσεων κάθε είδους και μεγέθους, είναι η λεγόμενη τέταρτη εξουσία, δηλαδή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Όμως, όσο πιο γενικά είναι τα θέματα που πραγματεύονται οι τοπικοί διαμορφωτές της λεγόμενης κοινής γνώμης (χρησιμοποιώντας μάλιστα -τι ειρωνεία!- αυτόν ακριβώς τον θεσμό που από την φύση του είναι απέναντί τους), όσο πιο γενικόλογες συζητήσεις προκαλούν, τόσο πιο εύκολα τα βαμπίρ του λαϊκισμού διαμορφώνουν ψευδείς συνειδήσεις και οδηγούν σε παραβατικές πρακτικές και κάθε είδους χουλιγκανισμούς τους δήθεν αγανακτισμένους πολίτες, όπως συνέβη πρόσφατα με το κάψιμο των γραφείων του κόμματός μου.
Το σημαντικό πρόβλημα των 65 οικισμών και η αντιμετώπισή του
Η απουσία του αναγκαίου διαλόγου για την λύση ενός σοβαρού τοπικού προβλήματος, είναι παραπάνω από φανερή στην περίπτωση των 65 οικισμών που έχουν καταργηθεί τα όριά τους με δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η μεθοδολογία που ακολούθησαν οι πιο πάνω φορείς για να λύσουν τα προβλήματα που προέκυψαν όχι εξαιτίας των δύο πρόσφατων αποφάσεων του ΣτΕ. αλλά εξαιτίας των αποφάσεων Νομάρχη το μακρινό 1985 είχε τα χαρακτηριστικά του μεσσιανισμού. Χωρίς ενημέρωση, χωρίς συμμετοχή αρμόδιων φορέων όπως είναι οι τοπικοί σύλλογοι Αρχιτεκτόνων και Τοπογράφων Μηχανικών αλλά και το ΤΕΕ Ρεθύμνου, χωρίς την συμμετοχή χωροτακτών και πολεοδόμων δηλαδή των ειδικών επιστημόνων όπως επιτάσσει το άρθρο 24 του Συντάγματος, κάποιοι εκλεγμένοι αλλά και αυτόκλητοι τοπικοί διαμεσολαβητές, συνεδρίασαν σε κλειστά γραφεία με υπαλλήλους του αρμόδιου Υπουργείου στους οποίους υπαγόρευσαν την κατά την κρίση τους κατάλληλη διαδικασία νομιμοποίησης των αποφάσεων Νομάρχη του 1985.
Δεν γνωρίζω το επιστημονικό και το πολιτικό σκεπτικό που συνόδεψαν την πρακτική του Υπουργείου και την Υπουργική Απόφαση που ακολούθησε. Άλλωστε, κανείς παράγοντας είτε τοπικός είτε κυβερνητικός δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να δώσει κάποιες εξηγήσεις στους όσους ενοχλητικούς ψάχνουν ψύλλους στ’ άχυρα. Ανεξάρτητα πάντως από τις διαθέσεις και τις προθέσεις των λογής παραγόντων, υπάρχουν δύο ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, το πρώτο από τους αυτοδιοικητικούς, και το δεύτερο από τους κρατικούς-κυβερνητικούς διαχειριστές και εν πολλοίς διαμορφωτές της ποιότητας ζωής που απολαμβάνουμε, εμείς και τα παιδιά μας:
α) Το 2004, ο τότε Δήμος Αρκαδίου είχε παραλάβει την Β1 φάση μελέτης με τίτλο «Σχέδιο Οικιστικής Οργάνωσης Ανοιχτής Πόλης Δήμου Αρκαδίου». Αυτή η μελέτη είχε ανατεθεί στο γραφείο μελετών EDP S.A. (Αθηνών) και την ευθύνη αρτιότητάς της είχε η Πολεοδόμος και Χωροτάκτης Μηχανικός κα Μ. Χουσιανάκου. Κύριο αντικείμενό της ήταν η παραλιακή ζώνη του τότε Δήμου και ειδικά οι «οικισμοί» Αδελιανός και Πηγιανός Κάμπος. Το ερώτημα που προκύπτει έχει ως εξής: Τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Ρεθύμνου, όταν ψήφιζαν ομόφωνα την πρόταση της πλειοψηφίας γνώριζαν την ύπαρξη αυτής της μελέτης; Διότι αν την γνώριζαν, κρίνονται επιεικώς ανεπαρκείς όσον αφορά στην διαχείριση των σοβαρών ζητημάτων βιώσιμης ανάπτυξης στις οικιστικές ζώνες του Δήμου. Αν όχι, είναι υποχρέωση όλων μας η απόδοση πολιτικών ευθυνών σε όσους γνώριζαν αλλά αποσιώπησαν την ύπαρξή της. Σε κάθε περίπτωση, δεν αίρονται οι ευθύνες που αναλογούν έτσι κι αλλιώς στο Δημοτικό μας Συμβούλιο συνολικά. Όφειλε να ζητήσει επιτατικά την γνώμη ειδικών επιστημόνων πριν χρεωθεί αυτή την «ιστορική» απόφαση.
β) Πριν δυο μήνες (17-12-2017) στην Ελευσίνα, ο Πρωθυπουργός της χώρας στην σημαντική κατά την άποψή μου παρέμβασή του με την ευκαιρία του 8ου Περιφερειακού Συνέδριου για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση της Δυτικής Αττικής, αναφέρθηκε διεξοδικά στα ίδια ακριβώς προβλήματα που έχουμε και εμείς να λύσουμε ώστε να επιτύχουμε βιώσιμη ανάπτυξη στις υπό οικιστική πίεση ζώνες του Νομού μας. Βέβαια, η Υπουργική Απόφαση της 09-06-2017 (που πάντως δεν περιποιεί τιμή στο συγκεκριμένο Υπουργείο) είχε προηγηθεί κατά μισό χρόνο. Όμως, έστω και εκ των υστέρων, τίθεται εκ των πραγμάτων, ένα δεύτερο ερώτημα που απευθύνεται στους κυβερνητικούς-κρατικούς αλλά και στους κομματικούς παράγοντες, όσους τουλάχιστον εμπλέκονται σ’ αυτή την θλιβερή ιστορία: Συμφωνούν ή όχι με τις πολιτικές επιλογές που υποδεικνύει για τα συγκεκριμένα ζητήματα ο Πρωθυπουργός της χώρας στην πρόσφατη ομιλία του; Και αν συμφωνούν, τι προτίθενται να πράξουν ως διορθωτική κίνηση για τον Νομό Ρεθύμνου;
Είναι κρίμα για τόσο σοβαρά ζητήματα να εφαρμόζονται βαθειά συντηρητικές πολιτικές που εκτός του γεγονότος ότι εκθέτουν τον Πρωθυπουργό, επιπλέον επηρεάζουν αρνητικά την εικόνα άλλων υπουργείων της ίδιας κυβέρνησης, τα οποία κατά κοινή ομολογία κάνουν εξαιρετική δουλειά σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες (Υπουργεία Υγείας, Πολιτισμού κλπ).
Μία (οφειλόμενη) εξήγηση και μία πρόταση
Οφείλω να αναγνωρίσω ότι από συστάσεώς της σε σώμα, η νεοεκλεγμένη Νομαρχιακή Επιτροπή Ρεθύμνου του ΤΕΕ Δυτικής Κρήτης μας έχει δώσει ενδιαφέροντα και ενθαρρυντικά δείγματα γραφής ως προς τις απόψεις της για τον ρόλο του ΤΕΕ ως Τεχνικού Συμβούλου των θεσμών του Νομού, αλλά και για τις προθέσεις της όσον αφορά στην ενεργό συμμετοχή των συναδέλφων στις διαδικασίες που έχει δρομολογήσει.
Με αυτά τα δεδομένα, θα πρότεινα ως μηχανικός και ως Ρεθεμνιώτης, να αναλάβει το ΤΕΕ σε συνεργασία με τους συλλόγους Αρχιτεκτόνων και Τοπογράφων Μηχανικών, την οργάνωση ανοιχτού διαλόγου μεταξύ όλων των φορέων που έχουν σχέση με το πρόβλημα της οικιστικής πίεσης που δέχεται η βόρεια παραλιακή ζώνη του Νομού. Αν όπως ελπίζω, γίνει αποδεκτή η πρότασή μου, ο τοπικός τύπος θα αποτελέσει τον ιμάντα ενημέρωσης των συμπολιτών μας, (χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζω την σημασία των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης).
Η ελπίδα όπως μας έχουν μάθει, πεθαίνει τελευταία. Στην περίπτωσή μας, για να συμβεί αυτός ο θάνατος, θα πρέπει να προηγηθεί ένας άλλος, αυτός της πανέμορφης παραλιακής μας ζώνης, δηλαδή η μετατροπή της σε Μάλλια. Ας ελπίσουμε ότι θα προλάβουμε αυτόν τον κρίσιμο πρώτο θάνατο.
* Ο Γιώργος Οικονόμου είναι τοπογράφος μηχανικός
Ρέθυμνο 15-02-2018