Είναι πολλές οι γυναικείες μορφές του Ρεθύμνου που με έχουν εντυπωσιάσει. Μια όμως με έχει γεμίσει ποικίλα συναισθήματα. Ίσως επειδή την έχουν παρουσιάσει τόσο ξεχωριστά και εμπνευσμένα η κ. Μαρία Τσιριμονάκη και ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης σε αντίστοιχες εργασίες για τις προσωπικότητες του τόπου. Ίσως πάλι επειδή ο Μιχαήλ Μ. Παπαδάκις ξετυλίγει και προσωπικές πτυχές που δείχνουν μια αφοσίωση της γυναίκας αυτής στις επιλογές και τις αξίες που τιμούσε μέχρι το τέλος της ζωής της
Έτσι με ξεχωριστή αγάπη θα σκιαγραφήσω σήμερα την εκπαιδευτικό Χρυσή Αθανασιάδου, μια γυναικεία μορφή, που ελάχιστοι πια θα θυμούνται
Ο Μιχαήλ Παπαδάκις αναφέρει χρόνο γέννησης το 1870, η κ. Μαρία Τσιριμονάκη και ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης συμφωνούν στο 1882, είναι φυσικό επομένως αφού η Χρυσή Αθανασιάδου, πέθανε το 1971 σε βαθειά γεράματα να μην υπάρχουν πια πολλοί από τους μαθητές της .
Μια ατημέλητη γυναίκα
Το πρώτο κέντρισμα για ν’ ασχοληθώ ήταν μια παράγραφος στο πολύτιμο βιβλίο του κ. Γιώργου Εκκεκάκη, για τους σημαντικούς Ρεθεμνιώτες που αναφερόμενος στη Χρυσή Αθανασιάδου γράφει:
«Όσοι γνωρίσαμε την ψηλή και ατημέλητη ηλικιωμένη γυναίκα αισθανθήκαμε έκπληξη μπροστά στις φωτογραφίες που τη δείχνουν στα νιάτα της …»
Ποια ήταν όμως η Χρυσή Αθανασιάδου που ο κ. Εκκεκάκης χαρακτηρίζει ακόμα άνθρωπο με ασυνήθιστο αντικομφορμισμό και έντονη προσωπικότητα;
Μας απαντά το δημοσίευμα-νεκρολογία του Μιχαήλ Μ. Παπαδάκι στην εφημερίδα «ΒΗΜΑ», 18 Ιουλίου του 1971, αλλά μάς προσθέτει στοιχεία και η κ. Μαρία Τσιριμονάκη που κάνει εκτενή αναφορά στην οικογένεια Αθανασιάδη στο βιβλίο της «Εν Ρεθύμνω…»
« Η τελευταία της εποχής της δεν ζει στο Ρέθυμνο και κανένας άλλος που να γεννήθηκε στα 1870» γράφει ο Παπαδάκις.
Πατέρας της ο δικηγόρος Γεώργιος Αθανασιάδης από αρχοντική οικογένεια, με ρίζες στο Μιξόρρουμα Αγίου Βασιλείου, ευγενής και υποχρεωτικός άνθρωπος, άριστος νομικός και κάτοχος της τουρκικής γλώσσας, της αραβικής και της περσικής ήταν το μεγαλύτερο παιδί της οικογένειας και μέσα στο αυστηρό συντηρητικό και θρησκευόμενο περιβάλλον πήρε η Χρυσή, μια ανάλογη ανατροφή και νοοτροπία
Η μόρφωσή της σημαντική .
Αρσάκειο, μεταπτυχιακά στο πανεπιστήμιο, στη φιλοσοφική σχολή, γαλλικά και γερμανικό Ινστιτούτο
Παντού διακρίνεται για την επίδοσή της. Αποδεικνύεται άξια των προσδοκιών του πατέρα και της οικογένειας ευρύτερα.
Εδώ η κ. Τισιριμονάκη μάς φωτίζει άγνωστες πλευρές από τη ζωή της Αθανασιάδου επισημαίνοντας ότι οι σπουδές έγιναν κάτω από δύσκολες συνθήκες. Φύση αγωνιστική και ασυμβίβαστη η Χρυσή, φαίνεται να ακολουθεί την ιδεολογική παράδοση της οικογένειας που διαδραματίζει ηγετικό ρόλο στην αντιβενιζελική παράταξη.
Έτσι η νεαρά εξοστρακίζεται κατά κάποιο τρόπο και σαν πολιτική εξόριστη εκμεταλλεύεται τον χρόνο στην Αθήνα για να ολοκληρώσει τις σπουδές της στο εύρος που προαναφέραμε.
Εργάζεται στο Αμαλίειον ορφανοτροφείο στο οποίο αργότερα θα κάνει και κληροδότημα και παράλληλα ασχολείται με την παράδοση, τόσο ενεργά ώστε να εκλεγεί το ίδιο διάστημα «τακτικός εταίρος» της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας.
Αργότερα υπηρετεί στην Πάτρα και μόλις το επέτρεψαν οι κυβερνητικές αλλαγές η Χρυσή επιστρέφει στο Ρέθυμνο και διδάσκει στο Παρθεναγωγείο
Ευρυμάθεια, ήθος, εντιμότητα
Η ευρυμάθεια, το ήθος και ο χαρακτήρας της φαίνεται ότι κερδίζουν την εκτίμηση του τότε επισκόπου Διονυσίου Καστρινογιαννάκη, που τη θεωρεί «πνευματική του κόρη» και αναπτύσσεται ανάμεσά τους μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αλληλογραφία, όπου ο επίσκοπος καταθέτει πολλούς από τους προβληματισμούς του στην 24χρονη τότε Χρυσή, με την ανάγκη ενός ανθρώπου να μοιράζεται με το πνευματικό του παιδί θέματα που τον απασχολούν, εθνικά, πολιτικά , προσωπικά.
Μέσα σ’ αυτά και το κρητικό ζήτημα, η πολυπόθητη ένωση με την Ελλάδα. Ο επίσκοπος, σημειώνει η κ. Τσιριμονάκη, διαφωνεί με την πολιτική και τους χειρισμούς του πρίγκιπα αρμοστή και το καταθέτει στην Χρυσή. Προσπαθεί να την πείσει επειδή εκείνη, όπως ολόκληρη η οικογένειά της είναι αντιβενιζελική. Τελικά δεν κατορθώνει παρά την ισχυρή του επιχειρηματολογία να την φέρει κοντά στις απόψεις του. Απόλυτη ήταν πάντα η Χρυσή. Και το έδειξε για μια ακόμα φορά στη διάρκεια της φιλίας της με τον επίσκοπο, αν και του έχει ανοίξει την καρδιά της για το μεγάλο αίσθημα που κυριαρχεί μέσα της για μια μεγάλη μορφή των γραμμάτων και του πνεύματος.
Δεν υπάρχει λόγος αναφοράς ονομάτων, αν και ο Μιχαήλ Παπαδάκις είναι πολύ αποκαλυπτικός στο δικό του δημοσίευμα.
Ανεκπλήρωτος έρωτας
Σημασία έχει ότι ο έρωτας αυτός που έμεινε ανεκπλήρωτος, πλήγωσε βαθειά τη Χρυσή, την οποία προσπαθεί στις επιστολές του να παρηγορήσει ο επίσκοπος.
Εστιάζει στη σημασία της συγγνώμης όσο κι αν είναι αθεράπευτη τραυματική εμπειρία η αθέτηση μιας υπόσχεσης.
Εκείνη όμως φαίνεται πως δεν μπορεί να ξεπεράσει την αισθηματική αυτή απογοήτευση κι όταν ο δεσπότης της εύχεται μια μέρα να τη δει θαυμάσια αποκατεστημένη εκείνη του εκμυστηρεύεται ότι δεν πρόκειται να παντρευτεί. Όπως κι έγινε.
Μονόπλευρος έρωτας;
Ο Μιχαήλ Παπαδάκις αναφέρεται στον έρωτα αυτό τονίζοντας ότι ο σπουδαίος εκείνος άνθρωπος που είχε ερωτευθεί με πάθος η Χρυσή δεν έμαθε ποτέ τίποτε για το φλογερό αυτό αίσθημα.
Εκτιμούσε βαθιά την οικογένειά της, αναφερόταν με μεγάλο σεβασμό στον πατέρα της, αλλά δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι η Χρυσή τον αγαπούσε με όλη τη δύναμη της νεανικής καρδιάς της.
Άλλα χρόνια εκείνα και μάλιστα η αδυναμία των ανθρώπων, λόγω συνθηκών, να εκφράσουν τα συναισθήματά τους έκανε αρκετούς νέους δυστυχισμένους.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Μιχαήλ Παπαδάκις, ο εκλεκτός της Χρυσής όχι μόνο δεν κατάλαβε ποτέ το φλογερό της αίσθημα, αλλά αντίθετα πίστευε πως παραείναι σοβαρή για την ηλικία της και την έκρινε εντελώς ακατάλληλη για να ερωτευθεί. Έτσι όπως αφορίζουμε κάθε άνθρωπο που κλείνεται στον εαυτό του φοβούμενος την απόρριψη.
Αλλαγή πλεύσης
Απογοητευμένη λοιπόν η Χρυσή Αθανασιάδου έπαψε να ενδιαφέρεται για τις χαρές της ζωής
Η απογοήτευση επηρέασε βαθιά και τον χαρακτήρα της. Κλείστηκε στον εαυτό της. Αδιαφορούσε για την εμφάνισή της, δεν την ενδιέφερε η γνώμη των άλλων, ήταν πολέμια των μικτών σχολείων και εξαιρετικά καχύποπτη με τις σχέσεις των δυο φύλων. Η αυστηρότητα αυτή της στέρησε την αγάπη των άλλων , επειδή την εκτίμηση κανένας δεν μπορούσε να της στερήσει ποτέ, λόγω παιδείας και εξαιρετικής εκπαιδευτικής ικανότητας. Έτσι απόμακρη όμως καθώς γινόταν με τα χρόνια, κλείνοντας την πόρτα της καρδιάς της, έχανε τη ζεστασιά της ανθρώπινης σχέσης, της φιλίας, της κοινωνικής επαφής.
Αφοσίωση στη μελέτη
Η αντικοινωνικότητά της αυτή την έκανε να αφοσιωθεί στη μελέτη. Και με τα χρόνια είχε αποκτήσει την καταξίωση της βαρύνουσας γνώμης σε κάθε ζήτημα.
Ήταν η προσωποποίηση ενός θηλυκού Νέστορα, μόνο που είχε ξεχάσει κάθε χαρά της ζωής ακόμα και να χαμογελά.
Η αναχώρηση όλο και περισσότερων από τις γενιές των μαθητριών της, οδηγεί στη λήθη περιστατικά που άλλες εποχές τα διηγιόνταν οι κυρίες στα παιδιά και στα εγγόνια τους κι εκείνα έφριτταν από την αυστηρότητα που πολλές φορές έφθανε τα όρια της υπερβολής. Κι όπως ακούγεται, ελάχιστοι εκπαιδευτικοί ασπάστηκαν αργότερα τις παιδαγωγικές της μεθόδους.
Ένα χαριτωμένο περιστατικό που σκιαγραφεί το χαρακτήρα της περιέχεται στην αφήγηση που έκανε ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης στην κ. Μαρία Τσιριμονάκη για τις ανάγκες του βιλίου της.
Τα καλοκαίρια στου Αριστόδημου
Ο εκλεκτός μας ιστοριοδίφης και λόγιος ήταν βαφτισιμιός του Αριστόδημου Χατζηδάκη, πατέρα της κ. Τσιριμονάκη, που διατηρούσε βιβλιοπωλείο στην οδό Αρκαδίου. Αργότερα στο ίδιο βιβλιοπωλείο λειτουργούσε και Κέντρο Τύπου. Τα καλοκαίρια ο πατέρας Εκκεκάκης έστελνε το γιο του για απασχόληση εκεί, προκειμένου να μην τριγυρνά στους δρόμους.
Από τις καθημερινές επισκέπτριες ήταν η Χρυσή Αθανασιάδου. Έμπαινε μέσα, κάθε απόγευμα, ξεχνώντας και να χαιρετίσει μερικές φορές, αλλά ο Αριστόδημος ήξερε τον χαρακτήρα της και δεν την παρεξηγούσε ποτέ. Με ένα νόημα ο μικρός βοηθός του, μετέφερε σε ένα τραπεζάκι όλες τις εφημερίδες που ενδιέφεραν τη Χρυσή. Εκείνη αφοσιωνόταν για αρκετή ώρα στη φυλλομέτρηση σαν να μην υπήρχε άλλος στο κατάστημα. Έπειτα διάλεγε τα έντυπα που θα αγόραζε και έφευγε το ίδιο αγέρωχη όπως είχε μπει.
Κάποτε λέγεται πως ο Αριστόδημος Χατζηδάκης έπαιρνε το θάρρος να την πειράξει. Με τα χρόνια την άφηνε στην ησυχία της, σεβόμενος αυτή την αύρα πικρίας που διέκρινες στην ψηλή επιβλητική φιγούρα της.
Μια γενναιόδωρη γυναίκα
Η εμφάνισή της τα Σάββατα σήμαινε συναγερμό χαράς για τους μικρούς βοηθούς. Ήταν η μέρα που η αυστηρή καθηγήτρια θα τούς έδινε το χαρτζηλίκι τους για τις υπηρεσίες που της είχαν προσφέρει όλη την εβδομάδα.
Και όταν ερχόταν η μεγάλη στιγμή δεν ήξεραν πως να την ευχαριστήσουν για τη γενναιοδωρία της. Γιατί όσο αγέλαστη κι αν φαινόταν, τόσο τρυφερή ήταν με τα παιδιά. Κι ας φρόντιζε να κρύβει επιμελώς και αυτά της τα συναισθήματα.
Μια μέρα παρόντος και του κορυφαίου της πολιτιστικής ζωής του Ρεθύμνου Πολύβιου Τσάκωνα, ενώ η Χρυσή αδιάφορη μελετούσε τις εφημερίδες, μπήκε ένας νεαρός δικηγόρος, συνεπαρχιώτης της Αθανασιάδου, που είχε δώσει πρόσφατα μια διάλεξη στο τζαμί της Μεγάλης Πόρτας για τη γαλλική επανάσταση. Και η άποψή του κοντολογίς ήταν πως η γαλλική επανάσταση ήταν η αφετηρία της αφύπνισης των λαών.
Όλο το πνευματικό Ρέθυμνο -σημειωτέον- είχε χαρακτηρίσει την ομιλία αυτή απόλυτα επιτυχημένη. Και ο καημένος ο δικηγόρος περίμενε ν’ ακούσει τα ίδια εγκώμια στο βιβλιοπωλείο που είχε εκείνη την ώρα τόσο εξέχουσες μορφές του Ρεθύμνου. Λογάριαζε όμως χωρίς τη Χρυσή που χωρίς να υπολογίσει ούτε την παρουσία του Τσάκωνα που σκεφτόσουν ακόμα και να τον ατενίσεις, τόσο σεβασμό προκαλούσε, γύρισε και είπε στο νεαρό δικηγόρο:
«Η ομιλία σου ήτο πλήρης …ανοησιών. Η γαλλική επανάσταση πήγε να σώσει τους Γάλλους και τους έσφαξε. Όλοι οι άνθρωποι του πνεύματος κατακρεουργήθηκαν κι έμειναν μερικοί τυχοδιώκται, οι οποίοι με το να διεκδικούν την εξουσίαν, εξαφάνισαν και το υπόλοιπον του ζωτικού πληθυσμού της Γαλλίας. Και το σπουδαιότερον κακόν της επανάστασης ήτο ότι εγέννησε τον Ναπολέοντα. Αυτός έκαμε εντυπωσιακούς πολέμους, εθανάτωσε τους νέους της Γαλλίας, έκαμε τους άλλους να παραφρονήσουν ενώ δε αι νέαι πιεζόμεναι από την πενίαν, επλήρωσαν τα παγκόσμια χαμαιτυπεία. Και εκεί τας ευρίσκετε σήμερον …»
Ενώ μιλούσε με το χειμαρρώδη της λόγο, είχε αφήσει τους πάντες άναυδους.
Η Χρυσή δεν έδωσε σημασία. Αγέρωχη, όπως πάντα, πήρε τις εφημερίδες της και απεχώρησε. Το ίδιο πάντα απόλυτη αλλά με επιχειρήματα. Ήταν μοναδικός αυτός ο τρόπος που εκφραζόταν η Χρυσή Αθανασιάδου και σίγουρα αν ήταν δικηγόρος δεν θα ήθελε κανένας να την έχει αντίδικο.
Η γνώμη της για τους μεγάλους
Πως σχολίαζε άραγε τις προσωπικότητες της εποχής της;
Δεν αμφισβητούσε το κύρος και τις ικανότητες του Ελευθερίου Βενιζέλου, τον οποίο και αναγνώριζε ως ένα μεγάλο πολιτικό. Δεν μηδένιζε τις αρετές του όταν αναφερόταν σ’ αυτόν. Απλά τον θεωρούσε ικανό για όλα, προκειμένου να πετύχει το σκοπό του. Κι αυτό την ενοχλούσε.
Για το στρατηλάτη Κωνσταντίνο πίστευε, απλά, ότι ήταν πειθήνιο όργανο της Σοφίας.
Άφησε εποχή
Το πέρασμά της από το διδακτικό προσωπικό μέσης εκπαίδευσης άφησε εποχή. Ακόμα και στο βαθύτατο γήρας που αξιώθηκε να φθάσει ο λόγος της ήταν συμβόλαιο. Δεν αδίκησε ποτέ κανέναν.
Αντίθετα ήταν πάντα κοντά σε κάθε αναξιοπαθούντα χωρίς ποτέ να επιτρέπει σε κανένα να διακρίνει και να επαινέσει τον ευαίσθητο άνθρωπο που έκρυβε εκείνο το ατημέλητο και τόσο αυστηρό παρουσιαστικό. Ήταν πρότυπο χριστιανής. Ανακούφιζε την ανθρώπινη δυστυχία χωρίς ποτέ να δώσει δικαίωμα σε κανένα να γνωρίζει τις πράξεις αγάπης και αγαθοεργίας που είχε κάνει τρόπο ζωής.
Πόσο δίκιο είχε ο επίσκοπος Καστρινογιαννάκης όταν της έλεγε πως «είσαι ακριβώς το αντίθετο από ότι θέλεις να φαίνεσαι ότι είσαι …».
Είναι εμφανές πως είχε τόσο πληγωθεί στη ζωή της που προσπαθούσε να θωρακίσει την ευαισθησία που τη διέκρινε πίσω από την τόσο αυστηρή και απόμακρη στάση ζωής που τη χαρακτήριζε.
Μισό σχεδόν αιώνα στην εκπαίδευση
Για 45 χρόνια υπηρέτησε στα σχολεία θηλέων προσφέροντας γνώση και ως δασκάλα και ως καθηγήτρια ενώ ήταν και αρκετά χρόνια διευθύντρια.
Σωστή αμαζόνα
Ο Αντώνιος Κ. Σταυριανάκης, στη νεκρολογία που υπογράφει στον τοπικό τύπο, αναφέρει για τη μητέρα του που έλεγε για τη Χρυσή, κουνώντας με θλίψη το κεφάλι όταν την έβλεπε στα γεράματά της: «Να τη γνώριζες παιδί μου στα νιάτα της με τη λεβεντιά της, την ομορφιά της, την αρχοντιά της και την σβελτοσύνη της, ήτο μια σωστή αμαζόνα. Μύγια δεν άγγιζε το σπαθί της».
Κοντά στο τέλος
Τα τελευταία χρόνια της ζωής της η Χρυσή Αθανασιάδου τα πέρασε έτσι όπως ήθελε να ζει. Αυστηρά επιλεκτική με τους ανθρώπους που ήθελε να συζητήσει κάτι μαζί τους, απόμακρη με τους υπόλοιπους, σχεδόν αγέλαστη πάντα.
Η αγάπη της, η συντροφιά της, το πάθος της, ήταν η καθημερινή μελέτη εφημερίδων και περιοδικών ενώ δεν έχανε αρκετές ραδιοφωνικές εκπομπές που είχαν κερδίσει το ενδιαφέρον της.
Μέχρι που κατέπεσε στο κρεβάτι κι έτσι τη βρήκε ο θάνατος με «χριστιανά» τα τέλη της ζωής της και ειρηνικά. Όπως άξιζε σε μια τόσο σημαντική μορφή που άφησε φωτεινή επίγεια πορεία στην εκπαίδευση και τίμησε μέχρι τα βαθιά γεράματα την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά.