[Εκδοτικές Επιχειρήσεις Καλαϊτζάκης Α.Ε., Ρέθυμνο 2014, σχ. 8ο (26Χ21), σσ. 309]
• Τα καφενεία του παλιού Ρεθύμνου μέσα από την τοπική λογοτεχνία, την ιστορία, τον τοπικό Τύπο, τον φωτογραφικό φακό και τις αφηγήσεις
Το παρουσιαζόμενο, με το σημείωμά μας αυτό, βιβλίο του κ. Χάρη Καλαϊτζάκη, συντ. δικηγόρου, με τίτλο «Τα δικά μας καφενεία» και υπότιτλο «Τα καφενεία του παλιού Ρεθύμνου μέσα από την τοπική λογοτεχνία, την ιστορία, τον τοπικό Τύπο, τον φωτογραφικό φακό και τις αφηγήσεις», είναι καρπός πολύτιμος του 25ου Κυνηγιού του Θησαυρού (2014), το οποίο έδωσε τη νίκη στην ομάδα των «Μαλαγάνων», στην οποία ανήκει και ο συγγραφέας με τη σύζυγό του. Ενός παιγνιδιού που, ομολογουμένως, έχει πολλά προσφέρει, τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια που παίζεται, στη γνώση της Ιστορίας του τόπου κυρίως από τους νεότερους. Το βλέπω, κάθε χρόνο, από την αγωνία που διακατέχει τους κυνηγούς να ερωτούν με επανειλημμένα τηλεφωνήματά τους και να αναζητούν ό,τι καινούριο και παλιό βιβλίο υπάρχει και κινείται στην αγορά ή στις βιβλιοθήκες σχετικό με το Ρέθυμνο και την Ιστορία του. Ο ενθουσιασμός, λοιπόν, αυτός της νίκης είναι που ώθησε τον φίλο Χάρη Καλαϊτζάκη, αλλά και τη γυναίκα του, τη Ρούλα (έχουμε προσωπική αντίληψη του πόσο γενναία η Ρούλα Καλαϊτζάκη έτρεξε και μόχθησε μαζί με τον αγαπημένο σύντροφό της στη δημιουργία αυτού του αξιόλογου βιβλίου). Μακάρι, αλήθεια, την προσπάθειά τους να μιμηθούν κι άλλες ομάδες του Κυνηγιού, με ανάλογα θέματα Τοπικής Ιστορίας. Το αποτέλεσμα, ομολογουμένως, θα είναι εκπληκτικό! Το παιγνίδι, είναι αλήθεια ότι έχει αναδειχθεί σε έναν πετυχημένο θεσμό, που έχει λατρέψει το Ρέθυμνο και πρέπει, γι’ αυτό, να συνεχιστεί και καλλιεργηθεί περαιτέρω με προσπάθειες δημιουργικές και παραγωγικές, όπως και η παρούσα.
Ο λόγος, λοιπόν, για το… πρωτόλειο, το πρώτο βιβλίο του φίλου Χάρη Αντ. Καλαϊτζάκη, με τίτλο «Τα δικά μας καφενεία», ένα βιβλίο 310 σελίδων μεγάλου μεγέθους (αγγίζει το 4ο), που μόνο για… πρωτόλειο έργο δεν φαίνεται να μοιάζει. Γιατί, πρέπει να το ομολογήσω, ότι σπάνια συναντάς πρωτόλειο έργο της τελειότητας του παρόντος. Ο Χ. Καλαϊτζάκης, εμφανώς, είχε ένα σπουδαίο τάλαντο, ένα θείο δώρο καλά κρυμμένο μέσα του. το δώρο της συγγραφής και μάλιστα της ερευνητικής συγγραφής. Είναι κρίμα να θάπτονται τέτοια ταλέντα! Γι’ αυτό και ο Χ. Καλαϊτζάκης υποχρεούται, από σήμερα, να συνεχίσει και μάλιστα δυναμικά, σε έναν χώρο όπου πολλά υπόσχεται ότι μπορεί να προσφέρει. Και μπορώ μετά πεποιθήσεως να ομολογήσω ότι ναι μεν το βιβλίο αυτό -λόγω των αναγκών του «Παιγνιδιού»- μπορεί να βγήκε σε χρόνο ρεκόρ, όμως, με τη γυναίκα του, τη Ρούλα, έτρεξαν τόσο πολύ και τόσο μεθοδικά, που δεν άφησαν πηγή (γραπτή ή προφορική) ανεξερεύνητη. Δεκάδες είναι οι πληροφορητές τους, πλουσιότατες οι πηγές και, το κυριότερο, σωστά εντοπισμένες και πλήρως αξιοποιημένες.
Πρόκειται για μια δουλειά που, σαφώς, έχει γίνει με πολύ ζήλο και μεράκι. Από τη λεπτομερή συγκέντρωση των στοιχείων και την οργάνωση αυτών, από τον διεισδυτικό και καταπληκτικό Πρόλογο και τα λοιπά κείμενα της συγγραφής, στα οποία, σαφώς, εμφανίζεται εξαιρετική λογοτεχνική χάρη, σπουδαία ικανότητα ερευνητικής διείσδυσης, πλούσια και όμορφα συναισθήματα για τον τόπο. Το καφενείο, αυτή η «Βουλή» των Ελλήνων και ο καλύτερος -σύμφωνα με τον συγγραφέα- «μαρτυριάρης» της ζωής του τόπου, δίνει τη δυνατότητα στον συγγραφέα να αναπτυχθεί στον πολιτικό και πολιτιστικό περίγυρο του τόπου του και, προχωρώντας και πάρα πέρα, από το καθαυτό «κυνήγι», να αφήσει ένα ενδιαφέρον στίγμα, μια παρακαταθήκη στην ιστορία, ερευνώντας τη δημιουργία, τη διαδρομή και την εξέλιξη των παλαιών καφενείων του Ρεθύμνου από συστάσεως της πόλης μας ως ενός οργανωμένου κοινωνικού ιστού, δηλαδή από τα χρόνια της Ενετοκρατίας, της Τουρκοκρατίας, της Κρητικής Πολιτείας, του Μεσοπολέμου, της Γερμανικής Κατοχής και της Νεότερης, μέχρι και τα τέλη του περασμένου αιώνα, περιόδου.
Η δομή της μελέτης ξεκινά με αναφορά στην ιστορία του καφέ και των καφενείων (που εκτείνεται στις πρώτες σαράντα, περίπου, σελίδες του βιβλίου), εξειδικεύοντας, στη συνέχεια, την ιστορία και τη λειτουργία των καφενείων του Ρεθύμνου, με μιαν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αναδρομή και στην ιστορία του τόπου, σε συνάρτηση, πάντα, με τα καφενεία. Ακολουθεί η χωροταξική κατάταξη των καφενείων κατά περιοχές. δηλαδή, του Λιμανιού, του Πλατάνου, της Αρκαδίου – προκυμαίας, του Αγνώστου Στρατιώτη, των Τεσσάρων Μαρτύρων, της νεότερης πόλης από του Κόρακα την Καμάρα μέχρι τον Κουμπέ, των Περιβολίων – Μισιρίων – Πλατανέ – Τσεσμέ. Ο Χ. Καλαϊτζάκης το κάθε καφενείο το εμπλουτίζει με αρκετά στοιχεία και φωτογραφικό υλικό, που τα «ξετρυπώνει» από τα πιο απίθανα μέρη. Πολλά ιστορικά ανέκδοτα, περαιτέρω, ρίχνουν πλούσιο το «αλατάκι» τους στην εξιστόρηση, γλυκαίνοντας την εργασία και τονώνοντας ευχάριστα τη φαντασία του αναγνώστη.
Είναι γεγονός ότι μέσα από την παραπάνω καταγραφή περνά όλη η ζωή του παλιού Ρεθύμνου, κάτι που φαίνεται και από το κομψά σχεδιασμένο εξώφυλλο με τα κάρα, το βενετσιάνικο ρολόι, τη Μεγάλη Πόρτα, αλλά και τις λοιπές φωτογραφίες του βιβλίου που κοσμούν και αποπνέουν όλες μαζί, συνολικά, το σπάνιο άρωμα της ταυτότητας του παλιού Ρεθύμνου. Ενώ, λοιπόν, θέμα του βιβλίου είναι τα καφενεία του παλιού Ρεθύμνου, όμως, ο συγγραφέας επεκτείνεται εξαιρετικά και καταπιάνεται με όλη την ιστορία του τόπου, διαχρονικά, από την Ενετοκρατία και, κυρίως, την Τουρκοκρατία μέχρι σήμερα, παραθέτοντας άφθονα γενικά ιστορικά και πολιτισμικά στοιχεία από την καθημερινή ζωή και τον πολιτισμό του παλιού Ρεθύμνου, χωρίς, πάντως, ουδαμού να πλατειάζει ή να μακρηγορεί. Έστωσαν παραδείγματα ικανά επ’ αυτού η πλατεία του Αγνώστου Στρατιώτου, η οδός Αρκαδίου και η διαχρονική πλατεία των αγίων Τεσσάρων Νεομαρτύρων, σημεία στα οποία ο συγγραφέας επεκτείνεται σημαντικά, κάνοντας ειδικότερες αναφορές τόσο για το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη και την εκκλησία των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, όσο και για τα Χασαπιά, αντίστοιχα. Επιχειρεί, περαιτέρω, ταυτοποιήσεις άγνωστων σήμερα καφενείων, γνωστών μόνον από τους περιηγητές ή από ιστορικές και λογοτεχνικές (Π. Πεβελάκης) πηγές, επιβεβαιώνοντας τις ταυτοποιήσεις του, στη συνέχεια, και από άλλες πηγές και μαρτυρίες, αλλά και σοβαρές προσωπικές εκτιμήσεις, ώστε το κείμενό του, τελικά, να σου εμπνέει εμπιστοσύνη για την ακρίβεια των παρατιθέμενων πληροφοριών, πάντα καλώς εξακριβωμένων και πολλαπλώς διασταυρωμένων.
Πιστός τηρητής της συγγραφικής δεοντολογίας ο Χ. Καλαϊτζάκης κάνει πιστές και ακριβείς παραπομπές και αναφορές στις δεκάδες των βιβλίων που χρησιμοποίησε και των συμπολιτών που του έδωσαν πληροφορίες και, φυσικά, στο διαδίκτυο το οποίο επιμελώς αλλά και εκτενώς αξιοποίησε. Οι λεζάντες των φωτογραφιών του πλουσιότατες σε στοιχεία καταγράφουν και ανασταίνουν μαζί με τις φωτογραφίες εκατοντάδες παλιούς Ρεθεμνιώτες, που μας μεταφέρουν όλο το άρωμα και τον παλμό του παλιού Ρεθύμνου.
Με το παρόν έργο του Χάρη Καλαϊτζάκη μπορούμε πια να αφουγκραστούμε βαθύτερα την ανάσα του Ρεθέμνους της προδιαγραφείσας περιόδου. Από τα κείμενά του αποπνέεται άρωμα γλυκιάς ανάμνησης, ευαισθησίας, αγάπης και ανθρωπιάς που επεκτείνεται, περαιτέρω, σ’ ένα τρυφερό, μοναδικό σφιχταγκάλιασμα με το τόπο, τους ανθρώπους του, τα έργα, τις αξίες και τις δραστηριότητές τους. Ανθρώπων που έζησαν πολύ κοντά μας, δίπλα μας και παραμένουν ακόμα οι ήχοι τους ζεστοί και ξεκάθαροι στα αυτιά μας, όμως, σε πολλές περιπτώσεις, κυριολεκτικά χάνονται και σβήνουν. Φταίει, φυσικά, η ανθρώπινη μνήμη που εξασθενεί, φταίνε, όμως, και οι πολυπρόσωπες-απρόσωπες σύγχρονες κοινωνίες και η εξαντλητική πολυπραγμοσύνη στην οποία αυτές μας υποβάλλουν.
Μετά απ’ όλα αυτά, θεωρούμε ότι ο συμπολίτης, συντ. δικηγόρος, Χάρης Αντ. Καλαϊτζάκης είναι άξιος του «δικαίου επαίνου» αλλά και της αγάπης όλων μας, για όσα πολύτιμα στοιχεία-μνήμες προσωπικές, πρόσωπα, γεγονότα και αξίες μας διέσωσε με το βιβλίο του αυτό, που αποτελεί, τωόντι, ένα περισπούδαστο χρονικό για το τόπο μας της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Είχε ο Χάρης Καλαϊτζάκης βαθιά μέσα του τη συναίσθηση της ευθύνης και ο κίνδυνος της λησμονιάς είναι που βάρυνε περισσότερο στη ζυγαριά της αυτοκριτικής του. Και θεωρούμε ότι η εκπλήρωση αυτής της επιθυμίας αποτελεί, σήμερα, γι’ αυτόν την πιο μεγάλη ικανοποίηση κι ανταμοιβή.