Ο έλεγχος του χημικού οπλοστασίου της Συρίας έχει ολοκληρωθεί και όπως αναφέρει η Deutsch Welle: «τώρα αρχίζει η πραγματική δουλειά». Το σχέδιο της διεθνούς κοινότητας δυστυχώς έχει πάρει «στραβή» πορεία. Η μια χώρα μετά την άλλη (Γαλλία, Γερμανία, Νορβηγία, Βέλγιο, Αλβανία) έχουν ήδη απορρίψει την καταστροφή των χημικών όπλων, επικαλούμενες «έλλειψη υποδομών». Πρόκειται για χώρες οι οποίες τα τελευταία χρόνια είχαν αναλάβει με τη σωστή τεχνολογία την καταστροφή χημικών όπλων.
Χημικό οπλοστάσιο της Συρίας
Η Συρία, σε μια αναδρομή των τελευταίων δεκαετιών, είναι γνωστό ότι έχει ένα από τα πλέον σύγχρονα χημικά οπλοστάσια. Στο χημικό οπλοστάσιο της χώρας ανήκουν, όπως τουλάχιστον αναφέρουν έγκυρες πηγές του ΟΗΕ και του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων, μεταξύ άλλων, βαλλιστικά βλήματα εδάφους-εδάφους με χημικές κεφαλές, ρουκέτες, βόμβες και βλήματα πυροβολικού. Εξ’ αυτών, οι κεφαλές με χημική γόμωση, όπως οι ρουκέτες, τα βαλλιστικά βλήματα ή τα βλήματα του πυροβολικού, είναι με τέτοιο τρόπο κατασκευασμένες, ώστε η διάταξή τους να διαθέτει έναν ιδιαίτερο χώρο, είτε ενιαίο στον οποίο τοποθετείται ένας χημικός παράγοντας, είτε δυαδικό με δύο κεφαλές όπου περιέχονται δύο «πρόδρομες» χημικές ουσίες και οι οποίες κατά την εκτόξευση του όλου μίγματος αναμιγνύονται.
Τα δε συριακά βαλλιστικά βλήματα εδάφους- εδάφους (γνωστά ως Scub B, Scub C και SS-21) μπορούν ακόμη να φέρουν συμβατικές και χημικές κεφαλές.
Πέραν τούτου ο ανεπίσημος εξοπλισμός του χημικού οπλοστασίου της Συρίας περιλαμβάνει:
-1.250 τόνους χημικών όπλων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα δηλητηριώδη και τοξικά αέρια, «Σαρίν» και το «αέριο της μουστάρδας».
-1.230 τόνους «πρόδρομων» χημικών ενώσεων, που είχαν αποθηκευτεί και σε επόμενο στάδιο προορίζονταν για τη σύνθεση του τελικού προϊόντος.
Ανάλογος εξοπλισμός που αφορά κυρίως σε «πρόδρομες» χημικές ενώσεις έχει προμηθευτεί από αρκετές χώρες όπως π.χ. την πρώην Σοβιετική Ένωση, την Κίνα (χημικοί παράγοντες, χημικά όπλα, βλήματα με χημικές κεφαλές) και από εταιρείες της Δυτικής Ευρώπης.
Άγνωστες όμως παραμένουν οι πηγές των προμηθευτών, το είδος και φυσικά η ποσότητα των χημικών ουσιών που απέκτησε το καθεστώς της Συρίας μετά την απαγορευτική Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών περί κατοχής χημικών όπλων.
«Πρόδρομες» χημικές ενώσεις
Οι «πρόδρομες» χημικές ενώσεις που χρησιμοποιούνται είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγή των χημικών όπλων. Μπορούν βέβαια να χρησιμοποιηθούν και ως πρώτες ύλες στην παραγωγή διαφόρων νευροτοξικών ή καυστικών χημικών παραγόντων.
Οι ουσίες αυτές περιέχουν μεταξύ άλλων:
-Ενώσεις υδροφθορίου ή φθορανίου (ΗF). Πρόκειται για ένα αέριο άχρωμο, κύρια βιομηχανική «πηγή» του οποίου αποτελεί η ένυδρη μορφή του, δηλαδή το υδροφθορικό οξύ. Αφορά ένα δηλητηριώδες και άκρως τοξικό αέριο.
-Ενώσεις φθοριούχου νατρίου (NaF). Χρησιμοποιείται και στην καταπολέμηση εντομοκτόνων και αποτελεί δηλητηριώδη και τοξική ένωση.
-Ενώσεις αμμωνιούχων διφθοριδίων (NH4HF2). Διακρίνονται επίσης για την οξεία τοξικότητά τους και προκαλούν σοβαρότατα εγκαύματα.
Οι προαναφερθείσες ενώσεις είναι βασικά απαραίτητα στοιχεία για την παραγωγή π.χ. του τοξικού αερίου Sarin. Βέβαια, οι «πρόδρομες» αυτές ενώσεις, αποτελούν μόνο ένα μέρος της σύστασής του.
Επομένως, γίνεται λόγος για μια ποικιλία πρώτων υλών διαφορετικής σύστασης, οι οποίες κατά την εκτόξευση του μίγματος αντιδρούν ανάλογα και παράγουν αντίστοιχες ποσότητες τοξικών αποβλήτων.
Καταστροφή του χημικού οπλοστασίου στη Μεσόγειο
Η απόφαση της επιχείρησης καταστροφής του χημικού οπλοστασίου της Συρίας πάνω σε αμερικάνικο πλοίο σε διεθνή ύδατα της Μεσογείου, με τη μέθοδο της υδρόλυσης, έγινε έπειτα από σχετική πρόταση των ΗΠΑ προς τον ΟΗΕ. Βέβαια, η πρόταση αυτή προέκυψε μετά από αρκετούς μήνες έντασης και παρασκηνιακών διαβουλεύσεων με άλλες χώρες όπως Νορβηγία, Γερμανία, Βέλγιο, Αλβανία.
Μάλιστα στην ειλημμένη απόφαση καταστροφής των χημικών όπλων στην Αλβανία τον Οκτώβριο/Νοέμβριο 2013, οι διεθνείς διπλωματικές πηγές έκαναν λόγο για απόφαση που αναφέρει την καταστροφή ποσοτήτων που αντιστοιχούν σε 1.600 τόνους χημικών ουσιών.
Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι το κατά πόσο η μέθοδος της υδρόλυσης εγκυμονεί περιβαλλοντικούς κινδύνους, ποιοι είναι αυτοί και μάλιστα ποιας εμβέλειας.
Αναμφισβήτητα, είναι αποδεκτό ότι η υδρόλυση αποτελεί μια εφικτή μέθοδο από τεχνική άποψη. Ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες όμως, όπως και ειδικοί του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων, προειδοποιούν ότι αν και ένα τέτοιο εγχείρημα έχει επαναληφθεί στο παρελθόν, κυρίως από την Ιαπωνία όπου εξουδετερώθηκαν εκατοντάδες χημικές βόμβες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου σε υπεράκτια εξέδρα στον Ειρηνικό Ωκεανό, η πραγματοποίηση μια τέτοιας επιχείρησης εν πλω είναι μια περίπλοκη διαδικασία.
Οι ιαπωνικές βόμβες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου δεν παρήγαγαν μεταξύ άλλων υγρά κατάλοιπα, καθώς έλαβε χώρα διαχείριση ενός τελικού προϊόντος. Ως εκ τούτου, αναφερόμενοι στο συριακό χημικό οπλοστάσιο, όπως προαναφέρθηκε σχετικά με τη σύστασή του, το γεγονός ότι περιλαμβάνει ποικίλα αποθέματα «πρόδρομων» ενώσεων ή στοιχείων που είχαν αποθηκευτεί, καθίσταται σαφές ότι η καταστροφή αυτών των «πρόδρομων» ενώσεων, είτε με χρήση της υδρόλυσης, είτε ακόμη με χρήση της καύσης, συνεπάγεται παραγωγή ανάλογης ποσότητας τοξικών αποβλήτων.
Στην παράμετρο αυτή οφείλει να προστεθεί και το γεγονός ότι με την χρήση της υδρόλυσης δύναται να παραχθούν επιπλέον υγρά απόβλητα τα οποία εγκυμονούν κινδύνους κατά την απόρριψή τους στο θαλάσσιο περιβάλλον. Επιπλέον, μια τέτοια απόρριψη στερεών ή υγρών αποβλήτων, στο ήδη επιβαρυμένο, από μια πλειάδα επικίνδυνων ουσιών, θαλάσσιο περιβάλλον της Μεσογείου απαγορεύεται ρητά από τις διεθνείς Οδηγίες της MARPOL.
Οι διεθνείς Οδηγίες της MARPOL καθορίζουν ποια απόβλητα και κάτω από ποιες συνθήκες επιτρέπεται να απορριφθούν στη θάλασσα. Σε καμιά περίπτωση σε αυτές τις Οδηγίες δεν συμπεριλαμβάνεται η απόρριψη τοξικών ή εν γένει επικίνδυνων ουσιών ή ενώσεων, όπως στη δεδομένη περίπτωση της εξουδετέρωσης του χημικού οπλοστασίου της Συρίας.
Συνεπώς, η επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, στην περίπτωση αυτή, εξαρτάται από το είδος, την ποσότητα και προπάντων τη συγκέντρωση των συνολικών ή των επιμέρους αποβλήτων που θα εισέλθουν τελικά στη θαλάσσια στήλη της Μεσογείου και τα οποία οφείλουν να ερευνηθούν.
Επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος
Επομένως, η εκτιμώμενη επιβάρυνση βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα αφορά στην επιβάρυνση βενθικών οργανισμών και στη χειρότερη περίπτωση την τοπική βιολογική νέκρωση. Ένα τόσο σημαντικό εγχείρημα σε μια τόσο περιβαλλοντικά ευαίσθητη και ήδη επιβαρυμένη περιοχή, όπως είναι αυτή της Μεσογείου, αν μη τι άλλο οφείλει να παρουσιαστεί υπεύθυνα και αναλυτικά σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Κυβερνήσεις και επιστημονική κοινότητα έχουν την υποχρέωση να ενημερωθούν υπεύθυνα και να εκφράσουν τυχόν ανησυχίες ή τη σύμφωνη γνώμη τους ή τουλάχιστον να λάβουν κάποια μέτρα.
Δεν είναι δυνατό τη στιγμή που απαιτείται εκπόνηση περιβαλλοντικής μελέτης και δημόσια διαβούλευση για την κατασκευή ενός απλού βιολογικού καθαρισμού, τέτοιου είδους και κλίμακας διαδικασίες επεξεργασίας επικίνδυνων αποβλήτων να παραμένουν ασαφείς και να γνωστοποιούνται σε κράτη και αρμόδιους φορείς μέσω δημοσιευμάτων του τύπου.
Συμπερασματικά και λαμβάνοντας υπόψη όλους τους πιθανούς κινδύνους που εγκυμονεί μια τεχνική καταστροφής, η οποία αν μη τι άλλο έχει “πιλοτική” εφαρμογή, προκύπτουν οι ακόλουθες ερωτήσεις:
-Για ποιο λόγο δεν ενημερώθηκαν οι χώρες γύρω από τη Μεσόγειο Θάλασσα, οι οποίες δικαίως έχουν κάθε λόγο έχουν να ανησυχούν;
-Γιατί δεν γίνεται χρήση των ήδη υφιστάμενων μονάδων καταστροφής που βρίσκονται σε χώρες όπως στη Γαλλία, Γερμανία και Ρωσία και μάλιστα με την πιο αποτελεσματική μέθοδο της καύσης και όχι στη θάλασσα εν πλω, αποφεύγοντας έτσι τους δυνητικούς κινδύνους; Μάλιστα, οι μονάδες αυτές έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί τα τελευταία χρόνια καταστρέφοντας εκατοντάδες χημικές βόμβες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, όπως επίσης και του πολέμου της Πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Δεδομένου ότι ο «στρατιωτικός» χαρακτήρας του όλου εγχειρήματος δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για αδιαφάνεια και βιαστικές λύσεις, το εν λόγω εγχείρημα οφείλει να αντιμετωπιστεί ως ένα καθαρά περιβαλλοντικό θέμα, να ακολουθήσει και να σεβαστεί διαδικασίες που προβλέπονται από τη διεθνή και ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά κυρίως να πραγματοποιηθεί έχοντας αποδείξει, εκ των προτέρων, ποια είναι η βέλτιστη δυνατή λύση και πως διασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος.
Συνοπτικά, η Ελληνική Πολιτεία σε άμεση συνεργασία με τις άλλες χώρες της Μεσογείου (Ιταλία, Γαλλία, Μάλτα, κα) οφείλει:
1) Να μην αποδεχθεί την απόφαση του ΟΗΕ περί καταστροφής χημικών όπλων στην κλειστή θάλασσα της Μεσογείου.
2) Να επιδείξει την χρήση ήδη εξειδικευμένων μεθόδων καταστροφής και να αποτρέψει το ενδεχόμενο επιχείρησης εν πλω σε διεθνή ύδατα.
3) Σε περίπτωση καταστροφής του οπλοστασίου της Συρίας στη Μεσόγειο Θάλασσα να συμμετάσχει και να αναλάβει μαζί με τον Οργανισμό για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων την εποπτεία της απόρριψης των χημικών αυτών αποβλήτων στο θαλάσσιο περιβάλλον.
*Ο Ευάγγελος Γιδαράκος είναι καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης